Ανάσταση του Χριστού και αιώνια ζωή
Ανάσταση του Χριστού και αιώνια ζωή
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Το σπουδαιότερο γεγονός στην ιστορία είναι η ανάσταση του Χριστού. Ο αρνητής Ρενάν δήλωσε ότι ο Χριστιανισμός στηρίζεται σε έναν άδειο τάφο. Ο απ. Παύλος επισημαίνει ότι η ανάσταση του Χριστού προετοιμάζει και την δική μας ανάσταση κατά την Δεύτερη Παρουσία Του. Ο Θεάνθρωπος αναστήθηκε και ένωσε έτσι ουρανό και γη, συμφιλίωσε Θεό και άνθρωπο, γκρέμισε το φράγμα μεταξύ Θεού και ανθρώπων και άνοιξε τον Παράδεισο για όλους. Είναι ο μεγάλος ειρηνοποιός με το αίμα του σταυρού Του. Υπάκουσε ως νέος Αδάμ στον Θεό Πατέρα και μάλιστα μέχρι θανάτου. Είναι γι’ αυτό ο μοναδικά αυθεντικός άνθρωπος στην ιστορία. Και «δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από το να δώσεις την ζωή σου γι’ όσους αγαπάς», δίδαξε ο Χριστός και το έκανε πράξη με τη θυσία Του. Άλλωστε ο ίδιος ο Χριστός είχε προαναγγείλει όσο ζούσε επί της γης την δική Του ανάσταση: Θυμίζουμε τα λόγια του: «Γκρεμίστε αυτόν τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον οικοδομήσω και πάλι» (Ιω. 2,19). Τότε νόμιζαν πως εννοεί τον ναό των Ιεροσολύμων, αλλά μετά την ανάστασή του φάνηκε καθαρά ότι μιλούσε για το ένδοξο σώμα Του. Και θυμίζει η θυσία του Χριστού τη γνωστή διήγηση (εγκώμιο) περί της πελεκάνου – μάνας, η οποία διαθέτοντας αίμα που παρέχει ανοσία στο δηλητήριο του φιδιού, δεν φείδεται και αυτής της ζωής της, σκίζοντας με το ράμφος της το στήθος της, προκειμένου το αίμα που ξεπετάγεται να επουλώσει τις πληγές και να σώσει τα τραυματισθέντα από το επικίνδυνο ερπετό νεογνά της.
Στο πρόσωπο του Χριστού πραγματοποιήθηκαν οι πάμπολλες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης και του εθνικού κόσμου για τον ερχόμενο Μεσσία. Οι προφητείες μάλιστα αυτές καταγράφτηκαν σε διάστημα 1.200 περίπου ετών, από διαφορετικούς ανθρώπους και σε διαφορετικά γεωγραφικά περιβάλλοντα: «Να, ο βασιλιάς σου έρχεται σε σένα, πράος και ταπεινός, επιβαίνων σε ένα γαϊδουράκι» (Ζαχ. 9,9) – «όρισαν την αμοιβή μου στα τριάντα αργύρια» (Ζαχ.11,12) – «τρύπησαν τα χέρια μου και τα πόδια μου» (Ψ. 22,16) – «κόκκαλό Του δεν θα σπάσει» (Ψ. 34,20) – «στη δίψα μου με πότισαν με ξύδι» (Ψ. 69,21) – «Αυτός τραυματίστηκε για τις δικές μας ανομίες…… με τις δικές Του πληγές εμείς γιατρευτήκαμε», επισημαίνει ο Ησαΐας (53,4-5) – «μοιράστηκαν τα ρούχα μου μεταξύ τους και για το εξωτερικό μου ιμάτιο έριξαν κλήρο» (Ψ. 22,18) – «Ο τάφος Του ορίστηκε με τους κακούργους. Όμως, στο θάνατο Του στάθηκε με τον πλούσιο» (Ησαΐας 53,9) – «δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις στον άγιόν σου να γνωρίσει σωματική αποσύνθεση (διαφθορά)» (Ψλμ. 15,10) – Ο Δανιήλ, εκτός άλλων προφητειών, αναφέρθηκε σε διάστημα «Εβδομήντα εβδομάδων», μέχρι να εμφανιστεί και χριστεί ο Άγιος των αγίων, ο «Ηγήτωρ Χριστός», ο οποίος μάλιστα, όπως γράφει, θα θανατωθεί, «θα εκκοπεί, και όχι για τον εαυτό του» (9, 25-27) – Η τραγωδία «Προμηθέας Δεσμώτης» ακόμη, του Αισχύλου, ομιλεί για ένα Θεό που μόνο αυτός κατεβαίνοντας στον άδη θα λύτρωνε τον Προμηθέα και θα έπαιρνε πάνω Του τα πάθη του.
Στο τριήμερο του θανάτου του Κυρίου (Παρασκευή 15:00 – 18:00: τμήμα ημέρας, Παρασκευή 18:00 – Σάββατο 18:00: πλήρες 24ωρο και Σάββατο 18:00 – Κυριακή πρωινές ώρες) και πριν γίνει η ζωηφόρος ανάστασή Του, ο Θεάνθρωπος (η ανθρώπινη ψυχή Του ενωμένη με τη θεότητά Του) μετέβη στον άδη και λύτρωσε τα εν τη φυλακή πνεύματα (όσους είχαν τις προϋποθέσεις να αποδεχθούν το κάλεσμά Του). Γι’ αυτό η Εκκλησία σταματά το πένθος την Μ. Παρασκευή το πρωί, όταν τελείται η ακολουθία της Αποκαθήλωσης. Διότι ο Λυτρωτής έχει ήδη θριαμβεύσει επί του θανάτου.
Στην ανάσταση του Ιησού Χριστού αναφέρονται: Εκτός από τους τέσσερις ευαγγελιστές Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη -οι οποίοι έγραψαν τα πιο υπέροχα κείμενα όλων των εποχών, και μίλησαν για τη ζωή και το έργο του Θεανθρώπου ως αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες- και οι ιστορικοί Ιώσηπος και Φίλωνας, ο Τάκιτος, ο Σουετώνιος, ο Πλίνιος, ο Φλέγοντας, ο Θαλλός, οι Ιουδαϊκές Πηγές, ο Σεραπίωνας, ο Λουκιανός κ.α.
Και οι τέσσερις ευαγγελιστές αναφέρουν ότι ο τάφος του Κυρίου βρέθηκε άδειος, ότι τον φυλούσαν 16 ένοπλοι φρουροί, ότι η πέτρινη ταφόπλακα ήταν πολύ βαριά για να μετακινηθεί και ότι οι απόστολοι από τη μεγάλη τους δειλία είχαν κρυφτεί ήδη πριν από τη δίκη του Χριστού. Ακόμη, οι Ιουδαίοι θα είχαν σταματήσει τη μαρτυρία της ανάστασης από την αρχή της, αν παρουσίαζαν δημοσίως το δήθεν κλεμμένο σώμα του Ιησού. Δεν το έκαναν, διότι δεν το είχαν. Είχε πραγματικά αναστηθεί. Για τον ίδιο λόγο δεν συνέφερε τους ίδιους τους Ιουδαίους να το πάρουν. Εφοβούντο τη διάδοση της ανάστασης.
Ο απόστολος Παύλος επιπρόσθετα δηλώνει ότι ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε σε πολλές περιπτώσεις στους μαθητές Του, και ότι πάνω από 500 μαθητές τον είδαν. Για 40 ημέρες και όλες τις ώρες της ημέρας, μιλούσε μαζί τους, έφαγε μαζί τους, τους συμβούλευε, προχωρούσαν μαζί κ.λπ. Οι ίδιοι αυτοί μαθητές με την απαράμιλλη διδασκαλία τους και τα θαύματα που με τη δύναμη της Χάρης Του έκαναν, τράβηξαν ως ζωντανοί μαγνήτες χιλιάδες ψυχές στην σωτήρια αλήθεια της Εκκλησίας. Δεν ήσαν τρελοί.
Ο απ. Παύλος ήταν ένας από αυτούς που είδε τον αναστημένο Χριστό μέρα μεσημέρι στο δρόμο προς Εμμαούς, ενόσω ιππεύοντας έτρεχε για να συλλάβει χριστιανούς. Άλλαξε η ζωή του καθ’ ολοκληρίαν. Οι αριστουργηματικές επιστολές του (από το 51 μ.Χ.) και οι Πράξεις των αποστόλων αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν ήταν τρελός, αλλά υπήρξε πολύ συγκροτημένη προσωπικότητα και ο μεγαλύτερος ιεραπόστολος των αιώνων μετά τον Χριστό (επανειλημμένως φυλακίστηκε, λιθοβολήθηκε, υπέστη ναυάγια, σκευωρίες, μαστιγώσεις και τέλος μαρτύρησε για τον Χριστό). Μεταστράφηκε άλλωστε τρία χρόνια περίπου μετά την ανάσταση του Χριστού και στις επιστολές του περιγράφει την πίστη της πρώτης Εκκλησίας, που του δόθηκε αρχικά από τους αποστόλους (σας παρέδωσα αυτό που και εμένα μού παραδόθηκε: ότι ο Χριστός έπαθε, ετάφη και ύστερα ανέστη εκ νεκρών…). Άρα εξ αρχής η Εκκλησία πίστευε στην θεότητα και ανάσταση του Χριστού και δεν διαμορφώθηκε η πίστη αυτή εκ των υστέρων.
Άλλωστε τι θα είχαν να κερδίσουν οι απόστολοι λέγοντας ψέματα στον κόσμο, στους αρχιερείς και τις Ρωμαϊκές Αρχές; Τίποτε θετικό, παρά μόνο φυλακίσεις, μαστιγώσεις, θάνατο. Ήξεραν από την αρχή τι τους περίμενε. Κι όμως επέμειναν και υπέμειναν μέχρι τέλους χάριν της αληθείας και της σωτηρίας των ανθρώπων. Και οι δέκα μάλιστα πρόσφεραν το αίμα τους (και πολλοί άλλοι αρχικοί μαθητές Του) στο βωμό της αληθείας, παρεκτός του προδότη Ιούδα που αυτοκτόνησε και του ευαγγελιστή Ιωάννη που κοιμήθηκε σε βαθειά γεράματα. Πρώτος ο ιερός Χρυσόστομος, και στα νεώτερα χρόνια ο φυσικομαθηματικός Βλάσιος Πασκάλ, υποστήριξαν ότι οφείλουμε να πιστεύουμε στα αυθεντικά γεγονότα για τα οποία οι μάρτυρές τους έδωσαν το αίμα τους.
Η μαρτυρία της Καινής Διαθήκης είναι η μαρτυρία για την Θεότητα του Ιησού. Ο Χριστός είχε πλήρη συνείδηση ότι ήταν Θεός. Ο ίδιος αποκαλύπτει: «Πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω» (Ιω. 8,58). Ακόμη λέγει: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» (Ιω. 10,30). Και όταν ο Φίλιππος τού ζήτησε να τους δείξει τον Πατέρα Του, του είπε: «Τόσο καιρό είμαι μαζί σας Φίλιππε και δεν με γνώρισες; Εκείνος που έχει δει εμένα έχει δει τον Πατέρα» (Ιω. 14,9). Παραθέτουμε επίσης τα λόγια του δύσπιστου απ. Θωμά, μετά από την πρόσκληση του αναστάντα Χριστού να αγγίξει τις πληγές Του. Του λέει με δάκρυα στα μάτια ο Θωμάς: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. 20,28). Τότε ο Κύριος όχι μόνο δεν αρνήθηκε ότι είναι Θεός, αλλά τον παρατήρησε επειδή πίστεψε σ’ Αυτόν αφού τον είδε, ενώ ευτυχισμένοι θα είναι Του λέει όσοι πιστέψουν σε Αυτόν χωρίς να τον δουν.
Έπειτα, τα ευαγγέλια αναφέρουν την αλήθεια και μόνο την αλήθεια:
– Αναφέρουν οι ευαγγελιστές π.χ. πως από την έντονη προσευχή και την αγωνία στον κήπο της Γεσθημανή, λίγο πριν συλληφθεί, έσταζαν από το πρόσωπό του Θεανθρώπου χοντρές σταγόνες ιδρώτα και αίμα, γεγονός που πιστοποιεί ότι είναι δυνατόν να γίνει η σύγχρονη ιατρική – από την πληγή Του πάνω στο σταυρό εξάλλου έτρεξε αίμα και νερό, διασώζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Ο ορός αυτός (νερό και αιμοσφαίρια), που σχηματίζεται στο περικάρδιο ενός νεκρού ανθρώπου και σταματά την κίνηση της καρδιάς, είναι σήμερα μια μοναδική ιατροδικαστική απόδειξη ότι ο αρχηγός της Ζωής είχε πράγματι πεθάνει – Ο Χριστός συγχώρεσε τους σταυρωτές του πάνω από το σταυρό, που δεν θα έκανε αν ήταν ψεύτης, ιδιοτελής ή παρανοϊκός – ακόμη, πώς οι Ιουδαίοι πίστεψαν έναν άνθρωπο ως Θεό, τη στιγμή που λιθοβολούσαν οποιονδήποτε επιχειρούσε να αναγορευτεί Θεός, αν δεν ήταν πράγματι ο Ιησούς ο ίδιος ο Υιός του Θεού; – Γιατί τον ακολούθησαν εκατομμύρια μάρτυρες, αφού τους είχε ενημερώσει ότι οι οπαδοί του θα υποστούν μαρτύρια και διώξεις; – Ποιος γνωρίζει καλύτερα τον πατέρα του, παρά μόνο τα παιδιά του και οι πλησιέστεροι συγγενείς; Η μαρτυρία επομένως των αποστόλων για τη θεότητά Του είναι αυθεντική, αφού τον έζησαν 3 χρόνια, άκουσαν τη διδασκαλία Του, είδαν τα θαύματά Του και την ανάστασή Του – τοπωνύμια, πρόσωπα, πολιτικοί και θρησκευτικοί τίτλοι, ονόματα, συνήθειες της εποχής κ.α. αποδείχθηκαν από την αρχαιολογία απολύτως πραγματικά και ιστορικά ώστε να θαυμάζει κανείς για την απλότητα και σοβαρότητα των διηγήσεων – οι διηγήσεις περί του πάθους Του είναι απολύτως ρεαλιστικές (όχι φανταστικές και μυθικές ιστορίες όπως στα απόκρυφα Ευαγγέλια) και δεν κάνουν οι ευαγγελιστές καμία αρνητική κριτική για τους διώκτες του Χριστού, τον Ιούδα, τους αρχιερείς και τους Ρωμαίους (αν και γράφτηκαν από χριστιανούς μάρτυρες των γεγονότων), πράγμα που πιστοποιεί την υπευθυνότητα των ευαγγελιστών – άλλωστε δεν διστάζουν τα ευαγγέλια να καταγράψουν την ολιγοπιστία και την δειλία των μαθητών, ή ότι ένας λ.χ. κορυφαίος απόστολος όπως ο απ. Πέτρος τον αρνήθηκε τρεις φορές. Μάλιστα ο για τρία χρόνια μαζί του ευρισκόμενος και μαθητευόμενος Ιούδας τον πρόδωσε στους αρχιερείς και τους Ρωμαίους, σημαντικότατο παράπτωμα που δεν αποκρύπτουν οι ευαγγελιστές.
Τέλος, διαθέτουμε σήμερα πάνω από 24.000 τμήματα αντιγράφων της ελληνικής Αγίας Γραφής (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης), που απέχουν ελάχιστα χρόνια από τα πρωτότυπα και που διαφέρουν μεταξύ τους μόνο σε ορισμένες λεπτομέρειες. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό εξηγούμε πως ο αριθμός των καλυτέρων αντιγράφων κειμένων των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων κυμαίνεται από 3-5 (Κάτουλλος – Αριστοτέλης) έως και 100 το πολύ αντίγραφα (Σοφοκλής), με εξαίρεση την Ομηρική Ιλιάδα που ανέρχεται σε 643 σωζόμενα χειρόγραφα. Ακόμη, το χειρόγραφο π.χ. John Ryland, που περιέχει τμήμα του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, χρονολογείται περί το 130 μ.Χ., δηλαδή 30 μόλις χρόνια περίπου μετά την συγγραφή του τελευταίου ευαγγελίου! Δηλαδή τα Βιβλικά κείμενα είναι τα αρχαιότερα και πολυπληθέστερα διασωθέντα χειρόγραφα, σε αντίθεση με όλα τα άλλα διασωθέντα των Ελλήνων και Ρωμαίων αρχαίων συγγραφέων (Πλάτωνα, Θουκιδίδη, Σοφοκλή, Αριστοτέλη, Ιουλίου Καίσαρα κ.α.), που απέχουν από την χρονολογία πρωτότυπης συγγραφής τους από 1.000 (Ιούλιος Καίσαρας) έως και 1.600 περίπου χρόνια (Κάτουλλος). Για παράδειγμα, έργα του Ομήρου δεν έχουμε πριν τον 13ο αι. μ.Χ., τα αρχαιότερα διασωθέντα κείμενα του Πλάτωνα χρονολογούνται τον 9ο αι. μ.Χ., του Θουκιδίδη η Ιστορία και του Ηροδότου σώζονται σε χειρόγραφα του 10ου αι. μ.Χ., κ.ο.κ.
Γιατί τότε πολλοί δεν πιστεύουν στη Θεανδρικότητα του Χριστού και στην Ανάστασή Του; Διότι ο Χριστός ήταν, είναι και θα είναι μυστήριο λειτουργικό: δεν συλλαμβάνεται ορθολογιστικά, αλλά αποκαλύπτεται εσωτερικά, εκκλησιαστικά, μυστηριακά και δια του Αγίου Πνεύματος. Ο ίδιος αποκαλύπτει το μυστήριο της ‘νέας γέννησης’ στον άρχοντα Νικόδημο, της αναγέννησης δηλαδή του πιστού δια της Θείας Χάριτος. Αυτό φάνηκε και στον δρόμο προς Εμμαούς, όπου οι πορευόμενοι μ’ Αυτόν μαθητές δεν τον αναγνώρισαν παρά μόνο όταν τέλεσε την Θεία Κοινωνία μπροστά τους. Αλλά και στον δύσπιστο Θωμά, και μέσω αυτού σε μας, προφητεύει ότι ευτυχισμένοι θα είναι όσοι δεν τον βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια, αλλά εμπειρικά τον ζουν με τα μάτια της αγιοπνευματικής ζωής.
Οι προϋποθέσεις για αυτήν την συνάντηση με τον Χριστό είναι μια ζωή ταπείνωσης, αγάπης, καθαρής καρδιάς και συμμετοχής στα εκκλησιαστικά μυστήρια. Το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως του Θεανθρώπου είναι μυστήριο σωτηρίας, από τώρα και για την αιωνιότητα. Δεν πρέπει λοιπόν να το προσεγγίζουμε μόνο συναισθηματικά και ιστορικά, αλλά ασκητικά και μυστηριακά. Θα πρέπει να συμμετέχουμε, ζώντες εν μετανοία, στις εντολές του Χριστού και κοινωνώντας μετά από εξομολόγηση το θεωμένο και ζωηφόρο σώμα και αίμα του Χριστού στην θεία Ευχαριστία. Ο σταυρός είναι ο άξονας ζωής για όλες τις δραστηριότητές μας και όλες τις σκέψεις μας. Οφείλουμε να ζούμε θυσιαστικά προς τους άλλους, αρνούμενοι τον εγωισμό μας, όπως ο Κύριος που είναι το σφαγμένο για χάρη μας αρνίο. Μόνο τότε θα αναστηθεί ο Χριστός στην καρδιά μας και θα γνωρίσουμε την δόξα Του. Δηλαδή πρέπει να θάψουμε τη μιζέρια μας, την κακόγλωσση συμπεριφορά μας, τις ζήλειες μας, τις αρνητικές φαντασιώσεις μας, την αδικία μας, το μίσος και γενικά τα πάθη μας.
Όλα αυτά να τα μεταμορφώσουμε σε ανιδιοτελή προσφορά προς τον συνάνθρωπό μας, ενώ παράλληλα, πνευματικά, θα επικοινωνούμε δια της προσευχής προς τον μόνο μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, τον Κύριο Ιησού, που καταδέχθηκε τα πάθη δια την ημών σωτηρία, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Το έκανε από την άπειρη αγάπη του προς εμάς. Έτσι και εμείς να πράττουμε, για να βαδίζουμε προς τον αγιασμό μας και τη θέωσή μας.
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Το σπουδαιότερο γεγονός στην ιστορία είναι η ανάσταση του Χριστού. Ο αρνητής Ρενάν δήλωσε ότι ο Χριστιανισμός στηρίζεται σε έναν άδειο τάφο. Ο απ. Παύλος επισημαίνει ότι η ανάσταση του Χριστού προετοιμάζει και την δική μας ανάσταση κατά την Δεύτερη Παρουσία Του. Ο Θεάνθρωπος αναστήθηκε και ένωσε έτσι ουρανό και γη, συμφιλίωσε Θεό και άνθρωπο, γκρέμισε το φράγμα μεταξύ Θεού και ανθρώπων και άνοιξε τον Παράδεισο για όλους. Είναι ο μεγάλος ειρηνοποιός με το αίμα του σταυρού Του. Υπάκουσε ως νέος Αδάμ στον Θεό Πατέρα και μάλιστα μέχρι θανάτου. Είναι γι’ αυτό ο μοναδικά αυθεντικός άνθρωπος στην ιστορία. Και «δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από το να δώσεις την ζωή σου γι’ όσους αγαπάς», δίδαξε ο Χριστός και το έκανε πράξη με τη θυσία Του. Άλλωστε ο ίδιος ο Χριστός είχε προαναγγείλει όσο ζούσε επί της γης την δική Του ανάσταση: Θυμίζουμε τα λόγια του: «Γκρεμίστε αυτόν τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον οικοδομήσω και πάλι» (Ιω. 2,19). Τότε νόμιζαν πως εννοεί τον ναό των Ιεροσολύμων, αλλά μετά την ανάστασή του φάνηκε καθαρά ότι μιλούσε για το ένδοξο σώμα Του. Και θυμίζει η θυσία του Χριστού τη γνωστή διήγηση (εγκώμιο) περί της πελεκάνου – μάνας, η οποία διαθέτοντας αίμα που παρέχει ανοσία στο δηλητήριο του φιδιού, δεν φείδεται και αυτής της ζωής της, σκίζοντας με το ράμφος της το στήθος της, προκειμένου το αίμα που ξεπετάγεται να επουλώσει τις πληγές και να σώσει τα τραυματισθέντα από το επικίνδυνο ερπετό νεογνά της.
Στο πρόσωπο του Χριστού πραγματοποιήθηκαν οι πάμπολλες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης και του εθνικού κόσμου για τον ερχόμενο Μεσσία. Οι προφητείες μάλιστα αυτές καταγράφτηκαν σε διάστημα 1.200 περίπου ετών, από διαφορετικούς ανθρώπους και σε διαφορετικά γεωγραφικά περιβάλλοντα: «Να, ο βασιλιάς σου έρχεται σε σένα, πράος και ταπεινός, επιβαίνων σε ένα γαϊδουράκι» (Ζαχ. 9,9) – «όρισαν την αμοιβή μου στα τριάντα αργύρια» (Ζαχ.11,12) – «τρύπησαν τα χέρια μου και τα πόδια μου» (Ψ. 22,16) – «κόκκαλό Του δεν θα σπάσει» (Ψ. 34,20) – «στη δίψα μου με πότισαν με ξύδι» (Ψ. 69,21) – «Αυτός τραυματίστηκε για τις δικές μας ανομίες…… με τις δικές Του πληγές εμείς γιατρευτήκαμε», επισημαίνει ο Ησαΐας (53,4-5) – «μοιράστηκαν τα ρούχα μου μεταξύ τους και για το εξωτερικό μου ιμάτιο έριξαν κλήρο» (Ψ. 22,18) – «Ο τάφος Του ορίστηκε με τους κακούργους. Όμως, στο θάνατο Του στάθηκε με τον πλούσιο» (Ησαΐας 53,9) – «δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις στον άγιόν σου να γνωρίσει σωματική αποσύνθεση (διαφθορά)» (Ψλμ. 15,10) – Ο Δανιήλ, εκτός άλλων προφητειών, αναφέρθηκε σε διάστημα «Εβδομήντα εβδομάδων», μέχρι να εμφανιστεί και χριστεί ο Άγιος των αγίων, ο «Ηγήτωρ Χριστός», ο οποίος μάλιστα, όπως γράφει, θα θανατωθεί, «θα εκκοπεί, και όχι για τον εαυτό του» (9, 25-27) – Η τραγωδία «Προμηθέας Δεσμώτης» ακόμη, του Αισχύλου, ομιλεί για ένα Θεό που μόνο αυτός κατεβαίνοντας στον άδη θα λύτρωνε τον Προμηθέα και θα έπαιρνε πάνω Του τα πάθη του.
Στο τριήμερο του θανάτου του Κυρίου (Παρασκευή 15:00 – 18:00: τμήμα ημέρας, Παρασκευή 18:00 – Σάββατο 18:00: πλήρες 24ωρο και Σάββατο 18:00 – Κυριακή πρωινές ώρες) και πριν γίνει η ζωηφόρος ανάστασή Του, ο Θεάνθρωπος (η ανθρώπινη ψυχή Του ενωμένη με τη θεότητά Του) μετέβη στον άδη και λύτρωσε τα εν τη φυλακή πνεύματα (όσους είχαν τις προϋποθέσεις να αποδεχθούν το κάλεσμά Του). Γι’ αυτό η Εκκλησία σταματά το πένθος την Μ. Παρασκευή το πρωί, όταν τελείται η ακολουθία της Αποκαθήλωσης. Διότι ο Λυτρωτής έχει ήδη θριαμβεύσει επί του θανάτου.
Στην ανάσταση του Ιησού Χριστού αναφέρονται: Εκτός από τους τέσσερις ευαγγελιστές Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη -οι οποίοι έγραψαν τα πιο υπέροχα κείμενα όλων των εποχών, και μίλησαν για τη ζωή και το έργο του Θεανθρώπου ως αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες- και οι ιστορικοί Ιώσηπος και Φίλωνας, ο Τάκιτος, ο Σουετώνιος, ο Πλίνιος, ο Φλέγοντας, ο Θαλλός, οι Ιουδαϊκές Πηγές, ο Σεραπίωνας, ο Λουκιανός κ.α.
Και οι τέσσερις ευαγγελιστές αναφέρουν ότι ο τάφος του Κυρίου βρέθηκε άδειος, ότι τον φυλούσαν 16 ένοπλοι φρουροί, ότι η πέτρινη ταφόπλακα ήταν πολύ βαριά για να μετακινηθεί και ότι οι απόστολοι από τη μεγάλη τους δειλία είχαν κρυφτεί ήδη πριν από τη δίκη του Χριστού. Ακόμη, οι Ιουδαίοι θα είχαν σταματήσει τη μαρτυρία της ανάστασης από την αρχή της, αν παρουσίαζαν δημοσίως το δήθεν κλεμμένο σώμα του Ιησού. Δεν το έκαναν, διότι δεν το είχαν. Είχε πραγματικά αναστηθεί. Για τον ίδιο λόγο δεν συνέφερε τους ίδιους τους Ιουδαίους να το πάρουν. Εφοβούντο τη διάδοση της ανάστασης.
Ο απόστολος Παύλος επιπρόσθετα δηλώνει ότι ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε σε πολλές περιπτώσεις στους μαθητές Του, και ότι πάνω από 500 μαθητές τον είδαν. Για 40 ημέρες και όλες τις ώρες της ημέρας, μιλούσε μαζί τους, έφαγε μαζί τους, τους συμβούλευε, προχωρούσαν μαζί κ.λπ. Οι ίδιοι αυτοί μαθητές με την απαράμιλλη διδασκαλία τους και τα θαύματα που με τη δύναμη της Χάρης Του έκαναν, τράβηξαν ως ζωντανοί μαγνήτες χιλιάδες ψυχές στην σωτήρια αλήθεια της Εκκλησίας. Δεν ήσαν τρελοί.
Ο απ. Παύλος ήταν ένας από αυτούς που είδε τον αναστημένο Χριστό μέρα μεσημέρι στο δρόμο προς Εμμαούς, ενόσω ιππεύοντας έτρεχε για να συλλάβει χριστιανούς. Άλλαξε η ζωή του καθ’ ολοκληρίαν. Οι αριστουργηματικές επιστολές του (από το 51 μ.Χ.) και οι Πράξεις των αποστόλων αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν ήταν τρελός, αλλά υπήρξε πολύ συγκροτημένη προσωπικότητα και ο μεγαλύτερος ιεραπόστολος των αιώνων μετά τον Χριστό (επανειλημμένως φυλακίστηκε, λιθοβολήθηκε, υπέστη ναυάγια, σκευωρίες, μαστιγώσεις και τέλος μαρτύρησε για τον Χριστό). Μεταστράφηκε άλλωστε τρία χρόνια περίπου μετά την ανάσταση του Χριστού και στις επιστολές του περιγράφει την πίστη της πρώτης Εκκλησίας, που του δόθηκε αρχικά από τους αποστόλους (σας παρέδωσα αυτό που και εμένα μού παραδόθηκε: ότι ο Χριστός έπαθε, ετάφη και ύστερα ανέστη εκ νεκρών…). Άρα εξ αρχής η Εκκλησία πίστευε στην θεότητα και ανάσταση του Χριστού και δεν διαμορφώθηκε η πίστη αυτή εκ των υστέρων.
Άλλωστε τι θα είχαν να κερδίσουν οι απόστολοι λέγοντας ψέματα στον κόσμο, στους αρχιερείς και τις Ρωμαϊκές Αρχές; Τίποτε θετικό, παρά μόνο φυλακίσεις, μαστιγώσεις, θάνατο. Ήξεραν από την αρχή τι τους περίμενε. Κι όμως επέμειναν και υπέμειναν μέχρι τέλους χάριν της αληθείας και της σωτηρίας των ανθρώπων. Και οι δέκα μάλιστα πρόσφεραν το αίμα τους (και πολλοί άλλοι αρχικοί μαθητές Του) στο βωμό της αληθείας, παρεκτός του προδότη Ιούδα που αυτοκτόνησε και του ευαγγελιστή Ιωάννη που κοιμήθηκε σε βαθειά γεράματα. Πρώτος ο ιερός Χρυσόστομος, και στα νεώτερα χρόνια ο φυσικομαθηματικός Βλάσιος Πασκάλ, υποστήριξαν ότι οφείλουμε να πιστεύουμε στα αυθεντικά γεγονότα για τα οποία οι μάρτυρές τους έδωσαν το αίμα τους.
Η μαρτυρία της Καινής Διαθήκης είναι η μαρτυρία για την Θεότητα του Ιησού. Ο Χριστός είχε πλήρη συνείδηση ότι ήταν Θεός. Ο ίδιος αποκαλύπτει: «Πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω» (Ιω. 8,58). Ακόμη λέγει: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» (Ιω. 10,30). Και όταν ο Φίλιππος τού ζήτησε να τους δείξει τον Πατέρα Του, του είπε: «Τόσο καιρό είμαι μαζί σας Φίλιππε και δεν με γνώρισες; Εκείνος που έχει δει εμένα έχει δει τον Πατέρα» (Ιω. 14,9). Παραθέτουμε επίσης τα λόγια του δύσπιστου απ. Θωμά, μετά από την πρόσκληση του αναστάντα Χριστού να αγγίξει τις πληγές Του. Του λέει με δάκρυα στα μάτια ο Θωμάς: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. 20,28). Τότε ο Κύριος όχι μόνο δεν αρνήθηκε ότι είναι Θεός, αλλά τον παρατήρησε επειδή πίστεψε σ’ Αυτόν αφού τον είδε, ενώ ευτυχισμένοι θα είναι Του λέει όσοι πιστέψουν σε Αυτόν χωρίς να τον δουν.
Έπειτα, τα ευαγγέλια αναφέρουν την αλήθεια και μόνο την αλήθεια:
– Αναφέρουν οι ευαγγελιστές π.χ. πως από την έντονη προσευχή και την αγωνία στον κήπο της Γεσθημανή, λίγο πριν συλληφθεί, έσταζαν από το πρόσωπό του Θεανθρώπου χοντρές σταγόνες ιδρώτα και αίμα, γεγονός που πιστοποιεί ότι είναι δυνατόν να γίνει η σύγχρονη ιατρική – από την πληγή Του πάνω στο σταυρό εξάλλου έτρεξε αίμα και νερό, διασώζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Ο ορός αυτός (νερό και αιμοσφαίρια), που σχηματίζεται στο περικάρδιο ενός νεκρού ανθρώπου και σταματά την κίνηση της καρδιάς, είναι σήμερα μια μοναδική ιατροδικαστική απόδειξη ότι ο αρχηγός της Ζωής είχε πράγματι πεθάνει – Ο Χριστός συγχώρεσε τους σταυρωτές του πάνω από το σταυρό, που δεν θα έκανε αν ήταν ψεύτης, ιδιοτελής ή παρανοϊκός – ακόμη, πώς οι Ιουδαίοι πίστεψαν έναν άνθρωπο ως Θεό, τη στιγμή που λιθοβολούσαν οποιονδήποτε επιχειρούσε να αναγορευτεί Θεός, αν δεν ήταν πράγματι ο Ιησούς ο ίδιος ο Υιός του Θεού; – Γιατί τον ακολούθησαν εκατομμύρια μάρτυρες, αφού τους είχε ενημερώσει ότι οι οπαδοί του θα υποστούν μαρτύρια και διώξεις; – Ποιος γνωρίζει καλύτερα τον πατέρα του, παρά μόνο τα παιδιά του και οι πλησιέστεροι συγγενείς; Η μαρτυρία επομένως των αποστόλων για τη θεότητά Του είναι αυθεντική, αφού τον έζησαν 3 χρόνια, άκουσαν τη διδασκαλία Του, είδαν τα θαύματά Του και την ανάστασή Του – τοπωνύμια, πρόσωπα, πολιτικοί και θρησκευτικοί τίτλοι, ονόματα, συνήθειες της εποχής κ.α. αποδείχθηκαν από την αρχαιολογία απολύτως πραγματικά και ιστορικά ώστε να θαυμάζει κανείς για την απλότητα και σοβαρότητα των διηγήσεων – οι διηγήσεις περί του πάθους Του είναι απολύτως ρεαλιστικές (όχι φανταστικές και μυθικές ιστορίες όπως στα απόκρυφα Ευαγγέλια) και δεν κάνουν οι ευαγγελιστές καμία αρνητική κριτική για τους διώκτες του Χριστού, τον Ιούδα, τους αρχιερείς και τους Ρωμαίους (αν και γράφτηκαν από χριστιανούς μάρτυρες των γεγονότων), πράγμα που πιστοποιεί την υπευθυνότητα των ευαγγελιστών – άλλωστε δεν διστάζουν τα ευαγγέλια να καταγράψουν την ολιγοπιστία και την δειλία των μαθητών, ή ότι ένας λ.χ. κορυφαίος απόστολος όπως ο απ. Πέτρος τον αρνήθηκε τρεις φορές. Μάλιστα ο για τρία χρόνια μαζί του ευρισκόμενος και μαθητευόμενος Ιούδας τον πρόδωσε στους αρχιερείς και τους Ρωμαίους, σημαντικότατο παράπτωμα που δεν αποκρύπτουν οι ευαγγελιστές.
Τέλος, διαθέτουμε σήμερα πάνω από 24.000 τμήματα αντιγράφων της ελληνικής Αγίας Γραφής (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης), που απέχουν ελάχιστα χρόνια από τα πρωτότυπα και που διαφέρουν μεταξύ τους μόνο σε ορισμένες λεπτομέρειες. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό εξηγούμε πως ο αριθμός των καλυτέρων αντιγράφων κειμένων των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων κυμαίνεται από 3-5 (Κάτουλλος – Αριστοτέλης) έως και 100 το πολύ αντίγραφα (Σοφοκλής), με εξαίρεση την Ομηρική Ιλιάδα που ανέρχεται σε 643 σωζόμενα χειρόγραφα. Ακόμη, το χειρόγραφο π.χ. John Ryland, που περιέχει τμήμα του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, χρονολογείται περί το 130 μ.Χ., δηλαδή 30 μόλις χρόνια περίπου μετά την συγγραφή του τελευταίου ευαγγελίου! Δηλαδή τα Βιβλικά κείμενα είναι τα αρχαιότερα και πολυπληθέστερα διασωθέντα χειρόγραφα, σε αντίθεση με όλα τα άλλα διασωθέντα των Ελλήνων και Ρωμαίων αρχαίων συγγραφέων (Πλάτωνα, Θουκιδίδη, Σοφοκλή, Αριστοτέλη, Ιουλίου Καίσαρα κ.α.), που απέχουν από την χρονολογία πρωτότυπης συγγραφής τους από 1.000 (Ιούλιος Καίσαρας) έως και 1.600 περίπου χρόνια (Κάτουλλος). Για παράδειγμα, έργα του Ομήρου δεν έχουμε πριν τον 13ο αι. μ.Χ., τα αρχαιότερα διασωθέντα κείμενα του Πλάτωνα χρονολογούνται τον 9ο αι. μ.Χ., του Θουκιδίδη η Ιστορία και του Ηροδότου σώζονται σε χειρόγραφα του 10ου αι. μ.Χ., κ.ο.κ.
Γιατί τότε πολλοί δεν πιστεύουν στη Θεανδρικότητα του Χριστού και στην Ανάστασή Του; Διότι ο Χριστός ήταν, είναι και θα είναι μυστήριο λειτουργικό: δεν συλλαμβάνεται ορθολογιστικά, αλλά αποκαλύπτεται εσωτερικά, εκκλησιαστικά, μυστηριακά και δια του Αγίου Πνεύματος. Ο ίδιος αποκαλύπτει το μυστήριο της ‘νέας γέννησης’ στον άρχοντα Νικόδημο, της αναγέννησης δηλαδή του πιστού δια της Θείας Χάριτος. Αυτό φάνηκε και στον δρόμο προς Εμμαούς, όπου οι πορευόμενοι μ’ Αυτόν μαθητές δεν τον αναγνώρισαν παρά μόνο όταν τέλεσε την Θεία Κοινωνία μπροστά τους. Αλλά και στον δύσπιστο Θωμά, και μέσω αυτού σε μας, προφητεύει ότι ευτυχισμένοι θα είναι όσοι δεν τον βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια, αλλά εμπειρικά τον ζουν με τα μάτια της αγιοπνευματικής ζωής.
Οι προϋποθέσεις για αυτήν την συνάντηση με τον Χριστό είναι μια ζωή ταπείνωσης, αγάπης, καθαρής καρδιάς και συμμετοχής στα εκκλησιαστικά μυστήρια. Το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως του Θεανθρώπου είναι μυστήριο σωτηρίας, από τώρα και για την αιωνιότητα. Δεν πρέπει λοιπόν να το προσεγγίζουμε μόνο συναισθηματικά και ιστορικά, αλλά ασκητικά και μυστηριακά. Θα πρέπει να συμμετέχουμε, ζώντες εν μετανοία, στις εντολές του Χριστού και κοινωνώντας μετά από εξομολόγηση το θεωμένο και ζωηφόρο σώμα και αίμα του Χριστού στην θεία Ευχαριστία. Ο σταυρός είναι ο άξονας ζωής για όλες τις δραστηριότητές μας και όλες τις σκέψεις μας. Οφείλουμε να ζούμε θυσιαστικά προς τους άλλους, αρνούμενοι τον εγωισμό μας, όπως ο Κύριος που είναι το σφαγμένο για χάρη μας αρνίο. Μόνο τότε θα αναστηθεί ο Χριστός στην καρδιά μας και θα γνωρίσουμε την δόξα Του. Δηλαδή πρέπει να θάψουμε τη μιζέρια μας, την κακόγλωσση συμπεριφορά μας, τις ζήλειες μας, τις αρνητικές φαντασιώσεις μας, την αδικία μας, το μίσος και γενικά τα πάθη μας.
Όλα αυτά να τα μεταμορφώσουμε σε ανιδιοτελή προσφορά προς τον συνάνθρωπό μας, ενώ παράλληλα, πνευματικά, θα επικοινωνούμε δια της προσευχής προς τον μόνο μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, τον Κύριο Ιησού, που καταδέχθηκε τα πάθη δια την ημών σωτηρία, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Το έκανε από την άπειρη αγάπη του προς εμάς. Έτσι και εμείς να πράττουμε, για να βαδίζουμε προς τον αγιασμό μας και τη θέωσή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου