Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ


Στην Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία η απεικόνιση της Ανάστασης του Χριστού ονομάζεται «Η εις Άδου Κάθοδος», δηλαδή η κάθοδος του στη χώρα των νεκρών που είναι γνωστή ως «Άδης». Έτσι ο Χριστός, που βρίσκεται κάτω στον Άδη, κατέχει στην εικόνα την κεντρική θέση. Είναι περιβεβλημένος από ένα φωτεινό κύκλο, κατά κανόνα ωοειδή – γιατί υπάρχουν και απεικονίσεις του σε κύκλο 360ο – που συμβολίζει την θεϊκή του δόξα. Κάτω από τα πόδια του ανοίγεται ένα σκοτεινό σπήλαιο, που συμβολίζει τον Άδη. Ο Χριστός πατάει σταθερά σε δύο πεσμένα και σπασμένα θυρόφυλλα, που συνήθως εικονίζονται σε σχήμα Χ και τα οποία ιστορούνται ως οι πύλες του βασιλείου του Άδη. Γύρω – γύρω από τα θυρόφυλλα, βρίσκονται ατάκτως ερριμμένα κλειδιά, σύρτες και μοχλοί. Όλα αυτά συμβολίζουν την παντελή συντριβή και άλωση από τον Χριστό του βασιλείου των νεκρών (Άδη)...
Στον ίδιο σκοτεινό χώρο κάτω από τα πόδια του Χριστού απεικονίζεται μία μορφή κατά κανόνα σκουρόχρωμη με γένεια, η οποία έχει αλυσίδες σε χέρια και σε πόδια ή είναι δεμένη πισθάγκονα. Συμβολίζει τον θάνατο που κατατροπώθηκε από το Χριστό. Πολλές φορές αντί της μιας μορφής (θάνατος) ιστορείται από τους αγιογράφους και μία ακόμη παρόμοια μορφή που σημαίνει τον Σατανά η δύναμη του οποίου σμικρύνθηκε και συντρίφτηκε με τον ερχομό του Χριστού και την ένδοξη Ανάστασή του: «Επειδή λοιπόν τα παιδιά έχουν αίμα και σάρκα, δια τούτο και αυτός (Χριστός), κατά παρόμοιο τρόπο, έγινε μέτοχος των ιδίων, δια να καταργήσει δια του θανάτου εκείνον που έχει την δύναμη του θανάτου, δηλαδή τον διάβολον, και να ελευθερώσει εκείνους που, από τον φόβο του θανάτου, ήσαν υποδουλωμένοι καθ’ όλη την ζωή τους» Εβραίους 2:14. Κάποιοι μάλιστα αγιογράφοι, παριστάνουν έναν άγγελο να αλυσοδένει τον Διάβολο. Ο Χριστός τραβάει με τα δυο του χέρια και σηκώνει με δύναμη ένα γονατισμένο άντρα και μία γυναίκα, που βγαίνουν μέσα από δύο πέτρινες λάρνακες, στο βλέμμα των οποίων διακρίνεται η ικεσία προς τον Χριστό. Αυτοί είναι οι προπάτορές μας και οι πρώτοι που αθέτησαν την εντολή του Θεού, ο Αδάμ και η Εύα. Σε κάποιες εικόνες απεικονίζεται ο Χριστός να σηκώνει τον Αδάμ, ενώ η Εύα, η οποία φορά πάντα κόκκινο ένδυμα, έχει ήδη εγερθεί. Η έγερση του Αδάμ και της Εύας συμβολίζει την κοινή ανάσταση όλου του ανθρώπινου γένους, του οποίου είναι οι προπάτορες.
Κάποιες φορές στο ένα χέρι του Χριστού και άλλες φορές πίσω του εικονίζεται ο Σταυρός, το σωτηριώδες σύμβολο της νίκης κατά της φθοράς και του θανάτου. Δεξιά και αριστερά από τον Χριστό βρίσκονται πλήθος ανθρώπων που χωρίζονται σε δύο ομάδες. Στην μία από αυτές τις ομάδες διακρίνονται γνωστά πρόσωπα όπως ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, βασιλείς και Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης – Δαβίδ, Σολομών, Ησαΐας, Ιερεμίας κ. ά. – και στην άλλη οι δίκαιοι άνθρωποι που έζησαν και έδρασαν από την εποχή των προπατόρων μέχρι τον ερχομό του Χριστού. Όλα αυτά απεικονίζονται, σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, κατά την οποία όταν ο Χριστός ως νεκρός παρέμεινε στην χώρα του Άδη, κήρυξε το χαρμόσυνο μήνυμά του Ευαγγελίου και στους νεκρούς οι οποίοι δεν το είχαν ακούσει, «εν πνεύματι πορευθείς, εκήρυξε και εις τα εν φυλακή πνεύματα, τα οποία άλλοτε είχαν απειθήσει» 1 Πέτρου 3:19. Όσοι από αυτούς το αποδέχτηκαν σώθηκαν, «Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίον κηρύχθηκε το ευαγγέλιο και στους νεκρούς, ώστε, ενώ κρίθηκαν σαν άνθρωποι ως προς την σάρκα, να ζουν κατά Θεό ως προς το πνεύμα» 1 Πέτρου 4:6, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τους ζωντανούς.
Το φόντο της εικόνας καλύπτεται με φωτεινά χρώματα ή χρυσό για να δείξει την λαμπρότητα και την θριαμβευτικότητα του γεγονότος. Γιατί το κύριο νόημα που βγαίνει από την εικόνα είναι οι συνέπειες που έχει η Ανάσταση του Χριστού για τη ζωή των ανθρώπων. Ότι δηλαδή ο μεγαλύτερος εχθρός των ανθρώπων, ο θάνατος, νικήθηκε από τον Χριστό. Από τότε χαρίστηκε στους ανθρώπους η αληθινή ζωή κοντά του. Ο Άδης δεν ιστορείται πλέον ως φοβερός τόπος, αφού δεσπόζει το φως και η χαρά της Αναστάσεως: «Χαράς πεπλήρωται και φωτός ο Άδης». Όλα αυτά συμπυκνώνονται και στο αναστάσιμο τροπάριο, που είναι ο θριαμβευτικός παιάνας της γιορτής του Πάσχα και βρίσκεται στα χείλη των απανταχού Ορθοδόξων σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης: «Χριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος»  ήτοι «Ο Χριστός αναστήθηκε το θάνατο νικώντας με το θάνατό του και σε όλους τους νεκρούς τη ζωή χαρίζοντας».
Στη Δυτική Καθολική Εκκλησία η εικόνα της Ανάστασης του Χριστού αποδίδεται διαφορετικά. Είναι αυτή η εικόνα που μας είναι πολύ γνωστή και οικεία, γνωστότερη μπορούμε να πούμε και από την Ορθόδοξη απόδοσή της, αφού κοσμεί πολλούς ναούς μας και οι περισσότεροι από εμάς την έχουμε και στο εικονοστάσι του σπιτιού μας. Σ’ αυτή εικονίζονται ένας λαμπρός άγγελος με κατάλευκα ενδύματα που αστράφτουν, να κυλάει το λίθο που σφράγιζε τον τάφο του Ιησού και που αποτελούσε την απορία των Μυροφόρων πως θα μπορέσουν να τον αποκυλίσουν, και οι φρουροί που φύλαγαν τον τάφο να είναι πεσμένοι στο έδαφος, ατενίζοντας έντρομοι μα συνάμα και με θαυμασμό τον Χριστό που βγαίνει αιωρούμενος στον αέρα από τον τάφο, κρατώντας ένα λάβαρο (σημαία) με το σχήμα του Σταυρού. Στις σύγχρονες εικόνες της Δυτικής αγιογραφίας ο Χριστός εξερχόμενος από το μνημείο κρατάει στο χέρι του τη σημαία του Βατικανού. Ένα πρόβλημα που προκύπτει από την εικόνα της Ανάστασης του Χριστού της Δυτικής Εκκλησίας, είναι, πως εδώ εικονίζεται ο Χριστός τη στιγμή που ανασταίνεται, καθώς και άνθρωποι που τον βλέπουν. Όμως όπως μας βεβαιώνουν οι Ευαγγελιστές στις διηγήσεις τους, κανένα ανθρώπινο μάτι δεν είδε πότε και πως αναστήθηκε ο Κύριος. Η εικόνα αυτού του τύπου τονίζει μόνο το θρίαμβο του Χριστού και όχι τις σωτήριες συνέπειες που έχει η Ανάστασή του για τους ανθρώπους.
Η τέχνη λοιπόν της αγιογραφίας στην Ανατολή και τη Δύση ιστορεί διαφορετικά τα πρόσωπα και τα γεγονότα που απεικονίζει, γιατί η προσέγγισή τους ξεκινά από διαφορετικές προϋποθέσεις. Ποιες είναι αυτές; Μας τις λέει ωραιότατα ο Ν. Πουρνάρας στο βιβλίο του «30 υπο – δείγματα Διδασκαλίας θεολογικών μαθημάτων Γυμνασίου – Λυκείου» σσ. 138 – 140: «Η βυζαντινή ζωγραφική εκπνευματώνει τις μορφές και τα σώματα και αποσκοπεί να κάνει τους πιστούς μετόχους στην αφθαρσία και την αθανασία, για να φθάσει ο άνθρωπος να γίνει όμοιος με τον άφθαρτο Θεό. Βιώνοντας τις εικόνες μετέχουμε στην αϊδιότητα, την αιωνιότητα. Κι εκείνος που μετέχει στην αϊδιότητα αγαπάει να εξομοιώνεται με τον άφθαρτο Θεό. “Το δε αϊδιότητος μετειληφός εξομοιούσθαι φιλεί τω αφθάρτω” (Κλήμης Αλεξανδρεύς). Η δυτική τέχνη είναι τέχνη φυσιοκρατική. Δηλαδή παριστάνει την ξεπεσμένη φύση του ανθρώπου. Δεν είναι Ευαγγέλιο σ’ άλλη γλώσσα· και γι’ αυτό δεν μας μεταφέρει στην αϊδιότητα, στη σωτηρία.
Στην εικόνα της Αγίας Τριάδος των δυτικών παριστάνεται το Άγιο Πνεύμα ως περιστέρι. Καταστρέφεται το ομοούσιο. Με την παράσταση του γέρου πατέρα και του νέου υιού τι καταστρέφεται; (Το άχρονο, το αμετάβλητο). Στη βυζαντινή εικόνα της Αγίας Τριάδος – ξέρετε ποια είναι; (Η φιλοξενία του Αβραάμ) – διασώζεται και το ομοούσιο και το άχρονο …»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Σχολικό εγχειρίδιο Θρησκευτικών Β΄ Γυμνασίου 2001

2. Περιοδικό «Σύναξη», τεύχος 30

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου