Η
χριστιανική πίστη βλέπει την προοπτική του κόσμου με κριτήριο την
αιωνιότητα. Εχθρός ακατανίκητος ο θάνατος. Δεν έχει σημασία αν είναι
αποτέλεσμα της φυσικής φθοράς και του χρόνου ή της πνευματικής φθοράς
εξαιτίας της αμαρτίας που οδηγεί σ’ αυτόν «ίνα μη το κακόν αθάνατον
γένηται». Ο θάνατος υφίσταται ως ο προορισμός του καθενός μας. Ψάχνουμε
παρηγοριά στις θρησκείες, στη φιλοσοφία, ενίοτε στην υλιστική ζωή. Και
μπορεί πρόσκαιρα να ανακουφιζόμαστε, όμως το γεγονός του θανάτου δεν αλλάζει.
Η χριστιανική πίστη όμως δεν μένει στο θάνατο. Δεν μας έχει δοθεί απλώς ως παρηγοριά για το μελλούμενο. Η πίστη στο Χριστό αποτελεί τη γέφυρα για την αιωνιότητα. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να πεθάνει, αλλά για να ζήσει αιώνια. Και ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος: «Αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και όν απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ιωάν. 17, 3). Αιώνια ζωή είναι η επίγνωση του αληθινού Θεού και του ιδίου του Κυρίου μας. Αν γνωρίσουμε και αναγνωρίσουμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και Ποιος Αυτός που μας δίνει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, τότε ο θάνατος γίνεται Πάσχα, πέρασμα, μία ροπή, από την οποία θα περάσουμε, αλλά δεν θα νικηθούμε.
Η χριστιανική πίστη όμως δεν μένει στο θάνατο. Δεν μας έχει δοθεί απλώς ως παρηγοριά για το μελλούμενο. Η πίστη στο Χριστό αποτελεί τη γέφυρα για την αιωνιότητα. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να πεθάνει, αλλά για να ζήσει αιώνια. Και ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος: «Αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και όν απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ιωάν. 17, 3). Αιώνια ζωή είναι η επίγνωση του αληθινού Θεού και του ιδίου του Κυρίου μας. Αν γνωρίσουμε και αναγνωρίσουμε Ποιος είναι ο Δημιουργός και Ποιος Αυτός που μας δίνει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, τότε ο θάνατος γίνεται Πάσχα, πέρασμα, μία ροπή, από την οποία θα περάσουμε, αλλά δεν θα νικηθούμε.
Πώς όμως γνωρίζουμε τον αληθινό Θεό και τον Χριστό που απέστειλε στον κόσμο;
Οι θρησκείες ακολουθούν το δρόμο της παρατήρησης. Βλέπουν τον φυσικό κόσμο και τα φαινόμενά του και θεωρούν ότι τίποτε από αυτά δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Οι αρχαίες παραδόσεις θεοποιούσαν τη φύση. Ο ορθολογισμός έχει διαγράψει αυτή την διάσταση, χωρίς όμως να μπορεί δια της επιστήμης να δώσει απάντηση στο Ποιος και Γιατί έχει δημιουργήσει τον κόσμο, με αποτέλεσμα η απάντηση του Θεού να παραμένει σταθερή και ακατανίκητη. Υπάρχει κι ένας δεύτερος δρόμος, τον οποίο ακολουθούν οι θρησκείες. Είναι αυτός της κατασκευής διδασκαλίας και της διαμόρφωσης ηθικής διδασκαλίας από τους ιδρυτές των θρησκειών, οι οποίοι προσπαθούν να ηθικοποιήσουν την κοινωνία και όσους πιστεύουν, με σκοπό την βελτίωση της ζωής και των ανθρώπινων προσώπων, αλλά και την αντοχή σε όλες τις δοκιμασίες. Ο τρίτος δρόμος έχει να κάνει με την πίστη σε μια μεταθανάτια πραγματικότητα, η οποία είναι πνευματική και ψυχική, για όσους ακολουθούν το δρόμο της θρησκείας και συνδέεται με την ανταμοιβή για την προσπάθεια στην παρούσα ζωή. Ο πιστός που επέδειξε ήθος και τήρησε τις εντολές θα ανταμειφθεί από την θεότητα απολαμβάνοντας χαρά και τιμή και αιώνια παρουσία στον ουρανό. Οι ανατολικές θρησκείες, μάλιστα, μιλούν για μετενσάρκωση και τελικό εκμηδενισμό του ανθρώπου, με σκοπό την αιώνια ευτυχία.
Η χριστιανική πίστη δεν εγκλωβίζεται σε λογικά κατασκευάσματα, στην ηθική της βελτίωσης του ανθρώπου ούτε στη λογική της μεταθανάτιας ανταμοιβής. Μιλά και βιώνει τη σχέση με το Χριστό ως την αιώνια ζωή. Γιατί όποιος γνωρίζει τον Χριστό, την ίδια στιγμή μπορεί να γνωρίσει τον Θεό-Πατέρα (Ιωάν. 14,9). Και αυτός είναι ο δρόμος της αποκάλυψης που ο Χριστός έφερε στον άνθρωπο και τον κόσμο και όχι ένα ανθρώπινο γέννημα. Αιωνιότητα σημαίνει συνεχής κοινωνία της ύπαρξης με το Χριστό. Πρόγευση αυτής της κοινωνίας είναι το μυστήριο της Εκκλησίας, μέσα από το οποίο ο άνθρωπος υπενθυμίζει στον εαυτό του ότι πλάστηκε κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού και ακολουθώντας τις εντολές του Χριστού σπουδάζει την αγάπη και την ελευθερία. Αγάπη προς κάθε άνθρωπο, για τον οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε, και προς τον κόσμο που ο Θεό δημιούργησε, για να μπορεί ο άνθρωπος να ζει και να δοξάζει το Θεό και να κοινωνεί με τον πλησίον, δημιουργώντας πολιτισμό και κάθε καλό. Ελευθερία από τα πάθη και το κακό, που σημαίνει την απουσία του Χριστού από τη ζωή και την κυριαρχία της αδιαφορίας έναντι του άλλου και της απόρριψης για λόγους που έχουν να κάνουν με το «εγώ» μας, αλλά και την παρουσία του πονηρού πνεύματος, που συμβάλλει στην αμαρτία. Οι εντολές του Χριστού δεν μας δίδονται για να μας βελτιώσουν ή να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Είναι σημεία της αγάπης, που μας οδηγούν στη βίωση του μυστηρίου της πίστεως στην Εκκλησία (Ιωάν. 15, 10). Και η αιωνιότητα γίνεται προέκταση του μυστηρίου αυτού. Περνώντας από το θάνατο ο άνθρωπος ξεκινά την αναστημένη ζωή μαζί με τον Χριστό που γνώρισε από τον κόσμο αυτό. Και προσδοκά την ανάσταση του σώματός του, για να γεύεται με πληρότητα την σωτηρία και την ανακαίνιση του κόσμου με αυτόν μέσα. Κι αυτό καθίσταται εφικτό, διότι ο Χριστός, δια της Αναλήψεώς Του, οδήγησε την ανθρώπινη φύση και πάλι στην κοινωνία με τον Θεό Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, «δίχα αμαρτίας και φθοράς».
Αυτό είναι και το πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας, τους οποίους η πίστη μας θυμάται την Κυριακή μετά την Ανάληψη του Χριστού, στα πλαίσια της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου. Μέσα από αυτούς μας υπενθυμίζει ότι η αιωνιότητα δεν είναι θεωρητική αποδοχή μιας πεποίθησης αλλά ξεκίνημα αποστολής να γίνει γνωστή στον κόσμο η βίωση της αγάπης του Χριστού και το μυστήριο της Εκκλησίας. Γιατί οι Πατέρες έζησαν και ζούνε την κοινωνία με το πρόσωπο του Χριστού και ό,τι έγραψαν ή πρότειναν στον κόσμο ήταν αποτέλεσμα του φωτισμού και της κοινωνίας με το Θεό, δηλαδή της γνώσης εκείνης που δεν περιορίστηκε στα ανθρώπινα όρια, αλλά ήταν καρπός του Αγίου Πνεύματος. Και οι Πατέρες έθεσαν στην κρίση της Εκκλησίας τα βιώματα, τους λόγους και τις αποφάνσεις τους, για να φανερώνεται η Αλήθεια που γίνεται Αιώνιος Ζωή.
Το πατερικό πνεύμα αποτυπώνει την υπέρβαση της θρησκείας. Είναι όμως μία οδός ιδιαίτερα δύσκολη, γιατί απαιτεί αγώνα για αγάπη και ελευθερία, για κοινωνία με το Χριστό και αίσθηση αποστολής στον κόσμο μας. Οι πολλοί επαναπαυόμαστε στην θρησκευτική οδό. Είναι λιγότερο κοπιαστική και έχει ορατά αποτελέσματα, ενώ ικανοποιεί και την μεταφυσική μας αγωνία. Βεβαίως ο Χριστός δεν απορρίπτει κανέναν άνθρωπο. Η πίστη όμως χρειάζεται πρόοδο συνεχή, κατά τα μέτρα του καθενός. Ο καθένας μας ας μην αφήσει την ευλογία να ζήσει στο βάθος του το μυστήριο της Εκκλησίας χάριν της θρησκευτικής ευκολίας. Οι καιροί μάς επιβάλλουν υπερβάσεις. Με γνώμονα τους Πατέρες ας προχωρήσουμε και ας αντιμετωπίσουμε τον θάνατο κάθε μορφής στη ζωή μας. Και Εκείνος που γνωρίζουμε ως τον Απεσταλμένο του Θεού-Πατρός δεν θα μας αφήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου