Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Αθανασία και Ανάσταση των Ψυχών


 
Δημητρίου Π. Λυκούδη
Θεολόγου – Φιλολόγου, Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών
Η αθανασία της ψυχής αποτελεί βασική θρησκευτική δοξασία με βαρύνουσα δογματική και εσχατολογική αναγωγή. Η πίστη δηλαδή, ότι η ζωή συνεχίζεται μετά το θάνατο είναι κοινή – στο βασικό πυρήνα της – σε πολλά θρησκεύματα, ανάλογα βέβαια με τις κατά τόπους πολιτιστικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες [1].
Στην παρούσα φάση, το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στην Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία της Ανατολικής Εκκλησίας και στην ποικιλία των θέσεων και αληθειών που υιοθετούν οι Πατέρες της Εκκλησίας, που κυμαίνονται και διανθίζουν τόσο την αλληλοσυμπλήρωση και «ιδιοθεσία» των όρων «αθανασία – ανάσταση» όσο και τη συγκαταβατική παραλληλία μεταξύ τους [2].
Αμέσως μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, ο Πανάγαθος Θεός υποσχέθηκε τη λύτρωση τους από τον διάβολο και κατ΄ επέκταση από τον θάνατο [3]. Πριν την Ανάσταση του Θεανθρώπου, ο θάνατος ήταν φοβερός για τον άνθρωπο.
Μετά την Ανάσταση, γίνεται ο άνθρωπος φοβερός για τον θάνατο. «Μέχρι της Αναστάσεως του Θεανθρώπου Χριστού, ο θάνατος ήτο η Δευτέρα φύσις του ανθρώπου. Η πρώτη ήτο η ζωή και ο θάνατος η Δευτέρα. Ο άνθρωπος είχε συνηθίσει τον θάνατον ως κάτι το φυσικόν. Αλλά μετά την Ανάστασίν Του , ο Κύριος ήλλαξε τα πάντα. Η αθανασία έγινε η Δευτέρα φύσις του ανθρώπου, έγινε κάτι το φυσικόν εις τον άνθρωπον και το αφύσικον κατέστη ο θάνατος»[4].
Διατρανώνουμε με παρρησία τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών»[5]. Άλλωστε, «πώς θα συνεχίσουμε να είμαστε Χριστιανοί, αν πιστεύουμε ότι ο Χριστιανισμός έχει θεμελιωθεί πάνω σε μια πλάνη;»[6].
Ως ορθόδοξοι, πιστεύουμε ότι υπήρξε αληθινή ανάσταση «εκ των νεκρών» [7], με την έννοια ότι το ανθρώπινο σώμα του Χριστού ξαναενώθηκε με την ανθρώπινη ψυχἠ του και ότι ο τάφος βρέθηκε αδειανός.
Επομένως, κάθε πιστός αντιμετωπίζει τον θάνατο με θάρρος, πίστη και ελπίδα ισόποση του μέρους και του ποσού που ο ίδιος, δια της συμμετοχής του στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας, προσέρχεται σε κοινωνία με τον Κύριο της Δόξης Ιησού Χριστό.
Ο ίδιος ο Κύριος μας, αποδεκάτισε τον Άδη, συνέτριψε και αφόπλισε τον θάνατο και δώρησε στη συμπαντική κοινότητα τη νέα οδό της Αναστάσεως. «Η Ανάσταση του Χριστού και η ανάσταση μας μέσα σ΄ Αυτόν μαζί Του, μέσα στο σώμα της Εκκλησίας Του, είναι η μοναδική και χρονική και υπερχρονική διάβαση – το Πάσχα της του κόσμου θαλάσσης – και αιώνιο τέλος και σκοπός και πλήρωμα της ανθρώπινης ζωής και υπάρξεως. Γι΄ αυτό, η πίστις μας, η Ορθὀδοξη Πίστις, είναι πίστις στην Ανάσταση και όχι πίστις σε κάποια πρόοδο χωρίς Χριστό»[8].
Εδραιωμένος και ζωοποιημένος λοιπόν ο πιστός, πλημμυρισμένος από το Αναστάσιμο φως του Ζωοδότου Χριστού, αντιμετωπίζει το μυστήριο του θανάτου με συγκρατημένα και πειθαρχημένα απέναντι στο φόβο και στην απαισιοδοξία συναισθήματα. «Γνωρίζουν τον Χριστόν μόνον εκείνοι των οποίων η εσωτερική ζωή είναι όμοια προς την επίγειον Αυτού Ζωήν»[9].
Και συμπληρώνει ο γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ: «Η ζωή του Θεού υποστασιούται εν τω ανθρώπω δια του αυτού τρόπου, δι΄ ου σαρκωθείς ο Θεός ενυποστασίασε – προσέλαβεν εν τη υποστάσει Αυτού – την κτισθείσαν υπ΄ Αυτού μορφήν της υπάρξεως ημών. Εν τω μέλλοντι αιώνι, η ενότης του Θεού μετά του ανθρώπου θα καταστή πλήρης εν παντί τω περιεχομένω του είναι Αυτού, εκτός, εννοείται, της ταυτότητος κατά την Ουσίαν»[10].
Αυτή την ενότητα προσδοκά κάθε πιστός στην αιωνιότητα και διατυμπανίζει χαρμόσυνα και γηθόσυνα μετά του Ιερού Χρυσοστόμου: «Μηδείς φοβείσθω θάνατον. Ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος Θάνατος. Ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες. Ανέστη Χριστός και χαίρουσιν άγγελοι»[11].
Ο μακαριστός χαρισματικός γέροντας π. Ιουστίνος Πόποβιτς καταθέτει χαρακτηριστικά: «Εις τέσσαρας μόνον λέξεις συγκεφαλαιούνται και τα τέσσαρα Ευαγγέλια του Χριστού: Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!…Εις εκάστην εξ αυτών ευρίσκεται από έναν Ευαγγέλιον, και εις τα τέσσαρα Ευαγγέλια ευρίσκεται όλον το νόημα όλων των κόσμων του Θεού, των ορατών και αοράτων»[12].
Παραπομπές:
1. Μπέγζου Μάριου, Ψυχολογία της Θρησκείας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1996, σελ. 94-99, βλ. σχ., Μαρκάκη Γιούλια, Τα αρχαία Μυστήρια και η Αθανασία της ψυχής, (Αιγυπτιακά, Ιουδαϊκά, Μινωϊκά, Ορφικά, Ελευσίνια), Αθήνα 1981.
2. Μπέγζου Μ., Ψυχολογία της Θρησκείας, σελ. 99.
3. Γεν. γ΄ 15.
4. Πόποβιτς Ιουστίνου, (Αρχιμανδρίτου), Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1970, σελ. 40-41.
5. Α΄ Κορ. 15,14.
6. Ware Καλλίστου, (Επισκόπου Διοκλείας), Ο Ορθόδοξος δρόμος, Επτάλοφος, Αθήνα 1984, σελ. 99.
7. Για την αναίρεση των αμφισβητήσεων περί της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού βλ. σχ., Στύλιου Ευθυμίου, (Επισκόπου Αχελώου), Αθώος, εκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1988.
8. Γιέφτιτς Αθανασίου,(πρ.Επισκόπου Ζαχουμίου και Ερζεγοβίνης), Χριστός, η Χώρα των Ζώντων, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2007, σελ. 82-83.
9. Σωφρονίου Σαχάρωφ, (Αρχιμανδρίτου), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, εκδ. Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1992, σελ. 190.
10. Αυτόθι, σελ. 190.
11. Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Κατηχητικός στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού
12. Πόποβιτς Ι., Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, σελ. 45.

Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

Άσμα Ασμάτων: Ύμνος στο θείο και τον ανθρώπινο έρωτα

[Προηγούμενη ανάρτηση: http://www.pemptousia.gr/?p=92109]
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Μέσα από τα ιερά κείμενα, βιβλικά και ασκητικά, στα λογοτεχνήματα πεζά και ποιητικά, στα  ψυχολογικά και φιλοσοφικά βιβλία, συναπαντήσαμε αποκρίσεις ζωής, στο δίπολο του θανάτου και έρωτα.
Ό,τι αναφέρεται στην παρούσα εργασία φιλοδοξεί να αναδείξει ότι το βιβλίο: “Άσμα Ασμάτων είναι τελικά ένας ύμνος στην αγάπη και τον έρωτα τον θεϊκό και τον ανθρώπινο. Κάποιοι ερμηνευτές, αντιμετωπίζοντας τον έρωτα ως κάτι βδελυρό και αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπου, τήρησαν μια άκαμπτη στάση, απέναντι σε αυτό το εξαίσιο τραγούδι. Ισχυρίστηκαν, ότι αυτό, αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στην αγάπη του Θεού για το λαό του και μεταγενέστερα την αγάπη του Χριστού για την Εκκλησία. Ο  Π. Τρεμπέλας, (Π. Τρεμπέλας, 1976), άνθρωπος Μέγας κατά τη γνώση και την ερμηνεία των Γραφών αποδίδει ξεκάθαρα και απόλυτα την ερμηνεία περί του Θείου έρωτα. Συγκεκριμένα γράφει: “….Τό Ἄσμα δέν ἔχει ὑπόθεσιν σαρκικόν τινά ἔρωτα, ἀλλ’ ἀπό τῆς ἀρχῆς αὐτοῦ μέχρι τέλους στρέφεται ὀλόκληρον περί καθαρῶς πνευματικές καί ἀχράντους καί ἐπουρανίους σχέσεις καί ἐκδηλώσεις.”
Sacred Heart on Parchment
Πολλές φορές, στην ιστορία της Εκκλησίας, κάποιοι άγαμοι θεωρούν τον έγγαμο βίο κατώτερο από την αγαμία. Όταν, όμως, οι άνθρωποι δεν βιώσουν το μεθύσι του αλληλοσεβασμού, της αλληλοπεριχώρησης των δυο προσώπων -εφόσον οι ίδιοι ζουν αποκλειστικά το θείο Έρωτα- δεν πρέπει να  καταδικάζουν, κάτι, το οποίο δεν επέλεξαν να βιώσουν ποτέ με συνάνθρωπο. Οι επιλογές του καθενός είναι σεβαστές και ιερές, αλλά νομίζω ότι και ο γάμος και ο μοναχισμός είναι δυο διαφορετικοί δρόμοι, οι οποίοι οδηγούν όμως, στο ίδιο αποτέλεσμα, που είναι η αιωνιότητα του παραδείσου. Διαφέρει όμως η αγαμία μέσα στον κόσμο από τον μοναχό, που εγκαταλείπει τον κόσμο.
Η ηθική είναι άσκηση ζωής, τρόπος σκέψης, και αγώνας όλων μας. Ο Ηθικισμός όμως είναι η παράφραση της ηθικής. Η καλύτερα το καρκίνωμά της. Το φυσικό, αυτό που ο Θεός φύτεψε στον άνθρωπο εκλαμβάνεται ως αμαρτωλό και δαιμονοποιείται. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ανυψώνουν την αγάπη και τον έρωτα στη θεϊκή του διάσταση, κατακρίνοντας τον αυτονομημένο ανθρώπινο έρωτα, που οδηγεί τον άνθρωπο στο θάνατο της ψυχής του. Γιατί λοιπόν ο συντροφικά πλασμένος άνθρωπος, κληροδότησε την ενοχή για κάτι υπέροχο, δυνατό σαν το θάνατο; Και γιατί απαγορεύεται η ηδονή και τονίζεται ως αιτία της σαρκικής επαφής μόνο η διαιώνιση του είδους, που έτσι ή αλλιώς είναι μια ενέργεια που κάνουν ανεπίγνωστα και τα ζώα;
Θέλησα επίσης να αναλύσω όσο μπόρεσα, την υπέροχη φράση του Άσματος:
“Θέσε με σάν σφραγίδα στήν καρδιά σου, ὡς σφραγίδα στο βραχίονά σου, ὧστε ὄχι μόνον να μέ αἰσθάνεσαι, ἀλλά καί νά μέ βλέπεις. Γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι ἀκαταμάχητος σάν τόν θάνατο καί ἡ μέχρι ζηλοτυπίας ἀφοσίωση εἶναι σκληρή σάν τόν ἄδη. Οἱ σπίθες δέ, πού σάν φτερά ἐκτινάσσονται ἀπό ἀγάπη, εἶναι πύρινοι καί φλόγες πυρός. Κραταιά ὡς θάνατος ἡ ἀγάπη, σκληρός ὡς ἄδης ζῆλος».
Παρέθεσα απόψεις παλαιοτέρων και νεωτέρων φιλοσόφων και ερμηνευτών. Όλοι συμφωνούν ότι ανάμεσα σε αυτήν την αγάπη και την εκμετάλλευση των ανθρώπων στο όνομα της, υπάρχει μια τεράστια διαφορά.
Ο Ιωάννης Χρυσόστομος (Ι. Χρυσόστομος, Migne, τόμ. 54), προειδοποιεί ότι οι νέοι και πολύ περισσότερο οι έφηβοι, “αν υιοθετούν το αυτονομημένο έρωτα, τις συχνές εκτονωτικές ερωτικές εμπειρίες αποκτούν χρόνια ερωτική αναπηρία” και δεν θα μπορούν ποτέ να γνωρίσουν τον πραγματικό έρωτα.
Η εμπορευματοποίηση του έρωτα και του γυναικείου σώματος, που είναι ιερό – επειδή  προσφέρει τη ζωή και είναι ναός του Αγίου Πνεύματος – καταστρέφει ότι έχει η ανθρώπινη ψυχή. Στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στο Ίντερνετ και στις κάθε λογιών φυλλάδες ωραιοποιείται η σχέση και δεν δίνεται το σωστό της περιεχόμενο. Η συζυγική αγάπη και ο έρωτας είναι Σταυρικός, πολλές φορές εξουθενωτικός, αλλά οδηγεί στον γήινο παράδεισο της καρδιακής επικοινωνίας και ταύτισης και το ζευγάρι στην αιωνιότητα του παραδείσου.
Πολλές φορές φοβούμαστε να αγγίξουμε τα θέματα αυτά: των σχέσεων, του προγαμιαίου έρωτα – για τον οποίο δεν ερωτώμεθα πλέον από τους νέους – και ότι αφορά τη σεξουαλική σφαίρα του ανθρώπου. Είναι γιατί, κάποιες φορές επικρατεί η ηθικιστική αντίληψη και σεμνοτυφία. Πρέπει να είμαστε επαρκώς ενημερωμένοι,  για να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε πράγματα, που μας φοβίζουν, να αγγίξουμε. Είναι προτιμότερο να διδαχτούμε σωστά την αγάπη από υπεύθυνα στόματα και όχι από ανθρώπους δέσμιους των παθών τους.
Πρέπει να συγκλονιστούμε ως υπάρξεις, να μιλήσουμε στους άλλους, για την αγάπη και την ελευθερία του Εσταυρωμένου. Ο Χριστιανισμός δεν είναι νομικίστικοι κανόνες, αλλά Πηγή Ζωής και κάθε καλού. Κατά την ταπεινή μου άποψη, οι νέοι μας διατηρούν σήμερα πιο γνήσιες σχέσεις με τους άλλους, από τους παλαιότερους, είναι πιο ελεύθεροι και ειλικρινείς μεταξύ τους. Εκφράζονται περισσότερο σπάζοντας τα ηθικιστικά κατεστημένα.
Υπήρξαν, πρωτοπόροι σε όλες αυτές τις σκέψεις,  “σημαιοφόροι” και καθοδηγητές, αλλά μένει ακόμα να κάνουμε πολλά. Δεν μιλώ για το επίσημο κράτος, γιατί, απλά δεν ελπίζω, τίποτε από αυτό. Όμως οι βάσεις για να καταλάβουμε το βαθύτερο νόημα της ζωής, που είναι η σχέση και όχι η σχάση έχουν ήδη μπει από συγκεκριμένους πιστούς διανοουμένους στην εποχή μας.  Προσωπικά τους ευγνωμονώ  που με έβαλαν σε αυτό τον υπέροχο προβληματισμό. Η ουσία του Θεού είναι η αγάπη, ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ικανό να αγαπήσει. Άρα αγαπώ σημαίνει υπάρχω, σχετίζομαι σημαίνει αγαπώ. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (Ι. Δαμασκηνός, Migne, PG 94) γράφει: “Σχέσις ἐστίν ἡ ἐγγύτης καί ἡ ἀγάπη, ἤγουν φιλία καί ἡ κράτησις καί ἡ μετουσία καί ἡ συνάφεια.”
Ο Μάξιμος ο Ομολογητής, ο Αρεοπαγίτης, (Μάξιμος Ομολογητής, Migne, P.G. 4), τον έρωτα τον αποκαλεί αγγελικό, γιατί δεν υπάρχει μεταξύ των αγγέλων τίποτα το “ἀσύμφωνον ἤ στασιάζον”, αλλά πλήρης ενότητα. Ο Χριστιανισμός είναι Αποκάλυψη. Ο Θεός του Χριστιανισμού είναι μόνο Αγάπη και Ελευθερία.

Κυριακή 16 Αυγούστου 2015

«ΠΑΤΕΡ ΑΦΕΣ ΑΥΤΟΙΣ ΟΥ ΓΑΡ ΟΙΔΑΣΙ ΤΙ ΠΟΙΟΥΣΙ»



Όποιος μελετά το ευαγγέλιο μένει ενεός και άναυδος, όχι μόνο ενώπιον της σταυρικής θυσίας του Χριστού, αλλά και ενώπιον του μεγέθους της ανεξικακίας του, της μακροθυμίας και συγγνώμης του και τέλος ενώπιον της απέραντης και απροσδιόριστης αγάπης του.
        Ενώ ο Ιησούς ποικίλως και πολυτρόπως ευεργέτησε τον ιουδαϊκό λαό και έδειξε σ’ αυτούς το ενδιαφέρον και την αγάπη του, εν τούτοις «όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων» (Ματθ. 26,47) έρχεται και τον συλλαμβάνει λες και ήταν ληστής (Ματθ. 26,55) και τον παραδίδουν στον Καϊάφα τον αρχιερέα. Εκεί προσπάθησαν με ψευδομαρτυρίες να τον καταδικάσουν σε θάνατο. Τον φτύνανε στο πρόσωπο, τον δίδανε καρπαζιές, και τον ράπιζαν λέγοντας· προφήτεψε Χριστέ ποιος σε χτύπησε.
        Μετά τον παρέδωσαν στον Πιλάτο, ώστε να τον δικάσει και εν τέλει να τον τιμωρήσει με την ποινή του θανάτου.

        Ο Ιούδας εν τέλει παραδέχεται την αθωότητά του (Ματθ. 27,1-5) χωρίς όμως να ζητήσει το έλεός του·

        ο Πιλάτος ανακαλύπτει κι αυτός ότι είναι αθώος και ότι λόγω φθόνου τον παρέδωσαν και προσπαθεί να τον σώσει, βάσει εθίμου που υπήρχε να απολύει ένα κρατούμενο, όποιον ήθελε ο λαός.
        Και κείνοι, ακούγοντας τους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους, ζητάνε να ελευθερωθεί ο στασιαστής και δολοφόνος  Βαραββάς (Λκ. 23,19) και να σταυρωθεί ο αθώος Χριστός. Ο Πιλάτος υποκύπτει την πίεση του όχλου και ο Χριστός παραδίνεται για να σταυρωθεί. Οι στρατιώτες τον εμπαίζουν σαδιστικά και πρόστυχα και τον οδηγούν στην σταύρωση. Μόλις ανέβηκε στον σταυρό έχοντας και δύο κοινούς ληστές παράπλευρά του αρχίζει η κακία των Εβραίων να οργιάζει.
        Το πλήθος γαυριά και αλαλάζει και μαίνεται κραυγάζοντας, βλασφημώντας και εμπαίζοντας· «αυτός είναι (ο έξυπνος) που θα κατέλυε τον ναό και πάλι θα τον οικοδομούσε σε τρεις μέρες! Σώσαι λοιπόν τον εαυτό σου· αν είσαι υιός του Θεού κατέβα από τον σταυρό.
        »Όμοια δε ενέπαιζαν και οι αρχιερείς μετά των γραμματέων και πρεσβυτέρων και Φαρισαίων λέγοντας· άλλους έσωσε τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει· εάν είναι βασιλεύς του Ισραήλ ας κατεβεί τώρα από τον σταυρό και τότε θα πιστέψουμε σ’ αυτόν· εφ’ όσον έχει πίστη στον Θεό, άς τον σώσει τώρα, εάν βέβαια τον θέλει· διότι αυτός είπε ότι είναι υιός του Θεού.
        »Τα ίδια δε έκαναν και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του· τον ονείδιζαν» (Ματθ. 27,39-44), άσχετα αν αργότερα ένας απ’ αυτούς μετανόησε και ομολόγησε την θεότητά του (Λκ. 23,40-43).

        Ποια ήταν η αντίδραση του Χριστού σ’ όλη αυτή τη λυσσαλέα, σιχαμερή και δαιμονική εκστρατεία εναντίον του;
        Μήπως κατέβηκε από το σταυρό εγκαταλείποντας μια για πάντα το έργο της σωτηρίας μας, όπως επιθυμούσαν οι ανόητοι και ασύνετοι και άπιστοι Ιουδαίοι, που ενώ είδαν τόσα φοβερά θαύματα, και αναστάσεις νεκρών ακόμα, εξακολουθούν να ζητούν σημείο κατά τα γούστα τους;
        Μήπως οργίσθηκε; Μήπως τους καταράστηκε; Μήπως διέταξε να τιμωρηθούν παραδειγματικώς και να κονιορτοποιηθούν ολοσχερώς οι εχθροί του; Τίποτα απ’ όλα αυτά. Έχοντας γαλήνη και ηρεμία, προσευχήθηκε με πόθο σφοδρό, όχι για τον εαυτό του αλλά για τους εχθρούς του.
        «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ. 23,34). Πατέρα μου συγχώρα τους και μη καταλογίζεις ενοχή στην κτηνώδη και εγκληματική συμπεριφορά τους. Δεν ξέρουν τι κάνουν. Έχουν τυφλωθεί εντελώς.

        Αυτό που είπε στην επί του όρους ομιλία του διορθώνοντας το νόμο της Παλαιάς Διαθήκης αυτό πράττει τώρα. Είχε πει τότε· «Ακούσατε ότι έχει λεχθεί, ν’ αγαπήσεις τον πλησίον σου και να μισήσεις τον εχθρό σου. Εγώ όμως σας λέγω, ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να ευλογείτε αυτούς που σας καταριόνται, να φέρεσθε καλά σ’ αυτούς που σας μισούν και να προσεύχεσθε γι’ αυτούς που σας δημιουργούν προβλήματα και σας διώκουν. Κι όλα αυτά να τα κάνετε για να γίνετε αληθινά και γνήσια παιδιά του επουράνιου πατέρα σας, που τον ήλιο τον ανατέλλει για όλους, πονηρούς και αγαθούς, και βρέχει σε δικαίους και σε αδίκους. Διότι αν αγαπήσετε αυτούς που σας αγαπούν, ποιος θα είναι ο μισθός σας; Και οι τελώνες (που είναι οι χειρότεροι άνθρωποι) το ίδιο κάνουν. Να γίνετε λοιπόν τέλειοι όπως ακριβώς ο επουράνιος πατέρας σας είναι τέλειος» (Ματθ. 43-48).

        «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».  
        Ο ιερός Χρυσόστομος αναπτύσσοντας το ρητό αυτό θέτει δύο ερωτήματα και δίνει ο ίδιος τις αντίστοιχες απαντήσεις (Ε.Π.Ε. τόμ. 36, σσ. 29-35 και 63-69).
        α΄) Συγχωρέθηκε η φρικτή αμαρτία των σταυρωτών; Ναι για όσους μετανόησαν. Μετανόησαν και πίστεψαν στον Χριστό 3.000 (Πρξ. 2,41) και μετά 5.000 (Πρξ. 4,4) και μετά μυριάδες (Πρξ.21,20). Επίσης ο Παύλος, ο Πέτρος που τον αρνήθηκε, αλλά ύστερα έκλαψε πικρά, και τόσοι άλλοι.
        β΄) Μπορούμε εμείς να μιμηθούμε τον Χριστό σ’ αυτήν την θαυμαστή και θεϊκή ανεξικακία του;
        Ναι μπορούμε! Διαφορετικά δεν θα έλεγε ο Χριστός «άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών· ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» 
(Ματθ. 11,29-30). 
Δεν θα έλεγε ο Παύλος «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (Α΄ Κορ. 11,1).
Και δεν το λέγει μόνο αλλά μας το δείχνει και στην πράξη. Ενώ υπέστη τα πάνδεινα από τους Εβραίους (πρβλ. Β΄ Κορ. 11,24-25), εν τούτοις μας λέγει ότι έχει μεγάλη και συνεχή οδύνη για την τύχη των ομοεθνών του και εύχεται, αν ήταν δυνατόν, να γίνει ανάθεμα, να χωριστεί δηλαδή από τον Χριστό, αν μπορούσε αυτό να τους σώσει (Ρωμ. 11,24-25). 

Δεν θα έλεγε ο διάκονος και πρωτομάρτυς απόστολος Στέφανος «Κύριε μη στήσεις αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην» (Πρξ. 7,60) και μάλιστα « θεις τα γόνατα».
   Προσευχήθηκε όχι εική και ως έτυχεν αλλά γονατιστός και με φωνή ισχυρή, φανερώνοντας έτσι τον πόθο και την επιθυμία που τον κατείχε να μη τιμωρηθούν αυτοί που τον λιθοβολούσαν.
        Αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη, τότε που υπήρχε ο νόμος «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και «οδόντα αντί οδόντος» υπήρξαν δίκαιοι που ζήσανε κατά το πνεύμα της Καινής Διαθήκης.

        Ο Μωυσής, ο οποίος υπέστη τα μύρια όσα από τους ομοεθνείς του, προσεύχεται στον Θεό που είχε αποφασίσει να τους καταστρέψει και λέγει· «Εάν τους συγχωρέσεις την αμαρτία συγχώρεσέ την· διαφορετικά, σβήσε και μένα από το βιβλίο που με έγραψες (Εξ. 32,31-32). Ο άγιος δεν μπορεί να ευτυχεί όταν οι άλλοι υποφέρουν ή χάνονται. Γι’ αυτό προκρίνει τη σωτηρία των άλλων από τη δικιά του.

 Ο Δαυίδ, όταν ο Θεός έστειλε άγγελο και αποδεκάτιζε τους Ισραηλίτες, είπε·  «Εγώ ο ποιμένας αμάρτησα και εγώ ο ποιμένας έκανα κακό. Ας πέσει η τιμωρία σε μένα και την πατρική μου οικογένεια» (Β΄ Βασ. 24,17). Νωρίτερα ο Δαυίδ, όταν έμαθε
το θάνατο του υιού του Αβεσσαλώμ, ο οποίος είχε επαναστατήσει εναντίον του, παρασύροντας μέγα μέρος του λαού και του στρατού και δημιουργώντας απίστευτη αναστάτωση και ταλαιπωρία στο Ισραήλ αλλά και στον πατέρα του, ο οποίος φάνηκε να πνέει τα λοίσθια σαν βασιλιάς, είπε γεμάτος πόνο και οδύνη· «Παιδί μου Αβεσσαλώμ, παιδί μου, παιδί μου Αβεσσαλώμ, γιατί να μη πεθάνω εγώ για σένα; Εγώ έπρεπε να πεθάνω, Αβεσσαλώμ, υιέ μου, υιέ μου» (B΄ Βασ. 18,33)!

        Αλλά και ο Σαμουήλ ο προφήτης περιφρονήθηκε από τους Ιουδαίους, οι οποίοι του ζήτησαν να τους εγκαταστήσει βασιλιά όπως έχουν τα ειδωλολατρικά έθνη και δεν αρκέσθηκαν στους Κριτές, μέσω των οποίων διοικούσε ο Θεός. Ο Σαμουήλ λοιπόν, που ο Θεός για να τον παρηγορήσει του είπε· «Δεν περιφρόνησαν εσένα, αλλά εμένα (Α΄ Βασ. 8,7), όταν αργότερα τους ήλεγξε σφοδρά για την κακοήθειά τους και για την ανταρσία τους απέναντι στον Θεό και κείνοι, αντιλαμβανόμενοι το λάθος τους, τον παρακάλεσαν να προσεύχεται γι’ αυτούς, για να μη τιμωρηθούν με θάνατο, εκείνος απάντησε· «Μακάρι να μη πέσω ποτέ σε τέτοια αμαρτία, να παύσω να προσεύχομαι για σας. Αντίθετα θα συνεχίσω να υπηρετώ τον Κύριο και να σας δείχνω τον καλό και ευθύ δρόμο του Κυρίου» (Α΄ Βασ. 12, 23).
        Τα προαναφερθέντα παραδείγματα των αγίων όπως και διδασκαλία της αγίας Γραφής μας τονίζουν ξεκάθαρα ότι όλοι μπορούμε και οφείλουμε να μιμηθούμε την ανεξικακία του Χριστού και των αγίων του. Αμήν· γένοιτο.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Η αιώνιος ζωή

Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Η χριστιανική πίστη βλέπει την προοπτική του κόσμου με κριτήριο την αιωνιότητα. Εχθρός ακατανίκητος ο θάνατος. Δεν έχει σημασία αν είναι αποτέλεσμα της φυσικής φθοράς και του χρόνου ή της πνευματικής φθοράς εξαιτίας της αμαρτίας που οδηγεί σ’ αυτόν «ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται». Ο θάνατος υφίσταται ως ο προορισμός του καθενός μας. Ψάχνουμε παρηγοριά στις θρησκείες, στη φιλοσοφία, ενίοτε στην υλιστική ζωή. Και μπορεί πρόσκαιρα να ανακουφιζόμαστε, όμως το γεγονός του θανάτου δεν αλλάζει.
Η χριστιανική πίστη όμως δεν μένει στο θάνατο. Δεν μας έχει δοθεί απλώς ως παρηγοριά για το μελλούμενο. Η πίστη στο Χριστό αποτελεί τη γέφυρα για την αιωνιότητα. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να πεθάνει, αλλά για να ζήσει αιώνια. Και ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος: «Αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και όν απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ιωάν. 17, 3). Αιώνια ζωή είναι η επίγνωση του αληθινού Θεού και του ιδίου του Κυρίου μας. Αν γνωρίσουμε και αναγνωρίσουμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και Ποιος Αυτός που μας δίνει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, τότε ο θάνατος γίνεται Πάσχα, πέρασμα, μία ροπή, από την οποία θα περάσουμε, αλλά δεν θα νικηθούμε.

Πώς όμως γνωρίζουμε τον αληθινό Θεό και τον Χριστό που απέστειλε στον κόσμο;
Οι θρησκείες ακολουθούν το δρόμο της παρατήρησης. Βλέπουν τον φυσικό κόσμο και τα φαινόμενά του και θεωρούν ότι τίποτε από αυτά δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Οι αρχαίες παραδόσεις θεοποιούσαν τη φύση. Ο ορθολογισμός έχει διαγράψει αυτή την διάσταση, χωρίς όμως να μπορεί δια της επιστήμης να δώσει απάντηση στο Ποιος και Γιατί έχει δημιουργήσει τον κόσμο, με αποτέλεσμα η απάντηση του Θεού να παραμένει σταθερή και ακατανίκητη. Υπάρχει κι ένας δεύτερος δρόμος, τον οποίο ακολουθούν οι θρησκείες. Είναι αυτός της κατασκευής διδασκαλίας και της διαμόρφωσης ηθικής διδασκαλίας από τους ιδρυτές των θρησκειών, οι οποίοι προσπαθούν να ηθικοποιήσουν την κοινωνία και όσους πιστεύουν, με σκοπό την βελτίωση της ζωής και των ανθρώπινων προσώπων, αλλά και την αντοχή σε όλες τις δοκιμασίες. Ο τρίτος δρόμος έχει να κάνει με την πίστη σε μια μεταθανάτια πραγματικότητα, η οποία είναι πνευματική και ψυχική, για όσους ακολουθούν το δρόμο της θρησκείας και συνδέεται με την ανταμοιβή για την προσπάθεια στην παρούσα ζωή. Ο πιστός που επέδειξε ήθος και τήρησε τις εντολές θα ανταμειφθεί από την θεότητα απολαμβάνοντας χαρά και τιμή και αιώνια παρουσία στον ουρανό. Οι ανατολικές θρησκείες, μάλιστα, μιλούν για μετενσάρκωση και τελικό εκμηδενισμό του ανθρώπου, με σκοπό την αιώνια ευτυχία.

Η χριστιανική πίστη δεν εγκλωβίζεται σε λογικά κατασκευάσματα, στην ηθική της βελτίωσης του ανθρώπου ούτε στη λογική της μεταθανάτιας ανταμοιβής. Μιλά και βιώνει τη σχέση με το Χριστό ως την αιώνια ζωή. Γιατί όποιος γνωρίζει τον Χριστό, την ίδια στιγμή μπορεί να γνωρίσει τον Θεό-Πατέρα (Ιωάν. 14,9). Και αυτός είναι ο δρόμος της αποκάλυψης που ο Χριστός έφερε στον άνθρωπο και τον κόσμο και όχι ένα ανθρώπινο γέννημα. Αιωνιότητα σημαίνει συνεχής κοινωνία της ύπαρξης με το Χριστό. Πρόγευση αυτής της κοινωνίας είναι το μυστήριο της Εκκλησίας, μέσα από το οποίο ο άνθρωπος υπενθυμίζει στον εαυτό του ότι πλάστηκε κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού και ακολουθώντας τις εντολές του Χριστού σπουδάζει την αγάπη και την ελευθερία. Αγάπη προς κάθε άνθρωπο, για τον οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε, και προς τον κόσμο που ο Θεό δημιούργησε, για να μπορεί ο άνθρωπος να ζει και να δοξάζει το Θεό και να κοινωνεί με τον πλησίον, δημιουργώντας πολιτισμό και κάθε καλό. Ελευθερία από τα πάθη και το κακό, που σημαίνει την απουσία του Χριστού από τη ζωή και την κυριαρχία της αδιαφορίας έναντι του άλλου και της απόρριψης για λόγους που έχουν να κάνουν με το «εγώ» μας, αλλά και την παρουσία του πονηρού πνεύματος, που συμβάλλει στην αμαρτία. Οι εντολές του Χριστού δεν μας δίδονται για να μας βελτιώσουν ή να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Είναι σημεία της αγάπης, που μας οδηγούν στη βίωση του μυστηρίου της πίστεως στην Εκκλησία (Ιωάν. 15, 10). Και η αιωνιότητα γίνεται προέκταση του μυστηρίου αυτού. Περνώντας από το θάνατο ο άνθρωπος ξεκινά την αναστημένη ζωή μαζί με τον Χριστό που γνώρισε από τον κόσμο αυτό. Και προσδοκά την ανάσταση του σώματός του, για να γεύεται με πληρότητα την σωτηρία και την ανακαίνιση του κόσμου με αυτόν μέσα. Κι αυτό καθίσταται εφικτό, διότι ο Χριστός, δια της Αναλήψεώς Του, οδήγησε την ανθρώπινη φύση και πάλι στην κοινωνία με τον Θεό Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, «δίχα αμαρτίας και φθοράς».

Αυτό είναι και το πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας, τους οποίους η πίστη μας θυμάται την Κυριακή μετά την Ανάληψη του Χριστού, στα πλαίσια της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου. Μέσα από αυτούς μας υπενθυμίζει ότι η αιωνιότητα δεν είναι θεωρητική αποδοχή μιας πεποίθησης αλλά ξεκίνημα αποστολής να γίνει γνωστή στον κόσμο η βίωση της αγάπης του Χριστού και το μυστήριο της Εκκλησίας. Γιατί οι Πατέρες έζησαν και ζούνε την κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού και ό,τι έγραψαν ή πρότειναν στον κόσμο ήταν αποτέλεσμα του φωτισμού και της κοινωνίας με το Θεό, δηλαδή της γνώσης εκείνης που δεν περιορίστηκε στα ανθρώπινα όρια, αλλά ήταν καρπός του Αγίου Πνεύματος. Και οι Πατέρες έθεσαν στην κρίση της Εκκλησίας τα βιώματα, τους λόγους και τις αποφάνσεις τους, για να φανερώνεται η Αλήθεια που γίνεται Αιώνιος Ζωή.

Το πατερικό πνεύμα αποτυπώνει την υπέρβαση της θρησκείας. Είναι όμως μία οδός ιδιαίτερα δύσκολη, γιατί απαιτεί αγώνα για αγάπη και ελευθερία, για κοινωνία με το Χριστό και αίσθηση αποστολής στον κόσμο μας. Οι πολλοί επαναπαυόμαστε στην θρησκευτική οδό. Είναι λιγότερο κοπιαστική και έχει ορατά αποτελέσματα, ενώ ικανοποιεί και την μεταφυσική μας αγωνία. Βεβαίως ο Χριστός δεν απορρίπτει κανέναν άνθρωπο. Η πίστη όμως χρειάζεται πρόοδο συνεχή, κατά τα μέτρα του καθενός. Ο καθένας μας ας μην αφήσει την ευλογία να ζήσει στο βάθος του το μυστήριο της Εκκλησίας χάριν της θρησκευτικής ευκολίας. Οι καιροί μάς επιβάλλουν υπερβάσεις. Με γνώμονα τους Πατέρες ας προχωρήσουμε και ας αντιμετωπίσουμε τον θάνατο κάθε μορφής στη ζωή μας. Και Εκείνος που γνωρίζουμε ως τον Απεσταλμένο του Θεού-Πατρός δεν θα μας αφήσει.

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

Απολυτίκιο Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού - 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Πανηγυρίζεται η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού στον άμβωνα στα Ιεροσόλυμα από τον Πατριάρχη Μακάριο μετά την ανακάλυψή του το 326 απο την Αγια Ελένη.
The Elevation of the Venerable and Holy Cross. The Cross was found by Saint Helen in 326 and the Archbishop of Jerusalem Macarius lifted it high as he stood on the ambo.
Ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός – Kabarnos
ισοκρατούν π. Ιωάννης Μπούτσης, π. Λάμπρος Κεφαλληνός, Γεώργιος Σάββας, Γρηγόρης Χατζηλυμπέρης, Κωνσταντίνος Σκαρμούτσος, Θωμάς Καραγεώργος, Καβαρνός Εμμανουήλ.
μονταζ – επεξεργασία: Θωμάς Καραγεώργος.
Kείμενα: Lee…
Μεταφράσεις: Κωνσταντίνος Βασιλάκης
Ἀπολυτίκιον

Μητροπολίτης Γόρτυνος Ιερεμίας, Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου)


Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού
1. Η ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει μιά μεγάλη ἑορτή, για τήν ὁποία μᾶς προετοίμασε ἀπό καιρό. Τό ὅτι εἶναι μεγάλη ἡ ἑορτή αὐτή φαίνεται ὄχι μόνον ἀπό τά μεγάλα της προεόρτια, ἀλλά καί ἀπό τά ἑξῆς δύο:
Πρῶτον, τήν ἡμέρα αὐτή, εἶναι ἀπόλυτος νηστεία, δηλαδή οὔτε λάδι. Τό Εὐαγγέλιο πού θά ἀκούσουμε μᾶς μεταθέτει στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Εἶναι σάν μεγάλη Παρασκευή ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἀπόλυτη νηστεία, ξαναλέγω, σ᾿ αὐτήν.
Δεύτερον, στίς 14 Σεπτεμβρίου ἔχουμε τήν ἑορτή ἑνός μεγάλου Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Αὐτή τήν ἡμέρα κοιμήθηκε ὁ ἅγιος αὐτός Πατέρας καί χρυσός πραγματικά στόν θεολογικό του λόγο καί μάρτυρας τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τούς διωγμούς του. Ἀλλά, γιά να μή σκεπάσει ἡ ἑορτή τοῦ Χρυσοστόμου τήν ἑορτή τοῦ Σταυροῦ, μετατέθηκε ἡ ἑορτή αὐτή στίς 13 Νοεμβρίου.

Εἶναι λοιπόν μεγάλη ἡ ἑορτή τοῦ Σταυροῦ καί ὄχι μόνο μεγάλη, ἀλλά καί παλαιά ἑορτή, ἀφοῦ σώζονται ὁμιλίες παλαιῶν Πατέρων γιά τήν ἑορτή αὐτή. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, για παράδειγμα, ἔχει ὁμιλία στήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
2. Θά σᾶς πῶ, ἀδελφοί μου χριστιανοί, μέ λίγα λόγια τό ἱστορικό τῆς ἑορτῆς. Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔστειλε τήν μητέρα του Ἑλένη στά Ἰεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσει τόν ζωοποιό Τάφο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί γιά νά ἐρευνήσει μέ σπουδή νά βρεῖ τόν Τίμιο Σταυρό Του. Εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ πολύ ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος μέ τόν Τίμιο Σταυρό, γιατί αὐτό ἦταν τό σημεῖο, μέ τό ὁποῖο τόν κάλεσε ὁ Θεός στήν πίστη. Ὅπως ξέρουμε, ὅταν ὁ βασιλεύς Κωνσταντῖνος βάδιζε ἐναντίον τοῦ Μαξεντίου, γιά ἐνίσχυσή του στόν πόλεμο, μέρα μεσημέρι εἶδε θέαμα στόν οὐρανό. Εἶδε νά σημειώνεται μέ ἀστέρια ὁ Σταυρός καί γύρω ἀπό τόν Σταυρό να σημειώνονται, πάλι μέ ἀστέρια τά γράμματα «Ἐν τούτῳ νίκα». Καί ὁ βασιλιάς θαμπωθείς καί ἐντυπωσιασθείς ἀπό τό θέαμα πρόσταξε νά τοῦ κατασκευάσουν λάβαρο μέ Σταυρό ὅμοιο μέ ἐκεῖνον πού τοῦ παρουσιάστηκε στόν οὐρανό, γιά νά πηγαίνει μπροστά ἀπό τό στράτευμά του. Στόν ἀγώνα του ἐκεῖνον ὁ βασιλιάς Κωνσταντῖνος κέρδισε μεγάλη νίκη κατά τοῦ ἐχθροῦ του. Ἀπό τό θαῦμα δέ αὐτό κατενόησε τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ καί ἐννόησε ὅτι ὁ σταυρωθείς σ᾿ αὐτόν Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἀληθινός Θεός. Ἔτσι λοιπόν ἔστειλε τήν μητέρα του Ἑλένη στά Ἰεροσόλυμα, γιά νά ἐρευνήσει καί νά βρεῖ τόν Τίμιο Σταυρό.
3. Ἡ ἁγία Ἑλένη μετά ἀπό ἔρευνα βρῆκε πραγματικά τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ σταυρωθέντος Χριστοῦ. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι βρῆκε τρεῖς σταυρούς. Ἦταν καί οἱ δύο σταυροί τῶν δύο ληστῶν πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Χριστό. Καί ἡ βασιλομήτωρ βρισκόταν σε ἀπορία ποιός ἀπό τούς τρεῖς εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. Ἀλλά ἔγινε θαῦμα. Μέ τόν πραγματικό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἄγγιξαν τό πεθαμένο σῶμα μιᾶς χήρας γυναίκας καί ἡ γυναίκα ἀναστήθηκε· ἐνῶ δέν συνέβη αὐτό, ὅταν τό νεκρό σῶμα τῆς γυναίκας τό ἄγγιξαν οἱ δύο ἄλλοι σταυροί.
Βρέθηκε λοιπόν ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ στά Ἰεροσόλυμα καί ἡ ἁγία Ἑλένη μαζί μέ ὅλη τήν σύγκλητο τῶν ἀρχόντων Τόν προσκύνησαν μέ πολλή εὐλάβεια καί πίστη. Ἔπειτα παρέδωσαν τόν εὑρεθέντα Σταυρό τοῦ Κυρίου στόν Πατριάρχη Μακάριο. Ὁ Πατριάρχης ἤθελε ὅλοι οἱ χριστιανοί νά δοῦν τόν Τίμιο Σταυρό καί νά τούς εὐλογήσει μ᾿ Αὐτόν. Βρῆκε μία τέτοια μέρα, πού ἦταν πλῆθος χριστιανῶν στά Ἰεροσόλυμα, καί τότε ἀνέβηκε στον ἄμβωνα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί σήκωσε ψηλά μέ τά δυό του χέρια τόν Τίμιο Σταυρό, γιά νά τόν δοῦν οἱ κάτω εὑρισκόμενοι χριστιανοί καί τούς εὐλόγησε μ᾿ Αὐτόν. Καί ὅταν, ἀδελφοί μου, ὁ λαός εἶδε γιά πρώτη φορά ὑψούμενο τόν Τίμιο Σταυρό φώναζε μέσα ἀπό τήν καρδιά του τό «Κύριε ἐλέησον». Ἀπό τότε καθορίστηκε ἀπό την Ἐκκλησία μας ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ γιά τήν δόξα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού σταυρώθηκε σ᾿ Αὐτόν.
4. Πότε ἔγινε ἡ εὕρεσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ γιά τήν ὁποία σᾶς μίλησα, ἀδελφοί μου χριστιανοί; Ἔγινε στίς 6 Μαρτίου. Ἀλλά, γιατί δέν τήν ἑορτάζουμε τήν 6η Μαρτίου ὡς εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ; Ὁ μήνας Μάρτιος, χριστιανοί μου, πέφτει τήν Τεσσαρακοστή, ἀλλά τήν Τεσσαρακοστή δέν ἐπιτρέπεται Θεία Λειτουργία παρά μόνο τήν Κυριακή ἤ καί τό Σάββατο. Ἔτσι λοιπόν ἡ Ἐκκλησία μας, ἀντί γιά τήν 6η Μαρτίου καθόρισε τήν Γ/ Κυριακή τῶν Νηστειῶν νά προσκυνοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό καί τήν Κυριακή αὐτή τήν λέμε Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως.
Ἀλλά πῶς φτάσαμε καί ἑορτάζουμε τήν Ὕψωση στίς 14 Σεπτεμβρίου; Ἡ ἁγιολογική ἔρευνα ἔχει ἀποδείξει ὅτι, ἐνῶ ἡ εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε πραγματικά στίς 6 Μαρτίου, ἡ Ὕψωσή Του ὅμως ἀπό τόν Πατριάρχη, γιά νά Τόν δεῖ ὁ λαός, ὅπως σᾶς εἶπα παραπάνω, ἔγινε στίς 14 Σεπτεμβρίου. Γιατί τότε συγκεντρώνονταν στά Ἰεροσόλυμα πολλοί χριστιανοί ἀπ᾿ ὅλη τήν ὑφήλιο, γιά τήν μεγάλη ἑορτή τῶν Ἐγκαινίων τοῦ Ἱ. Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἑορτή αὐτή τῶν Ἐγκαινίων γινόταν στίς 13 Σεπτεμβρίου· καί τήν δεύτερη ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, δηλαδή τήν 14η Σεπτεμβρίου, ἔκανε ὁ Πατριάρχης τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πού εἶχε ὅμως εὑρεθεῖ, ὅπως εἴπαμε, ἀπό τήν ἁγία Ἑλένη τήν 6η Μαρτίου. Ἐπειδή δέ ἡ Ὕψωση τοῦ Σταυροῦ ἔγινε σέ χριστιανούς συγκεντρωμένους ἀπό διάφορα μέρη τοῦ κόσμου, γι᾿ αὐτό καί τήν ἑορτή τήν λέμε Παγκόσμια Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἔκτοτε καθορίστηκε ἡ 14η Σεπτεμβρίου ὡς ἡμέρα Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Χριστιανοί μου, νά τιμοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό καί νά σταυρώνουμε μ᾿ αὐτόν τό σῶμα μας, τό σπίτι μας καί ὅλα τά πράγματά μας, πού βάζουμε σ᾿ αὐτό. Καί ἰδιαίτερα νά μάθετε τά μικρά σας παιδιά, προτοῦ νά κοιμηθοῦν τό βράδυ νά σταυρώνουν μέ τά τρία δάκτυλα ἑνωμένα τρεῖς φορές τό μαξιλάρι τους λέγοντας: «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Ἀμήν». Αὐτήν τήν ὡραία πράξη καί συνήθεια νά τήν κάνετε καί σεῖς οἱ μεγάλοι.
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Ο βασιλικός και ο Τίμιος Σταυρός. Λαϊκός θρύλος.

Όλοι γνωρίζουμε πως τον Χριστό μας τον σταύρωσαν. Τον κάρφωσαν δηλαδή πάνω σ' ένα ξύλινο σταυρό, κι εκεί ξεψύχησε.
Τον ξύλινο σταυρό οι Χριστιανοί τον έθαψαν βαθιά στο χώμα για να μην τον βρουν οι ειδωλολάτρες και τον μολύνουν. Έτσι ο Τίμιος Σταυρός έμεινε χρόνια πολλά θαμμένος μέσα στη γη.
Όταν έπειτα από καιρό επικράτησε ο Χριστιανισμός, η Αγία Ελένη αποφάσισε να βρει και να ξεθάψει τον Τίμιο Σταυρό και να τον στήσει μέσα στην εκκλησία στα Ιεροσόλυμα για να τον προσκυνούν οι Χριστιανοί. Πήγε λοιπόν η ίδια στα Ιεροσόλυμα και ζήτησε να μάθει σε ποιο μέρος ήταν θαμμένος ο Σταυρός.
Όμως κανένας Χριστιανός δεν ήξερε να της πει. Εκείνοι που πριν από πολλά χρόνια τον είχαν θάψει βαθιά στο χώμα, είχαν πια πεθάνει. Έβαλε λοιπόν η Αγία Ελένη χιλιάδες εργάτες κι άρχισαν να σκάβουν όλα τα χωράφια εκεί γύρω. Είχε ακλόνητη πίστη πως κάπου θα τον έβρισκε. Πολλούς μήνες δούλευαν οι εργάτες χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια μέρα, καθώς η Αγία Ελένη βάδιζε μέσα σ' ένα χωράφι, πάτησε ένα χορτάρι και αμέσως μια γλυκιά μυρωδιά γέμισε τον αέρα.
"Τι ωραία μυρωδιά είναι αυτή", είπε από μέσα της η Αγία Ελένη.
"Από που να χύνεται αυτή η γλυκιά μοσχοβολιά;".
Καθώς κοίταξε γύρω της έσκυψε κι έκοψε ένα κλαδάκι απ' το φυτό που πάτησε, το μύρισε και τότε κατάλαβε πως το χορτάρι εκείνο ήταν που σκορπούσε την γλυκιά ευωδιά.
Μεμιάς ο νους της φωτίστηκε, φώναξε έναν εργάτη και του είπε να σκάψει σ' εκείνο το μέρος.
Σε λίγο, τι θαύμα! Ο εργάτης βρήκε εκεί τον Τίμιο Σταυρό όπου επάνω ξεψύχησε ο Χριστός μας.
Από εκείνη τη στιγμή, το μυρωδάτο αυτό φυτό λέγεται βασιλικός, γιατί φύτρωσε στο σημείο που ήταν θαμμένος ο Σταυρός, όπου είχε σταυρωθεί ο βασιλιάς του κόσμου. Γι' αυτό μοιράζουν βασιλικό στις εκκλησίες στη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου.

Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού - 14 Σεπτεμβρίου

Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού
Στις 14 Σεπτεμβρίου εορτάζεται πανηγυρικά «η παγκόσμιος Ύψωσις του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού». Αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εορτές της Ορθοδόξου Εκκλησίας,
προκειμένου να τιμηθεί το γεγονός της υψώσεως του Σταυρού μετά την εύρεση του από την Άγια Ελένη. Το γεγονός αυτό έλαβε χώραν ως εξής:
Στα πλαίσια της ευλαβούς πολιτικής του Μέγα Κωνσταντίνου έστειλε και τη μητέρα του αγία Ελένη στα Ιεροσόλυμα για να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Η μητέρα του ανέλαβε με χαρά
τη δύσκολη αποστολή.

Το εγχείρημα ευρέσεως του τιμίου Σταυρού δεν ήταν καθόλου εύκολο. Είχαν περάσει από τη σταύρωση του Ιησού Χριστού τριακόσια περίπου χρόνια. Ο μικρός λόφος τού Γολγοθά
είχε σχεδόν εξαφανιστεί, γιατί οι Εβραίοι κατά την παράδοση τον είχαν σκεπάσει, για να μη μπορούν οι χριστιανοί να ανεγείρουν εκεί ναό χριστιανικό. Αντίθετα είχε ανεγερθεί από
τούς Ιουδαίους μικρός ναός στον οποίο τοποθέτησαν άγαλμα της θεάς της ακολασίας, της Αφροδίτης.

Zoom in (real dimensions: 600 x 377)Εικόνα

Η εύρεσις
Σύμφωνα με την αρχαιότατη παράδοση, το ακριβές σημείο όπου ήταν ο λοφίσκος τού Γολγοθά και θαμμένος ο Τίμιος Σταυρός, υπέδειξε κάποιος Εβραίος, ονόματι Ιούδας, όταν
συνέβη το ακόλουθο θαύμα: Στο σημείο κάτω από το οποίο, βαθιά στο χώμα, βρισκόταν ο Σταυρός τού Κυρίου, φύτρωνε ένα μικρό φυτό πού μοσχοβολούσε και το οποίο λεγόταν
βασιλικό χόρτο ή βασιλικός. Κι ενώ το ξερίζωναν εκείνο ξαναφύτρωνε.
Η αγία Ελένη μετά από θερμή προσευχή ζήτησε να της δοθεί από τον Θεό σημείο. Και της δόθηκε:
Μικρός σε ένταση σεισμός σημειώθηκε στο σημείο εκείνο, άνοιξε η γη και από το μικρό άνοιγμα πρόβαλε ο ευωδιαστός βασιλικός. Τότε έδωσε εντολή να σκάψουν οι εργάτες
ακριβώς εκεί. Δεν άργησαν να βρεθούν οι τρεις σταυροί: τού Χριστού και «των συσταυρωθέντων δύο ληστών». Ποιος όμως ήταν τού Σωτήρος Κυρίου; Πάλι κατά την παράδοση,
την οποία αναφέρουν εκκλησιαστικοί συγγραφείς, η απορία λύθηκε με τον έξης θαυματουργικό τρόπο: Κοντά στο σημείο πού έγινε η ανεύρεση των σταυρών βρισκόταν μία βαριά
άρρωστη γυναίκα. Ακούμπησαν πάνω της, διαδοχικά, τούς δύο σταυρούς χωρίς αποτέλεσμα. Ύστερα έκαναν το ίδιο και με τον τρίτο. Και, ώ τού θαύματος, η άρρωστη έγινε αμέσως
καλά!

Η αγία Ελένη και οι λοιποί παρόντες κατάλαβαν ότι αυτός ήταν ο Τίμιος Σταυρός. Πολλοί μάλιστα από τούς Εβραίους πίστεψαν στο Χριστό. Η δε αγία Ελένη ανέθεσε το έργο της
ανεύρεσης και των ήλων (καρφιών) με τα οποία κάρφωσαν τα άχραντα χέρια και τα πόδια τού Ιησού πάνω στο ξύλο τού Σταυρο.
Η είδηση της εύρεσης τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού χαροποίησε όλους τούς χριστιανούς, ο δε αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος επιχορήγησε γενναιόδωρα και η μητέρα του
αγία Ελένη ανήγειρε στο σημείο όπου βρέθηκε ο Σταυρός τον ιερό ναό της Αναστάσεως. Επίσης το ναό της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ, άλλον στο όρος των Ελαιών κ.λπ. Πριν
αναχωρήσει για την Κωνσταντινούπολη έκοψε (κατά την παράδοση) τον τίμιο Σταυρό κάθετα, με αποτέλεσμα να έχει δύο Σταυρούς, λεπτότερους ως προς το πάχος. Τον έναν
άφησε στα Ιεροσόλυμα, τον άλλον πήρε μαζί της.

Η αγία Ελένη, κομίζοντας το υπερπολύτιμο εύρημα, έφτασε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 327. Ο αυτοκράτορας γιος της Κωνσταντίνος, οι επίσκοποι, οι πρεσβύτεροι, οι διάκονοι
και όλος ο λαός υποδέχτηκαν τον τίμιο Σταυρό με ευλάβεια και δάκρυα χαράς. Ο επίσκοπος Μακάριος τον έθεσε στη διάθεση των χριστιανών για προσκύνηση. Ενώ ο
Κωνσταντίνος, δύο από τούς ήλους (καρφιά) τοποθέτησε, κατά την παράδοση, στο βασιλικό του στέμμα και τμήμα τού Σταυρού έφερε στη Ρώμη και το αποθησαύρισε στο ναό πού
ανήγειρε προς τιμήν τού Τιμίου Σταυρού.
Αρκετά μοναστήρια υποστηρίζουν ότι κατέχουν μικρά τεμάχια από το Σταυρό τού Κυρίου. Το μεγαλύτερο όμως απ’ αυτά βρίσκεται στην αγιορείτικη Ιερά Μονή τού Ξηροποτάμου.

Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού
Η πρώτη αυτή «Ύψωσις» και προσκύνησις τού τιμίου Σταυρού αρχικά στην Ιερουσαλήμ και λίγο αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, ακολουθήθηκε και από δεύτερη, 300 περίπου
χρόνια αργότερα, όπως γράφουν οι συναξαριστές, επί των ημερών τού μεγάλου αυτοκράτορος Ηρακλείου (575-621): Το έτος 614 οι Πέρσες εισέβαλαν και στην περιοχή της
Παλαιστίνης και τη λεηλάτησαν. Μεταξύ άλλων άρπαξαν ως λάφυρο και τον Τίμιο Σταυρό τον οποίο και μετέφεραν στην πατρίδα τους. Ο Ηράκλειος κατώρθωσε στη συνέχεια να
κατανικήσει σε όλα τα μέτωπα τούς Πέρσες. Έφτασε μάλιστα μέχρι την Περσία «και ανέλαβε πάλιν τον Τίμιον Σταυρόν», το έτος 628. Τότε έγινε, μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα,
η δεύτερη «Ύψωσις». Και με αυτήν συνδέεται ο γνωστότατος ύμνος, πού αποτελεί και το απολυτίκιο της εορτής: Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου,
νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος, και το σον φυλάττων δια του Σταυρού σου πολίτευμα.

Εορτές με αναφορά στον Τίμιο Σταυρό
Εκτός από τη μεγάλη εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, την οποία πανηγυρίζει με κατάνυξη και ευλάβεια ο χριστιανικός κόσμος, η Αγία μας Εκκλησία έχει
καθιερώσει και άλλες εορτές, με αναφορά στον Σταυρό τού Κυρίου. Έτσι, στη διάρκεια τού εκκλησιαστικού έτους πού αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου, εορτές με αναφορά στον Τίμιο
Σταυρό είναι οι έξης:
4 Σεπτεμβρίου· Μωυσέως του προφήτου: Στην υμνολογία της ημέρας γίνεται συχνή μνεία του Σταυρού, επειδή πολλά γεγονότα της ζωής του μεγάλου αυτού προφήτη θεωρούνται
προτύπωση του ζωοποιού Ξύλου.
13 Σεπτεμβρίου· Προεόρτια της Υψώσεως τού Τιμίου Σταυρού.
14 Σεπτεμβρίου· Η παγκόσμιος Ύψωσίς του Τιμίου Σταυρού
21 Σεπτεμβρίου· Η απόδοσις της εορτής της Υψώσεως.
7 Μαρτίου· «Του εν ουρανώ φανέντος σημείου τού Τιμίου Σταυρού, ώρα τρίτη της ημέρας...».
31 Ιουλίου· Προεόρτια της προελεύσεως τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.
1 Αυγούστου· Η πρόοδος τού τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.
Η Γ΄ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αφιερωμένη στην προσκύνηση τού Σταυρού, γι’ αυτό και λέγεται «της Σταυροπροσκυνήσεως». Και φυσικά,
αφιερωμένη στο Σταυρό και τη Σταύρωση τού Κυρίου είναι
Η Μεγάλη Παρασκευή και κάθε Παρασκευή τού έτους, καθώς και η Τετάρτη.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ
τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Κοντάκιον Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως, τῇ ἐπωνύμῳ σου καινὴ πολιτεία, τοὺς οἰκτιρμούς σου δώρησαι, Χριστὲ ὁ Θεός, Εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου,
τοὺς πιστοὺς Βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς, κατὰ τῶν πολεμίων, τὴν συμμαχίαν ἔχοιεν τὴν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Ἐν Παραδείσῳ με τὸ πρίν, ξύλον ἐγύμνωσεν, οὗπερ τῇ γεύσει, ὁ ἐχθρὸς εἰσφέρει νέκρωσιν, τοῦ Σταυροῦ δὲ τὸ ξύλον, τῆς ζωῆς τὸ ἔνδυμα, ἀνθρώποις
φέρον, ἐπάγη ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς· ὃν ὁρῶντες ὑψούμενον, Θεῷ ἐν πίστει λαοί, συμφώνως ἀνακράξωμεν·
Πλήρης δόξης ὁ οἶκός σου. (Δίς)

Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Προδιετύπου μυστικῶς πάλαι τῷ χρόνῳ, ὁ Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ναυῆ, Σταυροῦ τὸν τύπον, ὡς τὰς χεῖρας ἐξέτεινε σταυροφανῶς Σωτήρ μου· καὶ ἔστη ὁ ἥλιος
ἕως ἐχθρούς, ἀνεῖλεν, ἀνθισταμένους σοι τῷ Θεῷ· νῦν δὲ οὗτος ἐσκότισται, ἐπὶ Σταυροῦ σε ὁρῶν, θανάτου κράτος λύοντα, καὶ τὸν ᾍδην σκυλεύοντα.

Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος πλ. β’.
Μόνον ἐπάγη τὸ ξύλον Χριστὲ τοῦ Σταυροῦ σου, τὰ θεμέλια ἐσαλεύθη τοῦ θανάτου Κύριε· ὃν γὰρ κατέπιε πόθῳ ᾍδης, ἀπήμεσε τρόμῳ· ἔδειξας ἡμῖν
τὸ σωτήριόν σου Ἅγιε, καὶ δοξολογοῦμέν σε, Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς. (Δίς)

Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τοῦ Σταυροῦ σου τὸ ξύλον προσκυνοῦμεν Φιλάνθρωπε, ὅτι ἐν αὐτῷ προσηλώθης ἡ ζωὴ τῶν ἁπάντων· Παράδεισον ἠνέῳξας Σωτήρ, τῷ πίστει
προσελθόντι σοι Ληστῇ· καὶ τρυφῆς κατηξιώθη, ὁμολογῶν σοι, Μνήσθητί μου Κύριε. Δέξαι ὥσπερ ἐκεῖνον καὶ ἡμᾶς, κραυγάζοντας· Ἡμάρτομεν,
πάντες τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου, μὴ ὑπερίδῃς ἡμᾶς. (Δίς)

Ὁ Οἶκος
Ὁ μετὰ τρίτον οὐρανὸν ἀρθεὶς ἐν Παραδείσῳ, καὶ ῥήματα τὰ ἄρρητα καὶ θεῖα, ἃ οὐκ ἐξὸν γλώσσαις λαλεῖν, τὶ τοῖς Γαλάταις γράφει, ὡς ἐρασταὶ τῶν Γραφῶν,
ἀνέγνωτε καὶ ἔγνωτε. Ἐμοί, φησί, καυχᾶσθαι μὴ γένοιτο, πλὴν εἰ μὴ ἐν μόνῳ τῷ Σταυρῷ τῷ τοῦ Κυρίου, ἐν ᾧ παθών, ἔκτεινε τὰ πάθη. Αὐτὸν οὖν καὶ ἡμεῖς
βεβαίως κρατῶμεν τοῦ Κυρίου τὸν Σταυρὸν καύχημα πάντες· ἔστι γὰρ σωτήριον ἡμῖν τοῦτο τὸ ξύλον, ὅπλον εἰρήνης ἀήττητον τρόπαιον.

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὁμιλία Α'. Στόν Σταυρό καί τόν Ληστή Στόν Σταυρό καί τόν Ληστή για τη δεύτερη παρουσία του Χριστού και για την αδιάκοπη προσευχή υπέρ των εχθρών μας.


1.-. Σήμερα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς βρίσκεται πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ἐμεῖς ἑορτάζουμε, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι ἑορτὴ καὶ πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ὁ σταυρὸς ἦταν ἡ λέξη ποὺ σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς. Προηγουμένως ἦταν σύμβολο καταδίκης, τώρα ὅμως εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας.
Γιατί αὐτὸς ὁ σταυρὸς μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτὸς μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτὸς μᾶς φώτισε ἐνῶ ζούσαμε μέσα στὸ σκοτάδι, αὐτὸς μᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ εἴχαμε γίνει ἐχθροί του, αὐτὸς μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ Αὐτόν, αὐτὸς μᾶς ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά Του.
Αὐτὸς ἐξαφάνισε τὴν ἔχθρα, αὐτὸς ἐξασφάλισε τὴν εἰρήνη, αὐτὸς ἔγινε γιὰ μᾶς θησαυροφυλάκιο ἀπείρων ἀγαθῶν. Ἐξαιτίας του δὲν περιπλανιόμαστε πιὰ στὶς ἐρήμους, γιατί γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ δρόμο. Δὲν ζοῦμε πιὰ ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί βρήκαμε τὴν εἴσοδό της.
Δὲν φοβόμαστε πιὰ τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου, γιατί εἴδαμε τὴν πηγή. Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν βρισκόμαστε πιὰ σὲ χηρεία, γιατί ἀποκτήσαμε τὸ Νυμφίο. Δὲν φοβόμαστε τὸ λύκο, γιατί ἔχουμε τὸν καλὸ Ποιμένα. Γιατί λέγει ὁ Χριστός: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλὸς»1.
Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν τρέμουμε τὸν τύραννο, γιατί εἴμαστε κοντὰ στὸν Βασιλιά. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε καὶ τιμοῦμε τὸ σταυρό. Ἔτσι παράγγειλε καὶ ὁ Παῦλος νὰ ἑορτάζουμε τὸ σταυρό. Διότι λέγει: «Ἂς ἑορτάζουμε ὄχι μὲ τὴν παλιὰ ζύμη, ἀλλὰ μὲ ἄζυμα εἰλικρίνειας καὶ ἀλήθειας»2.
Ἔπειτα, ἀφοῦ πρόσθεσε τὴν αἰτία, συνέχισε; «Γιατί τὸ Πάσχα τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας»3.
Βλέπεις γιατί παραγγέλλει νὰ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό; Γιατί ἐπάνω στὸν σταυρὸ θυσιάσθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ὅπου γίνεται θυσία, ἐκεῖ ἐξαφανίζονται τὰ ἁμαρτήματα, ἐκεῖ γίνεται συμφιλίωση μὲ τὸν Κύριο, ἐκεῖ γίνεται ἑορτὴ καὶ χαρά. «Τὸ Πάσχα, τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιά μας». Καὶ πές μου, ποῦ θυσιάσθηκε; Πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλά. Εἶναι καινούριο τὸ θυσιαστήριο αὐτῆς τῆς θυσίας, ἐπειδὴ καὶ ἡ θυσία εἶναι καινούρια καὶ ἀξιοθαύμαστη. Γιατί ὁ Ἴδιος ἦταν καὶ θύμα καὶ ἱερέας. Θύμα, κατὰ τὸ σῶμα Του, καὶ Ἱερέας, κατὰ τὴν πνευματική του φύση. Ὁ Ἴδιος καὶ πρόσφερε τὴ θυσία καὶ προσφερόταν σωματικά.
 Ἄκουσε λοιπὸν πῶς μᾶς φανέρωσε ὁ Παῦλος αὐτὰ τὰ δύο. «Κάθε ἀρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γίνεται ἀρχιερέας γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχει καὶ ὁ Χριστὸς κάτι ποὺ νὰ τὸ προσφέρει σὰν θυσία. Καὶ πρόσφερε αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ του»4. Καὶ ἀλλοῦ λέγει, ὅτι «Ὁ Χριστὸς ποὺ θυσιάσθηκε μία φορὰ γιὰ νὰ βαστάξει πάνω του τὶς ἁμαρτίες τῶν πολλῶν, θὰ φανεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν περιμένουν γιὰ νὰ τοὺς σώσει»5. Νά, στὴ μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ἐνῶ στὴν ἄλλη θυσίασε τὸν Ἑαυτό του. Εἶδες πὼς ἔγινε καὶ θύμα καὶ Ἱερέας, καὶ πῶς ὁ σταυρὸς ἦταν θυσιαστήριο;
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, θὰ πεῖ κάποιος, δὲν ἔγινε ἡ θυσία του μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη; Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ προφητεία ποὺ ἔλεγε: «Τὸν λογάριασαν ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»6. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, σφάζεται πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλὰ καὶ ὄχι κάτω ἀπὸ στέγη; Γιὰ νὰ καθαρίσει τὴν ἀτμόσφαιρα, γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ψηλά, χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἀπὸ πάνω Του στέγη, ἀλλὰ ὁ οὐρανός.
Καθαριζόταν λοιπὸν ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐπειδὴ θυσιαζόταν ψηλὰ τὸ πρόβατο. Καθαριζόταν ὅμως καὶ ἡ γῆ, ἐπειδὴ ἔσταζε πάνω της τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά Του. Γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε κάτω ἀπὸ στέγη, γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἰουδαίων, γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι Αὐτός προσφέρεται γιὰ χάρη μόνο τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. Γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ἡ θυσία ἔγινε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅτι ἡ προσφορὰ ἔγινε γιὰ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ καθαρμὸς εἶναι γενικὸς καὶ ὄχι μερικός, ὅπως γινόταν στοὺς Ἰουδαίους.
Γι’ αὐτὸ παράγγειλε ὁ Θεὸς στοὺς Ἰουδαίους ν’ ἀφήσουν ὅλη τὴ γῆ καὶ σ’ ἕνα τόπο νὰ προσφέρουν τὶς θυσίες τους καὶ νὰ προσεύχονται, ἐπειδὴ ὅλη ἡ γῆ ἦταν ἀκάθαρτη, ἐπειδὴ ὑπῆρχαν πάνω της καπνὸς καὶ μυρωδιὰ ψημένων κρεάτων καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀκαθαρσίες ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες. Γιὰ μᾶς ὅμως, ἀπὸ τότε ποὺ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ καθάρισε ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅλος ὁ τόπος ἔγινε τόπος προσευχῆς.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος μὲ πεποίθηση συμβούλευε νὰ προσευχόμαστε χωρὶς φόβο παντοῦ, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Θέλω νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν πρὸς τὸν οὐρανὸ καθαρὰ χέρια»7. Εἶδες πῶς καθαρίσθηκε ἡ οἰκουμένη;
Ἀπὸ τὸν τόπο τῆς θυσίας Του λοιπὸν, μποροῦμε παντοῦ νὰ ὑψώνουμε πρὸς τὸν οὐρανὸ χέρια καθαρά, γιατί ὅλη ἡ γῆ ἁγιάσθηκε καὶ ἔγινε ἁγιότερη ἀπὸ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί ἐκεῖ θυσιάσθηκε πρόβατο ποὺ δὲν εἶχε λογικό, ἐδῶ ὅμως Πρόβατο πνευματικό. Καὶ ὅσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ θυσία, τόσο πιὸ πολὺς εἶναι καὶ ὁ ἁγιασμός. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό.
2.-. Θέλεις νὰ μάθεις καὶ ἄλλο κατόρθωμα τοῦ σταυροῦ; Τὸν παράδεισο μᾶς ἄνοιξε σήμερα, ποὺ ἦταν κλεισμένος περισσότερο ἀπὸ πέντε χιλιάδες χρόνια8. Γιατί αὐτὴ τὴν ἡμέρα, αὐτὴ τὴν ὥρα ἔβαλε μέσα στὸν παράδεισο τὸν ληστὴ ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμε δύο κατορθώματα τὸ πρῶτο, ὅτι ἄνοιξε τὸν παράδεισο, καὶ τὸ δεύτερο, ὅτι ἔβαλε μέσα τὸν ληστή.
Σήμερα μᾶς ἔδωσε πάλι τὴν παλιὰ πατρίδα μας, σήμερα μᾶς ἔφερε πάλι στὴν πόλη τῶν προγόνων μας καὶ χάρισε κατοικία σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Γιατί εἶπε ὁ Χριστός: «Σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο»9. Τί λέγεις; Σταυρώθηκες καὶ καρφώθηκες καὶ ὑπόσχεσαι παράδεισο; Ναί, λέγει, γιὰ νὰ μάθεις καλὰ τὴ δύναμη ποὺ ἔχω ἐπάνω στὸν σταυρό. Ἐπειδὴ, δηλαδὴ, τὸ γεγονὸς ἦταν λυπηρό, γιὰ νὰ μὴ προσέξεις στὴν σταύρωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ μάθεις τὴ δύναμη τοῦ Σταυρωμένου, ἐπάνω στὸν σταυρὸ κάνει αὐτὸ τὸ θαῦμα, ποὺ δείχνει ἰδιαίτερα τὴ δύναμή Του.
 Γιατί ὄχι ὅταν ἀνέστησε νεκρό, οὔτε ὅταν ἐπιτίμησε τὴ θάλασσα καὶ τοὺς ἀνέμους, οὔτε ὅταν ἀπομάκρυνε τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ ὅταν τὸν σταύρωναν, ὅταν τὸν κάρφωναν, ὅταν τὸν εἰρωνεύονταν, ὅταν τὸν κακολογοῦσαν κατόρθωσε ν’ ἀλλάξει τὴν πονηρὴ σκέψη τοῦ ληστῆ, γιὰ νὰ δεῖς τὴ δύναμή Του καὶ ἀπὸ τὶς δυό πλευρές. Καὶ ὁλόκληρη τὴν κτίση δηλαδὴ συγκλόνισε, καὶ τὶς πέτρες ράγισε, καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ ληστῆ, ποὺ ἦταν πιὸ ἀναίσθητη ἀπὸ τὴν πέτρα, τὴ συγκίνησε καὶ τὴν τίμησε.
«Γιατί, σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο», λέγει. Ἂν καὶ τὰ Χερουβεὶμ φρουροῦσαν τὸν παράδεισο, αὐτὸς ὅμως ἦταν κύριος καὶ τῶν Χερουβείμ. Ἐκεῖ περιφέρεται πύρινη ρομφαία, ἀλλ’ Αὐτὸς ἔχει ἐξουσία πάνω στὴ φλόγα καὶ τὴν κόλαση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο.
Ἂν καὶ κανεὶς βασιλιὰς δὲ θὰ μποροῦσε ποτὲ ν’ ἀνεχθεῖ κάποιο ληστὴ ἢ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο νὰ καθίσει κοντά του καὶ νὰ τὸν φέρει ἔτσι μέσα σὲ κάποια πόλη. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τὸ ἔκαμε αὐτὸ καί, καθὼς μπαίνει μέσα στὴν ἱερὴ πατρίδα, φέρει μαζί Του τὸν ληστή, ὄχι γιατί περιφρονοῦσε τὸν παράδεισο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν προσβάλει μὲ τὴν παρουσία τοῦ ληστῆ, ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ νὰ τὸν τιμήσει.
Γιατί αὐτὸ ἦταν τιμὴ γιὰ τὸν παράδεισο, νὰ ἔχει δηλαδὴ τέτοιον κύριο, ποὺ ἔκαμε καὶ τὸν ληστὴ ἄξιο ν’ ἀπολαύσει τὸν παράδεισο. Καὶ ὅταν ἔβαλε τελῶνες καὶ πόρνες στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δὲν τὸ ἔκαμε γιατί ἤθελε νὰ τὴν περιφρονήσει, ἀλλὰ περισσότερο τὴν τιμοῦσε, ἀποδεικνύοντας ὅτι τέτοιος εἶναι ὁ Κύριος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ κάνει καὶ πόρνες καὶ τελῶνες τόσο ἐκλεκτούς, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐεργεσία αὐτή.
Ὅπως δηλαδὴ θαυμάζουμε πάρα πολὺ ἕναν ἰατρὸ τότε, ὅταν τὸν δοῦμε νὰ θεραπεύει καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ὑγεία σ’ ἀνθρώπους ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ἀνίατες ἀσθένειες, ἔτσι εἶναι δίκαιο νὰ θαυμάζουμε καὶ τὸ Χριστό, ὅταν θεραπεύει ἀνίατα τραύματα, ὅταν ξαναδίνει σὲ τελώνη καὶ πόρνη τόση ὑγεία, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καὶ τί τὸ σπουδαῖο ἔκαμε ὁ ληστής, θὰ πεῖ κάποιος, γιὰ νὰ κερδίσει τὸν παράδεισο μετὰ τὴ σταύρωσή του; Θέλεις νὰ σοῦ πῶ σύντομα τὸ κατόρθωμά του;
Ὅταν ὁ Πέτρος τὸν ἀρνήθηκε χωρὶς νὰ εἶναι στὸν σταυρό, τότε ἐκεῖνος τὸν πίστεψε καθὼς ἦταν ἐπάνω στὸν σταυρό. Καὶ δὲν τὰ λέγω αὐτὰ γιὰ νὰ κατηγορήσω τὸν Πέτρο, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί θέλω νὰ δείξω τὴ μεγαλοψυχία τοῦ ληστῆ.
 Ὁ μαθητὴς δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς ἀσήμαντου κοριτσιοῦ, ὁ ληστὴς ὅμως, ἂν καὶ ἔβλεπε νὰ στέκεται γύρω ὁλόκληρος λαός, ποὺ φώναζε, καὶ ἔκανε σὰν τρελλός, καὶ βλασφημοῦσε καὶ περιγελοῦσε, δὲν τὰ ἔδωσε σημασία αὐτά, οὔτε πρόσεξε τὴ φαινομενικὴ ἀδυναμία ἐκείνου ποὺ σταυρωνόταν, ἀλλά, παραβλέποντας μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης ὅλα αὐτὰ καὶ ξεπερνώντας τὰ ἀσήμαντα ἐμπόδια, ἀναγνώρισε τὸν Κύριο τῶν οὐρανῶν καὶ ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε τοῦ εἶπε: «Θυμήσου με, Κύριε, ὅταν φθάσεις στὴ βασιλεία σου»10.
Ἂς μὴν προσπεράσουμε λοιπὸν ἐπιπόλαια αὐτὸν τὸν ληστή, οὔτε νὰ ντραποῦμε νὰ τὸν θεωρήσουμε διδάσκαλό μας, αὐτὸν ποὺ ὁ Κύριός μας δὲν ντράπηκε νὰ τὸν ὁδηγήσει πρῶτο στὸν παράδεισο. Ἂς μὴ ντραποῦμε νὰ θεωρήσουμε διδάσκαλό μας τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πρῶτος ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο φάνηκε ἄξιος νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ἂς ἐξετάσουμε τὸ καθετὶ μὲ προσοχή, γιὰ νὰ μάθουμε τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ.
Δὲν εἶπε στὸν ληστή, ὅπως στὸν Πέτρο, «Ἀκολούθησέ με καὶ θὰ σὲ κάνω ἱκανὸ νὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους»11, οὔτε τοῦ εἶπε, ὅπως εἶπε στοὺς δώδεκα μαθητές του, ὅτι «θὰ καθίσετε σὲ δώδεκα θρόνους νὰ δικάζετε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ»12. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ εἶπε οὔτε μία λέξη.
Δὲν τοῦ ἔδειξε θαῦμα, οὔτε εἶδε αὐτὸς ν’ ἀνασταίνει κάποιο νεκρό, οὔτε νὰ διώχνει δαίμονες. Δὲν εἶδε τὴ θάλασσα νὰ ὑπακούει στὴν προσταγή του, οὔτε τοῦ εἶπε κάτι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οὔτε γιὰ τὴν κόλαση, καὶ ἐνώπιον ὅλων πίστεψε σ’ Αὐτόν, καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄλλος ληστὴς ἦταν σταυρωμένος μαζί του, γιὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν τὰ λόγια τοῦ Προφήτη, ὅτι «Λογαριάσθηκε ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»13.
Ἤθελαν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι νὰ συκοφαντήσουν τὴ δόξα Του καὶ μὲ κάθε τρόπο τὸν ἔβριζαν μ’ αὐτὰ ποὺ ἔκαμναν. Ἡ ἀλήθεια ὅμως ἀπὸ παντοῦ ἔλαμπε καὶ αὐξανόταν μὲ τὶς ἀντιδράσεις τους. Τὸν εἰρωνεύονταν λοιπὸν ὁ ἄλλος ληστής. Εἶδες τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλο ληστή;
Καὶ οἱ δύο εἶναι πάνω στὸν σταυρό, καὶ οἱ δύο γιατί ἦταν ληστές, καὶ οἱ δύο γιατί ἔδειξαν κακὴ διαγωγή. Δὲν εἶχαν ὅμως καὶ οἱ δύο τὸ ἴδιο τέλος, ἀλλ’ ὁ ἕνας κληρονόμησε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ὁ ἄλλος πῆγε στὴν κόλαση. Ἔτσι ἔγινε καὶ χθές. Μαθητὲς ἦταν οἱ ἕνδεκα, μαθητὴς καὶ ὁ Ἰούδας.
 Ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν, «Ποῦ θέλεις νὰ σοῦ ἑτοιμάσουμε νὰ φάγεις τὸ Πάσχα;»14, ἐνῶ αὐτὸς ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν προδοσία καὶ ἔλεγε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»14α. Καὶ ἐκεῖνοι ἑτοιμάζονταν νὰ τὸν περιποιηθοῦν καὶ νὰ πάρουν μέρος στὴ θεία μυσταγωγία, αὐτὸς ὅμως τὸν προσκυνάει. Ὁ ἕνας τὸν βρίζει, ὁ ἄλλος τὸν ἐπαινεῖ καὶ κλείνει τὸ στόμα τοῦ βλάσφημου λέγοντας: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Γιατί ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ὅπως μᾶς ἄξιζε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ κάναμε»15.
3.-. Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ληστῆ; Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ἐπάνω στὸ σταυρό; Εἶδες τὴν πίστη του τὴν ὥρα τῆς τιμωρίας του καὶ τὴν εὐσέβειά του τὴν ὥρα τοῦ βασανισμοῦ του; Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἔνιωθε κατάπληξη γιὰ τὸ ὅτι ἦταν κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, γιὰ τὸ ὅτι εἶχε τὰ λογικά του, ἂν καὶ τὸν εἶχαν τρυπήσει μὲ καρφιά;
Αὐτὸς ὅμως δὲν ἦταν μόνο κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὰ βάσανά του καὶ φρόντιζε γιὰ τὰ βάσανα τῶν ἄλλων, καὶ ἔγινε διδάσκαλος ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ κατακρίνει τὸν ἄλλο ληστὴ καὶ τοῦ λέγει: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ;».
Νὰ μὴ προσέχεις, λέγει, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο ὑπάρχει ἄλλος κριτὴς ἀόρατος, ὑπάρχει δικαστήριο ἀμερόληπτο. Νὰ μὴν βλέπεις λοιπὸν ἐπειδὴ καταδικάσθηκε στὴ γῆ, γιατί δὲν γίνονται αὐτὰ στὸν οὐρανό. Ἐδῶ, δηλαδὴ, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο καὶ δίκαιοι καταδικάζονται, καὶ ἄδικοι ἀθωώνονται, καὶ ἔνοχοι δὲν παθαίνουν τίποτε, καὶ ἀθῶοι τιμωροῦνται. Γιατί οἱ δικαστὲς κάνουν πολλὰ λάθη θεληματικὰ ἢ ἄθελά τους, ἢ γιατί δὲ γνωρίζουν τὸ δίκαιο καὶ ἐξαπατοῦνται, ἢ γιατί τὸ γνωρίζουν, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐξαγοράζονται μὲ χρήματα, παίρνουν πολλὲς φορὲς ἄδικη ἀπόφαση. Στὸν οὐρανὸ ὅμως δὲν συμβαίνει τίποτε τέτοιο.
Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος κριτὴς καὶ ἡ ἀποφασή του θὰ βγεῖ σὰν τὸ φῶς χωρὶς νὰ ἔχει δόλο οὔτε ἄγνοια. Γιὰ νὰ μὴν λέγει λοιπόν, ὅτι καταδικάσθηκε στὴ γῆ καὶ τιμωρήθηκε, τὸν ἀνέβασε στὸ οὐράνιο δικαστήριο. Τοῦ θύμισε ἐκεῖνο τὸ φοβερὸ βῆμα, λέγοντας περίπου αὐτά: Πρόσεχε ἐκεῖ καὶ δὲν θὰ ρίξεις καταδικαστικὴ ψῆφο, οὔτε θὰ συμφωνήσεις μὲ τοὺς ἀνήθικους δικαστὲς τῆς γῆς, ἀλλὰ θὰ παραδεχθεῖς τὴ δίκη ποὺ γίνεται στοὺς οὐρανούς. Εἶδες τὴν πίστη τοῦ ληστῆ; Εἶδες σύνεση καὶ διδασκαλία του; Ἀμέσως ἀπὸ τὸν σταυρὸ πήδησε στὸν οὐρανό.
Ἔπειτα, ἀποστομώνοντας μὲ τὸ παραπάνω αὐτόν, τοῦ λέγει: «Δὲν φοβᾶσαι, γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή;». Τί σημαίνει, «ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι ἐσμέν;». Ὅτι τιμωρηθήκαμε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Μήπως λοιπὸν καὶ ἐσὺ δὲν εἶσαι πάνω στὸν σταυρό; Βρίζοντας λοιπὸν τὸν Χριστό, προσβάλλεις τὸν ἑαυτό σου ἀντὶ γι’ αὐτόν.
Γιατί, ὅπως ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν κατηγορεῖ ἄλλον ἁμαρτωλό, κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ βρίσκεται σὲ συμφορὰ καὶ βρίζει τὸν ἄλλο γιὰ τὴ συμφορὰ του βρίζει τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή». Τοῦ διαβάζει ἀποστολικὸ νόμο καὶ τοῦ λέγει τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, «Μὴ κατακρίνετε, γιὰ νὰ μὴ κατακριθεῖτε»16. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή».
Τί κάνεις, ληστή; Προσπαθώντας ν’ ἀπολογηθεῖς γιὰ τὸν Χριστό, τὸν ἔκαμες σύντροφο τοῦ ληστῆ; Ὄχι, λέγει. Ἐξαφανίζω τὴν ὑποψία αὐτὴ μὲ τὰ παρακάτω. Γιὰ νὰ μὴ νομίσεις δηλαδὴ ὅτι ἐξατίας τῆς ἴδιας τιμωρίας τὸν ἔκαμε καὶ σύντροφό τους στὴν ἁμαρτία, πρόσθεσε τὴ διόρθωση καὶ εἶπε: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί ἄξια παθαίνουμε γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε».
Εἶδες τέλεια ἐξομολόγηση; Εἶδες πῶς ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του ἐπάνω στὸν σταυρό; Γιατί λέγει ὁ προφήτης: «Νὰ λέγεις πρῶτος ἐσὺ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ συγχωρηθεῖς»17. Κανεὶς δὲν τὸν ἀνάγκασε, κανεὶς δὲν τὸν πίεσε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος κατηγόρησε τὸν ἑαυτὸ του λέγοντας: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί παθαίνουμε ἄξια γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε κανένα κακό».
Καὶ ὕστερα λέγει: «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου». Δὲν τόλμησε νὰ πεῖ πρῶτα, «Θυμήσου με στὴ βασιλεία σου», ὥσπου μὲ τὴν ἐξομολόγηση πέταξε ἀπὸ πάνω του τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν του. Βλέπεις πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ἐξομολόγηση; Ἐξομολογήθηκε, καὶ ἄνοιξε τὸν παράδεισο ἐξομολογήθηκε, καὶ ἀπέκτησε τόσο θάρρος, ὥστε ἀπὸ ληστὴς ποὺ ἦταν νὰ ζητήσει τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Βλέπεις πόσα ἀγαθὰ μᾶς προξένησε ὁ σταυρός;
Ἀναλογίζεσαι τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πές μου λοιπόν, βλέπεις κάτι τέτοιο; Αὐτὰ ποὺ βλέπεις εἶναι καρφιὰ καὶ σταυρός, ἀλλ’ ὁ σταυρὸς αὐτός, λέγει, εἶναι τὸ σύμβολο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά, ἐπειδὴ τὸν βλέπω νὰ σταυρώνεται.
Γιατί εἶναι χαρακτηριστικό του βασιλιᾶ νὰ πεθαίνει γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ποιμένας ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν προβάτων τοῦ»18. Ἑπομένως καὶ ὁ βασιλιάς ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ἐπειδὴ λοιπὸν θυσίασε τὴ ζωή Του, γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά. «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου».
4.-. Εἶδες πῶς ὁ σταυρὸς εἶναι σύμβολο καὶ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν; Θέλεις νὰ μάθεις αὐτὸ καὶ ἀπὸ ἀλλοῦ; Δὲν τὸν ἄφησε στὴ γῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ τὸν πῆρε μαζί του καὶ τὸν ἀνέβασε στὸν οὐρανό. Ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Ἐπειδὴ πρόκειται νὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρὸ στὴ δεύτερη καὶ ἔνδοξη παρουσία Του, γιὰ νὰ μάθεις πόσο σεβαστὸ πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ὀνόμασε δόξα.
Ἀλλ’ ἂς δοῦμε πῶς θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό, γιατί εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς φέρω τὴν ἀπόδειξη. «Ἐὰν σᾶς ποῦν», λέγει ὁ Χριστός, «νά, ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, νὰ εἶναι στὴν ἔρημο, μὴ βγεῖτε νὰ τὸν συναντήσετε»19, καὶ ἐννοεῖ τὴ δεύτερη παρουσία Του, τὴν ἔνδοξη καὶ ἀναφέρεται στοὺς ψευδόχριστους, στοὺς ψευδοπροφῆτες καὶ στὸν ἀντίχριστο, γιὰ νὰ μὴ πλανηθεῖ κανεὶς καὶ πέσει στὴν παγίδα του. Ἐπειδή δηλαδὴ, ὁ ἀντίχριστος θὰ ἔρθει πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὴν πέσει κανεὶς στὸ στόμα τοῦ λύκου, ἀναζητώντας τὸν Ποιμένα, γι’ αὐτό σοῦ ἀναφέρω ἕνα σημάδι τῆς παρουσίας τοῦ Ποιμένα.
 Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ἡ πρώτη παρουσία Του στὸν κόσμο ἔμεινε ἀπαρατήρητη, γιὰ νὰ μὴν νομίσεις ὅτι καὶ ἡ δεύτερη θὰ γίνει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἔδωσε αὐτὸ τὸ σημάδι. Ἡ πρώτη παρουσία Του δικαιολογημένα ἔμεινε ἀπαρατήρητη, ἐπειδὴ ἦρθε νὰ βρεῖ τὸ χαμένο πρόβατο. Ἡ δεύτερη ὅμως δὲν θὰ γίνει ἔτσι.
 Ἀλλὰ πῶς; πές μου. «Ὅπως ἡ ἀστραπὴ βγαίνει ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται μέχρι τὴ δύση, ἔτσι θὰ γίνει καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»20. Θὰ φανεῖ σ’ ὅλους μαζὶ καὶ δὲ θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐρωτήσει κανείς, ἂν ὁ Χριστὸς εἶναι ἐδῶ ἢ ἐκεῖ. Ὅπως λοιπὸν ὅταν φαίνεται μία ἀστραπὴ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάσουμε ἂν φάνηκε, ἔτσι ὅταν συμβεῖ ἡ δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάζουμε ἂν ἦρθε ὁ Χριστός.
Ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε ν’ ἀποδείξουμε εἶναι, ἂν θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό. Δὲν πρέπει βέβαια νὰ ξεχάσουμε τὴν ὑπόσχεσή μας. Ἄκουσε λοιπὸν τὰ ἑξῆς. «Τότε», λέγει τότε, πότε; «Ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲν θὰ δώσει τὸ φῶς της»21. Γιατί τόσο ὑπερβολικὸ θὰ εἶναι τότε τὸ φῶς, ὥστε καὶ τὰ πιὸ λαμπρὰ ἄστρα θὰ κρυφθοῦν. «Τότε καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ τὸν οὐρανό, τότε θὰ φανεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»22.
Εἶδες πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ; Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲ θὰ φανεῖ, ὁ σταυρὸς ὅμως λάμπει καὶ φαίνεται, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι εἶναι πιὸ λαμπρὸς καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀπὸ τὴ σελήνη. Καὶ ὅπως ὅταν ἕνας βασιλιὰς μπαίνει σὲ κάποια πόλη, οἱ στρατιῶτες παίρνουν τὰ λάβαρα, τὰ σηκώνουν στοὺς ὤμους τους καὶ προαγγέλλουν τὴν εἴσοδό του, ἔτσι καὶ ὅταν ὁ Κύριος θὰ κατεβαίνει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς θὰ προηγοῦνται οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων καὶ θὰ φέρουν στοὺς ὤμους τους τὸν σταυρὸ καὶ θὰ μᾶς προαγγέλλουν τὴ βασιλικὴ εἴσοδό Του. «Τότε θὰ σαλευθοῦν οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν», λέγει, καὶ ἐννοεῖ τοὺς ἀγγέλους θὰ τοὺς πιάσει τότε πολὺς τρόπος καὶ φόβος.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο; πές μου. Θὰ εἶναι φοβερὸ τὸ δικαστήριο ἐκεῖνο, γιατί πρόκειται ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος νὰ δικασθεῖ καὶ νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ στὸ φοβερὸ κριτή. Γιὰ ποιὸ λοιπὸν λόγο οἱ ἄγγελοι φοβοῦνται καὶ τρέμουν; ἀφοῦ δὲν πρόκειται αὐτοὶ νὰ δικασθοῦν.
Γιατί, ὅπως ὅταν δικάζει ἕνας ἄρχοντας δὲν φοβοῦνται καὶ τρέμουν οἱ ἔνοχοι μόνο, ἀλλὰ καὶ οἱ φρουροί, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸν δικαστή, ἔτσι καὶ τότε, ὅταν θὰ δικάζεται τὸ ἀνθρώπινο γένος, θὰ φοβοῦνται καὶ οἱ ἄγγελοι, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ θὰ φοβοῦνται πάρα πολὺ τὸν δικαστή.
Γιατί ὅμως φαίνεται τότε ὁ σταυρὸς καὶ γιατί ἔρχεται ἔχοντας τὸν σταυρὸ ὁ Κύριος; Γιὰ νὰ μάθουν τὴν ἀχαριστία τους ἐκεῖνοι ποὺ τὸν σταύρωσαν, γι’ αὐτὸ τοὺς δείχνει αὐτὸ τὸ σύμβολο τῆς ντροπῆς τους.
Καὶ ὅτι πραγματικὰ γι’ αὐτὸ φέρει μαζί Του τὸ σταυρό, ἄκουσε τὸν προφήτη ποὺ λέγει: «Τότε θὰ θρηνήσουν ὅλες οἱ φυλὲς τῆς γῆς»23, γιατί θὰ δοῦν τὸν κατήγορό τους καὶ θ’ ἀναγνωρίσουν τὸ σφάλμα τους. Καὶ γιατί ἀπορεῖς, ἐὰν θὰ ἔρθει μαζὶ μὲ τὸν σταυρό, ἀφοῦ τότε θὰ δείχνει καὶ τὶς ἴδιες τὶς πληγές Του; «Γιατί θὰ δοῦν», λέγει ὁ προφήτης, «ἐκεῖνον ποὺ τὸν τρύπησαν μὲ τὴ λόγχη»24. Ὅπως δηλαδὴ ἔκαμε στὴν περίπτωση τοῦ Θωμᾶ, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ διορθώσει τὴν ἀπιστία τοῦ μαθητῆ Του, καὶ ἀφοῦ ἀναστήθηκε τοῦ ἔδειξε τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ τὶς πληγές, καὶ τοῦ εἶπε, «Βάλε τὸ χέρι σου καὶ δές, γιατί τὸ φάντασμα δὲν ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ»25, ἔτσι καὶ τότε θὰ δείξει τὶς πληγὲς καὶ τὸν σταυρό, γιὰ ν’ ἀποδείξει ὅτι αὐτὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ σταυρώθηκε.
5.-. Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ σταυρό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια ποὺ εἶπε πάνω στὸν σταυρὸ εἶναι δυνατὸ νὰ δοῦμε τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του. Γιατί ἀκόμη καὶ τότε ποὺ τὸν σταύρωναν καὶ τὸν εἰρωνεύονταν καὶ τὸν περιγελοῦσαν καὶ τὸν ἔφτυναν, ἔλεγε: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν»26.
Καὶ ὅταν σταυρώνεται, προσεύχεται γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸν σταύρωναν, ἂν καὶ ἔλεγαν τὰ ἀντίθετα: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα»27.
Ἀλλ’ ὅμως, γι’ αὐτὸ δὲν κατεβαίνει ἀπὸ τὸν σταυρό, ἐπειδὴ εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ ἦρθε, γιὰ νὰ σταυρωθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας. «Κατέβα ἀπὸ τὸ σταυρό», λέγει, «καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα». Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ πρόφαση γιὰ τὴν ἀπιστία τους. Γιατί τὸ ὅτι ἀναστήθηκε, ἂν καὶ ὑπῆρχε ὁ λίθος στὸν τάφο Του, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸν σταυρό. Τὸ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ μνῆμα τὸν Λάζαρο, ποὺ ἦταν νεκρὸς τέσσερις ἡμέρες καὶ δεμένος μὲ τὰ νεκρικὰ σάβανα, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸ σταυρό.
Ἐκεῖνοι λοιπὸν ἔλεγαν: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σῶσε τὸν ἑαυτό σου». Αὐτὸς ὅμως ἔκανε τὰ πάντα, γιὰ νὰ σώσει ἐκείνους ποὺ τὸν ἔβριζαν, καὶ ἔλεγε: «Συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Τί λοιπὸν ἔγινε; Τοὺς συγχώρησε τὴν ἁμαρτία τους; Τοὺς συγχώρησε, ἂν ἤθελαν νὰ μετανοήσουν. Γιατί ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ γινόταν ὁ Παῦλος ἀπόστολος.
Ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ πίστευαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες καὶ πέντε χιλιάδες καὶ πολλὲς μυριάδες. Ὅτι πραγματικὰ πίστεψαν πολλὲς μυριάδες Ἰουδαίων, ἄκουσε τί λέγουν οἱ ἀπόστολοι στὸν Παῦλο: «Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσες εἶναι οἱ μυριάδες τῶν Ἰουδαίων ποῦ πίστεψαν στὸν Χριστό;»28.
Ἂς μιμηθοῦμε λοιπὸν τὸν Κύριο καὶ ἂς προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Πάλι λοιπὸν καταλήγω σ’ αὐτὴν τὴ συμβουλή. Εἶναι ἡ πέμπτη ἡμέρα σήμερα ποὺ σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό, ὄχι γιατί θέλω νὰ σᾶς κατηγορήσω γιὰ ἀπείθεια, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί πάρα πολὺ ἐλπίζω ὅτι θὰ πεισθεῖτε.
Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν μερικοὶ σκληρόκαρδοι καὶ ὀργίλοι καὶ δύστροποι, ποὺ δὲν ὑπάκουσαν σ’ αὐτὰ ποὺ γιὰ τὴν προσευχὴ εἴπαμε, ἴσως ντραποῦν, ποὺ σᾶς ὁμιλῶ πολλὲς ἡμέρες, καὶ ἀπομακρύνουν κάποτε τὸ μῖσος καὶ τὴ μικροψυχία. Μιμήσου τὸν Κύριό σου σταυρωνόταν, καὶ μιλοῦσε στὸν Πατέρα γιὰ τὸ καλὸ αὐτῶν ποὺ τὸν σταύρωναν.
Πῶς μπορῶ, θὰ πεῖ κάποιος, νὰ μιμηθῶ τὸν Κύριο; Ἐὰν θέλεις, μπορεῖς. Γιατί, ἐὰν δὲν μποροῦσες νὰ τὸν μιμηθεῖς, πὼς ἔλεγε, «Μάθετε ἀπὸ μένα, ὅτι εἶμαι πράος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιὰ»29; Ἐὰν δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν μιμηθεῖς, δὲν θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος: «Νὰ γίνεστε μιμητές μου, ὅπως καὶ ἐγὼ γίνομαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ»30.
Ἀλλ’ ὅμως δὲν θέλεις νὰ μιμηθεῖς τὸν Κύριο; Μιμήσου τὸν συνάνθρωπό σου, ἐννοῶ τὸν ἀπόστολο Στέφανο, γιατί καὶ αὐτὸς μιμήθηκε τὸν Κύριο. Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς, ἀνάμεσα στοὺς σταυρωτές Του, ἀδιαφόρησε γιὰ τὴ σταύρωσή του, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους Του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Πατέρα νὰ συγχωρήσει τοὺς σταυρωτές Του, ἔτσι καὶ ὁ διάκονος Στέφανος ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν, καθὼς τὸν κτυποῦσαν ὅλοι καὶ δεχόταν τὶς πέτρες τους, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν τὰ κτυπήματα καὶ ἔλεγε: «Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτὴ»31.
Εἶδες πῶς ὁμιλεῖ ὁ Υἱός; Εἶδες πῶς παρακαλεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἐκεῖνος λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία αὐτή, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν», καὶ αὐτὸς λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις αὐτὴ τὴν ἁμαρτία».
 Καὶ γιὰ νὰ μάθεις ὅτι προσεύχεται μὲ εἰλικρίνεια, δὲν προσεύχεται ἁπλὰ ὄρθιος ὅταν τὸν λιθοβολοῦσαν, ἀλλὰ γονάτισε καὶ προσευχήθηκε μὲ κατάνυξη καὶ πολλὴ συμπόνοια. Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλο συνάνθρωπό σου πού ἔπαθε πολὺ περισσότερα ἀπ’ αὐτόν; Ὁ Παῦλος λέγει: «Οἱ Ἰουδαῖοι μὲ κτύπησαν μὲ ραβδιά, μία φορὰ μὲ λιθοβόλησαν, ἕνα ἡμερόνυκτο ἔμεινα στὸ πέλαγος»32. Τί λέγει λοιπὸν ὕστερα ἀπ’ αὐτά; «Θὰ εὐχόμουν», λέγει, «νὰ χωρισθῶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου Ἰουδαίων, ποὺ εἶναι συγγενεῖς μου κατὰ σάρκα»33.
Θέλεις νὰ δεῖς καὶ ἄλλον, ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Παλαιά; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πάρα πολὺ ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ τότε ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἡ προτροπὴ ν’ ἀγαποῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐχθρούς τους, ἀλλὰ νὰ βγάζουν μάτι ἀντὶ γιὰ μάτι, καὶ δόντι ἀντὶ γιὰ δόντι, καὶ ν’ ἀνταποδίδουν τὰ ἴδια κακά, ἔφθασαν στὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀποστόλων. Ἄκουσε τί λέγει ὁ Μωυσῆς, ποὺ λιθοβολήθηκε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονήθηκε ἀπ’ αὐτούς: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία, συγχώρησέ την, διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔχεις γράψει»34.
Βλέπεις ὅτι ὁ καθένας θέτει τὴν ἀσφάλεια τῶν ἄλλων πρὶν ἀπὸ τὴ δική του σωτηρία; Δὲν ἁμάρτησες καθόλου γιατί θέλεις νὰ τιμωρηθεῖς μαζὶ μ’ αὐτούς; Ἐπειδή, λέγει, δὲν αἰσθάνομαι καθόλου τὴν εὐτυχία, ὅταν οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν. Θὰ μᾶς ἦταν βέβαια, ἀρκετὰ αὐτὰ τὰ παραδείγματα.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ διορθωθοῦμε ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα, θ’ ἀναφέρω καὶ κάποιον ἄλλο ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Γιατί καὶ ὁ Δαυίδ, ὁ μακάριος καὶ πράος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὅταν ἐπαναστάτησε ἐναντίον του ὅλος ὁ στρατός του καὶ ἔδωσε ὅλη του τὴ δύναμη στὸν υἱὸ του τὸν Ἀβεσαλώμ, καὶ ἐπιτέθηκε νὰ καταλάβει τὴν ἐξουσία καὶ ἤθελε νὰ τὸν σφάξει, καὶ ἔπειτα ὀργίσθηκε γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς (γιατί τί σημασία ἔχει ἂν βρῆκε ἄλλη πρόφαση γιὰ τὴ σφαγή;), καὶ ἔστειλε τὸν ἄγγελό του μὲ γυμνὸ τὸ ξίφος, γιὰ νὰ κτυπήσει ἀπὸ ψηλά, ὅταν ἔβλεπε ὅτι ἀφανίζονται ὅλοι, τί λέγει; «Ἐγὼ ὁ ποιμένας ἁμάρτησα, καὶ ἐγὼ ὁ ποιμένας ἔκαμα κακό. Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια»35.
Βλέπεις πάλι ὅμοια κατορθώματα; Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλον; Γιατί δὲν μᾶς λείπει καὶ ἄλλος ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Ὁ προφήτης Σαμουὴλ βρίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, καθαιρέθηκε, περιφρονήθηκε τόσο, ὥστε ὁ Θεὸς θέλησε νὰ τὸν παρηγορήσει καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν περιφρόνησαν ἐσένα, ἀλλ’ ἐμένα»36. Τί λοιπὸν ἀπάντησε ἐκεῖνος ποὺ περιφρονήθηκε, ποὺ προσβλήθηκε καὶ πού βρίσθηκε; «Εἴθε νὰ μὴν κάνω τέτοια ἁμαρτία», λέγει, «ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς»37. Θεώρησε ὅτι εἶναι ἁμαρτία, τὸ νὰ μὴν προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του.
Εἴθε λοιπὸν νὰ μὴ συμβεῖ ν’ ἁμαρτήσω ἔτσι, ὥστε νὰ μὴν προσεύχομαι γιὰ σᾶς. Ὁ Χριστὸς λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Ὁ Στέφανος λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις τὴν ἁμαρτία αὐτή». Ὁ Παῦλος λέγει: «Θὰ εὐχόμουν νὰ γίνω ἀνάθεμα γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα». Ὁ Μωυσῆς λέγει: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία τους, συγχώρησέ την διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔγραψες». Ὁ Δαυὶδ λέγει: «Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια». Ὁ Σαμουὴλ λέγει: «Εἴθε νὰ μὴ κάνω τέτοια ἁμαρτία, ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς».
Πές μου λοιπόν, ποιὰ συγγνώμη θὰ ἐπιτύχουμε, ὅταν, ἐνῶ ὁ Κύριος καὶ οἱ συνάνθρωποί μας, ἀπὸ τὴν Καινὴ καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅλοι μᾶς παρακινοῦν νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε τὸ ἀντίθετο καὶ προσευχόμαστε γιὰ τὸ κακὸ τῶν ἐχθρῶν μας;
Μή, σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μὴ τὸ κάνετε αὐτό. Γιατί, ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ παραδείγματα, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶναι ἡ τιμωρία, ἐὰν δὲν τὰ μιμηθοῦμε. Εἶναι σπουδαιότερο νὰ προσεύχεται κανεὶς γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, παρὰ γιὰ τοὺς φίλους του. Γιατί δὲν σᾶς ὠφελεῖ τόσο τὸ δεύτερο, ὅσο τὸ πρῶτο. «Γιατί, ἂν ἀγαπᾶτε ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, δὲν κάνετε τίποτε τὸ σπουδαῖο», λέγει ὁ Χριστός: «Γιατί καὶ οἱ τελῶνες τὸ ἴδιο κάνουν»38. Ἑπομένως, ἐὰν προσευχηθοῦμε γιὰ τοὺς φίλους μας, δὲν γίναμε καθόλου καλύτεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπὸ τοὺς τελῶνες. Ὅταν ὅμως ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, γίναμε, ὅσο εἶναι ἀνθρώπινα δυνατὸ, ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, γιατί «ἀνατέλλει τὸν ἥλιό Του σὲ πονηροὺς καὶ σ’ ἀγαθούς, καὶ βρέχει στοὺς δίκαιους καὶ στοὺς ἄδικους»39.
Ἂς γίνουμε, λοιπὸν, ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα, γιατί λέγει: «Νὰ γίνεστε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς», γιὰ ν’ ἀξιωθοῦμε καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.