Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Ἀπολυτίκια


Ἦχος πλ. α´.

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ζωὴν χαρισάμενος.

Χριστὸς ἀνεστήθη ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἀφοῦ ἐνίκησε καὶ κατήργησε τὸ θάνατο μὲ τὸ δικό του θάνατο ἐπάνω στὸ Σταυρὸ κι ἔτσι ἐχάρισε σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἦσαν θαμμένοι στὰ μνήματα τὴν αἰώνιο ζωή.
Χαρὰ ἀνέκφραστη καὶ θρίαμβος πρωτοφανὴς ἐπικρατεῖ σήμερα στὶς στις τάξεις τῶν στρατευομένων καὶ θριαμβευόντων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἠχοῦν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες τῶν ἱερῶν ναῶν καὶ ὁ ἦχος τους φθάνει στοὺς μακρυνοῦς ὁρίζοντες σὰν συμβολικὸς ἀντίλαλος τῆς μουσικῆς συνθέσεως, ποὺ ἐκτελοῦν σὲ ρυθμὸ πανηγυρικὸ οἱ ψυχὲς τῶν χριστιανῶν. Μυριόστομος ἐπαναλαμβάνεται ὁ ἐπικολυρικὸς ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐκφράζει καὶ νίκη καὶ σωτηρία. Καὶ μαζὺ μὲ τὶς ἱερὲς ψαλμωδίες ὑψοῦνται μὲ φλόγα σταθερὴ οἱ πασχαλινὲς λαμπάδες τῶν χριστιανῶν, σὰν ἄλλος συμβολισμὸς τοῦ φωτὸς ποὺ καίει στὶς καρδιές τους μετὰ τὴν ἀνατολὴ τοῦ Αἰωνίου Φωτὸς ἀπὸ τὸν κενὸ τάφο.
Ρήματα, οὐρανόπεμπτου ἀγγέλου ἀκοῦνε αἱ Μυροφόροι καὶ ἀποροῦν. «Ἡγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν» (Μαρκ. ιστ´, 6). Αὐτῶν τῶν λόγων εἶναι ποιητικὴ διατύπωσι καὶ μελωδικὴ ἔκφρασι ὁ ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν...». Χριστὸς ἀνέστη, λοιπόν. Ἡ μεγαλύτερη, ἡ ἱερώτερη, ἡ λαμπρότερη καὶ ἡ ἐνδοξότερη ψαλμικὴ ἔκφραση τοῦ θριάμβου τῆς πίστεώς μας. Ἀνέστη ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς καὶ Διδάσκαλος. Τὰ φρικτὰ πάθη καὶ ἡ τριήμερη ταφή του παραμερίσθηκαν πρὸς στιγμὴ καὶ ἡ ἔνδοξη Ἀνάστασί του καθίσταται τὸ κέντρον ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Τὸ βαρὺ σύννεφο ποὺ εἶχε σκεπάσει τὴν καρδιὰ τῶν μαθητῶν διαλύεται, καὶ προβάλλει ἐλπιδοφόρος καὶ δυνατὴ ἡ Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ θερμάνη τὶς καρδιές τους, νὰ ἀναζωογονήση τὴν πίστι τους καὶ νὰ τοὺς δώσῃ νέα ζωή.
δοὺ ὅτι ἡ νέα αὐτὴ ζωὴ μεταδίδεται σ᾿ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Ἡ Ἀνάστασι εἶναι ἡ ἀπαρχὴ τῆς νέας ζωῆς. «Ζωὴν αἰώνιον ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός, καὶ αὕτη ἡ ζωὴ ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ ἔστιν». Ὁ ἔχων τὸν υἱὸν ἔχει τὴν ζωήν». (Α´ Ἰω. ε´,11). Δὲν μᾶς ἐχάρισε μόνον τὴν πρόσκαιρη ζωὴ τῆς γῆς ὁ Θεός. Μᾶς ἐχάρισε τὰ μέσα γιὰ νὰ ζήσωμε αἰώνια εὐτυχεῖς καὶ μακάριοι. Ἡ μακαρία καὶ ἀτελεύτητη ζωὴ ὑπάρχει στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Οἱ ἑνωμένοι μὲ τὸν Κύριο χριστιανοί, αὐτοὶ ποὺ ἐξαγιάζονται μὲ τὴ Χάρι τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοὶ ζοῦν τὴν Ἀνάστασι, καὶ ἔχουν γνωρίσει τὸ νόημα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Μᾶς τὸ εἶπεν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος «Ἐγὼ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. ια´, 25). Ἡ Ἀνάστασι εἶναι ἡ ἀφετηρία καὶ τὸ τέρμα, ἡ ἀρχὴ καὶ ὁ σκοπός, ἡ οὐσία καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς.
Σαλπίζουν χαρμόσυνα οἱ ἀγγελικὲς σάλπιγγες τοῦ οὐρανοῦ καὶ μεταδίδουν τὸ μήνυμα γιὰ ν᾿ ἀνοίξουν οἱ πύλες τοῦ Παραδείσου. Ἐγκαίνια νέα καὶ οὐράνιοι πανηγυρισμοί. Δονοῦνται τὰ δώματα στὰ οὐράνια ἀνάκτορα. Ἐναλλασσόμενες οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων ὑπηρετοῦν τὸν Νικητὴ Παντοκράτορα καὶ κατὰ τὶς ἐντολές του στολίζουν τὰ βασίλεια τῆς Ἐκκλησίας πάνω στὸ θρίαμβό της. Θεάματα καὶ ἀκροάματα καὶ σκιρτήματα γεύονται οἱ πρῶτοι εὐτυχεῖς κληρονόμοι, ποὺ οἱ γήϊνοι ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ φαντασθοῦν. Ἐκεῖ καταυγάζει τὰ πάντα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Παντοῦ φῶς καὶ χαρά, ζωὴ καὶ θρίαμβος, εὐτυχία καὶ πνευματικὴ εὐφροσύνη.
Τέτοια ἡ χαρὰ τοῦ Οὐρανοῦ. Καὶ κάτω ἐκεῖ στὰ τάρταρα, τσακισμένος καὶ ντροπιασμένος ὁ ᾍδης βοᾷ καὶ στενάζει. Ἔχασε τὸ προνόμιο τῆς κυριαρχίας του στίς ψυχές. «Ὁ ᾍδης ἐπικράνθη», κηρύσσει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἐπικράνθη, γιατί «κατηργήθη καὶ ἐνεπαίχθη καὶ ἐνεκρώθη καὶ ἐδεσμεύθη». Δὲν εἶχε τὴν δύναμι νὰ κρατήση τὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου. Συνετρίβησαν τὰ δεσμά του, ἔπεσε κάτω ἐκεῖνος, καὶ ὁ Χριστὸς ἀνῆλθε ἀναληφθεὶς ἔπειτα, στοὺς κόλπους τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ὅπου ὑπῆρχε πρὸ χρόνων αἰωνίων.
θεμέλιος λίθος τῆς πίστεώς μας, τὸ κέντρο τῆς χριστιανικῆς λατρείας εἶναι ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀναστάσιμος ὕμνος εἶναι τὸ τραγούδι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ κηρύγματός τους, ἡ αἰτία τοῦ διωγμοῦ καὶ τοῦ μαρτυρίου τους. Ὁ Χριστός, ὁ ἀναστημένος Χριστός, εἶναι ἡ μεγάλη καὶ λυτρωτικὴ πραγματικότης. Παρουσιαζόταν σαράντα ἡμέρες στοὺς μαθητὰς Του καὶ μέχρι σήμερον «παρέστησεν ἑαυτὸν ζώντα... ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις» (Πράξ. α´, 13). Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας μέσα στοὺς τόσους αἰῶνας ἐξηγεῖται μὲ τὸν κενὸ τάφο καὶ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ.
Συλλογισμοὺς θεόπνευστους παρέδωσε στὴν Ἐκκλησία ὁ θεῖος Ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου. Ἀπαριθμεῖ τὶς ἐμφανίσεις του, ἐρωτᾶ καὶ ἀπαντᾶ, γιὰ νὰ καταλήξη στὴ σκέψι «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν». Ἀλλ᾿ ἀμέσως βεβαιώνει μὲ ἀπόλυτη πίστι· «Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» (Α´ Κορ. ιε´ 15,20). Καὶ δὲν εἶναι ἡ πίστι αὐτή, ἡ ὁμολογία ἑνὸς μεγάλου σοφοῦ μαθητοῦ. Εἶναι ἡ προσωπική του ἐμπειρία ἀπὸ τὸ ἐξαίσιο ὅραμα τῆς Δαμασκοῦ, ποὺ τὸν μετέφερε ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ἀρνήσεως στὸν δρόμο τῆς παγκοσμίου ἱεραποστολῆς.
ποδείξεις γιὰ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασι ἔχομε πολλές. Ἀλλὰ δὲν στηριζόμαστε στὶς ἀποδείξεις μόνον. Βεβαιωνόμαστε ἀπὸ τὴν πίστι. Διεκδικοῦμε τὴν μακαριότητα ποὺ ὑπεσχέθη ὁ Κύριος, ὅταν εἶπε στὸ Θωμᾶ «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Καὶ αἰσθανόμαστε βαθύτατα σὰν τὴν πιὸ τρανὴ ἀπόδειξι, τὴν προσωπική μας ἀνάστασι, τὴν ἀνακαίνισι τῆς ψυχῆς καὶ τὴν προσδοκία τῆς σωτηρίας. Ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας ἀνανεώνουν τὴν παρουσίαν τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ὁποία εἶναι τὸ ἀδιάκοπο θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται καθημερινῶς μέσα στὴν Ἐκκλησία τῶν πιστῶν.

Νίκη τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀδικίας, τῆς ἀληθείας κατὰ τοῦ ψεύδους, θεωροῦμε τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ τελεία δικαιοσύνη καὶ ἡ πλήρης ἀλήθεια ἦλθε στὸν κόσμο, στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ. Ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας δὲν μπόρεσε νὰ τὸν δεχθῆ καὶ τὸν παρέδωσε στὸ σταυρικὸ θάνατο. Ἐσταυρώθη ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἀλήθεια. Ὅταν ἀνοίγη ὁ Τάφος καὶ ὁ ἀναστημένος Κύριος γίνεται ὁ Νικητής, τότε θριαμβεύει ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἀλήθεια.
πειδὴ πιστεύομε στὴν Ἀνάστασι ἔχομε τὴν βεβαιότητα, ὅτι ὁ καθημερινὸς ἀγὼν τῆς ζωῆς τῶν χριστιανῶν δὲν εἶναι χίμαιρα καὶ οὐτοπία. Ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ λύτρωσι εἶναι τὸ τρίπτυχο τοῦ περιεχομένου τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Ἡ ἀλήθεια, τελεία καὶ ὡλοκληρωμένη, εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ μήνυμα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου του. Ἡ δὲ λύτρωσι εἶναι ἡ εὐεργετικὴ πραγματικότης τῆς αἰωνιότητος, ἡ ὁποία ἀπέρρευσε ἀπὸ τὴν θυσία τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασί του.
Σημεῖον ἀπαισιόδοξο γιὰ τὴν πορεία τῆς συγχρόνου ἀνθρωπότητος εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ μηνύματος τῆς Ἀναστάσεως ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Μία τέτοια ἀνθρωπότης παρουσιάζει τὴν εἰκόνα, περὶ τῆς ὁποίας ὁμιλεῖ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψι· «οἰδά σου τὰ ἔργα, ὅτι ὄνομα ἔχεις, ὅτι ζῇς καὶ νεκρὸς εἰ» (Ἀποκ. γ´, 1). Οἱ κακίες, οἱ ἐριθεῖες, οἱ φθόνοι, τὰ ψεύδη, τὰ μίση, οἱ πόλεμοι φονεύουν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Περισσότερον ἀπὸ ἄλλοτε οἱ χριστιανοὶ καλοῦνται νὰ συνεργήσουν νὰ περιλάμψη στὸν κόσμο τὸ ἄπλετο καὶ ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως.
Τιμὴ καὶ δόξα, καύχησι καὶ ἐλπίδα εἶναι γιὰ τὸν ἀγωνιζόμενο πιστὸ ὁ Ἀναστὰς Κύριος. Ἐδῶ ἐλπίζει νὰ ἁπαλύνει τὴν τραχύτητα καὶ τὴν δοκιμασία τῆς ζωῆς. Ἐδῶ προσβλέπει γιὰ νὰ ἐνισχυθῆ. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐζήτει «τοῦ γνῶναι αὐτὸν καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καὶ τὴν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ, εἰ πῶς καταντήσῃ εἰς τὴν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν» (Φιλ. γ´, 10-11). Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο βραβεῖο τῶν χριστιανῶν· πεθαίνουν κάθε ἡμέρα ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν τὴν προσωπική τους ἀνάστασι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
λιος ἀνοιξιάτικος καὶ ὀρθρινὸς ἀνατέλλει τὴν εὐφρόσυνη τούτη πασχαλινὴ ἡμέρα. Ἡ ὡραιότερη τῶν ἐποχῶν συμπίπτει μὲ τὸ ἱερώτερο τῆς πίστεως πανηγύρι. Ἡ ψυχή μας ἂς ψάλη εὐφρόσυνα τὸν ἀναστάσιμο ὕμνο. Κυττάξτε πέρα μακρυά, ἐκεῖ ὅπου κάποτε ἐσείσθη ἕνας τάφος. Ἄστραψεν ἐκεῖ ὁ οὐρανὸς καὶ τὸ ἀνέσπερο φῶς ἀνέτειλε ἀπὸ τὸ κενὸ μνημεῖο. Ὁ αἰώνιος ἥλιος τοῦ φωτός, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς δικαιοσύνης ἐμεσουρανοῦσε περίλαμπρος στὴν Αἰώνιο Βασιλεία του. Βασιλεύει καὶ τώρα καὶ στοὺς αἰῶνας ὁ Βασιλεύς. Καὶ περιμένει τοὺς ὑπηκόους του, ποὺ ἐκίνησαν μιὰ ἡμέρα ἀπὸ τὴν ἱερὰ τῆς Ἐκκλησίας κολυμβήθρα, γιὰ νὰ φθάσουν στὰ ποθητὰ Βασίλεια καὶ νὰ ἀναμέλψουν καὶ πάλιν τὸν χαρμόσυνο ὕμνο «Χριστὸς ἀνέστη».

Ἦχος βαρύς.

σφραγισμένου τοῦ μνήματος,
ἡ Ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας,
Χριστὲ ὁ Θεός·
καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων,
τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης
ἡ πάντων Ἀνάστασις,
Πνεῦμα εὐθές,
δι᾿ αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν,
κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

νῷ τὸ μνῆμα σου εἶχε σφραγισθῆ μὲ μιὰ πελώρια πέτρα καὶ ἐφυλάσσετο ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, σὺ ὁ ὁποῖος εἶσαι ἡ αἰώνιος ζωή, βγῆκες ἀπὸ τὸν τάφο καὶ μᾶς ἔφερες τὴ νέα ζωὴ Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μας· καὶ ἐνῶ οἱ πόρτες τοῦ σπιτιοῦ ὅπου εἶχαν συγκεντρωθῆ οἱ μαθηταί σου, ἦσαν κλειστές, ἐνεφανίσθης μπροστὰ στὰ μάτια τους, σὺ ὁ ὁποῖος εἶσαι ἡ ἀνάστασι ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους· καὶ συγχρόνως μὲ αὐτὴ τὴν ἀναστάσιμη παρουσία σου καὶ διὰ μέσου τῶν μαθητῶν καὶ ἀποστόλων σου ἐνεκαινίασες μέσα στὶς ψυχές μας τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ τὸ φῶς, γιὰ νὰ φωτισθοῦμε καὶ νὰ λυτρωθοῦμε· καὶ τοῦτο τὸ ἔκαμες πρὸς χάριν μας σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεός σου ποὺ εἶναι τόσο μεγάλο καὶ ἀνεξάντλητο.
πέτρα ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ ἐκύλισε εὔκολα, ἀγαπητὲ ἀναγνώστα, καὶ Ἐκεῖνος ἀνεστήθη γιὰ νὰ μᾶς χαρίση τὸν Παράδεισο. Ἂν κάποια πέτρα βαραίνη καὶ τὴν δική μας ψυχὴ καὶ οἱ πόρτες της μένουν τελείως σφαλιστές, ἂς προσπαθήσωμε νὰ ἀποκυλίσωμε τὴν πέτρα καὶ νὰ ἀνοίξωμε διάπλατα τὶς πόρτες. Ἀπὸ ποῦ ὅμως θὰ ἀντλήσωμε τὴν δύναμι; Ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Αὐτὸν θὰ παρακαλέσωμε νὰ μᾶς βοηθήση, ὥστε ἡ δύναμι τῆς Ἀναστάσεώς του νὰ ἔλθη μέσα στὴν ψυχή μας, νὰ τὴν φωτίση πλούσια καὶ νὰ τῆς ἀποκαλύψη ποιὸ ἀκριβῶς εἶναι τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου, ποὺ πρῶτοι τὸν εἶδαν ἀναστάντα, μᾶς ἔφεραν αὐτὸ τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως μέσα ἀπὸ τὰ ἱερὰ εὐαγγέλια καὶ τὶς ἐπιστολές. Ἀλλὰ καὶ οἱ προφορικές τους πληροφορίες φθάνουν μέχρι τὴν δική μας ἐποχή, μέσῳ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶδε καὶ ἄκουσε τὸν ἀναστάντα Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ πάντοτε γράφει καὶ ὁμιλεῖ γιὰ τὴν Ἀνάστασι, γιατὶ τὴν θεωρεῖ τὸ πρῶτο θεμέλιο τῆς πίστεως. Ἔτσι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ποὺ ἔδωκε ὁ Χριστὸς στοὺς Ἀποστόλους καὶ στὴν Ἐκκλησία του μένει πάντοτε μαζύ μας, καὶ ἐφ᾿ ὅσον τὸ δεχόμεθα καὶ τὸ ζητοῦμε, μᾶς «ὁδηγεῖ εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν». Ἂς προσέξωμε, λοιπόν, νὰ εἴμεθα πάντοτε οἱ πιστοὶ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἔχωμε τὸ φρόνημα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἡ ψυχή μας νὰ ἀναπαύεται μέσα στὴν εὐσπλαγχνία καὶ τὴν ἀγάπη του.

Ἦχος α´.

Τοῦ λίθου σφραγισθέντος
ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων
καὶ στρατιωτῶν φυλασσόντων
τὸ ἄχραντόν σου Σῶμα,
ἀνέστης τριήμερος, Σωτήρ,
δωρούμενος τῷ κόσμῳ τὴν ζωήν·
διὰ τοῦτο αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν
ἐβόων σοί, Ζωοδότα·
Δόξα τῇ Ἀναστάσει σου, Χριστέ,
δόξα τῇ βασιλείᾳ σου,
δόξα τῇ οἰκονομίᾳ σου,
μόνε φιλάνθρωπε.

νῷ ὁ μεγάλος λίθος τοποθετήθηκε ἐφαρμοστὰ καὶ μὲ ἀσφάλεια στὸν τάφο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἐνῶ στρατιῶτες ἐφύλασσαν τὸ ἄχραντο Σῶμα σου, ἀνεστήθης μετὰ τρεῖς ἡμέρες ἐκ νεκρῶν, Ἰησοῦ Χριστὲ Σωτήρ μας, χαρίζοντας ἔτσι στὸν κόσμο τὴν νέα ἀληθινὴ ζωή· γι᾿ αὐτὸ τὸ μεγάλο θαῦμα, οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἔψαλλαν θριαμβευτικὰ σὲ σένα, χορηγὲ τῆς ζωῆς· Δοξολογία σοῦ ἀνήκει γιὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασί σου, Χριστέ, δοξολογία γιὰ τὴ νέα εὐεργετικὴ κυριαρχία Σου, δοξολογία γιὰ τὸ θεῖο σχέδιο τῆς ἀγάπης σου γιὰ τὴν σωτηρία μας, μοναδικὲ φιλάνθρωπε Κύριε.
ἀνθρώπινη κακία, ποὺ ἐκδηλώθηκε μὲ τὴν στάσι τῶν Ἰουδαίων ἀπέναντι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐνόμισε πὼς θὰ ἀσφαλιζόταν, ἐὰν στὸ μνημεῖο ὅπου τοποθετήθηκε τὸ νεκρὸ Σῶμα του, ἐλαμβάνοντο ὅλα τὰ μέτρα ἀσφαλείας γιὰ νὰ μείνη ἐκεῖ γιὰ πάντα. Ἀγνοοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι ποιὸν ἔβαζαν στὸν τάφο. Ἀγνοοῦσαν σὲ ποιὸ μυστήριο ἦσαν ἀντιμέτωποι. Γιατὶ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ ἀσφαλισμένο μνημεῖο ἐπήγασε ἡ νέα καὶ αἰώνια ζωὴ τοῦ Παραδείσου.
τσι συμβαίνει πάντοτε. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὰ βάζουν μὲ τὸν Θεό, ποὺ προσπαθοῦν νὰ φυλακίσουν τὴν φωνὴ τῆς συνειδήσεώς τους, ποὺ διαγράφουν ἀπὸ τὴν ζωή τους τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, βλάφτουν τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ θὰ γίνῃ ὁπωσδήποτε· κι αὐτοί, νικημένοι, θὰ μείνουν μὲ τὸ στίγμα τῆς ἀνταρσίας καὶ τῆς προσβολῆς κατὰ τοῦ Θεοῦ. Ἡ μόνη ἐλπίδα γι᾿ αὐτοὺς θὰ εἶναι ἡ πραγματικὴ μετάνοια. Κι αὐτὴ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀσφαλέστερη λύσι γιὰ ὅλους ὅσοι ἐπικράναμε τὸν Κύριό μας μὲ τὴν σκληρὴ συμπεριφορά μας ἀπέναντί του. Ἂς προσθέσωμε, λοιπόν, τὴν ἰσχνὴ φωνή μας, στὴ θριαμβευτικὴ φωνὴ τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων κι ἂς δοξολογήσωμε τὸ Χριστὸ γιὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασί του, ποὺ μᾶς ἔφερε μιὰ καινούργια ζωὴ καὶ μᾶς ἐχάρισε ἕνα νέο καὶ εὐλογημένο κόσμο.

Ἦχος β´.

Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον,
ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος,
τότε τὸν ᾍδην ἐνέκρωσας,
τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος·
ὅτε δὲ καὶ τοὺς τεθνεῶτας
ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας,
πᾶσαι αἱ Δυνάμεις
τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον·
Ζωοδότα Χριστέ,
ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι.

ταν, Χριστέ μας, κατέβηκες ἐκεῖ, ὅπου κυριαρχεῖ ὁ θάνατος, δηλαδὴ στὸν Ἅδη, σὺ ποὺ εἶσαι ἡ ἀθάνατος καὶ αἰώνιος ζωή, τότε, μὲ τὴν ἀστραπὴ καὶ τὴν παρουσία τῆς θεότητός σου, ἐνίκησες καὶ ἐνέκρωσες τὸν ᾍδη· ὅταν δὲ μὲ τὰ χέρια σου ἀνέσυρες ἀπὸ τὰ τάρταρα τοῦ ᾍδου καὶ ὡδήγησες στὴν Ἀνάστασι αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι εἶχαν πεθάνει, τότε ὅλες οἱ ἀγγελικὲς Δυνάμεις ποὺ εὑρίσκονται στοὺς οὐρανοὺς ἔψαλλαν θριαμβευτικά· Σὺ ποὺ χορηγεῖς τὴν ἀληθινὴ καὶ αἰώνιο ζωή, Χριστὲ καὶ Θεέ μας, ἂς εἶσαι δοξασμένος.
Τὸ κέντρο τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς λατρείας, ἀγαπητὲ ἀναγνώστα, εἶναι ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, κάθε Κυριακή, ὅλοι οἱ ἀναστάσιμοι ὕμνοι ἀναφέρονται στὸ θρίαμβο τῆς Ἀναστάσεως. Ἀντιμέτωποι στὸ σημερινὸ ἀπολυτίκιο εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος· ὁ Χριστὸς καὶ ὁ ᾍδης. Ὅταν, μετὰ τὴν συντριβὴ τοῦ ᾍδου, ὁ Νικητὴς Χριστὸς πῆρε σὰν τρόπαιο τοὺς νεκροὺς καὶ τοὺς ὡδήγησε στοὺς Οὐρανούς, τότε ὅλος ὁ ἀγγελικὸς κόσμος συμμετεῖχε πανηγυρικὰ στὴ θριαμβευτικὴ νίκη. Αὐτὴ ἡ Ἀνάστασι εἶναι προετοιμασμένη γιὰ ὅλους μας. Ἂν ἡ ζωῄ μας εἶναι ζωὴ μετανοίας καὶ ἀγῶνος πνευματικοῦ, ἂν ἡ πίστι μας εἶναι δυνατή, ἂν οἱ πράξεις μας εἶναι ἀρεστὲς στὸν Κύριό μας, τότε κι ἡ ψυχή μας, ὅταν θὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ σῶμα, θὰ βρεθῆ κοντὰ στὸ Χριστό, καὶ θὰ ἀναμένῃ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ τώρα ποὺ ζοῦμε σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ἔχωμε μέσα στὴν ψυχή μας τὸ σπέρμα τῆς Ἀναστάσεως, γιὰ νὰ βλέπωμε μονίμως τὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ζητεῖ ἀπὸ μᾶς καὶ νὰ γευώμεθα ἀπὸ τώρα τὴν χαρὰ τοῦ Οὐρανοῦ. Μπορεῖ ὁ πολὺς κόσμος νὰ μένῃ ἀσυγκίνητος μπρὸς σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀναστάσιμο μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὸ ἂς μῄ μᾶς ἐπηρεάζη· μακάρι νὰ τὸ ἀκούσουν ὅλοι· σὲ μιὰ τέτοια κοινωνία ἀνθρώπων, ποὺ ζοῦν τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς Ἀναστάσεως, βασιλεύει ὁ νικητὴς Χριστός· κι ἡ βασιλεία αὐτὴ δὲν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»· εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ Οὐρανοῦ· βασιλεία εἰρήνης καὶ ἀγάπης.

Ἦχος γ´.

Εὐφραινέσθω τὰ οὐράνια,
ἀγαλλιάσθω τὰ ἐπίγεια,
ὅτι ἐποίητε κράτος
ἐν βραχίονι αὐτοῦ ὁ Κύριος·
ἐπάτησε τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον.
πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο,
ἐκ κοιλίας ᾍδου ἐρρύσατο ἡμᾶς,
καὶ παρέσχε τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

ς εὐφραίνεται ὁλόκληρος ὁ οὐράνιος κόσμος, καὶ ἂς σκιρτᾷ ἀπὸ ἀγαλλίασι ὅλη ἡ ἐπίγεια κτίσι, διότι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν πανίσχυρη δύναμί του ἐδημιούργησε νέα ἐξουσία καὶ νέα κτίσι· κατεπάτησε δηλαδὴ καὶ κατήργησε μὲ τὸν δικό του θάνατο τὸν θάνατο, ἀνεδείχθη ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἀφοῦ πρῶτος αὐτὸς ἀνεστήθη, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασί του αὐτή ἐγλύτωσε καὶ ὅλους ἐμᾶς ἀπὸ τὸν κλοιὸ τῆς κολάσεως τοῦ ᾍδου, καὶ ἐχορήγησε ἔτσι σ᾿ ὁλόκληρο τὸν κόσμο τὸ μέγα ἔλεός του.
χαρὰ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ἡ χαρὰ τῆς Γῆς συναντῶνται στὸν ἑορτασμὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς ἐδημιούργησε τήν «καινὴν κτίσιν», μέσα στὴν ὁποία ἀνήκουν ὅλοι ὅσοι τὸν πιστεύουν καὶ τὸν λατρεύουν. Αὐτὴ ἡ καινούργια ζωὴ ἔχει σὰν πιὸ χαρακτηριστικό της γνώρισμα τὴν ἐσωτερικὴ χαρά, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πίστεως στὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ θανάτου. Ἡ ἀρρώστια καὶ ὁ θάνατος φοβίζουν πιὸ πολὺ ἀπὸ κάθε ἄλλο τοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς ἀφαιροῦν τὴν χαρὰ καὶ τοὺς κάνουν δυστυχισμένους δεσμῶτες τοῦ πιὸ θλιμμένου βίου τῆς γῆς.
Οἱ χριστιανοὶ ὅμως «οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Αὐτὴ ἡ αἴσθησι τῆς προσωρινότητος τῆς ἐπιγείου ζωῆς, χωρὶς νὰ μειώνη τὴν θεόσδοτη δημιουργική μας πνοή, κάνει νὰ βλέπωμε καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου προσωρινὰ καὶ ἐφήμερα. Ἂς χαιρώμεθα, λοιπόν, τὴν ζωή μας μέσα στὸ νόημα τῆς χριστιανικῆς χαράς· κι ὅταν ἔρχωνται οἱ θλίψεις καὶ οἱ πειρασμοί, ἂς τοὺς βλέπωμε σὰν μέσα, ποὺ τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεός, γιὰ τὸν καταρτισμό μας. Οἱ χριστιανοὶ εἶναι κυρίαρχοι τῶν στοιχείων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, διότι ζοῦν μέσα τους τὴν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία θὰ ζήσουν ἐξ ὁλοκλήρου στὴ δευτέρα καὶ ἔνδοξη παρουσία του.

Ἦχος δ´.

Τὸ φαιδρὸν τῆς Ἀναστάσεως κήρυγμα,
ἐκ τοῦ Ἀγγέλου μαθοῦσαι
αἱ τοῦ Κυρίου Μαθήτριαι,
καὶ τὴν προγονικὴν ἀπόφασιν ἀπορρίψασαι,
τοῖς Ἀποστόλοις καυχώμεναι ἔλεγον·
Ἐσκύλευται ὁ θάνατος,
ἡγέρθη Χριστὸς ὁ Θεός,
δωρούμενος τῷ κόσμῳ
τὸ μέγα ἔλεος.

φοῦ οἱ Μαθήτριες τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπληροφορήθησαν ἀπὸ τὸν Ἄγγελο τὸ χαρούμενο μήνυμα τῆς Ἀναστάσεώς του, καὶ ἀπεκήρυξαν τὴν προγονικὴ ἀπόφασι (τῆς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἀποστασίας τῶν ἀνθρώπων) ἀνήγειλλαν στοὺς Ἀποστόλους μὲ περισσὴ εὐχαρίστησι· Ἔχει νικηθῆ πλέον ὁ θάνατος, ἀφοῦ ἀνεστήθη ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας, χαρίζοντας ἔτσι σ᾿ ὁλόκληρο τὸν κόσμο τὸ ἀπέραντο καὶ πλούσιο ἔλεός του.
Ηταν μεγάλη ἡ χαρά, ποὺ πῆραν οἱ Μαθήτριες τοῦ Κυρίου· καὶ πιὸ μεγάλο τὸ προνόμιο. Πρῶτες αὐτὲς ἔμαθαν ἀπὸ τὸν ἄγγελο τὸ χαρούμενο καὶ κοσμοσωτήριο ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ ἀναγγελία τοῦ μεγάλου θαύματος πρὸς τοὺς Ἀποστόλους, ἔγινε μὲ τέτοιο τρόπο, ποὺ φανέρωνε τὸν θρίαμβο καὶ τὴν χαρὰ αὐτῶν ποὺ ἤδη τὸν εἶχαν πιστεύσει σὰν Λυτρωτὴ καὶ Θεό τους. Αὐτὸ τὸ μήνυμα, ἔκτοτε, εἶναι μέσα στὴν ψυχὴ ὅλων τῶν χριστιανῶν μὲ τὴν ἴδια συνέπεια τῆς χαρᾶς καὶ τοῦ θριάμβου. Ἀνήκουμε ὅλοι στὸν κύκλο τῶν Μαθητῶν τοῦ Κυρίου, καὶ ἡ Ἀνάστασι ἡ δική του εἶναι ἡ ἀνάστασι τῆς ψυχῆς μας καὶ τώρα, καὶ πάντα. Τώρα μέν, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἀνεβαίνωμε τὸν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητος. Πάντοτε δέ, γιὰ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀντικρύσωμε τὸν Κριτὴ καὶ νὰ βρεθοῦμε μαζί του στὴν αἰωνιότητα τῆς ἀναστάσιμης λειτουργικῆς Βασιλείας του. Ὦ εὐλογημένη Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ! Εἶσαι τὸ μεγάλο μας καύχημα. Εἶσαι ἡ δύναμί μας. Εἶσαι ἡ λειτουργία τῆς Κυριακῆς· εἶσαι ἡ προσδοκία τοῦ Οὐρανοῦ. Σ᾿ αὐτὴν ἐλπίζομε, κι αὐτὴν περιμένομε. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν ὑπόσχεται εἶναι ὁ Χριστός.

Ἦχος πλ. α´.

Τὸν συνάναρχον Λόγον
Πατρὶ καὶ Πνεύματι,
τὸν ἐκ Παρθένου τεχθέντα
εἰς σωτηρίαν ἡμῶν,
ἀνυμνήσωμεν, πιστοὶ
καὶ προσκυνήσωμεν·
ὅτι ηὐδόκησε, σαρκὶ
ἀνελθεῖν ἐν τῷ σταυρῷ,
καὶ θάνατον ὑπομεῖναι,
καὶ ἐγεῖραι τοὺς τεθνεῶτας,
ἐν τῇ ἐνδόξῳ Ἀναστάσει αὐτοῦ.

Τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπάρχει προαιωνίως, χωρὶς νὰ λάβη ποτὲ ἀρχή, εἶναι ὁμοούσιος δηλαδὴ μὲ τὸν Πατέρα Θεὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αὐτὸν ποὺ ἐγεννήθη τέλειος ἄνθρωπος, παίρνοντας σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἂς τὸν ἀνυμνήσωμε οἱ πιστοί, κι ἂς τὸν προσκυνήσωμε εὐλαβικά· καὶ τοῦτο, διότι ἐδέχθη ἀπὸ μεγάλο ταπείνωσι νὰ καρφωθῇ ἐπάνω στὸν Σταυρὸ καὶ νὰ ὑπομείνῃ τὸν θάνατο, καὶ νὰ ἀναστήσῃ ἔτσι αὐτοὺς ποὺ εἶχαν πεθάνει, μὲ τὴν δική του ἔνδοξη καὶ τριήμερη Ἀνάστασι.
Στὸ ἀναστάσιμο αὐτὸ τροπάριο, ἀγαπητὲ ἀναγνώστα, ἐκτίθεται κατὰ ἕνα θαυμάσιο καὶ ἀριστοτεχνικὸ τρόπο, ἡ πιὸ ἐμπνευσμένη περίληψι τοῦ μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας. Στὴν κορυφὴ τῆς σκέψεως τοῦ ποιητοῦ εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Το ἕνα ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ πρόσωπα, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος, γίνεται ἄνθρωπος παίρνοντας σάρκα ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο· ἔτσι ἔρχεται ἐνώπιόν μας ἡ μεγάλη Μητέρα μας, ἡ Παρθένος Μαρία, «τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς» τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀκολουθεῖ ἡ εὐδοκία τοῦ Υἱοῦ νὰ σταυρωθῆ, νὰ ἀποθάνη καὶ νὰ ἀναστηθῇ, ἀνασταίνονται μαζύ του τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ καταργῶντας τὸν θάνατο. Ἂς μὴ μείνωμε ὅμως στὸ θαυμασμὸ γιὰ τὴν ποιητικὴ ἔμπνευσι καὶ τὴν θεολογικὴ σύλληψι τοῦ μυστηρίου ἀπὸ μέρους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ποιητοῦ. Ἂς στραφοῦμε μέσα μας· στὴν ψυχή μας· στὴν ὕπαρξί μας ὁλόκληρη· κι ἂς δοῦμε· ὁ κορμὸς τοῦ πνευματικοῦ μας φρονήματος εἶναι δυναμωμένος ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε γιὰ μᾶς ἄνθρωπος; καὶ οἱ κλάδοι τοῦ ἰδίου δέντρου τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ ἔχομε μέσα μας, εἶναι μεγαλωμένοι μὲ τοὺς πανίσχυρους χυμοὺς τῆς Ἀναστάσεως; Ἂν ὄχι, τότε μὴν ἀφήνωμε τὸν χρόνο νὰ χάνεται. Εἶναι τὸ ὡραιότερο στὸν κόσμο ἀγώνισμα, ἡ προσπάθεια μιᾶς ψυχῆς νὰ φθάση στὴν Ἀνάστασι, παίρνοντας δύναμι ἀπὸ τὸ ἴδιο αὐτὸ γεγονός, ποὺ ζῇ καὶ συνεχίζεται αἰώνια μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου