Περίληψη: Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν επίσκοπος Νύσσης, Χριστιανός θεολόγος και ένας από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, η οποία τον έχει ανακηρύξει άγιο.Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Εκτός της θεολογικής, έλαβε ευρύτερη παιδεία και μελέτησε ιδιαίτερα τη φιλοσοφία του Πλάτωνα. Τα έργα του Μέγας Κατηχητικός Λόγος και Περί ψυχής και αναστάσεως αποτελούν την καλύτερη έκφραση της προσπάθειας του για ανάπτυξη της χριστιανικής διδασκαλίας σε φιλοσοφική βάση. Η συμβολή του υπήρξε μεγάλη και στον αγώνα κατά των αιρετικών. Έλαβε μέρος στην καταδίκη των Πνευματομάχων και είχε πρωτεύοντα ρόλο στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο. Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος τον ονόμασε «Πατέρα Πατέρων». Η Εκκλησία τον έχει ανακηρύξει άγιο και τιμά την μνήμη του στις 10 Ιανουαρίου. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν ένας από τους πατέρες της Εκκλησίας μας που θεμελίωσε και ανέπτυξε την χριστιανική πίστη σε φιλοσοφική βάση με σκοπό να αντικρούσει τις κακοδοξίες των αιρετικών την εποχής του αλλά και να αναπτύξει τον πνευματικό βίο των χριστιανών. Σκοπός του λοιπόν ήταν όχι μόνο να διατυπώσει αλλά και να τεκμηριώσει λογικά τα θεμελιώδη ορθόδοξα χριστιανικά δόγματα μερικά από τα οποία είναι τα εξής : η ενότητα και η ταυτόχρονη τριαδικότητα του Θεού, τα θεία ιδιώματα της αγαθότητας , της παντοδυναμίας κ.λ.π., την εκ του μη όντος δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, την κατ’ εικόνα δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό, τη σάρκωση του Λόγου για τη σωτηρία του ανθρώπου κ.λ.π. Στην προσπάθεια του όμως να αποδείξει λογικά τα χριστιανικά δόγματα χρησιμοποιώντας μάλιστα και φιλοσοφικούς όρους πέφτει σε αντιφάσεις με αποτέλεσμα μερικοί ερευνητές να δίνουν ψυχολογική εξήγηση των ασυνεπειών του Γρηγορίου , με βάση δηλαδή ορισμένες ευρέως αποδεκτές φροϋδικές θέσεις για την επίδραση του ασυνειδήτου επι του συνειδητού. Από την μία δηλαδή ο Γρηγόριος ανήκε σε μία οικογένεια εξόχως χριστιανική, οπού σημαντικό ρόλο γι’ αυτόν έπαιξε ο αδελφός του Μ. Βασίλειος και από την άλλη ο «κρυφός έρωτας» του Γρηγορίου για την θύραθεν παιδεία είχαν σαν αποτέλεσμα αυτή την αμφιταλάντευση ανάμεσα στην πίστη και στη φιλοσοφία. Έτσι οδηγήθηκε στην φιλοσοφοποίηση της πίστης , δηλαδή ως επιθυμία: i) διατύπωσης της πίστης με φιλοσοφική ορολογία, ii) παρεισαγωγής φιλοσοφικών διδασκαλιών στο σώμα της πίστης και iii) λογικής απόδειξης της πίστης. Ας δούμε όμως τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις της θεολογίας στον άγιο Γρηγόριο Νύσσης : Α)Πρώτη βασική προϋπόθεση της θεολογίας του αγίου Γρηγορίου Νύσσης αλλά και ολόκληρης της πατερικής παράδοσης είναι η διαφορά μεταξύ κτιστού – ακτίστου. Μια φιλοσοφική παρακαταθήκη, την οποία, όμως κληρονόμησε όλη η πατερική διδασκαλία από το αντίστοιχο φιλοσοφικό σχήμα γενητό- αγένητο. Το αγένητο για τους φιλοσόφους είναι το αθάνατο, άφθαρτο και αόρατο στοιχείο ενώ το γενητό είναι το φθαρτό και θνητό στοιχείο γιατί συνεχώς μεταβάλλεται και αλλάζει μορφή. Στη θεολογία από την άλλη το άκτιστο θεωρείται μόνο ο άκτιστος Τριαδικός Θεός ενώ κτιστό ο υλικός κόσμος, η ψυχή, ο νους, οι ιδέες, τα ζώα , τα φυτά. Β)Δεύτερη προϋπόθεση είναι η διαφορά μεταξύ όντος και μη όντος. Σύμφωνα με την αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη ον θεωρείται ο νοητός κόσμος και κατά συνέπεια αυτό που παραμένει πάντοτε το ίδιο, το θείο, το άφθαρτο και το αθάνατο στοιχείο ενώ μη ον θεωρείται αυτό που συνεχώς μεταβάλλεται, το τρεπτό, το φθαρτό, το κατώτερο, σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει η ύλη, τα ζώα, τα άψυχα και γενικότερα ο αισθητός κόσμος. Στην θεολογία ον είναι ο Τριαδικός Θεός, ενώ μη ον ο υλικός κόσμος. Γ) Μία εξίσου σημαντική φιλοσοφική προϋπόθεση που ενσωμάτωσε ο άγιος Γρηγόριος στο έργο του είναι η δογματική διδασκαλία περί των λόγων των όντων. Οι λόγοι των όντων της θεολογίας είναι οι αντίστοιχες ιδέες του Πλάτωνα και το είδος του Αριστοτέλη. Οι λόγοι των όντων είναι ουσιαστικά τα αγαθά θελήματα του Θεού, όπως η δημιουργία της κτίσεως και η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού για την σωτηρία του κόσμου λόγω της πτώσεως του. Δ) Η έννοια της θεότητας. Στην φιλοσοφία υπάρχουν δύο αντιλήψεις περί Θεού: η διαρχική που θεωρεί τον Θεό ξεχωριστό από τον κόσμο, γιατί είναι υπερβατικός σε αυτόν και η μονιστική που θεωρεί τον θεό ως εσωτερική αρχή του κόσμου. Στην θεολογία ο Θεός δεν είναι ακίνητος και ακοινώνητος προς τον κόσμο , ζώντας μακριά απ’ αυτόν σε κατάσταση μακαριότητας σύμφωνα με τις αντιλήψεις της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά κοινωνεί μ’ αυτόν μέσω των ενεργειών του, που εκδηλώνονται στην κτίση και την ιστορία. Ε)Η έννοια του Λόγου και του Ομοουσίου. Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο Λόγο από την πλευρά των φιλοσόφων ήταν ο Ηράκλειτος όπου σύμφωνα με αυτόν ο Λόγος ήταν το αιώνιο και ανώλεθρο πύρινο υφάδι του σύμπαντος, όπου τα πάντα ανακυκλώνονται ζωογονούμενα. Από τον Ηράκλειτο περνάμε πλέον στην θεολογική σημασία του όρου Λόγος, από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ονόμασε το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος Λόγο, γι’ αυτό και ονομάστηκε αυτόματα Θεολόγος. Ας περάσουμε όμως στην θεολογική σημασία του όρου ομοούσιος. Ο άνθρωπος που συνέβαλε ουσιαστικά στη διαμόρφωση της διδασκαλίας περί Αγίας Τριάδος και ιδίως του όρου ομοούσιος είναι ο Μέγας Αθανάσιος. Σύμφωνα λοιπόν με τους Πατέρες της Νικαίας Ομοούσιον σημαίνει το ομοφυές, αυτό που έχει την ίδια ουσία με εκείνο, από το οποίο προέρχεται. Ζ) Το Τριαδικό δόγμα. Πατήρ που είναι άναρχος, αγένητος, αναίτιος. Μεταξύ Πατρός και Υιού δεν μεσολαβεί κάποια χρονική διάσταση. Η αγεννησία του θεού δεν ταυτίζεται με την ουσία του Θεού αλλά αποδίδεται σ’ αυτήν. Υιός : Υποστατικό ιδίωμα του Υιού είναι η γέννηση, η οποία όμως είναι απαλλαγμένη από κάθε υλικό και χρονικό στοιχείο.Ο Υιός ανήκει στην άκτιστη θεία φύση. Τέλος έχουμε το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος δηλαδή το Άγιο Πνεύμα. Η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος γίνεται μόνο από τον Πατέρα. Αυτό που λαμβάνει το Άγιο Πνεύμα από τον Υιό και πηγάζει από τον Πατέρα το αποκαλύπτει στους ανθρώπους. Η)Φιλοσοφικές παράμετροι του Τριαδικού δόγματος. Γίνεται λόγος λοιπόν για τους όρους ουσία, υπόσταση, φύση και πρόσωπο. Σύμφωνα με την θεολογία ο όρος ουσία σημαίνει το κοινό υποκείμενο των προσώπων της Αγίας Τριάδος, ενώ υποστάσεις τα ξεχωριστά πρόσωπα που μετέχουν στο κοινό της ουσίας, αλλά διακρίνονται το καθένα με τη δική του ξεχωριστή ιδιότητα. Τέλος με τον όρο φύση δηλώνεται το σύνολο των χαρακτηριστικών που προσδιορίζουν την ξεχωριστή φυσιογνωμία προσώπου, πράγματος, καταστάσεως, κυρίως αυτά που συνδέονται με το ίδιο του το είναι , που δεν μπορούν να αλλάξουν. Θ) Η έννοια της δημιουργίας. Η ελληνική φιλοσοφία γνωρίζει δύο μόνο τρόπους δημιουργίας : α) αυτόν που συντελείται με τη μορφοποίηση της άμορφης ύλης, που είναι αγέννητη, όπως δέχονται ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης και β)αυτόν που συντελείται από την ουσία του Θεού όπως δίδασκαν οι Στωικοί και οι Νεοπλατωνικοί. Για τη βιβλική και πατερική παράδοση ο κόσμος προήλθε με μόνη την ελεύθερη βούληση και ενέργεια του Θεού. Ο Θεός δηλαδή κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας δεν είναι απλώς διαμορφωτής της άμορφης ύλης, αλλά και δημιουργός της ίδιας της ουσίας της ύλης , και Ι) Η έννοια της αθανασίας της ψυχής. Στην φιλοσοφία ψυχή θεωρούνταν η καθαρά άυλη ουσία , η οποία ήταν αθάνατη και άφθαρτη εν αντιθέσει με το σώμα του ανθρώπου που θεωρούνταν φθαρτό. Η θεολογία δεν κάνει μόνο λόγο για αθανασία της ψυχής αλλά και για αθανασία του σώματος. Η ψυχή με την αθάνατη φύση της μπορεί από μόνη της να αντιπροσωπεύει ολόκληρη την ανθρώπινη προσωπικότητα, που είναι υπεύθυνη απέναντι στον θεό για κάθε πράξη που συντελέστηκε στη Γη. Συνοψίζοντας συμπερασματικά έχουμε να παρατηρήσουμε ότι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης μένει πάντοτε πιστός στο πνεύμα της Αγίας Γραφής αλλάζοντας όμως το γράμμα της.
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΔΕΡΦΟ ΜΟΥ, ΑΝΔΡΕΑ
Αποτελεί δόγμα της πίστεώς μας η κοινή Ανάσταση των νεκρών. Το λέμε στο σύμβολο της Πίστεώς μας: «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».
Παρασκευή 3 Μαΐου 2019
Δόγμα και φιλοσοφία κατά τον άγιο Γρηγόριο ΝύσσηςΣυγγραφείς: Κυριακίδου Δήμητρα Δημητρίου Σχολή/Τμήμα: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Θεολογίας
Περίληψη: Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν επίσκοπος Νύσσης, Χριστιανός θεολόγος και ένας από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, η οποία τον έχει ανακηρύξει άγιο.Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Εκτός της θεολογικής, έλαβε ευρύτερη παιδεία και μελέτησε ιδιαίτερα τη φιλοσοφία του Πλάτωνα. Τα έργα του Μέγας Κατηχητικός Λόγος και Περί ψυχής και αναστάσεως αποτελούν την καλύτερη έκφραση της προσπάθειας του για ανάπτυξη της χριστιανικής διδασκαλίας σε φιλοσοφική βάση. Η συμβολή του υπήρξε μεγάλη και στον αγώνα κατά των αιρετικών. Έλαβε μέρος στην καταδίκη των Πνευματομάχων και είχε πρωτεύοντα ρόλο στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο. Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος τον ονόμασε «Πατέρα Πατέρων». Η Εκκλησία τον έχει ανακηρύξει άγιο και τιμά την μνήμη του στις 10 Ιανουαρίου. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ήταν ένας από τους πατέρες της Εκκλησίας μας που θεμελίωσε και ανέπτυξε την χριστιανική πίστη σε φιλοσοφική βάση με σκοπό να αντικρούσει τις κακοδοξίες των αιρετικών την εποχής του αλλά και να αναπτύξει τον πνευματικό βίο των χριστιανών. Σκοπός του λοιπόν ήταν όχι μόνο να διατυπώσει αλλά και να τεκμηριώσει λογικά τα θεμελιώδη ορθόδοξα χριστιανικά δόγματα μερικά από τα οποία είναι τα εξής : η ενότητα και η ταυτόχρονη τριαδικότητα του Θεού, τα θεία ιδιώματα της αγαθότητας , της παντοδυναμίας κ.λ.π., την εκ του μη όντος δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, την κατ’ εικόνα δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό, τη σάρκωση του Λόγου για τη σωτηρία του ανθρώπου κ.λ.π. Στην προσπάθεια του όμως να αποδείξει λογικά τα χριστιανικά δόγματα χρησιμοποιώντας μάλιστα και φιλοσοφικούς όρους πέφτει σε αντιφάσεις με αποτέλεσμα μερικοί ερευνητές να δίνουν ψυχολογική εξήγηση των ασυνεπειών του Γρηγορίου , με βάση δηλαδή ορισμένες ευρέως αποδεκτές φροϋδικές θέσεις για την επίδραση του ασυνειδήτου επι του συνειδητού. Από την μία δηλαδή ο Γρηγόριος ανήκε σε μία οικογένεια εξόχως χριστιανική, οπού σημαντικό ρόλο γι’ αυτόν έπαιξε ο αδελφός του Μ. Βασίλειος και από την άλλη ο «κρυφός έρωτας» του Γρηγορίου για την θύραθεν παιδεία είχαν σαν αποτέλεσμα αυτή την αμφιταλάντευση ανάμεσα στην πίστη και στη φιλοσοφία. Έτσι οδηγήθηκε στην φιλοσοφοποίηση της πίστης , δηλαδή ως επιθυμία: i) διατύπωσης της πίστης με φιλοσοφική ορολογία, ii) παρεισαγωγής φιλοσοφικών διδασκαλιών στο σώμα της πίστης και iii) λογικής απόδειξης της πίστης. Ας δούμε όμως τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις της θεολογίας στον άγιο Γρηγόριο Νύσσης : Α)Πρώτη βασική προϋπόθεση της θεολογίας του αγίου Γρηγορίου Νύσσης αλλά και ολόκληρης της πατερικής παράδοσης είναι η διαφορά μεταξύ κτιστού – ακτίστου. Μια φιλοσοφική παρακαταθήκη, την οποία, όμως κληρονόμησε όλη η πατερική διδασκαλία από το αντίστοιχο φιλοσοφικό σχήμα γενητό- αγένητο. Το αγένητο για τους φιλοσόφους είναι το αθάνατο, άφθαρτο και αόρατο στοιχείο ενώ το γενητό είναι το φθαρτό και θνητό στοιχείο γιατί συνεχώς μεταβάλλεται και αλλάζει μορφή. Στη θεολογία από την άλλη το άκτιστο θεωρείται μόνο ο άκτιστος Τριαδικός Θεός ενώ κτιστό ο υλικός κόσμος, η ψυχή, ο νους, οι ιδέες, τα ζώα , τα φυτά. Β)Δεύτερη προϋπόθεση είναι η διαφορά μεταξύ όντος και μη όντος. Σύμφωνα με την αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη ον θεωρείται ο νοητός κόσμος και κατά συνέπεια αυτό που παραμένει πάντοτε το ίδιο, το θείο, το άφθαρτο και το αθάνατο στοιχείο ενώ μη ον θεωρείται αυτό που συνεχώς μεταβάλλεται, το τρεπτό, το φθαρτό, το κατώτερο, σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει η ύλη, τα ζώα, τα άψυχα και γενικότερα ο αισθητός κόσμος. Στην θεολογία ον είναι ο Τριαδικός Θεός, ενώ μη ον ο υλικός κόσμος. Γ) Μία εξίσου σημαντική φιλοσοφική προϋπόθεση που ενσωμάτωσε ο άγιος Γρηγόριος στο έργο του είναι η δογματική διδασκαλία περί των λόγων των όντων. Οι λόγοι των όντων της θεολογίας είναι οι αντίστοιχες ιδέες του Πλάτωνα και το είδος του Αριστοτέλη. Οι λόγοι των όντων είναι ουσιαστικά τα αγαθά θελήματα του Θεού, όπως η δημιουργία της κτίσεως και η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού για την σωτηρία του κόσμου λόγω της πτώσεως του. Δ) Η έννοια της θεότητας. Στην φιλοσοφία υπάρχουν δύο αντιλήψεις περί Θεού: η διαρχική που θεωρεί τον Θεό ξεχωριστό από τον κόσμο, γιατί είναι υπερβατικός σε αυτόν και η μονιστική που θεωρεί τον θεό ως εσωτερική αρχή του κόσμου. Στην θεολογία ο Θεός δεν είναι ακίνητος και ακοινώνητος προς τον κόσμο , ζώντας μακριά απ’ αυτόν σε κατάσταση μακαριότητας σύμφωνα με τις αντιλήψεις της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά κοινωνεί μ’ αυτόν μέσω των ενεργειών του, που εκδηλώνονται στην κτίση και την ιστορία. Ε)Η έννοια του Λόγου και του Ομοουσίου. Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο Λόγο από την πλευρά των φιλοσόφων ήταν ο Ηράκλειτος όπου σύμφωνα με αυτόν ο Λόγος ήταν το αιώνιο και ανώλεθρο πύρινο υφάδι του σύμπαντος, όπου τα πάντα ανακυκλώνονται ζωογονούμενα. Από τον Ηράκλειτο περνάμε πλέον στην θεολογική σημασία του όρου Λόγος, από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ονόμασε το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος Λόγο, γι’ αυτό και ονομάστηκε αυτόματα Θεολόγος. Ας περάσουμε όμως στην θεολογική σημασία του όρου ομοούσιος. Ο άνθρωπος που συνέβαλε ουσιαστικά στη διαμόρφωση της διδασκαλίας περί Αγίας Τριάδος και ιδίως του όρου ομοούσιος είναι ο Μέγας Αθανάσιος. Σύμφωνα λοιπόν με τους Πατέρες της Νικαίας Ομοούσιον σημαίνει το ομοφυές, αυτό που έχει την ίδια ουσία με εκείνο, από το οποίο προέρχεται. Ζ) Το Τριαδικό δόγμα. Πατήρ που είναι άναρχος, αγένητος, αναίτιος. Μεταξύ Πατρός και Υιού δεν μεσολαβεί κάποια χρονική διάσταση. Η αγεννησία του θεού δεν ταυτίζεται με την ουσία του Θεού αλλά αποδίδεται σ’ αυτήν. Υιός : Υποστατικό ιδίωμα του Υιού είναι η γέννηση, η οποία όμως είναι απαλλαγμένη από κάθε υλικό και χρονικό στοιχείο.Ο Υιός ανήκει στην άκτιστη θεία φύση. Τέλος έχουμε το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος δηλαδή το Άγιο Πνεύμα. Η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος γίνεται μόνο από τον Πατέρα. Αυτό που λαμβάνει το Άγιο Πνεύμα από τον Υιό και πηγάζει από τον Πατέρα το αποκαλύπτει στους ανθρώπους. Η)Φιλοσοφικές παράμετροι του Τριαδικού δόγματος. Γίνεται λόγος λοιπόν για τους όρους ουσία, υπόσταση, φύση και πρόσωπο. Σύμφωνα με την θεολογία ο όρος ουσία σημαίνει το κοινό υποκείμενο των προσώπων της Αγίας Τριάδος, ενώ υποστάσεις τα ξεχωριστά πρόσωπα που μετέχουν στο κοινό της ουσίας, αλλά διακρίνονται το καθένα με τη δική του ξεχωριστή ιδιότητα. Τέλος με τον όρο φύση δηλώνεται το σύνολο των χαρακτηριστικών που προσδιορίζουν την ξεχωριστή φυσιογνωμία προσώπου, πράγματος, καταστάσεως, κυρίως αυτά που συνδέονται με το ίδιο του το είναι , που δεν μπορούν να αλλάξουν. Θ) Η έννοια της δημιουργίας. Η ελληνική φιλοσοφία γνωρίζει δύο μόνο τρόπους δημιουργίας : α) αυτόν που συντελείται με τη μορφοποίηση της άμορφης ύλης, που είναι αγέννητη, όπως δέχονται ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης και β)αυτόν που συντελείται από την ουσία του Θεού όπως δίδασκαν οι Στωικοί και οι Νεοπλατωνικοί. Για τη βιβλική και πατερική παράδοση ο κόσμος προήλθε με μόνη την ελεύθερη βούληση και ενέργεια του Θεού. Ο Θεός δηλαδή κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας δεν είναι απλώς διαμορφωτής της άμορφης ύλης, αλλά και δημιουργός της ίδιας της ουσίας της ύλης , και Ι) Η έννοια της αθανασίας της ψυχής. Στην φιλοσοφία ψυχή θεωρούνταν η καθαρά άυλη ουσία , η οποία ήταν αθάνατη και άφθαρτη εν αντιθέσει με το σώμα του ανθρώπου που θεωρούνταν φθαρτό. Η θεολογία δεν κάνει μόνο λόγο για αθανασία της ψυχής αλλά και για αθανασία του σώματος. Η ψυχή με την αθάνατη φύση της μπορεί από μόνη της να αντιπροσωπεύει ολόκληρη την ανθρώπινη προσωπικότητα, που είναι υπεύθυνη απέναντι στον θεό για κάθε πράξη που συντελέστηκε στη Γη. Συνοψίζοντας συμπερασματικά έχουμε να παρατηρήσουμε ότι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης μένει πάντοτε πιστός στο πνεύμα της Αγίας Γραφής αλλάζοντας όμως το γράμμα της.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου