Πάντως, η χρήση της λέξεως λύτρον "παρέσχον το έδαφος προς γένεσιν του προβλήματος της απολυτρώσεως του ανθρώπου διά του αίματος του Χριστού πληρωθέντος ως λύτρου"[8].
Κατά τη δυτική σχολαστική θεώρηση, αντίλυτρο θεωρείται το αντίτιμο που πλήρωσε ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό, ώστε να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από το θάνατο. Άποψη που αντιτίθεται στην ορθόδοξη παράδοση.
Προς την κατεύθυνση αυτή, μάλιστα, διατυπώθηκαν δύο θεωρίες, ότι δηλ. το αίμα του Χριστού πληρώθηκε ως λύτρο: "α) εις τον Σατανάν...και β) εις τον θεόν"[9]. Αν και είναι γεγονός πως σε χωρία της Κ.Δ. συναντάμε την ιδέα της εξαγοράς του ανθρώπου διά του αίματος του Χριστού, εντούτοις, από τη στιγμή που η Γραφή δεν αναφέρει σαφώς προς ποιον πληρώθηκε η τιμή αυτή δεν είναι δυνατόν να δεχτούμε την πρώτη εκδοχή "διότι...διά του θανάτου του Χριστού ο Σατανάς και οι υπ' αυτόν αρχαί και εξουσίαι κατετροπώθησαν ανεπανορθώτως και η ισχύς αυτών εντελώς κατηργήθη (Κολοσ. β' 15, Εβρ. β' 14)"[10]. Αλλά ούτε και η δεύτερη εκδοχή μπορεί να τύχη αποδοχής διότι αν απολύτρωση σημαίνει απελευθέρωση "από της αιχμαλωσίας ή της δουλείας επί καταβολή λύτρων", τότε δεν είναι δυνατόν τα λύτρα να "επληρώθησαν εις τον Θεόν...διότι ο κατέχων εν δουλεία ή αιχμαλωσία τον άνθρωπον...ήτο...ο Σατανάς".[11].
Η αλλοίωση του νοήματος από τη Δύση και η πατερική ερμηνεία
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, ως λύτρο για την εξαγορά του κράτους του θανάτου, αποκαλείται η αυτοπροσφορά της ζωής του Ιησού Χριστού κατά τη σταυρική του θυσία[12]. Η εκκλησία μέσω αυτής τη εικόνας θέλει να καταδείξει το θυσιαστικό έρωτα του Θεού για τον άνθρωπο, την παλινόρθωση του κτιστού στη ζωοποιό σχέση με το άκτιστο, την παραίτηση της υπαρκτικής αυτονομίας της ατομικότητας και την άντληση ζωής από την αγαπητική κοινωνία.Στη Δύση όμως οι εικόνες αυτές λειτουργούν μάλλον υποταγμένες στη νοοτροπία των σχέσεων δοσοληψίας, ατομικής αποκατάστασης και υποκειμενικής κατοχύρωσης[13]. Έτσι η Δύση ήδη από τον Τερτυλλιανό, αλλά και τους Αυγουστίνο και τον Θωμά Ακινάτη, τους μεγάλους διαμορφωτές των νομικών-δικανικών αντιλήψεων, διαμόρφωσαν μία νομικίστικη ερμηνεία των εικόνων αυτών, μιλώντας για λύτρο το οποίο δόθηκε για να εξαγοραστεί η προσβεβλημένη δικαιοσύνη του Θεού. Το λύτρο αυτό μάλιστα, απαιτήθηκε να είναι άπειρο εξ αιτίας της απειρότητος του μεγαλείου του Θεού, με αποτέλεσμα ο μόνος που μπορούσε να το αίρει, να είναι ο θεάνθρωπος Χριστός. Έτσι ο Χριστός τιμωρήθηκε για να ικανοποιηθεί ο Θεός και συνάμα να εξιλεωθεί η ανθρωπότητα. Κατά τον Καλβίνο δε, έπρεπε να εξιλεωθεί η ίδια η οργή του Θεού[14].
Οι αλλοιώσεις που επήλθαν τελικά από τη θεωρία αυτή υπήρξαν πολλές και ποικίλες. Η θεωρία αρχικώς αλλοιώνει την αλήθεια του Θεού υποτάσσοντας την ελευθερία της αγάπης του, στην άτεγκτη αναγκαιότητα μίας εγωκεντρικής θηριώδους δικαιοσύνης που απαιτεί σαδιστικά ικανοποίηση[15]. Ο Θεός της εκκλησίας, από πατέρας και εραστής του ανθρώπου, μεταβάλλεται σε αμείλικτο δικαστή και απειλητικό τιμωρό που η δικαιοσύνη του ευφραίνεται όταν βλέπει τους αμαρτωλούς να βασανίζονται. Έτσι αλλοιώνεται το εκκλησιαστικό νόημα της αμαρτίας, ως αστοχίας και αποτυχίας του ανθρώπου, την εκδέχεται ως νομική παράβαση και αξιόποινη παρεκτροπή, πρόξενο εγωκεντρικής δικαίωσης και ενοχής. Σκοπός τελικά γίνεται οι ψυχικοί μηχανισμοί του ανθρώπου να προκαλέσουν ενοχή προκειμένου να κατορθώσουν μέσα από μία αντικειμενική και αδιαμφισβήτητη εξαγορά, την εγωκεντρική ικανοποίηση της ατομικής δικαίωσης[16]. Το σύμπτωμα κατά τον Χ. Γιανναρά, «ενοχή-εξαγορά-δικαίωση», είναι το σύμπτωμα της φυσικής θρησκείας, το αίτημα της ατομοκεντρικής εκδοχής της ύπαρξης, που ζητά να νικήσει το θάνατο με δικά του αξιόμισθα κατορθώματα, από την ανταλλακτική αξία κάποιου υπερβατικού αντιλύτρου. Μεταβάλλει την εκκλησία τελικά σε ηθικιστική θρησκεία, υπηρετική της ατομικής κατοχύρωσης του ανθρώπου.
Η σταυρική θυσία για την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ήταν όμως για να θυμίζει το πάθος του θεανθρώπου ως αντίτιμο που καταβλήθηκε στην οργισμένη δικαιοσύνη του Θεού, αλλά την εκούσια αυτοπαραίτηση από την ατομική αυτοτέλεια στο θέλημα του Πατρός. Είναι η θυσία που στοχεύει στη νέκρωση των ατομικών βεβαιοτήτων της θωρακίσεως του εγώ, την στροφή στη έσχατη ταπείνωση του ανθρώπου και της αδυναμίας ατομικής απολυτρώσεως, προκειμένου να λειτουργήσουν ως υπέρβαση του εγώ στη σχέση με το Θεό και το εκκλησιαστικό σώμα. Η θυσία αυτή δεν αποβαίνει σημείο ηθικοδιδακτικής αναφοράς απλώς, αλλά συσχηματισμό με τον τρόπο ύπαρξης του Χριστού, τη συνύπαρξη του κτιστού με το άκτιστο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου