Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Ηλίας Οικονόμου, Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Εισαγωγή στη Μεγάλη Εβδομάδα

Η επισταμένη θεώρηση της Μεγάλης Εβδομάδος ως περιόδου κορυφώσεως της πυκνής προσφοράς και μαζικής συμμετοχής στα γεγονότα της πανανθρώπινης λυτρώσεως επιτρέπει την περιγραφή της λατρευτικής αρχιτεκτονικής και υποβοηθεί την συνειδητή σύμπραξη και βίωση των πιστών. ’λλωστε, η Ορθόδοξη Εκκλησία απευθύνει παγίως πρόσκληση προς συμμετοχή στην πνευματική θέα και μέθεξη και όχι πρόσκληση για απλή θέα και τέρψη των οφθαλμών από το, θεαματικό και ασματικό , φολκλορικό περίβλημα των προς μέθεξη γεγονότων. Καλεί συμμετόχους στη λύτρωση και όχι θεατές δρωμένων. Θεατές εκ των ένδον και όχι θεατές εκ των έξω προβλέπει το τελετουργικό.
Σκοπός κάθε λατρευτικής εκδηλώσεως είναι η εθελουσία συναρπαγή των μετεχόντων από το εδώ και τώρα της ζωής μας και η μεταφορά μας στο εκεί και τότε της λυτρώσεως. Για το λόγο αυτό, ο ναός των Ορθοδόξων, ο ναός μας, συμβολίζει παγίως, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση τη Μεγάλη Εβδομάδα, και εκφράζει λειτουργικά τον τόπο και τον χώρο της Αγίας Γης. Αν ο ναός εξασφαλίζει συμβολικώς τον ιερό χώρο των γεγονότων, οι χρόνοι των ιερών ακολουθιών αναπαράγουν τους χρόνους των γεγονότων του Πάθους και της Λυτρώσεως.
Ναός και χρόνος προσφέρουν το που και το πότε, δηλαδή το χωρόχρονο των λυτρωτικών γεγονότων που πλαισιώνει το τι, δηλαδή τα ιστορικά γεγονότα. Προσφέρεται επίσης και το ποιος, δηλαδή τον Κορυφαίο του λυτρωτικού δράματος του κόσμου, τον Ιησού, και το γιατί των γεγονότων, τη λύτρωση του κόσμου, τον Ιησού, και το γιατί των γεγονότων, την λύτρωση του κόσμου και του ανθρώπου ως τον ενιαίο και τελικό σκοπό του πάθους του Απαθούς.
Οι χωρόχρονοι των κορυφαίων τελεσιουργιών της Λυτρώσεως περιέχουν λύτρωση και ελευθερία. Και οι δύο προσδιορίζουν την αποδέσμευση του ανθρώπου από ανάξιες του ανθρώπου δουλείες, που εμποδίζουν την εκδήλωση των δυνατοτήτων του και τον υποτάσσουν. Διαφέρουν, όμως, επειδή η πρώτη, η λύτρωση αναφέρεται στην κατάσταση ελευθερίας των εσωτερικών δυνατοτήτων του, ενώ η δεύτερη, η ελευθερία σε εξωτερικές (πολιτικές, νομικές, οικονομικές κ.λπ.) συνθήκες και δυνατότητες πλήρους εκδηλώσεως, και όχι απλώς δηλώσεως, των εσωτερικών. Η τελειότητα απαιτεί να υπάρχει και η λυτρωμένη, δηλαδή η εσωτερική και η εξωτερική ελευθερία. Στην πράξη, συνδυάζεται αναγκαστικά η εσωτερική ελευθερία, δηλαδή η λύτρωση, με την εξωτερική ανελευθερία, και αντιστρόφως, η εξωτερική ελευθερία με την εσωτερική ανελευθερία.
Οι ιερές τελεσιουργίες της λυτρώσεως του ανθρώπου πραγματοποιούνται σε καταστάσεις αλύτρωτης ελευθερίας και στοχεύουν προς τη λυτρωμένη ελευθερία.
Τελεσιουργία είναι η τέλεση ή ολοκλήρωση ενός έργου και η πραγμάτωση του σκοπού του. Κάθε τελεσιουργία αποτελείται από αλυσίδα προκαθωρισμένων και έγκυρων πράξεων, που συντείνουν στην ευόδωση του σκοπού και λόγου τους. Μεταξύ των προκαθορισμένων πράξεων, υπάρχουν και οι κορυφαίες. Κορυφαίες πράξεις του ενός και ενιαίου έργου της ανθρώπινης λυτρώσεως είναι οι λόγοι και οι πράξεις του Ιησού Χριστού. Ο λόγος, η εκπεφρασμένη βούλησή Του, και οι πράξεις Του, είναι γεγονότα ισοδύναμα και ισόκυρα. Η αρμονία λόγου και έργου είναι γνώρισμα μοναδικό και για το λόγο αυτό θεϊκό έργο. Ο άνθρωπος επιχειρεί να μιμηθεί αυτήν την τελειότητα, που συνιστά την αγιότητα.
Οι χωροχρόνοι είναι τα αδιάσπαστα πλαίσια της πραγματικότητας, που συγκροτεί την ιστορικότητα. Οι κορυφαίες τελεσιουργίες της λυτρώσεως του ανθρώπου από τον Θεάνθρωπο, καίτοι είναι δυσπρόσιτες, ως ουσιαστικώς υπεριστορικής τάξεως, έχουν σαφείς ιστορικές διαστάσεις, και επομένως και απαντήσεις για το που και το πότε τελεσιουργήθηκε η λύτρωση.
Χώρος και χρόνος διαπλέκονται υποχρεωτικά και είναι αποτυπωμένοι στην μνήμη της Εκκλησίας από τους μάρτυρες των γεγονότων Ευαγγελιστές.
Οι χώροι της λυτρώσεως είναι πολλοί και καταλαμβάνουν όλη σχεδόν την Παλαιστίνη. Οι κορυφαίοι όμως περικλείονται στο οικιστικό πλαίσιο της πόλεως των Ιεροσολύμων και στην εκτός των τειχών περίμετρο της πόλεως.
Οι χρόνοι είναι κι αυτοί πολλοί, καταλαμβάνουν λίγα χρόνια από την ρωμαϊκή περίοδο της ιστορίας της Παλαιστίνης, και οι εξ αυτών κορυφαίοι εκτείνονται σε μια εβδομάδα, την Μεγάλη όπως ονομάζεται Εβδομάδα. Μια Εκκλησία, η Ορθόδοξη Σιωνίτιδα Εκκλησία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων πραγματοποιεί στους ίδιους χώρους με τους αρχικούς τις τελεσιουργίες των γεγονότων της λυτρώσεως.
Η μυσταγωγική συμμετοχή δια της εκουσίας λατρευτικής συναρπαγής επιδιώκεται:
Α. Με την πλήρη μέχρι και των λεπτομερειών ενημέρωση των συμμετεχόντων στα γεγονότα. Οι Απόστολοι και οι Ευαγγελιστές λειτουργούν ως οι αυτόπτες και αυτήκοοι « ανταποκριτές» από τους χώρους των γεγονότων. Οι «ανταποκρίσεις» τους παρέχουν σφαιρική κάλυψη των γεγονότων (από την οπτική της εξουσίας, από την οπτική των κατηγόρων, από την οπτική του περιβάλλοντος του κατηγορουμένου, από την θέση του κατηγορουμένου κ. λπ.), και είναι ειλικρινείς, αφού αναφέρουν χωρίς εξωραϊσμούς τα πάντα, ακόμη και τα αρνητικά, όπως τη βιαία αντίδραση του Αποστόλου Πέτρου, τη δειλία του κ. α.
Β. Τα γεγονότα περιβάλλει υμνολογικός και μελωδικός θεολογικού και ηθικού περιεχομένου σχολιασμός. «Σχολιαστές» οι Υμνογράφοι και οι Μελωδοί της Εκκλησίας, ως οι ποιητικοί επιμελητές και διαμορφωτές του λόγου των μεγάλων θεολόγων. Στα σχόλια αντικατοπτρίζεται η θεολογία, η ευσέβεια και οι ατομικοί και κοινωνικοί προβληματισμοί της εποχής τους. Ο ποιητικός σχολιασμός περιλαμβάνει, εκτός από τις ενημερωτικές αναφορές και τους θεολογικούς σχολιασμούς, και προτροπές και παραινέσεις, άλλοτε ως αυτοπαραινέσεις , λ.χ. «…βλέπε οὖν , ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς , ἵνα μή τῷ θάνατ ῳ παραδοθῇς , καί τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς », άλλοτε ως προτροπές μιμήσεως της συμπεριφοράς προσώπου, που αναφέρεται στην Αγία Γραφή. Συχνή είναι, επίσης, η προτροπή ανυμνήσεως του Θεού , λ.χ. « Τόν δι’ ἡμᾶς σταυρωθέντα , δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν ».
Γ. Το Τυπικό των ι. ακολουθιών προβλέπει τελετουργικές κινήσεις των ιερέων και του μετέχοντος λαού, που είναι μιμητικές ή δηλωτικές των γεγονότων της λυτρώσεως, όπως λ.χ. η έξοδος του Σταυρού μετά του Εσταυρωμένου, την Μ. Πέμπτη, ή η περιφορά του Επιταφίου, την Μ. Παρασκευή.
Δ. Κοινός παρονομαστής των ευαγγελικών κειμένων, των ύμνων, των κινήσεων κ. λπ. Είναι η μνεία των γεγονότων κάθε αναβιούμενης ημέρας της παγκοσμίου Λυτρώσεως. Η συνισταμένη αυτή δηλώνεται προειδοποιητικά και με σαφήνεια, λ.χ. « τῇ ἁγίᾳ καί μεγάλῃ Τετάρτῃ τῆς ἀλειψάσης τόν Κύριον μύρῳ πόρνης γυναικός μνείαν ποιεῖσθε οἱ θειότατοι πατέρες εθέσσπισαν , ὅτι πρό τοῦ σωτηρίου πάθους τοῦτο γέγονεν.
Ε. Η εβδομαδιαία μυστική πορεία κάθε ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος περιλαμβάνει τρεις έως πέντε ιερές ακολουθίες (από 4 η Μ. Δευτέρα και η Μ. Τρίτη, 5 η Μ. Τετάρτη, από 3 η Μ. Πέμπτη, η Μ. Παρασκευή, το Μ. Σάββατο και η Κυριακή του Πάσχα).
Τη Μεγάλη Δευτέρα προβάλλονται τρία γεγονότα, ως προπαρασκευαστικά και διδακτικά. Το παράδειγμα της σωφροσύνης του Ιωσήφ, που δεν υπέκυψε στην σεξουαλική παρενόχληση της Αιγυπτίας κυρίας του, και της συνετής διαχειρίσεως της προβλεπομένης παραγωγικής κρίσεως (επτά έτη αφθονίας και επτά έτη σιτοδείας). Η υπόμνηση της ιστορίας του Ιωσήφ προβάλλει τη σχέση της ατομικής ηθικής και της πολιτικής αποτελεσματικότητας. Το μήνυμα είναι σαφώς ηθικοπολιτικό. Το δεύτερο προβαλλόμενο γεγονός είναι η καταστροφή της ακάρπου συκής. Η χρησιμότητα κάθε συστήματος παραγωγής αποδεικνύεται από την παραγωγικότητά του. Το ηθικοπολιτικό μήνυμα είναι σαφές, κάθε άκαρπο σύστημα « ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ βάλλεται».
Το τρίτο γεγονός, τα « οὐαί » κατά των υποκριτών, αποτελεί την καταδίκη του «προσωπείου», του image. Ο Χριστός καταδικάζει απερίφραστα και με αυστηρότητα την ηγετική υποκρισία με σκληρή θεολογική διαλεκτική ( Ματθ. κγ ΄ 1 και εξής). Η κριτική της πολιτικής πρακτικής και τα συνυπάρχοντα ηθικοπολιτικά μηνύματα της ημέρας αυτής είναι ανυπέρβλητα. Και, ασφαλώς, είναι λανθασμένη κάθε ανάγνωση, που θα περιορίζει τα μηνύματα της ημέρας μόνο στα πλαίσια της ατομικής ηθικής.
Την Μεγάλη Τρίτη προβάλλονται τρία, επίσης, διδακτικά θέματα. Το πρώτο είναι η πασίγνωστη παραβολή των Δέκα Παρθένων, που διαφορίζονται ποιοτικά με κριτήριο την προετοιμασία και την εγρήγορση. Το δεύτερο είναι η παραβολή των ταλάντων, που συνδέει την αμοιβή με την επιτυχή χρήση των θεοσδότων δώρων. Η παραίτηση από της αξιοποιήσεως των ταλάντων συνεπάγεται αφαίρεσή της και αντιστρόφως, η αξιοποίησή τους συνεπάγεται την αύξησή τους. « Τῷ γάρ ἔχοντι παντί δοθήσεται καί περισσευθήσεται , ἀπό δέ τοῦ μή ἔχοντος καί ὅ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ ‘ αὐτοῦ » ( Ματθ. κε ΄ 29).
Το τρίτο είναι η έκθεση της Τελικής Κρίσεως των ανθρώπων. Προβάλλεται ότι το κριτήριο του Θεού στην έσχατη κρίση του ανθρώπου είναι η κοινωνική συμπεριφορά του ανθρώπου προς τον άνθρωπο. Ο Θεός τιμάται στο πρόσωπο του ανθρώπου, που πάσχει από παντός είδους δεινά, όπως η πείνα και η δίψα, η ανεστιότητα και η στέρηση της ελευθερίας ( Ματθ. κστ ΄ 31 και εξής). Προβάλλεται η μοναδική θεολογική της αδελφοσύνης του ενσάρκου Θεού με τους ασήμους ανθρώπους, ως θεολογία της πράξεως ή ως εφαρμοσμένη πίστη, που περιλαμβάνεται στην κλασική φράση: « ἐφ ‘ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων , ἐμοί ἐποιήσατε ». Η σύμπτωση της εμπράκτου τιμής προς τον υπέρτατο Θεό με την έμπρακτη τιμή και φροντίδα για τον ασήμαντο άνθρωπο ανήκει στα κορυφαία και ανυπέρβλητα δέον του χριστιανού. Η κατηγορηματική επιταγή είναι σαφεστάτη. Το υπέροχο του Θεού πρέπει να τιμάται στο ασήμαντο του ανθρώπου.
Την Μεγάλη Τετάρτη προβάλλεται η μετάνοια της πόρνης και προληπτικώς η προδοσία του μαθητού, αφού αμφότερα έχουν σχέση με το χρήμα. Στην πορνεία διασπάται και εμπορευματοποιείται η μοναδικότητα της σωματικής επικοινωνίας του ανθρώπου και η απόλυτη συντροφικότητα. Η σωματική επικοινωνία μεταβάλλεται σε αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής και η συντροφικότητα παραχωρεί την θέση της στην οδυνηρή ανεστιότητα. Το ανθρώπινο σώμα υποκαθιστά το ανθρώπινο πρόσωπο και υποβαθμίζεται σε εργαλείο εμπορευσίμου ηδονής. Οι υμνωδοί της Εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και, κατ’ αντιδιαστολή, την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του. Η πόρνη πορεύεται κεντρομόλος, από το εγωκεντρικό « ὡς ἐγώ θέλων » στο εσύ θέλεις του Χριστού, και ο μαθητής φυγοκέντρως , από το χριστοκεντρικό « ὡς ἐσύ θέλεις» του διδασκάλου στο « ὡς ἐγώ θέλω».
Την Μεγάλη Πέμπτη προβάλλονται τέσσερα γεγονότα, υπαγόμενα στην ιστορική πορεία του Λυτρωτή. Ο Νιπτήρας, ο Μυστικός Δείπνος, η υπερφυής προσευχή και η προδοσία. Το πρώτο υπογραμμίζει την ταπεινοφροσύνη, το δεύτερο εγκαινιάζει το μυστήριο της αναμνηστικής και πραγματικής κοινωνίας με τον Σωτήρα, όπως και το μυστήριο της δημιουργουμένης ύλης να μεταβάλλεται σε σώμα και αίμα του Δημιουργού. Τρίτο εορταζόμενο γεγονός είναι η προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή ( Ματθ. κστ ΄ 36-46), που εκφράζει ταυτόχρονα το ηγούμενο πανίσχυρο θείο και το επόμενο αγωνιώδες ανθρώπινο πρόσωπό του. Το τέταρτο είναι η αποχώρηση του Ιούδα από το σύλλογο των αποστολικών λειτουργών της λυτρώσεως της ανθρωπότητος και από το κέντρο της Ιστορίας.
Τη Μεγάλη Παρασκευή τα προβαλλόμενα εξουθενωτικά του κύρους και της δυνάμεως γεγονότα είναι πολλά. Εντάσσονται σε τρεις πτυχές, την πτυχή του βασανισμού και εξευτελισμού της προσωπικότητος (εμπτυσμός, ραπίσματα, κολαφίσματα , ύβρεις, γέλωτες, πορφυρή χλαίνη, κάλαμος, σπόγγος, όξος, ήλοι, λόγχη, σταυρός), την πτυχή του θανάτου και την πτυχή της μετανοίας του πρώτου μετά τον θάνατο και πριν από την ανάσταση πιστού του Χριστού, του συσταυρωμένου ληστή.
Το μεγάλο Σάββατο τα προβαλλόμενα γεγονότα είναι η ταφή, η εις ’δου Κάθοδος του Χριστού και η ανάσταση του ανθρωπίνου γένους. Αυτή η θεολογική πεποίθηση εκφράζεται στην αυθεντική ως ορθόδοξη εικονογραφική παράσταση της Αναστάσεως ως συναναστάσεως των πρωτοπλάστων μετά του Ιησού.
Η διέλευση από της Ταφής στη ζωηφόρο Ανάσταση αναγγέλεται πανηγυρικά, την Κυριακή του Πάσχα, με τις αναρίθμητες επαναλήψεις του κεντρικού διαχρονικού μηνύματος. «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ».
Πηγή:  Ηλία Β. Οικονόμου, Ημεροδρόμιο Μεγάλης Εβδομάδος,  
Εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 1996, σελ. 7-14

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ἀνέστη Χριστός, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ Του Φώτη Κόντογλου


Ανάσταση νεκρών προφήτης Ιεζεκιήλ
Ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ ̓ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ ̓ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.
Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ ̓ ἀναστηθῆ, μ ̓ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ ̓ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ ̓ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ ̓ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦνε τὴ χαροποιὰ εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»...
Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; ...Καὶ μ ̓ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ ̓ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ ̓ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ ̓ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας... Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».
Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήσῃ γιὰ νὰ πιστέψῃ, εἶπε: «Γιατὶ μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε».
Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν ̓ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ ̓ ἐμεῖς μαζί του.
Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.