Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Βιβλικό-Πατερική προσέγγιση τῶν ἐννοιῶν: Σατανάς-Κόλαση, Παράδεισος-Ἀνάσταση τοῦ Μιχαήλ Γ. Χούλη

 Βιβλικό-Πατερική προσέγγιση των εννοιών: Σατανάς-Κόλαση, Παράδεισος-Ανάσταση

Του Μιχαήλ Γ. Χούλη, Θεολόγου

Ο Σατανάς, που στην Αγία Γραφή ονομάζεται και Αντίχριστος, Δράκοντας, Βεελζεβούλ, Εωσφόρος, Λεβιάθαν κ.ά., υπήρξε καλό λίαν δημιούργημα του Θεού. Κάνοντας όμως κακή χρήση του αυτεξουσίου του, κινούμενος δε από άκρατο εγωισμό και φιλαυτία, όπως οι Πατέρες της Εκκλησίας εξηγούν, κατάντησε, ως ευρισκόμενος άλλωστε μακριά από το Θεό που είναι το όντως Φως και στερούμενος τη χάρη Του, να γίνει μαύρη και σκοτεινή αντίθεη δύναμη. “Ζωή είναι ο Θεός, και αλλοτρίωση ή θάνατος είναι η απομάκρυνση από τις φωτοδοτικές θείες ενέργειες. Σε τούτο το σημείο αγγίζουμε το μυστήριο του Σατανά και της λεγεώνας των δαιμόνων” (βλ. Ν. Ματσούκα, ‘ο Σατανάς’, εκδ. Πουρναρά, 1999).
«Δουλειά» του είναι έκτοτε να διαβάλει (εξ ου και ‘διάβολος’) και συκοφαντεί το Θεό στους ανθρώπους, τους ανθρώπους στο Θεό, αλλά και τους ανθρώπους μεταξύ τους, επιδιώκοντας, ως κακόβουλος και πανούργος, την εξόντωση του ανθρωπίνου γένους (βλ. λήμμα ‘Σατανάς’ στο ‘Οι Θρησκείες’, Εκδοτικής Αθηνών, Αθ. 1992).
Στον Ιώβ συγκαταλέγεται και αυτός μέσα στην αυλή του Θεού ως πονηρός αυλικός και δημόσιος κατήγορος. Με τον τρόπο αυτό η Παλαιά Διαθήκη τονίζει ότι τίποτε, είτε καλό είτε κακό, δεν γίνεται σε ολόκληρη την πλάση αν δεν έχει εγκριθεί και επιτραπεί από τον Θεό, τα σχέδια του οποίου είναι ανεξερεύνητα και απόρρητα για κάθε κτιστό νου, ενώ οδηγούν στην εσχατολογική σωτηρία και τελειοποιητική ενότητα σύνολη την δημιουργία. Στο  πλαίσιο αυτό “ο Θεός μονάχα ζωή χορηγεί και όχι θάνατο ή λιμούς, καταποντισμούς και τύφλωση… Υπό το πρίσμα της πατερικής θεολογίας οι τιμωρίες είναι αυτοτιμωρίες, μιας και δεν είναι τίποτα άλλο από διεστραμμένα πάθη. Σε βιβλικές και πατερικές εικόνες κειμένων ο Θεός είναι τιμωρός, αλλά η άποψη αυτή προέρχεται από το πώς βλέπει το Θεό ο σκεπτόμενος με σατανική λογική” άνθρωπος (Ν. Ματσούκα, όπου ανωτέρω). Την εξουσία του σατανά έχει ήδη καταργήσει ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, με την ενσάρκωσή του, τη σταύρωση και την ανάστασή του, ενώ η πλήρης κατάλυση της φθοροποιού και σκοτεινής επενέργειάς του θα επιτευχθεί στα έσχατα και την Δευτέρα Παρουσία από την, μετά δυνάμεως και δόξης πολλής, εμφάνιση του Θεανθρώπου.
Τότε, όπως υποδηλώνει η υπό τύπον αυτοκρατορικού δικαστηρίου ή βασιλικής συνάξεως, παρμένης από κοσμικές παραστάσεις εικόνα, θα κατεβεί με άφατη λαμπρότητα από τον ουρανό ο Υιός του Θεού, συνοδευόμενος από τους αγγέλους και τους αγίους Του και η Εκκλησία του θα συγκεντρωθεί από τα πέρατα της γης, υφαρπαζόμενη προς συνάντησή Του. Τότε και όλοι οι νεκροί θα αναστηθούν για να κριθεί έκαστος ανάλογα με τα έργα που διέπραξε όσο ακόμη ευρίσκετο στη ζωή. Τότε, η Κόλαση [‘Σεώλ’ για τους Ιουδαίους, μέχρι τουλάχιστον την βαβυλώνια αιχμαλωσία, και με την ίδια έννοια που είχε ο ελληνικός Άδης], οντολογική κατάσταση η οποία παρουσιάζεται στην Καινή Διαθήκη κυρίως με τις εικόνες της φλεγόμενης καμίνου, της αβύσσου, του σκότους, ως τόπος βασάνου κ.λπ., θα φιλοξενήσει για πάντα τον ‘αρχαίο όφι’ που «παραπλάνησε την οικουμένη», μαζί με τις στρατιές των δαιμόνων και των μη μετανοημένων αδίκων και ασεβών θυμάτων του.
Για τους Πατέρες της Εκκλησίας “Κόλαση είναι η μη σωστική μέθεξη του Θεού, ενώ Παράδεισος η τρυφή της μετοχής του Θεού”. Κόλαση είναι η στέρηση του ποθούμενου και “η φωτιά και τα σκουλήκια της Κόλασης είναι οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, καθώς απουσιάζουν τα αντικείμενα του πόθου. Ο Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι η φωτιά της Κόλασης είναι η άκτιστη ενέργεια του Θεού”, που οι μεν σωσμένοι τη νοιώθουν ως άφατη ευχαρίστηση, οι δε κολασμένοι την ίδια άκτιστη ενέργεια βιώνουν ως κολαστική, καυστική και ως “ανεκλάλητη οδύνη”. Ακόμη, σατανική λογική δεν σημαίνει υποχρεωτικά κατοχή από κάποιο δαίμονα, αλλά σημαίνει μίσος, εχθρότητα, υπερηφάνεια, μηδενισμό, θάνατο. Πρωτίστως σημαίνει την καταδυνάστευση του ανθρώπου “από τη διάσπαση κάθε ενότητας και αγαπητικής σχέσης, με συνέπεια τον κατήφορο της εγωκεντρικότητας. …Η σατανική λογική, παγερή, απρόσωπη και εξουσιαστική, χαλκεύει την ατομικότητα. Η ατομικότητα ή η ιδίωση σημαίνει αποκοπή από το κοινό σώμα της κτίσης και της ιστορίας. Το άτομο σ’ ένα τέτοιο αυτό-εγκλωβισμό του χάνει την ίδια την ικμάδα της ιδιαιτερότητάς του, ανάλογα με το βαθμό της απομόνωσής του…. Έτσι σατανική κατοχή και σατανική λογική βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Το άτομο φαντάζεται όχι μόνο πως είναι το κέντρο του κόσμου, αλλά κυρίως πως όλοι γύρω του επιβουλεύονται τούτο το κέντρο, σάμπως να’ ταν εχθροί από γεννησιμιού τους. Επομένως, αν δεν χάνεται, αμβλύνεται στο έπακρο κάθε διαπροσωπική ζωτικότητα. Έτσι γεννιέται η λογική για άρνηση, για καταστροφή, για αυτοκαταστροφή. Πρόκειται για την ανέραστη ζωή της σατανικής ύπαρξης.…. Η διδαχή του Ευαγγελίου είναι η διέξοδος και η νίκη εναντίον κάθε κατοχής…. Το έργο της νίκης ανήκει αποκλειστικά στο Θεό της αγάπης… Άλλωστε η σωτηρία δεν είναι τίποτε άλλο παρά δημιουργική ανύψωση της ύπαρξής μας, του προσώπου μας. Με άλλα λόγια γινόμαστε συνδημιουργοί. Ως συνδημιουργοί εύκολα νικάμε τον πειρασμό της σατανικής λογικής, και, εξουδετερώνοντας τη δύναμή της σατανικής κατοχής,  λευτερωνόμαστε από το δουλικό φόβο και την ιδιοτέλεια” (‘Ο Σατανάς’, όπου ανωτέρω).
Ορισμένοι διανοούμενοι “στηριζόμενοι στο θετικό πνεύμα και τη λογική μπορούν να ισχυριστούν ότι λίγο ενδιαφέρον έχουν οι ιστορικές πηγές περί Σατανά, και ότι αποδέχονται μόνο αυτά που είναι σε θέση να τα αποδείξουν λογικά και επιστημονικά. Τούτη η κριτική, που προέρχεται μάλλον από μέτριους επιστήμονες, λίγους μπορεί να πείσει, ακόμη και εκείνους που την υποστηρίζουν. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι εξετάζοντας την ίδια την προσωπική του ζωή, βλέπει πόσο μικρό ή ασήμαντο ρόλο διαδραματίζει η λογική ή η επιστήμη. Φιλίες, έρωτας, πάθη, επιτυχίες, αποτυχίες, θρίαμβοι, τραγωδίες δεν μπορούν να αναλυθούν και να αξιολογηθούν ως μετρήσιμα μεγέθη. Πέρα από αυτά, σταθερή θέση της επιστημολογίας είναι ότι καθετί που αποδεικνύεται ως υπαρκτό και γνωστό, ποτέ δεν μπορεί να εξαντλήσει όλη την πραγματικότητα. Και κανείς δεν μπορεί να πει ότι παράλληλα τίποτα άλλο δεν υφίσταται. Άλλωστε η περιχαράκωση σε αμετακίνητη βεβαιότητα και σε άτεγκτα περιγράμματα απολιθώνει φριχτά την ίδια τη ζωή και την ιστορία. Ίσως ξέρουμε πάμπολλα από την απεραντοσύνη του σύμπαντος, εντούτοις ποιος μπορεί από τις γνώσεις αυτές ωθούμενος να υποστηρίξει ότι δεν υπάρχουν και άλλες αναρίθμητες και άπειρες συμπαντικές πραγματικότητες; Αν ίσχυε μια βεβαιότητα ως πάγια θέση, η σημερινή εικόνα του σύμπαντος θα ήταν άγνωστη και θα κυριαρχούσε το παλαιό τριώροφο σύμπαν, και η ακίνητη γη! …. Η ίδια η επιστήμη ποτέ δεν επιβάλλει μια άτεγκτη ή ακίνητη βεβαιότητα, σε θέματα μάλιστα κοσμολογικά και ανθρωπολογικά. Μια τέτοια βεβαιότητα ή μια άτεγκτη νομοτέλεια, χωρίς μύθο, θρύλο και θαύμα, εξάπαντος κλείνει τους ορίζοντες της ζωής και της ιστορίας γενικότερα… Παραδόξως αρκετοί παρ’ ημίν διανοούμενοι, καθηγητές, δημοσιογράφοι κ.τ.λ.  –προοδευτικοί καλούμενοι καλώς ή κακώς- επιχειρούν να πείσουν τους νέους να μη δέχονται κάποιους μύθους ή θρύλους…. Εξάπαντος μέσα τους έχει στεγνώσει ο μύθος, και επιχειρούν να λευτερώσουν τους νέους! Ίσως τους διαφεύγουν θεμελιώδη γνωρίσματα της πολιτιστικής παράδοσης του αρχαίου Ελληνισμού, ενός τόσο υψηλού τρόπου ζωής, όπως είναι ο παραμυθάς Όμηρος, η αρχαία τραγωδία, ο πλατωνικός μύθος κ.τ.λ. Εν πάση περιπτώσει, όχι μόνο δεν κερδίζουμε τίποτα με την καταστροφή της μυθικής γλώσσας, αλλά φτωχαίνουμε στο έπακρο…. Μόνο η ευλύγιστη βεβαιότητα, ο μύθος, ο θρύλος, το θαύμα ανοίγουν απέραντους ορίζοντες πάντοτε για κάτι καινούριο. Και όσοι φοβούνται ότι όλα αυτά γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης, την εκμετάλλευση οφείλουν να χτυπούν και όχι τη μυθική γλώσσα. Κανένα αγαθό πράγμα δεν έμεινε ανεκμετάλλευτο…… (‘Ο Σατανάς’…).                  
Ο Ιησούς, Κύριος της ζωής και του θανάτου -θεϊκή ιδιότητα την οποία έκανε γνωστή όσο συναναστρεφόταν τους ανθρώπους, ανασταίνοντας νεκρούς (λ.χ. την κόρη του Ιαείρου, το γιό της χήρας στη Ναΐν, τον Λάζαρο) και επιτελώντας τεράστιο πλήθος θαυμάτων- προανήγγειλε, καταστρέφοντας στη ρίζα της τη σατανική λογική και κατοχή, τη δική Του ανάσταση πριν ακόμη υποστεί τα σωτήριά Του πάθη [«Γκρεμίστε αυτό το ναό και την τρίτη ημέρα θα τον ανοικοδομήσω» (Ιω. 2,19) και «θα βρίσκεται ο Υιός του Ανθρώπου στην καρδιά της γης τρία μερόνυχτα» (Ματθ. 12,40)]. Ως Θεός  θα ζωοποιήσει ο Χριστός καθολικά και τα θνητά σώματά μας, ενώ οι ψυχοσωματικές μας υποστάσεις θα αποκατασταθούν ολοκληρωτικά (λαμβάνοντας σώμα ένδοξο και άφθαρτο), θα μεταβούν εκ του θανάτου στη ζωή και οι «ακούσαντες της φωνής Του» θα μεταμορφωθούν σε υιούς και  θυγατέρες φωτός. Η Ανάσταση είχε  ήδη προαγγελθεί στον Ιουδαϊσμό (Ψαλμοί, Προφήτες, Ιώβ, Δανιήλ, Β΄ Μακκαβαίων), ενώ κατά τους χρόνους της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας, και ιδιαίτερα στους Ελληνορωμαϊκούς χρόνους, πληθαίνουν οι αναφορές στην ανάσταση των νεκρών (βλ. και Σ. Αγουρίδη, λήμμα ‘Κόλαση’, στο ‘Οι Θρησκείες’). Στην πράξη εκφράσθηκε η αλήθεια περί αναστάσεως με τα θαύματα του προφήτη Ηλία (ανάσταση του υιού της χήρας στα Σαρεπτά) και του προφήτη Ελισαίου (ανάσταση νεκρού όταν ακούμπησε τα λείψανα του προφήτη) [βλ. ‘Οι Θρησκείες’, λήμμα ‘ανάσταση’, όπου ανωτέρω]. Στον Δανιήλ καθαρά αναγγέλλεται: «Και πολλοί των καθευδόντων εν γης χώματι εξεγερθήσονται, ούτοι εις ζωήν αιώνιον και ούτοι εις ονειδισμόν και εις αισχύνην αιώνιον» (12,2). Αυτή η ελπίδα στηρίζει και τους μάρτυρες στη δοκιμασία τους: Ο σωματικός θάνατος δεν σημαίνει τον εκμηδενισμό τους, αλλά η δύναμη του Θεού θα τους αναστήσει (Β’ Μακ. 7,9/ 11,22/ 14,46).
Οι Φαρισαίοι στα χρόνια του Ιησού πίστευαν στην ανάσταση, καθώς και οι Εσσαίοι. Ξεκάθαρα την διακηρύσσει και ο Ιησούς: «Εν τη αναστάσει ως άγγελοι εν ουρανώ εισίν» (Μτθ. 22,30). Τέλος, η ελληνική άποψη περί αθανασία της ψυχής είναι ανόμοια με την χριστιανική πίστη περί σωματικής ανάστασης. Το μόνο τους κοινό: Η αθανασία του πνεύματος. Η ψυχή για τους αρχαίους Έλληνες είναι άφθαρτη και αιώνια ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΗ ΤΗΣ, ενώ μετά το θάνατο του ανθρώπου: Το μεν σώμα διαλύεται (και παραμένει) στη γη ως κατώτερης αξίας, η δε ψυχή των δικαίων εισέρχεται στη θεϊκή αθανασία. Για την Εκκλησία, η ψυχή απέκτησε την αθανασία χάριτι Θεού, διότι τίποτε (κτιστό) δεν είναι αθάνατο εκ φύσεως. Αν ο Θεός θελήσει, μιλώντας υποθετικά, να αποσύρει την ζωοποιητική ενέργειά του από τον κόσμο θα καταλήξει και πάλι στο μηδέν, από το οποίο προήλθε. Και όχι μόνο η ψυχή αλλά και το σώμα του ανθρώπου μετέχει στην άκτιστο χάρη του Θεού, μετέχει του παραδείσου από αυτή τη ζωή, αν φυσικά ο άνθρωπος το θελήσει, και ολόκληρος θεώνεται. Τρανό παράδειγμα αποτελούν τα λείψανα των αγίων, που μυροβλύζουν και θαυματουργούν.
Τέλος, οι φυσιολατρικές θρησκείες της αρχαίας Ανατολής στηρίζονταν σε θεούς που πέθαιναν και ανασταίνονταν μιμούμενοι την εναλλαγή των εποχών, ενώ βασίζονταν (οι θρησκείες αυτές) στην ανάγκη σποράς και συγκομιδής των καρπών, εξαιτίας της μεγάλης σημασίας της γης για τη ζωή των ανθρώπων (Όσιρις, Ταμμούζ, Βάαλ κ.ά.). Η θεολογία εν τούτοις της Π.Δ. κόβει τη σχέση της με παρόμοιες μυθολογίες και τελετουργίες, εμφανίζοντας τον Ένα και μοναδικό Θεό να είναι Κύριος της ζωής και του θανάτου, να επενεργεί στη φύση ανανεώνοντάς την, να ελέγχει η δύναμή Του ακόμα και τον κάτω κόσμο και να ζωοποιεί τους νεκρούς ανακαλώντας τους από τον Άδη (βλ. Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, λήμμα ‘Ανάσταση’, Άρτος Ζωής, Αθ. 1980).
http://egolpio.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου