Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΡΕΥΝΑ - ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ


Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου δέν εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς εἰς ἄδην καταβάσεως: Τὸ νὰ ζωγραφίζουν τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ἐκ τοῦ τάφου τὸν Κύριον ἐξερχόμενον, καὶ τοὺς στρατιῶτες περὶ τὸν τάφον ὄντας καὶ φυλάττοντας, καὶ τὸν Ἄγγελον ἐπὶ τοῦ λίθου καθήμενον, καθὼς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ ζωγραφίζοντας, τὸν μὲν Χριστὸν εἰς ἄδην καταβαίνοντα, τὸν δὲ Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα κρατουμένους ὑπὸ τῶν χειρῶν αὐτοῦ, καὶ τὰς πύλας καὶ κλεῖθρα τοῦ ἅδου συντετριμμένα... καὶ πάντας τούς Προπάτορας καὶ Προφήτας• τὰ ὁποία δὲν εἶναι εἰκὼν τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ εἰκὼν τῆς εἰς ἄδην καταβάσεως τοῦ Κυρίου. Ἀνάστασις δὲ καὶ εἰς ἄδην κατάβασις μεγάλη ἔχουσι τὴν διαφορά. Ἐν γὰρ τῇ εἰς ἄδην κατεβάσει, ΧΩΡΙΣΜΕΝΗ ἦτο ἡ ψυχὴ τοῦ Σωτῆρος ἀπὸ τὸ σῶμα• καὶ ἡ μὲν ψυχὴ μόνη κατῆλθεν εἰς τὸν ἄδην, τὸ δὲ σῶμα ἔκειτο νεκρὸν εἰς τὸν τάφον• ἐν δὲ τῇ Ἀναστάσει, ἡνώθη πάλιν ἡ ψυχὴ μετὰ τοῦ σώματος, καὶ τοῦτό ἐστιν ἡ Ἀνάστασις. (Πηδ. σελ.321). 

Η ΕΙΣ ΑΔΟΥ ΚΑΘΟΔΟΣ

Ἐκ τῶν ΕΙΚΟΝΩΝ τοῦ Εὐαγγελίου: Ἡ εἰκόνα τῆς εἰς ἅδην καθόδου τοῦ Κυρίου, ἡ ὁποία προσκυνεῖται ΜΟΝΟ κατά τήν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Αὐτή ἡ εἰκόνα, σὲ πολλὲς ἐκκλησίες σήμερα ἔχει ἀντικαταστήσει τὴν εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, μέσα ἀπό τήν προσπάθεια πού γίνεται ἀπό τούς Οἰκουμενιστές νὰ καταργήσουν τήν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος καί νά παρουσίασουν τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, ὡς ἁπλό ἂνθρωπο (μέγα μύστη)! «Διὰ τοῦτο ὁ Πατὴρ μὲ ἀγαπᾷ, ὅτι ἔγω τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἳνα πάλιν λάβω αὐτήν». (Ἰωάν. Ι΄17). 

Διὰ τῶν λόγων αὐτῶν ὁ Ἰησοῦς διαβεβαιώνει ὅτι κατ’ εὐδοκίαν τοῦ Πατρὸς ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ πεθάνει θεληματικῶς (οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν ἀδύνατον νὰ τὸν φονεύσουν ἐὰν ἑκουσίως δὲν παρεδίδετο σὲ αὐτούς), γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, προεῖπε τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασίν Του, διότι ἀφοῦ ἀπέθανε ὡς Ἂνθρωπος (ἡ θεότητα Αὐτοῦ ἔμεινε ἀπαθής), κατῆλθε στὸν ἅδη, ὅπου κρατοῦντο δεμένες ὑπὸ τοῦ θανάτου οἱ ψυχὲς τῶν ἀπ’ αἰῶνος δικαίων. Ἐκεῖ ἀφοῦ ἐκύρηξε, ἔλυσε τὶς ψυχὲς ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου (Α΄Πετρ. Γ΄18-19). «Καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς ἀνέστη τῇ δυνάμει τῆς Θεότητος Αὐτοῦ». («Ἑρμηνεία τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων» Βαρθολομαίου Γεωργιάδου, ἒτος 1883, σελ.725-726).

«Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον ἠλευθέρωσε
 γὰρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος... 

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ποῦ σοῦ, θάνατε, τὸ κέντρον; Ποῦ σοῦ, ᾅδη, τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστὸς, καί νεκρός οὐδεὶς ἐν τῷ μνήματι. Χριστός ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημέ-νων ἐγένετο. Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν». (Λογ. Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Α΄Κορ. Ε΄20, σελ.35-58). Ἐκ τῶν εἰκόνων τοῦ Εὐαγγελίου: - Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ὅπως ἀκριβῶς ἀναφέρεται στά Εὐαγγέλια: Ἰωαν.Κ΄11-18, Ματθ.ΚΗ΄1-9, Μαρκ.ΙΣτ΄9-20, Λουκ.ΚΔ΄15,39

Οἱ Μυροφόρες, ὁ Ἄγγε-λος, ὁ Λογγῖνος μέ τούς στρατι-ῶτες μάρτυρες τοῦ γεγονότος καί ὁ Κύριος «ὡς Νυμφίος, ἐξερχόμενος τοῦ μνήματος», ὄχι κρατώντας λάβαρο, ἤ τήν σημαία τῶν σταυρο-φόρων τοῦ Πάπα, κάτι τό ὁποῖο δέν ἀναφέρεται πουθενά στά Εὐαγγέλια

. Θάνατος και ανάσταση - Η Φύση του Θανάτου



Η Φύση του Θανάτου

Εφόσον ο θάνατος είναι η διακοπή της ζωής, τι λέει η Γραφή για την κατάσταση του ανθρώπου κατά το θάνατο; Τι καθιστά σπουδαίο ότι οι Χριστιανοί κατανοούν αυτή τη βιβλική διδασκαλία;

Ο Θάνατος είναι ΄Υπνος. Ο θάνατος δεν είναι πλήρης εκμηδένιση. Είναι απλώς μια κατάσταση προσωρινής έλλειψης συνείδησης, ενώ το πρόσωπο περιμένει την ανάσταση. Η Γραφή επανειλημμένως ονομάζει αυτή την ενδιάμεση κατάσταση ύπνο.

Αναφερόμενη στους νεκρούς της, η Παλαιά Διαθήκη περιγράφει το Δαβίδ, το Σολομώντα και τους άλλους βασιλείς του Ισραήλ και του Ιούδα ότι κοιμήθηκαν με τους πατέρες τους (Α΄Βασ. β΄10,, ια΄43, ιδ΄20,31, ιε΄8, Β΄Χρον. κα΄1, κς΄23, κ.λ.π.). Ο Ιώβ ονομάζει το θάνατο ύπνο (Ιώβ ιδ΄10-12), όπως και ο Δαβίδ (Ψαλμ. ιγ΄3), ο Ιερεμίας (Ιερ. να΄39,57), και ο Δανιήλ (Δαν. ιβ΄2).

Η Καινή Διαθήκη χρησιμοποιεί το ίδιο σχήμα λόγου. Περιγράφοντας την κατάσταση της κόρης του Ιαείρου, η οποία είχε πεθάνει, ο Χριστός είπε ότι κοιμόταν. (Ματθ. θ΄24, Μάρκ,. ε΄39). Αναφέρθηκε και στο νεκρό Λάζαρο κατά τον ίδιο τρόπο (Ιωάν. ια΄11-14). Ο Ματθαίος έγραψε ότι «πολλά σώματα των κεκοιμημένων αγίων ανέστησαν» μετά την ανάσταση του Χριστού (Ματθ. κζ΄52), και αναφερόμενος στο μαρτύριο του Στεφάνου, ο Λουκάς έγραψε ότι «εκοιμήθη» (Πράξ. ζ΄60). Και ο Παύλος και ο Πέτρος επίσης ονομάζουν το θάνατο ύπνο. (Α΄Κορ. ιε΄51,52, Α΄Θεσ. δ΄13-17, Β΄Πέτρ. γ΄4).

Η βιβλική παρουσίαση του θανάτου ως ύπνος ταιριάζει ακριβώς με τη φύση του, όπως αποδεικνύουν οι ακόλουθες συγκρίσεις:

1. Εκείνοι που κοιμούνται, είναι αναίσθητοι. «Οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.» (Εκκλ. θ΄5).

2. Στον ύπνο η ενσυνείδητη σκέψη σταματάει. «Το πνεύμα αυτού εξέρχεται . . . εν εκείνη τη ημέρα οι διαλογισμοί αυτού αφανίζονται..» (Ψαλμ. ρμς’4).

Ανάσταση ή ζωή αμέσως μετά τον θάνατο; Τι λέει η Βίβλος;




Σ’ αυτό, καθώς επίσης και σε μια σειρά από άλλα άρθρα, θα αγγίξουμε ένα πολύ σημαντικό θέμα το οποίο έχει αποτελέσει πηγή μακρών συζητήσεων και πολλών ερωτήσεων. Αυτό το θέμα αναφέρεται στο τι συμβαίνει μετά το θάνατο, και θα προσεγγιστεί από την πλευρά της Βίβλου, η οποία ειλικρινά πιστεύουμε ότι όντας ότι ο Θεός έχει πει, είναι η μοναδική πηγή που μπορεί να μας δώσει αξιόπιστη πληροφόρηση.
 

1. Θάνατος: Ο Θεός δεν μας θέλει απληροφόρητους

Αρχίζοντας την έρευνα πάνω στο θέμα μας, θα πάμε στην προς Θεσσαλονικείς Α 4/δ/13, όπου διαβάζουμε:
 
Προς Θεσσαλονικείς Α 4/δ/13
"Δεν θέλω δε να αγνοείτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, διά να μη λυπείσθε, καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα."
 
Όπως είναι προφανές απ’ αυτό το απόσπασμα, ο Θεός δεν μας θέλει απληροφόρητους σχετικά με τους "κεκοιμημένους" δηλαδή τους νεκρούς. Σε αντίθεση μας θέλει πληροφορημένους, το οποίο με την σειρά του σημαίνει ότι μας έχει επίσης προμηθεύσει με κάθε πληροφορία απαραίτητη για την εξάλειψη οποιασδήποτε πιθανής άγνοιας ή παραπληροφόρησης μας. Από την πλευρά μας, το μόνο που απαιτείται για να λάβουμε αυτήν την πληροφορία είναι να συνεχίσουμε να διαβάζουμε στο ίδιο απόσπασμα. Πραγματικά οι στίχοι 13-18 του ίδιου κεφαλαίου μας λένε:
 
Προς Θεσσαλονικείς Α 4/δ/13-18
"Δεν θέλω δε να αγνοείτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, διά να μη λυπείσθε, καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού θέλει φέρει μετ’ αυτού. Διότι τούτο σας λέγομεν διά του λόγου του Κυρίου, ότι ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου, δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας. επειδή αυτός ο Κύριος θέλει καταβεί απ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθεί πρώτον. έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν, θέλομεν αρπαχθεί μετ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα. και ούτω θέλομεν είσθε πάντοτε μετά του Κυρίου. Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους."
 
Όπως μπορούμε να δούμε, αυτό το απόσπασμα αναφέρεται στους "αποθανόντες εν Χριστώ" ή "κοιμηθέντας διά του Ιησού", δηλαδή σ’ εκείνους που πέθαναν πιστεύοντας στον Κύριο Ιησού Χριστό. Αν και αυτοί είναι μόνο μια κατηγορία του συνόλου των νεκρών, τα συμπεράσματα από το παραπάνω απόσπασμα σχετικά με την παρούσα κατάσταση των νεκρών έχουν γενική εφαρμογή1.
Προχωρώντας τώρα σε ότι παραπάνω απόσπασμα μας λέει, δηλαδή στις πληροφορίες που ο Θεός μας έδωσε για να εξαλείψει την άγνοια και την παραπληροφόρηση μας σχετικά με τους νεκρούς, μπορούμε να δούμε ότι καμιά αναφορά δεν γίνεται σε υποτιθέμενη ζωή αμέσως μετά τον θάνατο. Εν αντίθεση, αυτό που το παραπάνω απόσπασμα τονίζει καθαρά είναι την ανάσταση σαν την ΜΟΝΗ έξοδο από τον θάνατο και τον μόνο τρόπο για να επανέλθει κανείς ξανά στην ζωή. Πραγματικά, σύμφωνα με το παραπάνω απόσπασμα, οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν την ημέρα του ερχομού του Χριστού, ενώ οι ζωντανοί Χριστιανοί θα αρπαχτούν μ’ αυτούς εκείνη την ημέρα στον ουρανό για να συναντήσουν τον Κύριο στον αέρα. "και ούτω θέλομεν είσθε (το σύνολο του Χριστιανισμού, νεκροί και ζωντανοί Χριστιανοί) πάντοτε μετά του Κυρiου", το οποίο με την σειρά του σημαίνει ότι αφού ΘΑ (μέλλοντας) είμαστε με τον Κύριο, κανένας νεκρός δεν είναι με τον Κύριο τώρα, ούτε επίσης αν πεθάνουμε θα είμαστε αμέσως με τον Κύριο. Αντ’ αυτού ΘΑ είμαστε μ’ αυτόν όταν θα έρθει.

Σκέψεις για το μυστήριο του θανάτου





Με αφορμή τη θρησκευτική, αλλά και πολιτισμική εορτή του Ψυχοσαββάτου
Το εντονότερο και φοβερότερο πρόβλημα του ανθρώπου, αλλά και το πιο δύσκολο ερώτημα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, είναι ο θάνατος. Το πώς δηλαδή έρχεται κάποια στιγμή στην ζωή του ανθρώπου, που η τόση ομορφιά και ζωντάνια χάνονται και την θέση τους παίρνουν η δυστυχία και η σιωπή, ο φόβος και ο τρόμος.
Ο θάνατος απασχολεί τον άνθρωπο από την πρώτη μέρα της ύπαρξής του έως και την στιγμή που τον νιώθει πλέον κοντά του. Όλες οι ανθρώπινες θεωρίες και φιλοσοφίες των ανατολικών θρησκειών, της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας, της Δυτικής σκέψης, καθώς και όλες οι σύγχρονες υπαρξιακές φιλοσοφίες, προσπάθησαν να δώσουν απαντήσεις στο μεγαλύτερο μυστήριο της ζωής, τον θάνατο.
Η απάντηση όμως πουθενά, σε καμία θεωρία. Έτσι οι άνθρωποι στεκόμαστε άφωνοι και ακίνητοι μπροστά στις καθημερινές φρικιαστικές εικόνες του θανάτου που μας παρουσιάζουν τα ΜΜΕ και ανατριχιάζουμε μπροστά στο ενδεχόμενο του δικού μας θανάτου, που ποτέ όμως δεν μπορούμε να τον δεχθούμε επειδή είμαστε πλασμένοι για την ζωή.
Όμως το μόνο σίγουρο στην ζωή μας είναι ο θάνατος και όσο γρηγορότερα το κατανοήσουμε τόσο πιο ευτυχισμένη ζωή θα έχουμε. Και ο τρόπος για να το κατανοήσουμε και κυρίως για να το ζήσουμε, είναι η εν Χριστώ ζωή. Είναι η πίστη μας στον αναστημένο Ιησού. Είναι η εμπιστοσύνη στον Λόγο του «ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται».
[1]Σύμφωνα με την ομόφωνη διδασκαλία και των δύο πηγών της θείας Αποκαλύψεως, δηλ. της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως, ο άνθρωπος, η κατακλείδα και το αποκορύφωμα της Δημιουργίας, πλάσθηκε από τον Παντοδύναμο Θεό, και προικίσθηκε με υπέροχα φυσικά και πνευματικά εφόδια, πολύ αναγκαία για την εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο τον προόρισε ο Θεός. Και ο Θεός τον προόρισε για να ζει αιωνίως.
Το προπατορικό αμάρτημα ήταν η αφορμή για το θάνατο του ανθρώπου. Έτσι η αμαρτία του πρώτου ανθρώπου, με όλες τις συνέπειες και τις ποινές, μεταδόθηκε σ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Κάθε άνθρωπος «ερχόμενος εις τον κόσμον» είναι ένοχος και υπόδικος απέναντι στο Θεό.
Η Αγία Γραφή σε πολλά σημεία διδάσκει τη μετάδοση σ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος της αμαρτίας των πρωτοπλάστων, μάλιστα δε με το τέλειο και κλασικό χωρίο της προς Ρωμαίους Επιστολής: «Διά τούτο ώσπερ δι΄ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτως εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ΄ ω πάντες ήμαρτον».
[2] Με αυτά τα λόγια ο Απόστολος Παύλος διατυπώνει με άριστο τρόπο τη διδασκαλία για τον παγκόσμιο χαρακτήρα της προπατορικής αμαρτίας. Στο χωρίο αυτό παρουσιάζεται ο Αδάμ ως ο δημιουργός της καθολικής αμαρτωλότητος. Σύμφωνα με το λόγο αυτό του Αποστόλου Παύλου, είναι ο αίτιος τόσο της αμαρτίας όσο και του θανάτου όλων των ανθρώπων.
Με την αμαρτία των πρωτοπλάστων ανατράπηκε η ηθική φύση της ανθρώπινης ψυχής κι έχασε το κάλλος και το μεγαλείο της, μόλις δε διασώθηκε από την καταστροφή το λογικό και η συνείδηση που κι΄ αυτά διεστραμμένα και σκοτισμένα έμμεσα και συγκαλυμμένα φανέρωναν την πρώην ένδοξη και ευτυχισμένη κατάσταση του ανθρώπου.
Η αμαρτία λοιπόν είναι η αιτία του θανάτου και ο Απ. Παύλος μας το λέει ξεκάθαρα. «Τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος».

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης(Αριζόνα)-Περί σωτηρίας ψυχής και Παραδείσου.


1) Επιστολή 
Τώρα την Άνοιξιν, που η φύσις φορεί την ωραιοτέραν της στολήν, ανέκφραστος η απόλαυσις, όταν συνοδεύεται με πνευματικήν κατάστασιν. Όντως τα πάντα εν σοφία εποίησεν ο άγιος Θεός! Δεν χορταίνει η ψυχή να θεωρεί το κάλλος της φύσεως, ώ, εάν ανεβάση τον νουν του και υπέρ την γήϊνον ταύτην σφαίραν, εις την άνω Ιερουσαλήμ, εις τα αμήχανα κάλλη του παραδείσου, εκεί πλέον σταματά την ενέργειάν του ο πεπερασμένος και γήϊνος νους.
Εάν εδώ εις την εξορίαν, εις την γην του κλαυθμώνος και της κατάρας, έδωκεν ο άγιος Θεός τοιαύτης καλλονής απόλαυσιν, ποία άραγε έσται εκεί, που κατοικεί Αυτός ο Θεός;
Όντως «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού, προς την μέλλουσαν δόξαν και ευτυχίαν»!
(Ρωμ.8,18 ).

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ- Π. ΕΦΡΑΙΜ Ι. ΣΚ. ΑΠΟΣΤ. ΑΝΔΡΕΑ

Η αγία Γραφή για τη μετά θάνατον ζωή των ψυχών Επιμέλεια: Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης




Ζουν οι ψυχές των ανθρώπων μετά το θάνατο; Ή μήπως (όπως διδάσκουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά & λοιποί προτεστάντες) οι νεκροί βρίσκονται σε κατάσταση ανυπαρξίας ή «λήθαργου», κατά την οποία δεν έχουν συνείδηση, σκέψεις κ.τ.λ. και από την οποία θα «ξυπνήσουν» για πρώτη φορά όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών;
Η καθημερινή εμπειρία των χριστιανών όλων των εποχών (αλλά και ανθρώπων από άλλες θρησκείες, ακόμη και «άθεων») περιέχει αμέτρητες καταγεγραμμένες μαρτυρίες ότι οι άνθρωποι διαθέτουν ψυχή που δεν πεθαίνει ποτέ, αλλά αμέσως μετά τη στιγμή του σωματικού θανάτου συνεχίζει να ζει, ασώματη, στον πνευματικό κόσμο, τον κόσμο των ψυχών. Αυτές βέβαια τις μαρτυρίες τις απορρίπτουν –αυθαίρετα– ως ψεύδη, μύθους, φαντασίες κ.τ.λ. όσοι θέλουν, για τους δικούς τους ιδεολογικούς λόγους, να αρνηθούν τη ζωή μετά το θάνατο (μια ενδελεχή μελέτη του φαινομένου των εμπειριών από τον κόσμο των πνευμάτων σε διάφορες θρησκείες και στο σύγχρονο κόσμο και προσεκτική εξέταση της αξιοπιστίας τους βλ. στο βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ «Η ψυχή μετά το θάνατο – Οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της ορθόδοξης διδασκαλίας», εκδ. Μυριόβιβλιος). [Ολόκληρο εδώ]
Οι εμπειρίες αυτές δεν έχουν σχέση με τα τεχνάσματα των μέντιουμ, γι' αυτό και δε συγγενεύουν καθόλου με την απατηλή "εμφάνιση" της ψυχής του προφήτη Σαμουήλ στο βασιλιά Σαούλ, που δήθεν κατόρθωσε μια ειδωλολάτρισσα μάγισσα στο βιβλίο Α΄ Βασιλειών 28, 7-20. Ο πνευματισμός είναι γνωστός και απορριπτέος στην Ορθοδοξία, ενώ οι πνευματικές εμπειρίες εξετάζονται προσεχτικά ώστε να διακρίνονται και να απορρίπτονται οι απατηλές.
Οι προτεστάντες κατηγορούν την Ορθόδοξη Εκκλησία ότι διδάσκει την «αθανασία της ψυχής». Χρησιμοποιούν αυτό τον όρο θέλοντας έτσι να υποστηρίξουν πως οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού, από τους πρώτους κιόλας αιώνες, νόθευσαν τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής με ιδέες που πήραν από τον Πλάτωνα. Ο ισχυρισμός αυτός βέβαια δεν είναι σωστός, και εδώ μπορείτε να δείτε ένα αναλυτικό άρθρο για το θέμα. Η Εκκλησία διδάσκει ότι αθάνατος εκ φύσεως είναι μόνον ο Θεός (όπως και άγιος εκ φύσεως). Οι ψυχές, όπως και οι άγγελοι, είναι δημιουργήματα και, συνεπώς, είναι εκ φύσεως θνητά. Λαμβάνουν αθανασία λόγω της θείας χάριτος, που τους παρέχει ο μόνος αθάνατος και δημιουργός Θεός. Το ίδιο θα συμβεί και με τα ανθρώπινα σώματα μετά την ανάσταση των νεκρών.
Η Αγία Γραφή όμως τι άποψη έχει γι’ αυτό το θέμα;

Η φύση του σώματος μετά την Ανάστασιν



ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΑΡΑΚΑΛΛΟΥ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Εισαγωγή
Τo αναστησόμενον σώμα, κατά τον ιερόν Χρυσό­στομον, θα είναι «το αυτό και ουκ αυτό», προς το εν τω τάφω διαλυθέν σώμα.
Το νέον σώμα, το οποίον θα προέλθη εκ της ανα­στάσεως δεν θα είναι μια νέα δημιουργία, που δεν έ­χει καμμίαν οργανικήν σχέσιν με το σώμα το οποίον διελύθη εις τον τάφον. Μεταξύ των δύο τούτων σωμά­των υπάρχει και ταυτότης, αλλά και διαφορά.
Ο θείος Χρυσόστομος εξηγεί (ομιλία 41) εις την Α' προς Κορινθίους επιστολήν του Αποστόλου Παύ­λου, ότι ο εκ του σπειρομένου κόκκου του σίτου προ­ερχόμενος στάχυς είναι ο αυτός μεν προς τον σπαρέντα κόκκον, διότι «η αυτή ουσία εστίν, ουχί δε ο αυ­τός», διότι ο στάχυς είναι καλύτερος, αλλά και μεγαλυτέρας ευπρεπείας. Έτσι και εις την ανάστασιν «ουχί άλλη ουσία σπείρεται εν τω τάφω, άλλη δε εγεί­ρεται, αλλά η αυτή βελτίων και λαμπροτέρα».
Ο δε Τερτυλλιανός βεβαιοί, ότι οπουδήποτε και αν διαλυθή τις, οιαδήποτε ύλη και αν καταστρέψη, καταπίη, αφανίση ή εις το μηδέν περιαγάγη το σώμα, θα αποδώση τούτο κατά την ανάστασιν.
Και ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων εις την ΙΗ' Κατήχησιν λέγει: «Θα αναστηθούμε και θα έχουμε ό­λοι αιώνια σώματα. Αλλά δεν θα είναι ίδια όλων τα σώματα. Αν κάποιος είναι δίκαιος, θα λάβη επουράνιον σώμα, δια να δύναται επάξια να συναναστρέφεται με τους αγγέλους. Κι αν κάποιος είναι αμαρτωλός, θα λάβη σώμα που αιώνια θα τιμωρείται δια τας αμαρτίας του, ώστε, μολονότι θα καίγεται σ' αιώνια φωτιά, να μη δυνηθή ποτέ να αφανισθή.

Αθανασία και Ανάσταση των Ψυχών


 
Δημητρίου Π. Λυκούδη
Θεολόγου – Φιλολόγου, Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών
Η αθανασία της ψυχής αποτελεί βασική θρησκευτική δοξασία με βαρύνουσα δογματική και εσχατολογική αναγωγή. Η πίστη δηλαδή, ότι η ζωή συνεχίζεται μετά το θάνατο είναι κοινή – στο βασικό πυρήνα της – σε πολλά θρησκεύματα, ανάλογα βέβαια με τις κατά τόπους πολιτιστικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες [1].
Στην παρούσα φάση, το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στην Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία της Ανατολικής Εκκλησίας και στην ποικιλία των θέσεων και αληθειών που υιοθετούν οι Πατέρες της Εκκλησίας, που κυμαίνονται και διανθίζουν τόσο την αλληλοσυμπλήρωση και «ιδιοθεσία» των όρων «αθανασία – ανάσταση» όσο και τη συγκαταβατική παραλληλία μεταξύ τους [2].
Αμέσως μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, ο Πανάγαθος Θεός υποσχέθηκε τη λύτρωση τους από τον διάβολο και κατ΄ επέκταση από τον θάνατο [3]. Πριν την Ανάσταση του Θεανθρώπου, ο θάνατος ήταν φοβερός για τον άνθρωπο.
Μετά την Ανάσταση, γίνεται ο άνθρωπος φοβερός για τον θάνατο. «Μέχρι της Αναστάσεως του Θεανθρώπου Χριστού, ο θάνατος ήτο η Δευτέρα φύσις του ανθρώπου. Η πρώτη ήτο η ζωή και ο θάνατος η Δευτέρα. Ο άνθρωπος είχε συνηθίσει τον θάνατον ως κάτι το φυσικόν. Αλλά μετά την Ανάστασίν Του , ο Κύριος ήλλαξε τα πάντα. Η αθανασία έγινε η Δευτέρα φύσις του ανθρώπου, έγινε κάτι το φυσικόν εις τον άνθρωπον και το αφύσικον κατέστη ο θάνατος»[4].
Διατρανώνουμε με παρρησία τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών»[5]. Άλλωστε, «πώς θα συνεχίσουμε να είμαστε Χριστιανοί, αν πιστεύουμε ότι ο Χριστιανισμός έχει θεμελιωθεί πάνω σε μια πλάνη;»[6].
Ως ορθόδοξοι, πιστεύουμε ότι υπήρξε αληθινή ανάσταση «εκ των νεκρών» [7], με την έννοια ότι το ανθρώπινο σώμα του Χριστού ξαναενώθηκε με την ανθρώπινη ψυχἠ του και ότι ο τάφος βρέθηκε αδειανός.

Η περί ψυχής διδασκαλία του βιβλίου της Γενέσεως (ιβ΄ μέρος)


1.     Δερμάτινοι χιτώνες.
Συνέπεια του προπατορικού αμαρτήματος, μετά από την ψυχική διαταραχή, έρχεται και η σωματική αλλοίωση, αφού και τα δύο αυτά συστατικά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, «και εποίησε Κύριος ο Θεός τω Αδάμ και τη γυναικί αυτού χιτώνας δερματίνους και ενέδυσεν αυτούς»[1].
Πριν απ ̉ όλα πρέπει να τονίσουμε δύο παραμέτρους: πρώτον ότι οι δερμάτινοι χιτώνες, όπως δείχνει καθαρά η διήγηση της Γενέσεως, προστέθηκαν στον άνθρωπο μετά την πτώση και δεν αποτελούν φυσικό συστατικό στοιχείο, και δεύτερον ότι οι δερμάτινοι χιτώνες δεν αποτελούν το φυσικό σώμα του ανθρώπου[2], αλλά το μεταπτωτικό, «την πεπτωκυία φύση» το γεώδη και φθαρτό αυτό που θα καταλήξει στην γη και θα αποσυνδεθεί[3].
Οι πατέρες[4] από νωρίς βρέθηκαν στην ανάγκη να τονίσουν τις παραμέτρους αυτές, για να αναιρέσουν τις υποτιμητικές για το ανθρώπινο σώμα αιρέσεις των γνωστικών[5].
Δεν είναι παράδοξο ότι ο Ωριγένης[6], επηρεασμένος από τη λανθασμένη αντίληψή για την προΰπαρξη των ψυχών, αμφέβαλε για το αν κάτω από την έκφραση «δερμάτινοι χιτώνες» της Αγίας Γραφής πρέπει να νοηθούν τα σώματα ή όχι.
Αλλά και απέναντι σ ̉ αυτή την αμφιβολία οι πατέρες[7] ασκούν σκληρή κριτική: χαρακτηριστικό της προσπάθειας τους είναι όχι απλώς να υπογραμμίσουν τη θετική αξία του σώματος, αλλά να τονίσουν την κεντρική χριστιανική αλήθεια, ότι το σώμα μαζί με την ψυχή «συνθέτουν» τον «κατά φύσιν» άνθρωπο[8].
Τι είναι όμως οι δερμάτινοι χιτώνες; Οι πατέρες, διατύπωσαν  πολλές αλήθειες σχετικά με τους δερμάτινους χιτώνες και έκαναν ποικίλες εφαρμογές του όρου.
Ένας πρώτος κοινός τόπος όλων των εφαρμογών είναι ότι ο όρος δερμάτινοι χιτώνες εκφράζει τη νεκρότητα[9] την οποία περιβλήθηκε ως δεύτερη φύση του μετά την πτώση ο άνθρωπος. Ενώ πριν την πτώση ο άνθρωπος ήταν «γυμνός της των νεκρών δερμάτων επιβολής»[10] κατόπιν «δέρμασι νεκροίς περικαλύπτεται»[11].

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ κ. ΔΑΝΙΗΛ



Ἡ πίστις εἰς τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ συνεπάγεται καί βεβαιώνει τήν πίστιν μας εἰς τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν τῶν ἀνθρώπων.

Σύμφωνα μέ τήν βιβλική ἀντίληψι καί διδασκαλία, ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος καί κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο ἦταν καταδικασμένο ἕνεκα τῆς πτώσεως καί τῶν ἁμαρτιῶν του νά ὑποκύψη εἰς τήν ἐξουσίαν τοῦ θανάτου. Θάνατος πάλι κατά τήν βιβλική ἀντίληψι καί διδασκαλία σημαίνει δύο τινά, ἀφ᾿ ἑνός μέν ἡ ψυχή νά μείνη αἰχμάλωτη εἰς τόν ᾅδην, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ τό σῶμα νά σαπίση εἰς τόν τάφον. Ἕνας μόνος δέν ὑπέστη αὐτές τίς τραγικές καί ὀδυνηρές συνέπειες, ἄν καί ὑπέκυψεν εἰς τήν ἐξουσίαν τοῦ θανάτου. Αὐτός εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἀπέθανεν, ἀλλά ἡ ψυχή του δέν ἔμεινεν εἰς τόν ᾅδην καί τό σῶμα του δέν διεφθάρη εἰς τόν τάφον. Οὕτως ἐπληρώθη ἡ προφητεία τοῦ Δαυΐδ ἡ λέγουσα: «οὐκ ἐγκαταλείψεις τήν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδέ δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν». (Ψαλμός ιστ´ 10).

Ταῦτα, ὁ σοφός κατά τά θεῖα Μᾶρκος, ἐπίσκοπος Ἱδροῦντος, ὁ ποιητής τῶν τροπαρίων ἀπό πρώτης ᾠδῆς ἕως πέμπτης τοῦ κανόνος τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, γνωρίζων καί καταπλαγείς, οὕτως ἐξυμνεῖ τό συνόν τῷ Λόγῳ ἀπόρρητον μυστήριον: «Διά θανάτου τό θνητόν, διά ταφῆς τό φθαρτόν μεταβάλλεις, ἀφθαρτίζεις γάρ θεοπρεπέστατα, ἀπαθανατίζων τό πρόσλημμα· ἡ γάρ σάρξ σου οὐκ εἶδε, Δέσποτα, διαφθοράν οὐδέ ἡ ψυχή σου εἰς ᾅδου ξενοπρεπῶς ἐγκαταλέλειπται» (β´ τροπάριον ε´ ᾠδῆς).

Ὅτι ἡ ἀνωτέρω Δαυϊδική προφητεία ἀνεφέρετο εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί ἐπληρώθη διά τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεώς Του, μᾶς διδάσκει ὁ κορυφαῖος τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρος κηρύξας κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς ταῦτα: «(ὁ Δαυΐδ) προφήτης οὖν ὑπάρχων……… προϊδών ἐλάλησε περί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὅτι οὐ κατελείφθη ἡ ψυχή αὐτοῦ εἰς ᾅδου οὐδέ ἡ σάρξ αὐτοῦ εἶδε διαφθοράν. Τοῦτον τόν Ἰησοῦν ἀνέστησεν ὁ Θεός» (Πράξ. β´ 30, 31).

Η ψυχή στο Χριστιανισμό. Ανάμεσα στο Θάνατο και την Ανάσταση




Ἡ γὰρ τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν δίψα ἀπείρου δεῖταί τινος ὕδατος,
ὁ δὲ κόσμος οὗτος πεπερασμένος· ἀρκέσαι δὴ πῶς δύναιτ' ἄν;
Νικόλαος Καβάσιλας1

Μπορώ να φανταστώ δύο τρόπους για να αναρωτηθεί κάποιος περί ψυχής. Ένας είναι ο «ορθολογικός» [ή καλύτερα, λογοκρατικός], όπου το ερώτημα τίθεται με τους όρους της ανθρώπινης απαίτησης για αντικειμενική γνώση, για διανοητική κατανόηση της ουσίας των πραγμάτων. [Τόσο η διερώτηση όσο και οι συνακόλουθες απαντήσεις εστιάζουν στη διανοητική κατανόηση. Από κει και πέρα] δεν έχει μεγάλη διαφορά αν πίσω από τη διανοητική αυτή ανάγκη υπάρχει κάποιο βαθύτερο υπαρξιακό κίνητρο ή όχι, όπως δεν έχει διαφορά αν οι ιδέες που ενστερνίζεται κανείς είναι περισσότερο επιστημονικές ή περισσότερο μεταφυσικές· αυτό που έχει σημασία είναι ότι σε κάθε περίπτωση οι απαντήσεις απαρτίζονται από έννοιες και συλλογισμούς. Ο άλλος τρόπος – ας τον ονομάσουμε εικονολογικό – αποτελεί συνήθως μέρος μιας μυητικής διαδικασίας, μιας λειτουργικής ή τελετουργικής πράξης που αφορά τη συνολική στάση του ανθρώπου απέναντι στη ζωή και στο θάνατο. Υπάρχει κι εδώ μια [διανοητική] κατανόηση, μια γνώση, η οποία όμως δεν είναι εννοιοκρατική, αλλά βασίζεται σε μια γλώσσα συμβολική. Τέτοιες είναι οι μυθικές παραδόσεις και τέτοια είναι και η χριστιανική διδασκαλία για την ψυχή.

Παρά την εδραιωμένη περί του αντιθέτου πεποίθηση (που οφείλεται ίσως στις σχολαστικές ρίζες του σύγχρονου χριστιανισμού), η ορθόδοξη Εκκλησία δεν υιοθέτησε ποτέ μια ολοκληρωμένη [κλειστή] «θεωρία περί ψυχής», επιστημονική, φιλοσοφική ή μεταφυσική. Είναι αλήθεια ότι, σε αντίθεση με πολλές μυθικές παραδόσεις, η χριστιανική περί ψυχής διδασκαλία είναι επενδεδυμένη με φιλοσοφικές έννοιες, δημιουργώντας έτσι την εντύπωση μιας συνεκτικής θεωρίας για την ουσία και τις ιδιότητες της ψυχής. Αυτό όμως δεν είναι παρά το εξωτερικό περίβλημα ενός λόγου συμβολικού και μυστηριακού, που εδράζεται στα βαθύτερα κοιτάσματα της ανθρώπινης εμπειρίας· που παραπέμπει σε πράγματα των οποίων η αλήθεια βρίσκεται πέρα από τη γλωσσική δυνατότητα. Ένας τρόπος για να εκφραστούν τέτοιες αλήθειες είναι ο μύθος. Ο μύθος, όχι σαν προϊόν αυθαίρετης φαντασίας, αλλά ως συμπύκνωση θεμελιακών αρχετύπων με τα οποία ο άνθρωπος καλείται να συντονίσει τη ζωή του. Με την έννοια αυτή ο μύθος είναι σεναριακός μίτος μιας διαδικασίας μυητικής και ταυτόχρονα είναι μια συμβολική μήτρα για την αέναη παραγωγή βαθύτερης και πυκνότερης κατανόησης· μιας γνώσης που μπορεί διαρκώς να διευρύνεται και να βαθαίνει, όσο διευρύνεται και βαθαίνει η ανθρώπινη δυνατότητα.

Η σχέση ψυχής και σώματος ου Σεβ. Ι. Βλάχου. Κεφάλαιο Γ'



Ποια είναι η σχέση τής ψυχής με το σώμα; Αυτό θα εξετασθεί στην παρακάτω αναδημοσίευση τμήματος από το βιβλίο "Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία" του Σεβ. Ι. Βλάχου. Κεφάλαιο Γ'

Υπάρχει οπωσδήποτε μια σχέση και συνάφεια της ψυχής προς το σώμα. Αλλά τι είναι αυτή η σχέση και σε ποιο βαθμό υπάρχει; Είναι ένα θέμα το οποίο θα αντιμετωπίσουμε στο σημείο αυτό.

Ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή. Κάθε στοιχείο μόνο του δεν αποτελεί τον άνθρωπο. Ο άγιος Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυς, λέγει ότι η ψυχή καθ’ εαυτήν δεν είναι άνθρωπος, αλλά λέγεται «ανθρώπου ψυχή». Καθώς επίσης και το σώμα δεν λέγεται ο άνθρωπος, αλλά «ανθρώπου σώμα». «Είπερ ουν κατ’ ιδίαν μεν τούτων ουδέτερον άνθρωπός εστιν, το δε εκ της αμφοτέρων συμπλοκής καλείται άνθρωπος, κέκληκεν δε ο Θεός εις ζωήν και ανάστασιν τον άνθρωπον, ου το μέρος, αλλά το όλον κέκληκεν, όπερ εστί την ψυχήν και το σώμα»[32].

Η ψυχή, όπως έχουμε σημειώσει, κτίσθηκε μαζί με το σώμα. Και ακόμη το έμβρυο «εν τη συλλήψει εψύχωται». Μαζί με την σύλληψη δημιουργείται η ψυχή και «τοσούτον η ψυχή ενεργεί τότε, όσον  και η σαρξ∙ κατ’ αύξησιν γαρ την του σώματος και αύτη τας οικείας ενεργείας διαδείκνυσι»[33]. Όσο αυξάνεται το σώμα τόσο φανερώνει  και τις ενέργειες της η ψυχή.

Υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ της ψυχής και του σώματος, αφού «ουκ έσται η ψυχή σώμα, αλλ’ ασώματος»[34]. Παρά ταύτα δεν  είναι δυνατόν καθόλου να βρεθή και να υπάρξη ή να ονομασθή το σώμα ή η ψυχή άσχετα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο . «Η γαρ σχέσις ακίνητος»[35].

Οι αρχαίοι φιλόσοφοι πίστευαν ότι η ψυχή βρίσκεται σε ένα συγκεκριμένο σημείο του σώματος, ότι το σώμα είναι η φυλακή της ψυχής και ότι η σωτηρία της ψυχής είναι η ελευθεύρωσή της από το σώμα. Οι άγιοι Πατέρες διδάσκουν ότι η ψυχή είναι πανταχού του σώματος. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι οι άγγελοι και η ψυχή, που είναι ασώματα όντα, «ουκ εν τόπω εστίν, αλλ’ ουχί και πανταχού εστιν». Η ψυχή συνέχουσά το σώμα με το οποίο κτίσθηκε «πανταχού του σώματός εστιν, ουχ ων εν τόπω, ουδ’ ως περιεχομένη, αλλ’ ως συνέχουσά τε και περιέχουσα και ζωοποιούσα τούτο  κατ’ εικόνα και τούτ’ έχουσα Θεού»[36].

Ο Νύσσης Άγιος Γρηγόριος-Αποκατάσταση των πάντων


   
Εισαγωγικά
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, το άνθος αυτό της Ορθοδοξίας, ο ποιητής των άρθρων της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο φιλόσοφος-Πατέρας της Εκκλησίας, ο συγγραφέας πλήθους θεολογικών έργων, διατύπωσε σε κάποια από τα έργα του, μια θεωρία, αντίβαρο σε εκείνη του αγίου Αυγουστίνου, περί του απόλυτου προορισμού, τη θεωρία της αποκατάστασης των πάντων, η οποία σε γενικές γραμμές μιλάει για την με την πάροδο του μέλλοντος (και άληκτου) αιώνος, καταστροφή κάθε είδους κακού, την εξαφάνιση του Σατανά, την εξαφάνιση κάθε οδύνης, το τέλος της Κόλασης και τελικά την εις το αρχαίον κάλλος αποκατάσταση των πάντων, δικαίων και αδίκων με μια ουσιώδη διαφορά. Οι μεν δίκαιοι θα μετέχουν του θείου φωτός, δηλ. της θ. μακαριότητας, οι δε άδικοι θα μετέχουν του θείου πυρός («πυρ καταναλίσκον») αποκλεισμένοι όμως της θ. μακαριότητας και μη δυνάμενοι ποτέ να δουν το πρόσωπο του Θεού.
Η θεωρία αυτή βρήκε πολλούς υποστηρικτές, ακόμη και αγίους, αλλά και πολλούς αντιπάλους, οι οποίοι στηρίζονται αυστηρά στη Γραφή και μόνον. Η Εκκλησία κράτησε μέχρι τώρα ουδέτερη στάση, μη δεχόμενη τη θεωρία αυτή ως δόγμα της και προσθήκη στη διδασκαλία της, αλλά και μη καταδικάζοντας την. Έτσι, μέχρι σήμερα παραμένει, ως ένα θεολογούμενο και συζητούμενο πρόβλημα.
Gregory_of_Nyssa
Το ότι η σωτηρία είναι θεραπεία και η παραδείσια ζωή σ’ όλες της τις φάσεις τρυφή στη μέθεξη του Θεού, φιλία, κοινωνικότητα και αγάπη, προξένησε στην ορθόδοξη παράδοση ένα ρήγμα, ένα θεολογούμενο που αντιτίθεται στον απόλυτο προορισμό της δυτικής θεολογίας: πρόκειται για την αποκατάσταση των πάντων, μια διδασκαλία που την εκπροσωπούν κυρίως ο Ωριγένης, ο Γρηγόριος Νύσσης και ο Μάξιμος Ομολογητής. Εξάπαντος δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στη Δύση, ως κατάληξη του νομικού πνεύματος έχουμε τον απόλυτο προορισμό, ενώ στην Ανατολή ως κατάληξη της ιαματικής σωτηρίας έχουμε την αποκατάσταση των πάντων, ως θεολογούμενο και όχι ως δόγμα. Διαφορετικά πράγματα θα ήταν αδιανόητο να περιμένει κανείς. Γι’ αυτό η αποκατάσταση είναι αξιοπρόσεκτη, από ορθόδοξη άποψη, μόνο για τις θεολογικές και σωτηριολογικές προϋποθέσεις, και καταλήγει όχι σε δόγμα αλλά σε θεολογούμενο. Η αποκατάσταση των πάντων κατά κανένα τρόπο, δεν συγκρούεται με τη διδασκαλία για την αιώνια κόλαση. Άλλο αιωνιότητα του Θεού και άλλο αιωνιότητα των κτισμάτων. Τα κτίσματα έχουν αρχή γένεσης και μπορούν να είναι ατελεύτητα, επειδή το θέλει ο Θεός χωρίς καμιά κτιστή αναγκαιότητα. Έτσι, οφείλουμε να καταλάβουμε καλά τη διάκριση κτιστού-ακτίστου της πατερικής θεολογίας. Όμως δεν είναι μπορετό και νοητό να αποδίδουμε στα κτίσματα τις ιδιότητες του φύσει άναρχου και ατελεύτητου Θεού. Η ορθόδοξη θεολογία οφείλει να εξάρει τις σωστές αφετηρίες και προϋποθέσεις αυτής της αποκατάστασης:

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου.


Πῶς εἶναι ἤ πῶς γίνεται μέσα μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί μέ αὐτήν ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς.
Ἐπίσης ποιό εἶναι τό μυστήριο αὐτῆς τῆς ἀναστάσεως.
1. Ἀδελφοί καί πατέρες, ἤδη τό Πάσχα, ἡ χαρμόσυνη ἡμέρα, πού προκαλεῖ κάθε εὐφροσύνη καί εὐτυχία, καθώς ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται τήν ἴδια ἐποχή τοῦ χρόνου πάντοτε, ἤ καλύτερα γίνεται κάθε ἡμέρα καί συνεχῶς μέσα σ᾿ αὐτούς πού γνωρίζουν τό μυστήριό της, ἀφοῦ γέμισε τίς καρδιές μας ἀπό κάθε χαρά καί ἀνεκλάλητη ἀγαλλίαση (Λουκ. 1, 14), ἀφοῦ ἔλυσε μαζί καί τόν κόπο ἀπό τήν πάνσεπτη νηστεία ἤ, γιά νά πῶ καλύτερα, ἀφοῦ τελειοποίησε καί συγχρόνως παρηγόρησε τίς ψυχές μας, γι᾿ αὐτό καί μᾶς προσκάλεσε ὅλους μαζί τούς πιστούς, ὅπως βλέπετε, σέ ἀνάπαυση καί εὐχαριστία, πέρασε. Ἄς εὐχαριστήσουμε λοιπόν τόν Κύριο, πού μᾶς διαπέρασε ἀπό τό πέλαγος (Σοφ. Σολ. 10, 18) τῆς νηστείας καί μᾶς ὁδήγησε μέ εὐθυμία στόν λιμένα τῆς ἀναστάσεώς Του. Ἄς τόν εὐχαριστήσουμε καί ὅσοι περάσαμε τό δρόμο τῆς νηστείας μέ θερμή πρόθεση καί ἀγῶνες ἀρετῆς, καί ὅσοι ἀσθένησαν στό μεταξύ ἀπό ἀδιαφορία καί ἀσθένεια ψυχῆς, ἐπειδή ὁ ἴδιος εἶναι πού δίνει μέ τό παραπάνω τά στεφάνια καί τούς ἄξιους μισθούς τῶν ἔργων τους σ᾿ ἐκείνους πού ἀγωνίζονται, καί πάλι αὐτός εἶναι πού ἀπονέμει τή συγγνώμη στούς ἀσθενέστερους ὡς ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος. Διότι βλέπει πολύ περισσότερο τίς διαθέσεις τῶν ψυχῶν μας καί τίς προαιρέσεις, παρά τούς κόπους τοῦ σώματος, μέ τούς ὁποίους γυμνάζομε τούς ἑαυτούς μας στήν ἀρετή, ἤ ἐπαυξάνοντας τήν ἄσκηση λόγω τῆς προθυμίας τῆς ψυχῆς ἤ ἐλαττώνοντας αὐτήν ἀπό τά σπουδαῖα ἐξ αἰτίας τοῦ σώματος, καί σύμφωνα μέ τίς προθέσεις μας ἀνταποδίδει τά βραβεῖα καί τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος στόν καθένα, κάμνοντας κάποιον ἀπό τούς ἀγωνιζόμενους περίφημο καί ἔνδοξο ἤ ἀφήνοντάς τον ταπεινό καί ἔχοντα ἀκόμη ἀνάγκη ἀπό κοπιαστικότερη κάθαρση.
2. Ἀλλά ἄς δοῦμε, ἐάν νομίζετε, καί ἄς ἐξετάσομε καλῶς, ποιό εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, τό ὁποῖο γίνεται μυστικῶς πάντοτε σέ ἐμᾶς πού θέλομε, καί πῶς μέσα μας ὁ Χριστός θάπτεται σάν σέ μνῆμα, καί πῶς ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τίς ψυχές, πάλι ἀνασταίνεται, συνανασταίνοντας μαζί του καί ἐμᾶς. Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ λόγου.

Περί Ψυχῆς. Ἀρχ. Ἀρσένιος Κατερέλος



Περί Ψυχῆς

(Ἑσπερινή ὁμιλία τοῦ  Ἀρχιμανδρίτου Ἀρσενίου Κατερέλου  Ἡγουμένου Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος στήν Ἱερά Μονή 03 -03 2013)
Μπορεῖτε νὰ ἀκούσετε ἢ νὰ κατεβάσετε τὴν ἠχητικὴ ὁμιλία πατώντας στὸν σύνδεσμο Περί Ψυχῆς. Ἀρχ. Ἀρσένιος Κατερέλος 
 

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ σήμερα εἰς τήν ἀγάπη σας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά ποῦμε κάποια πράγματα ''περί ψυχῆς'', ὅπως τά βιώνει καί τά διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα.
Καί, εὐθύς ἀμέσως νά ἀναφέρωμε, ὅτι ὑπάρχουν δύο ἐσφαλμένες θεωρίες περί τοῦ πότε δημιουργεῖται ἡ ψυχή στον ἄνθρωπο. Στήν μέν πρώτη θεωρία, κάποιοι θεωροῦν, ὅτι ἡ ψυχή δέν μπαίνει ἀμέσως, δῆθεν, εἰς τόν ἄνθρωπο, λένε δηλ. αὐτοί, ὅτι μέχρι τριῶν μηνῶν ἔμβρυο ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἄνθρωπος, ἄς τό ποῦμε ἔτσι. Καί  αὐτό, βέβαια τούς συμφέρει καί τούς βολεύει νά τό λένε, ἐπειδή, μέχρι νά γίνη τό ἔμβρυο τριῶν μηνῶν θά μποροῦν νά διακόπτουν τήν κύησι καί νά κάνουν ἐκτρώσεις.
Ἄν ὑποτεθῆ, ἀγαπητοί μου, ὅτι προηγῆται τό σῶμα κατά τήν γένεσι τοῦ ἀνθρώπου καί μετά ἀκολουθεῖ ἡ ψυχή, τότε, μοιραίως, ἔχομε τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου , τόν Δαρβινισμό, ὅτι γεννιέται πρῶτα ἕνα ἄλλο πρᾶγμα, ὄχι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ἕνα ζῶο, καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρίν γίνη ἄνθρωπος περνάει δηλ. ἀπό μία ζωώδη κατάστασι, πρῶτα, καί ὕστερα προσλαμβάνει τήν ψυχή καί γίνεται ὁ τελικός ἄνθρωπος. Διότι, ποιά εἶναι ἡ μεγαλυτέρα διαφορά μεταξύ τοῦ πιθήκου, ἤ ὁποιουδήποτε ζώου, καί τοῦ ἀνθρώπου; Εἶναι ὅτι ὁ πίθηκος δέν ἔχει λογική ψυχή. Ἀλλά, τούς συμφέρει νά λένε ὅτι προηγουμένως περνάει κάποια στάδια ζωώδους μορφῆς καί ζωῆς ὁ ἄνθρωπος καί κατόπιν γίνεται ἄνθρωπος καί σᾶς εἶπα περίπου τόν λόγο. Τά λένε αὐτά καί γιά νά χτυπήσουν, βέβαια, καί τήν θρησκεία, τήν Παλαιά Διαθήκη, καί ὅλα τά ὑπόλοιπα.
Ἄν δεχθῶ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ἀρχικά ψυχή ἕως τρεῖς μῆνες, ἀποδέχομαι οὐσιαστικά τήν θεωρία τοῦ Δαρβίνου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος περνάει πρῶτα ἀπό αὐτήν τήν κατάστασι, τήν μή ἀνθρώπινη, πού εἶναι ζωώδης δηλ. Ἀλλά, αὐτό βέβαια δέν ἰσχύει, διότι ὁ Θεός ἔκανε, ὅπως μᾶς λέγει ἡ Παλαιά Διαθήκη, τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἄνθρωπος δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ τά ζῶα, διότι τά ζῶα ἐδημιουργήθησαν πολύ πιό μπροστά, καί, ὅπως μᾶς λέγει τό ἱερό κείμενο ἔγιναν ''κατά γένος'', πού σημαίνει ὅτι κάπου σταματάει τό κάθε γένος. Σημασία ἐδῶ ἔχει τό ὅτι ὑπάρχει ἄλλη πρᾶξις δημιουργική γιά τά ζῶα τελείως διαφορετική ἀπό ἐκείνην τοῦ ἀνθρώπου.
Βέβαια, ὑπάρχει καί ἡ ἀντίθετη θεωρία, ἡ λεγόμενη ''Πλατωνική θεωρία'', τοῦ Πλάτωνος, κατά τήν ὁποίαν θεωρεῖται, πάλι ἐσφαλμένως, ὅτι ἡ ψυχή προϋπάρχει τῆς γενέσεως τοῦ σώματος καί μετά μπαίνει στό σῶμα. Εἶναι ἡ θεωρία, ὅπως λέγεται, ''περί προϋπάρξεως τῶν ψυχῶν''. Κατ᾽ αὐτήν οἱ ψυχές προϋπάρχουν καί θεωρεῖ ὁ Πλάτων, ὅτι ἁμάρτησαν σέ ἕναν χῶρο τοῦ οὐρανοῦ, στόν κόσμο τῶν ἰδεῶν, καί γιά νά τιμωρηθοῦν ὁ Θεός  ''ἐγκλωβίζει'' αὐτές τίς ψυχές σέ ἕνα σῶμα ζώου ἤ ἀνθρώπου, ἀκόμα καί σέ φυτό μπορεῖ νά εἶναι. 

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ


1. Ἐπειδὴ τοῦ ἀνθρωπίνου βίου πρὸς Θεὸν μετέστη ὁ πολὺς ἐν ἁγίοις
Βασίλειος, καὶ κοινὴ πένθους ἀφορμὴ ταῖς Ἐκκλησίαις ἐγένετο, περιῆν
δὲ ἔτι τῷ βίῳ ἡ ἀδελφὴ καὶ διδάσκαλος, ἐγὼ μὲν ᾔειν κατὰ σπουδὴν
κοινωνήσων ἐκείνῃ τῆς ἐπὶ τῷ ἀδελφῷ συμφορᾶς.
Καί μοι περιώδυνος ἦν ἡ ψυχὴ, πρὸς τοιαύτην ζημίαν ὑπεραλγοῦσα,
καί τινα τῶν δακρύων κοινωνὸν ἐπεζήτουν τὸν ἶσον ἔχοντά μοι τῆς
λύπης ἄχθος. Ὡς δὲ ἐν ὀφθαλμοῖς ἦμεν ἀλλήλων, ἐμοὶ μὲν ἀνεκίνει τὸ
πάθος προφανεῖσα τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡ διδάσκαλος· καὶ γὰρ ἤδη καὶ αὐτὴ
τῇ πρὸς θάνατον ἀῤῥωστίᾳ συνείχετο.
Ἡ δὲ κατὰ τοὺς τῆς ἱππικῆς ἐπιστήμονας ἐνδοῦσά μοι πρὸς ὀλίγον
παρενεχθῆναι τῇ ῥύμῃ τοῦ πάθους, ἀναστομοῦν ἐπεχείρει μετὰ ταῦτα
τῷ λόγῳ, καθάπερ χαλινῷ τινι τῷ ἰδίῳ λογισμῷ τὸ ἀτακτοῦν τῆς
ψυχῆς ἀπευθύνουσα, καὶ ἦν αὐτῇ τὸ ἀποστολικὸν λόγιον
προφερόμενον, τὸ μὴ δεῖν ἐπὶ τῶν κεκοιμημένων λυπεῖσθαι· μόνων
γὰρ τοῦτο τῶν οὐκ ἐχόντων ἐλπίδα τὸ πάθος εἶναι.2. ΓΡΗΓ. Κἀγὼ περιζεούσης ἔτι μοι τῆς καρδίας τῇ λύπῃ, «Πῶς ἔστιν,
εἶπον, ἐν ἀνθρώποις τοῦτο κατορθωθῆναι, οὕτως ἐν ἑκάστῳ φυσικοῦ
τινος πρὸς τὸν θάνατον τῆς διαβολῆς ὑπαρχούσης, καὶ οὔτε τῶν
ὁρώντων τοὺς ἀποθνήσκοντας εὐκόλως καταδεχομένων τὴν θέαν, οἷς
τε ἂν προσίῃ ὁ θάνατος ἀποφευγόντων ἐφ᾿ ὅσον οἷόν τε; Ἀλλὰ καὶ
τῶν ἐπικρατούντων νόμον ἔσχατον ἐν ἀδικίαις καὶ ἔσχατον ἐν
τιμωρίαις τοῦτο κρινόντων, τίς μηχανὴ τὸ μηδὲν ἡγεῖσθαι τὴν τοῦ ζῆν
ἀναχώρησιν, καὶ ἐπὶ τῶν ἔξω τινὸς μὴ ὅτι γε τῶν ἐπιτηδείων, ὅταν
τοῦ βίου λήγωσιν;
»Ὁρῶμεν δὲ, εἶπον, καὶ πᾶσαν τὴν ἀνθρωπίνην σπουδὴν πρὸς τοῦτο
βλέπουσαν, ὅπως ἂν ἐν τῷ ζῆν διαμένοιμεν. Διὰ τοῦτο γὰρ καὶ οἶκοι

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Κατηχητικός Λόγος



Κατηχητικός Λόγος
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Ει τις ευσεβής και φιλόθεος, απολαυέτω της καλής ταύτης και λαμπράς πανηγύρεως.

Ει τις ευγνώμων, εισελθέτω χαίρων εις την χαράν του Κυρίου αυτού.

Ει τις έκαμε νηστεύων, απολαυέτω νυν το δηνάριον.

Ει τις από της πρώτης ώρας ειργάσατο, δεχέσθω σήμερον το δίκαιον όφλημα.

Ει τις μετά την τρίτην ήλθεν, ευχαρίστως εορτασάτω.

Ει τις μετά την έκτην έφθασε, μηδέν αμφιβαλλέτω· και γαρ ουδέν ζημειούται.

Ει τις υστέρησεν εις την ενάτην, προσελθέτω, μηδέν ενδοιάζων.

Ει τις εις μόνην έφθασε την ενδεκάτην, μη φοβηθή την βραδύτητα· φιλότιμος γαρ ων ο Δεσπότης, δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον· αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης· και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει· κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται· και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται· και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί.

Ουκούν εισέλθετε πάντες εις την χαράν του Κυρίου υμών· και πρώτοι και δεύτεροι τον μισθόν απολαύετε. Πλούσιοι και πένητες μετ' αλλήλων χορεύσατε· εγκρατείς και ράθυμοι την ημέραν τιμήσατε· νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, ευφράνθητε σήμερον. Η τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες.

Ο μόσχος πολύς, μηδείς εξέλθη πεινών. Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως· πάντες απολαύσατε του πλούτου της χρηστότητος. Μηδείς θρηνείτω πενίαν· εφάνη γαρ η κοινή Βασιλεία. Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα· συγνώμη γαρ εκ του τάφου ανέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον· ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ' αυτού κατεχόμενος.

Εσκύλευσε τον άδην ο κατελθών εις τον άδην. Επίκρανεν αυτόν, γευσάμενον της σαρκός αυτού. Και τούτο προλαβών Ησαΐας εβόησεν· ο άδης φησίν, επικράνθη, συναντήσας σοι κάτω.

Επικράνθη· και γαρ κατηργήθη.

Επικράνθη· και γαρ ενεπαίχθη.

Επικράνθη· και γαρ ενεκρώθη.

Επικράνθη· και γαρ καθηρέθη.

Επικράνθη· και γαρ εδεσμεύθη.

Έλαβε σώμα και Θεώ περιέτυχεν.

Έλαβε γήν και συνήντησεν ουρανώ.

Έλαβεν όπερ έβλεπε και πέπτωκεν όθεν ουκ έβλεπε.

Πού σου, θάνατε, το κέντρον;

Πού σου, άδη, το νίκος;

Ανέστη Χριστός και σύ καταβέβλησαι.

Ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες.

Ανέστη Χριστός και χαίρουσιν άγγελοι.

Ανέστη Χριστός, και ζωή πολιτεύεται.

Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος.

Χριστός γαρ εγερθείς εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο.

Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.

Αμήν.
Ερμηνευτική απόδοση
Όποιος είναι ευσεβής και φιλόθεος, ας απολαύσει την ωραία τούτη και λαμπρή πανήγυρη.

Όποιος είναι ευγνώμων υπηρέτης, ας εισέλθει χαρούμενος σ ' αυτό το δείπνο της χαράς του Κυρίου.

Όποιος κοπίασε νηστεύοντας, ας χαρεί τώρα τον μισθό του.

Όποιος εργάστηκε από την πρώτη ώρα, ας δεχθεί σήμερα την δίκαιη πληρωμή.

Αν κάποιος ήλθε μετά την τρίτη ώρα, ας εορτάσει ευχαριστώντας.

Αν μετά την έκτη ώρα έφθασε κάποιος, καθόλου ας μην αμφιβάλει, διότι σε τίποτε δε θα ζημιωθεί.

Αν κάποιος καθυστέρησε και ήλθε στην ενάτη ώρα, ας προσέλθει χωρίς ενδοιασμό.

Αν πάλι κάποιος έφτασε μόλις στις ένδεκα, ας μη φοβηθεί την αργοπορία. Διότι, ως φιλότιμος που είναι ο Δεσπότης, δέχεται τον τελευταίο όπως ακριβώς και τον πρώτο.

Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου: Περί της Αναστάσεως του Χριστού



Περί της Αναστάσεως του Χριστού
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν
Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου.
Καί πῶς εἶναι ἤ πῶς γίνεται μέσα μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί μέ αὐτήν ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς. Ἐπίσης ποιό εἶναι τό μυστήριο αὐτῆς τῆς ἀναστάσεως. Λέχθηκε μετά τό Πάσχα, τή Δευτέρα τῆς δευτέρας ἑβδομάδος τοῦ Πάσχα.
1. Ἀδελφοί καί πατέρες, ἤδη τό Πάσχα, ἡ χαρμόσυνη ἡμέρα, πού προκαλεῖ κάθε εὐφροσύνη καί εὐτυχία, καθώς ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται τήν ἴδια ἐποχή τοῦ χρόνου πάντοτε, ἤ καλύτερα γίνεται κάθε ἡμέρα καί συνεχῶς μέσα σ᾿ αὐτούς πού γνωρίζουν τό μυστήριό της, ἀφοῦ γέμισε τίς καρδιές μας ἀπό κάθε χαρά καί ἀνεκλάλητη ἀγαλλίαση (Λουκ. 1, 14), ἀφοῦ ἔλυσε μαζί καί τόν κόπο ἀπό τήν πάνσεπτη νηστεία ἤ, γιά νά πῶ καλύτερα, ἀφοῦ τελειοποίησε καί συγχρόνως παρηγόρησε τίς ψυχές μας, γι᾿ αὐτό καί μᾶς προσκάλεσε ὅλους μαζί τούς πιστούς, ὅπως βλέπετε, σέ ἀνάπαυση καί εὐχαριστία, πέρασε. Ἄς εὐχαριστήσουμε λοιπόν τόν Κύριο, πού μᾶς διαπέρασε ἀπό τό πέλαγος (Σοφ. Σολ. 10, 18) τῆς νηστείας καί μᾶς ὁδήγησε μέ εὐθυμία στόν λιμένα τῆς ἀναστάσεώς Του. Ἄς τόν εὐχαριστήσουμε καί ὅσοι περάσαμε τό δρόμο τῆς νηστείας μέ θερμή πρόθεση καί ἀγῶνες ἀρετῆς, καί ὅσοι ἀσθένησαν στό μεταξύ ἀπό ἀδιαφορία καί ἀσθένεια ψυχῆς, ἐπειδή ὁ ἴδιος εἶναι πού δίνει μέ τό παραπάνω τά στεφάνια καί τούς ἄξιους μισθούς τῶν ἔργων τους σ᾿ ἐκείνους πού ἀγωνίζονται, καί πάλι αὐτός εἶναι πού ἀπονέμει τή συγγνώμη στούς ἀσθενέστερους ὡς ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος. Διότι βλέπει πολύ περισσότερο τίς διαθέσεις τῶν ψυχῶν μας καί τίς προαιρέσεις, παρά τούς κόπους τοῦ σώματος, μέ τούς ὁποίους γυμνάζομε τούς ἑαυτούς μας στήν ἀρετή, ἤ ἐπαυξάνοντας τήν ἄσκηση λόγω τῆς προθυμίας τῆς ψυχῆς ἤ ἐλαττώνοντας αὐτήν ἀπό τά σπουδαῖα ἐξ αἰτίας τοῦ σώματος, καί σύμφωνα μέ τίς προθέσεις μας ἀνταποδίδει τά βραβεῖα καί τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος στόν καθένα, κάμνοντας κάποιον ἀπό τούς ἀγωνιζόμενους περίφημο καί ἔνδοξο ἤ ἀφήνοντάς τον ταπεινό καί ἔχοντα ἀκόμη ἀνάγκη ἀπό κοπιαστικότερη κάθαρση.

2. Ἀλλά ἄς δοῦμε, ἐάν νομίζετε, καί ἄς ἐξετάσομε καλῶς, ποιό εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, τό ὁποῖο γίνεται μυστικῶς πάντοτε σέ ἐμᾶς πού θέλομε, καί πῶς μέσα μας ὁ Χριστός θάπτεται σάν σέ μνῆμα, καί πῶς ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τίς ψυχές, πάλι ἀνασταίνεται, συνανασταίνοντας μαζί του καί ἐμᾶς. Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ λόγου.

3. Ὁ Χριστός καί Θεός μας, ἀφοῦ ὑψώθηκε στό σταυρό καί κάρφωσε (Κολ. 2, 14) σ᾿ αὐτόν τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου (Ἰω. 1, 25) καί γεύτηκε τό θάνατο (Ἐβρ. 2, 9), κατῆλθε στά κατώτατα μέρη τοῦ ἅδη (Ἐφ. 4, 9, Ψαλ. 85, 13). Ὅπως λοιπόν ὅταν ἀνῆλθε πάλι ἀπό τόν ἅδη εἰσῆλθε στό ἄχραντό Του σῶμα, ἀπό τό ὁποῖο ὅταν κατῆλθε ἐκεῖ δέν χωρίσθηκε καθόλου, καί ἀμέσως ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς καί μετά ἀπ᾿ αὐτό ἀνῆλθε στούς οὐρανούς μέ δόξα πολλή καί δύναμη (Ματθ. 24, 30, Λουκ. 21, 27), ἔτσι καί τώρα, ὅταν ἐξερχόμαστε ἐμεῖς ἀπό τόν κόσμο καί εἰσερχόμαστε μέ τήν ἐξομοίωση (Ρωμ. 6, 5, Β´ Κορ. 1, 5, Φιλ. 3, 10) τῶν παθημάτων τοῦ Κυρίου στό μνῆμα τῆς μετάνοιας καί ταπεινώσεως, αὐτός ὁ ἴδιος, κατερχόμενος ἀπό τούς οὐρανούς, εἰσέρχεται σάν σέ τάφο μέσα στό σῶμα μας καί, ἑνούμενος μέ τίς δικές μας ψυχές, τίς ἀνασταίνει, ἀφοῦ αὐτές ἦταν ὁμολογουμένως νεκρές, καί τότε δίνει τή δυνατότητα, σ᾿ αὐτόν πού ἀναστήθηκε ἔτσι μαζί μέ τόν Χριστό, νά βλέπει τή δόξα τῆς μυστικῆς του ἀναστάσεως.

Ἀνάληψις καὶ Πεντηκοστή- ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ


Ἦχος δ´.

νελήφθης ἐν δόξῃ,
Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν
χαροποιήσας τοὺς μαθητὰς
τῇ ἐπαγγελίᾳ τοῦ ἁγίου Πνεύματος·
βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας
ὅτι σὺ εἶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ,
ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.

νελήφθης στοὺς οὐρανοὺς δοξασμένος, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μας, ἀφοῦ ἐχαροποίησες τόσο πολὺ τοὺς μαθητάς σου μὲ τὴν ὑπόσχεσι, ὅτι θὰ στείλης τὸ Πανάγιό σου Πνεῦμα· αὐτοὶ δὲ ἐβεβαιώθηκαν γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ μὲ τὴν εὐλογία σου, ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
τελευταία ἐμφάνισι τοῦ Κυρίου στὸν κόσμο ἦταν ἡ εὐλογία. Τὸ περιγράφει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς· «καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν». Αὐτὴ ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου ἦταν μιὰ κίνησι λειτουργική, γιὰ νὰ τοὺς μεταδώσῃ τὴν Χάρι του. Ἡ ἐκκλησία ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς παρουσίας της στὸν κόσμο, εὐλογεῖ τοὺς πιστούς. Οἱ Ἀπόστολοι, καὶ ἔπειτα οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἱερεῖς μὲ τὴν ἴδια κίνησι τοῦ χεριοῦ, ποὺ ὑπέδειξε ὁ Κύριος, εὐλογοῦν καὶ ἁγιάζουν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐλογία εἶναι μιὰ ἐξωτερικὴ πράξι, καὶ μιὰ οὐσιαστικὴ λειτουργία. Ἰδιαίτερα, ὅταν τελοῦνται τὰ ἱερὰ μυστήρια, οἱ λειτουργοὶ εὐλογοῦν τὰ τίμια δῶρα στὴ θεία Εὐχαριστία, εὐλογοῦν τὸ νερὸ τῆς Βαπτίσεως, τὸ λάδι τοῦ Εὐχελαίου, τὰ στέφανα τῶν νεονύμφων, τὴν κεφαλὴ τοῦ ἐξομολογουμένου καὶ τοῦ χειροτονουμένου ἱερέως· εὐλογοῦν καὶ τὰ νήπια στὴν ὥρα τοῦ χρίσματος. Ἀλλὰ καὶ οἱ εὐλογίες πρὸς τοὺς πιστοὺς εἶναι τόσες πολλὲς στὶς ὧρες τῆς λατρείας. Μὲ τὴν ἴδια κίνησι εὐλογοῦμε τοὺς καρποὺς τῆς γῆς καὶ ὅλα τὰ καλὰ ἔργα ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα χέρια. Ἡ εὐλογία εἶναι βασικὸ σημεῖο τῆς λειτουργικῆς μας ζωῆς, ἀναντικατάστατο στοιχεῖο γιὰ τὴν μετάδοσι τῆς χάριτος καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ. Ἡ εὐλογημένη ζωὴ τοῦ πιστοῦ εἶναι ἡ συνέπεια τῆς εὐλογίας, ποὺ δέχεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἱερεῖς του.

Ἦχος πλ. δ´.

Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας,
καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον,
καὶ δι᾿ αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας,
Φιλάνθρωπε, δόξα σοι.

Πρέπει νὰ εὐλογῆσαι καὶ νὰ ὑμνῆσαι, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ καὶ Θεέ μας, σὺ ὁ ὁποῖος ἔκαμες τόσο σοφοὺς καὶ φωτισμένους δασκάλους, τοὺς ἁπλοϊκοὺς ψαράδες τῆς Γαλιλαίας, ἀφοῦ ἔστειλες σ᾿ αὐτοὺς τὸ Πανάγιό σου Πνεῦμα· καὶ χρησιμοποιῶντας κατόπιν αὐτοὺς σὰν κήρυκας καὶ ἀποστόλους σου προσείλκυσες στὸ Εὐαγγέλιο τὸν κόσμο ὁλόκληρο· γι᾿ αὐτὸ σὲ σένα, φιλάνθρωπε Κύριε, ἀνήκει ἡ δόξα.

Τροπάρια τῶν Αἴνων ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ


Ἦχος α´.

Ο Σταυρὸν ὑπομείνας
καὶ τὸν θάνατον καταργήσας
καὶ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν,
εἰρήνευσον ἡμῶν τὴν ζωήν, Κύριε,
ὡς μόνος παντοδύναμος.

Σὺ ὁ ὁποῖος ἔδειξες τόση ὑπομονὴ στὸ μαρτύριο τοῦ Σταυροῦ καὶ μὲ αὐτὸ κατήργησες τὸν θάνατο καὶ μετὰ ἀνεστήθης ἀπὸ τοὺς νεκρούς, κάμε εἰρηνικὴ τὴν ζωή μας, Κύριε, σὺ ποὺ σὰν ὁ μόνος Θεὸς διαθέτεις ὅλην τὴν δύναμι, γιὰ νὰ μᾶς δώσης ἕνα τέτοιο δῶρο.
Χριστὸς καρφωμένος ἐπάνω στὸ Σταυρό, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἄκρα ταπείνωσι καὶ ἀγάπη ποὺ ἔδειξε, μᾶς ἔδωσε τὸ τέλειο πρότυπο τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς εἰρήνης. Ὑπέμεινε τὸ φρικτό, τὸ ἄδικο μαρτύριό του, χωρὶς γογγυσμούς, χωρὶς ταραχή. Ἐπονοῦσε ἀνυπόφορα· ὑπέμεινε ὅμως, χωρὶς νὰ χάση τὴν εἰρήνη του· διότι ἐγνώριζε ὁ Χριστός, πὼς κι αὐτὸ ἦταν μέσα στὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατέρα· πὼς μέσα στὸ μοναδικὸ μυστήριο τῆς Θυσίας του ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ μποροῦσαν νὰ περιληφθοῦν κι ὅλα τὰ ἄλλα· ἀκόμη ὁ Χριστὸς περίμενε τὴν Ἀνάστασι, ὅπως ὁ ἴδιος τόσες φορὲς τὸ εἶχε προφητεύσει. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ποιητὴς αὐτοῦ τοῦ ὕμνου ζητεῖ νὰ μᾶς εἰρηνεύσῃ τὴν ζωὴ ὁ Χριστός, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης.
Πόσες φορὲς δὲν βρίσκομε τὴν ψυχή μας τσακισμένη ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ἀγωνία; Τὰ ἀτομικά, τὰ οἰκογενειακά, τὰ ἐπαγγελματικὰ προβλήματα μᾶς ταράζουν τόσο πολύ. Ὁ φόβος τῆς ἀποτυχίας μᾶς τρομάζει. Τὸ φάσμα κάποιας ἀρρώστιας μᾶς φέρνει ἀναστάτωσι. Καὶ πίσω ἀπὸ αὐτὲς τὶς δοκιμασίες δὲν ἔχομε τὴν δύναμιν νὰ διακρίνωμε τὸν Χριστό, ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς προσφέρη τὸ χέρι του· δὲν μποροῦμε ἀκόμη νὰ δοῦμε, ἐλπίζοντας, μιὰν ἀνάστασι. Ἡ εἰρήνη φεύγει ἀπὸ τὴν ψυχή μας μὲ φοβερές συνέπειες. Ἕνας ἄνθρωπος ταραγμένος, γίνεται τραγικὸς ἄνθρωπος, ἀνίκανος νὰ ἀντιμετωπίση τὶς συνεχεῖς, μὰ καὶ σκληρές, δοκιμασίες τῆς ζωῆς. Ἡ εἰρήνη, ποὺ ἔρχεται σὰν οὐράνιος καρπὸς τῆς κοινωνίας μας μετὰ τοῦ Χριστοῦ, ἡ εἰρήνη «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα», εἶναι τὸ ἰσχυρότερο πνευματικὸ ὅπλο, γιὰ νὰ κρατήσουμε μέχρι τέλους ἀκμαῖο τὸ φρόνημά μας σὲ κάθε δημιουργική μας προσπάθεια, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε ἀντιξοότητα τῆς ζωῆς. «Εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν, οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσι», μᾶς εἶπεν ὁ Κύριος. Σὲ μᾶς ἀνήκει νὰ τὴν ἀναζητήσωμε καὶ νὰ τὴν κερδήσωμε.

Ἐξαποστειλάρια ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ


Τὸ Α´.

Τοῖς μαθηταῖς συνέλθωμεν
ἐν ὄρει Γαλιλαίας,
πίστει Χριστὸν θεάσασθαι,
λέγοντα ἐξουσίαν
λαβεῖν τῶν ἄνω καὶ κάτω·
μάθωμεν πῶς διδάσκει,
βαπτίζειν εἰς τὸ ὄνομα
τοῦ Πατρὸς ἔθνη πάντα
καὶ τοῦ Υἱοῦ
καὶ ἁγίου Πνεύματος καὶ συνεῖναι
τοῖς μύσταις, ὡς ὑπέσχετο,
ἕως τῆς συντελείας.

ς συγκεντρωθοῦμε μαζὶ μὲ τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου στὸ ὄρος τῆς Γαλιλαίας, ὅπως τοὺς ὥρισε Ἐκεῖνος, καὶ μὲ πίστι πολλὴ ἂς κυττάξωμε τὸν ἀναστάντα Χριστὸ καὶ ἂς τὸν ἀκούσωμε νὰ λέη, ὅτι ἐπῆρε πλέον καὶ μὲ τὴν ἀνθρωπίνη φύσι του τὴν ἐξουσία τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς· νὰ μάθωμεν ἀκόμη κατὰ ποῖο τρόπο διδάσκει νὰ βαπτίζουν οἱ μαθηταί του ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀνήκουν ἀκόμη στὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη, στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· καὶ ὅτι θὰ μείνῃ μαζὺ μὲ τοὺς μαθητάς του καθὼς Ἐκεῖνος ἔδωκε τὴν ὑπόσχεσι, μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων.
ὰν φαντασθοῦμε μιὰ τέτοια κοινὴ συγκέντρωσι μὲ τὸ Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητάς του, ἡ ψυχή μας σκιρτάει ἀπὸ ἀνέκφραστη χαρά. Εἶναι μικρὸ νὰ βλέπης τὸν ἀναστημένο Χριστὸ καὶ νὰ σοῦ ὁμιλῆ γιὰ τὴν δόξα του καὶ νὰ σὲ διδάσκη τὸ θέλημά του; Εὐσεβεῖς πόθοι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὑμνογράφου, θὰ εἰποῦν μερικοί. Καὶ ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθοῦμε τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξι τῆς Κυριακῆς, δηλαδὴ τὴν συμμετοχή μας στὴν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς, γιὰ νὰ εἴμεθα ἀκριβῶς μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς ἁγιότητος καὶ τῆς πραγματικῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Στὸ ναό μας, κάθε Κυριακή, συγκεντρωμένοι μὲ τοὺς λειτουργοὺς τοῦ Κυρίου, συγκροτοῦμε τὴν Ἐκκλησία, μὲ κεφαλὴ τὸν Χριστό μας. Βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ σὲ κοινωνία μὲ τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, περιμένομε τήν στιγμή, ποὺ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ μετατρέψῃ τὰ τίμια δῶρα σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κι ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ γινώμεθα μέτοχοι τοῦ Ποτηρίου, θὰ ἔχωμε μέσα μας τὸ Χριστὸ σταυρωμένο καὶ ἀναστημένο, ὅπως τὸ εἶπε ὁ θεῖος Ἀπόστολος «ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον πίνητε τὸν ἐμὸν θάνατον καταγγέλετε». (Α´ Κορ. ια´ 26). Νὰ λοιπὸν ἡ συνάντησι μὲ τὸν Χριστό, ἢ καλύτερα, ἡ ἕνωσι μετὰ τοῦ Χριστοῦ «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ἀμήν.

Τὸ Β´.

Τὸν λίθον θεωρήσασαι
ἀποκεκυλισμένον
αἱ μυροφόροι ἔχαιρον·
εἶδον γὰρ νεανίσκον
καθήμενον ἐν τῷ τάφῳ
καὶ αὐτὸς ταύταις ἔφη·
Ἰδοὺ Χριστὸς ἐγήγερται·
εἴπατε σὺν τῷ Πέτρῳ
τοῖς μαθηταῖς·
Ἐν τῷ ὄρει φθάσατε Γαλιλαίας,
ἐκεῖ ὑμῖν ὀφθήσεται,
ὡς προεῖπε τοῖς φίλοις.

ταν οἱ μαθήτριες τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔφερναν τὰ μύρα γιὰ νὰ ἀλείψουν τὸ ἄχραντο Σῶμα Του, εἶδαν πὼς εἶχε μετακινηθῆ ὁ λίθος ἀπὸ τὸ μνημεῖο, ἐγέμισαν ἀπὸ χαρά· διότι συγχρόνως εἶδαν νὰ κάθεται ἐπάνω στὸν ἄδειο τάφο ἕνας λαμπροφορεμένος ἄγγελος καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε· Κυττάξτε, ὁ Χριστὸς ἔχει ἀναστηθῆ· ἀναγγείλατέ το στούς μαθητὰς καὶ στὸν Πέτρο μαζύ· καὶ τρέξετε ἀμέσως στὸ γνωστὸ ὄρος τῆς Γαλιλαίας, διότι ἐκεῖ πρόκειται νὰ ἐμφανισθῇ γιὰ χάρι σας, καθὼς προεῖπε στοὺς ἀγαπητούς του μαθητάς.
Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου γνωστοποιεῖται γιὰ πρώτη φορὰ στὸ κύκλο τῶν προσφιλῶν του προσώπων. Οἱ ψυχές τους πλημμυρίζουν ἀπὸ χαρά. Οἱ ἐλπίδες τους ἀναπτερώνονται. Ὁ Πέτρος ξαναβρίσκει τὸν ἑαυτό του καὶ τρέχει πότε στὸν κενὸ τάφο καὶ πότε στὸ ὄρος τῆς Γαλιλαίας. Ἀπὸ στόμα σὲ στόμα ἡ Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου θὰ πληρώσῃ ὅλη τὴν Ἱερουσαλὴμ καί, μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὁλόκληρο τὸν κόσμο.
Αὐτὸ τὸ ἀναστάσιμο μήνυμα μᾶς φέρει καὶ σήμερα, ἡμέρα Κυριακή, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητὲ ἀναγνώστα. Ἐὰν αὐτὸ τὸ μήνυμα δὲν ἀνανεώνεται μέσα μας, τότε θὰ νεκρωθοῦμε ψυχικά. Ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνάστασι τῆς ψυχῆς κάθε χριστιανοῦ. Εἶναι τόσοι οἱ πειρασμοί, εἶναι τόσοι οἱ τοξευμοὶ τοῦ διαβόλου, ὥστε, ἂν κυριαρχήσῃ ἡ ἁμαρτία, ὁ πνευματικὸς θάνατος θὰ εἶναι βέβαιος γιὰ μᾶς. Ἕνας χριστιανὸς ὅμως, μὲ ἀναστημένη ψυχή, ξέρει νὰ γρηγορῆ, νὰ ἀγωνίζεται, νὰ προσεύχεται, νὰ κοινωνῆ, νὰ μελετᾷ καὶ νὰ βρίσκεται πάντοτε, μὲ ἀνοιχτὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του, μπροστὰ στὸ κενὸ τάφο τοῦ Κυρίου ἢ στὸ ὄρος τῆς Γαλιλαίας· γιὰ νὰ δῆ τὸν Χριστὸ ἀναστημένο καὶ παντοδύναμο, νὰ εὐλογῆ καὶ νὰ ἁγιάζῃ αὐτοὺς ποὺ τὸν πιστεύουν. Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ· ἀνάστασι τῶν ψυχῶν μας· κήρυγμα πανευφρόσυνο, ἀναλλοίωτο καὶ αἰώνιο· αὐτὴ ἡ χαρά μας, αὐτὴ καὶ ἡ ἐλπίδα μας.

Ἦχος πλ. β´.ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ


γγελικαὶ δυνάμεις ἐπὶ τὸ μνῆμά σου,
καὶ οἱ φυλάσσοντες, ἀπενεκρώθησαν·
καὶ ἵστατο Μαρία ἐν τῷ τάφῳ,
ζητοῦσα τὸ ἄχραντόν σου σῶμα.
Ἐσκύλευσας τὸν ᾍδην,
μὴ πειρασθεὶς ὑπ᾿ αὐτοῦ·
ὑπήντησας τῇ Παρθένῳ,
δωρούμενος τὴν ζωήν.
Ὁ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν,
Κύριε, δόξα σοι.

Τὴν ὥρα τῆς θριαμβευτικῆς Ἀναστάσεώς σου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀγγελικαὶ Δυνάμεις ἐνεφανίσθησαν ἐπάνω στὸ μνῆμα σου, καὶ οἱ στρατιῶτες ποὺ σὲ ἐφύλασσαν ἔπεσαν κάτω σὰν νεκροὶ ἀπὸ τὴν δύναμί σου καὶ τὴν ἀστραπὴ τοῦ θαύματος· καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο στεκόταν μπροστὰ στὸν τάφο σου ἡ μαθήτριά σου ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἀναζητοῦσε τὸ ἅγιο καὶ ἄχραντο σῶμα σου. Σὺ ὅμως εἶχες πλέον κατεβῆ στὸν Ἅδη, τὸν ὁποῖον ἐνίκησες καὶ ἐταπείνωσες, χωρὶς νὰ πειραχθῆς καθόλου ἀπὸ αὐτόν, ἀμέσως δὲ μετὰ τὴν Ἀνάστασί σου συνήντησες τὴν Παρθένο ποὺ σὲ ἀναζητοῦσε, δωρίζοντας σ᾿ αὐτὴν τὴν νέα ζωὴ τῆς Ἀναστάσεως. Γιὰ ὅλα αὐτά, Κύριε Ἰησοῦ, σένα ὁ ὁποῖος ἀνεστήθης πρῶτος ἀπὸ τοὺς νεκρούς, σὲ δοξολογοῦμε!
Οἱ στρατιῶτες, ποὺ ἐφύλασσαν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐφάνηκαν τόσο ἀνίσχυροι, ἀκόμη καὶ νὰ δοῦν τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως. Πολὺ περισσότερο ἦσαν ἀνίσχυροι νὰ τὸ ἐμποδίσουν. Τὸ ἴδιο ἀδύνατοι εἶναι, καὶ θὰ μείνουν στὸ τέλος νεκροί, ὅσοι στέκονται μὲ ἐγωϊστικὴ περίσκεψι καὶ ἐπίμονη ἄρνησι μπροστὰ στὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως. Ὅσοι δὲν πιστεύουν καὶ σὲ καμμιὰ ἄλλη ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἀνάστασι εἶναι ἡ ἀπαρχή, τὸ κέντρο καὶ ἡ κατακλείδα ὁλοκλήρου τοῦ μυστηρίου τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει χαρακτηριστικά, ὅτι καὶ ἡ πίστι καὶ τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἦσαν ἄδειες καὶ ἀστήρικτες ἀλήθειες, ἂν δὲν ὑπῆρχε ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀναστὰς Χριστός, ἔδωκε τὴν νέα ζωὴ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πρῶτοι ἐπίστευσαν στὴν Ἀνάστασι, καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους ἔπειτα, ποὺ ἐξεδήλωσαν τὴν πίστι τους καὶ τὴν εὐλάβειά τους πρὸς Αὐτόν. Τὴν ἴδια νέα καὶ αἰώνιο ζωὴ χαρίζει ὁ Χριστὸς σ᾿ ὁλόκληρο τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας Του, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔχουν κάμει Βασιλιά τους καὶ τὸν πιστεύουν Λυτρωτή τους. Ὅποιος μένει ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴν χαρὰ εἶναι γιατὶ τὸ θέλει ὁ ἴδιος. Ὁ ἀναστάσιμος χῶρος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τόσον ἀπέραντος, ὥστε χωράει ὅλο τὸν κόσμο.

Ἦχος βαρύς.

Κατέλυσας τῷ Σταυρῷ σου τὸν θάνατον·
ἠνέῳξας τῷ ληστῇ τὸν παράδεισον·
τῶν μυροφόρων τὸν θρῆνον μετέβαλες,
καὶ τοῖς σοῖς ἀποστόλοις κηρύττειν ἐπέταξας,
ὅτι ἀνέστης, Χριστὲ ὁ Θεός,
παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Μὲ τὴν δύναμι τῆς θυσίας σου ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ κατήργησες τὸν θάνατο, Κύριε· ἄνοιξες στὸ ληστή, ποὺ μετενόησε, τὸν παράδεισο· μετέτρεψες σὲ χαρὰ τοὺς θρήνους τῶν μυροφόρων γυναικῶν ποὺ ἦλθαν στὸ μνῆμα σου, καὶ στοὺς Ἀποστόλους Σου ἔδωσες τὴν ἐντολὴ νὰ κηρύττουν τὸ εὐαγγέλιό σου σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο· κι ὅλα αὐτὰ ἔγιναν, διότι ἀνέστης ἐκ νεκρῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μας, παρέχοντας στὸν κόσμο τὸ μεγάλο Σου ἔλεος.
χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως μετέτρεψε τὸν θρῆνο τῶν μυροφόρων γυναικῶν σὲ πανηγυρικὴ εὐφροσύνη. Μετὰ τὴν λύπη καὶ τὸν πόνο ἔρχεται ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀνακούφισι. Οἱ θλίψεις δὲν λείπουν ποτὲ ἀπὸ τὴν ζωή μας. Εἶναι δεῖγμα ἀπιστίας ἡ ἀπελπισία ποὺ καταλαμβάνει πολλοὺς στὸν καιρὸ τῶν θλίψεων. Οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν νὰ βλέπουν πίσω ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὴν δοκιμασία τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, γιὰ κάτι καλύτερο. Μιὰ βασικὴ ἀρετὴ ποὺ χρειάζεται στὸ χρόνο τοῦ πόνου εἶναι ἡ ὑπομονή. Ὁ πιστός καλεῖται νὰ ὑπομείνη καρτερικὰ τὸ σταυρό του, χωρὶς γογγυσμοὺς καὶ διαμαρτυρίες. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, νὰ ζῇ διαρκῶς μὲ τὴν ἐλπίδα μιᾶς ἀναστάσεως. Δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ καθορίζωμε, πῶς καὶ ἀπὸ ποῦ θὰ ἀνατείλη αὐτὴ ἡ ἀνάστασι. Ἀλλ᾿ εἶναι τόσο μεγάλη καὶ πανίσχυρη ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μέσα σ᾿ αὐτὴν χωροῦν ὅλες οἱ εὐλογημένες γιὰ ἀνάστασι ἐλπίδες τῶν Χριστιανῶν. Μετρῶντας, λοιπόν, τὸν θρῆνο καὶ εὐθὺς ἀμέσως τὴν χαρὰ τῶν μυροφόρων, ἂς ἔχωμε τὸ μέτρο τῆς ἐκτιμήσεως τῶν ἰδικῶν μας θρήνων, ποὺ μὲ τὴν δύναμι τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ μεταβάλλονται σὲ ἐλπιδοφόρο ὑπομονὴ ἢ σὲ εὐφρόσυνη χαρὰ τῆς ζωῆς.

Ἀπολυτίκια


Ἦχος πλ. α´.

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ζωὴν χαρισάμενος.

Χριστὸς ἀνεστήθη ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἀφοῦ ἐνίκησε καὶ κατήργησε τὸ θάνατο μὲ τὸ δικό του θάνατο ἐπάνω στὸ Σταυρὸ κι ἔτσι ἐχάρισε σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἦσαν θαμμένοι στὰ μνήματα τὴν αἰώνιο ζωή.
Χαρὰ ἀνέκφραστη καὶ θρίαμβος πρωτοφανὴς ἐπικρατεῖ σήμερα στὶς στις τάξεις τῶν στρατευομένων καὶ θριαμβευόντων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἠχοῦν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες τῶν ἱερῶν ναῶν καὶ ὁ ἦχος τους φθάνει στοὺς μακρυνοῦς ὁρίζοντες σὰν συμβολικὸς ἀντίλαλος τῆς μουσικῆς συνθέσεως, ποὺ ἐκτελοῦν σὲ ρυθμὸ πανηγυρικὸ οἱ ψυχὲς τῶν χριστιανῶν. Μυριόστομος ἐπαναλαμβάνεται ὁ ἐπικολυρικὸς ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐκφράζει καὶ νίκη καὶ σωτηρία. Καὶ μαζὺ μὲ τὶς ἱερὲς ψαλμωδίες ὑψοῦνται μὲ φλόγα σταθερὴ οἱ πασχαλινὲς λαμπάδες τῶν χριστιανῶν, σὰν ἄλλος συμβολισμὸς τοῦ φωτὸς ποὺ καίει στὶς καρδιές τους μετὰ τὴν ἀνατολὴ τοῦ Αἰωνίου Φωτὸς ἀπὸ τὸν κενὸ τάφο.
Ρήματα, οὐρανόπεμπτου ἀγγέλου ἀκοῦνε αἱ Μυροφόροι καὶ ἀποροῦν. «Ἡγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν» (Μαρκ. ιστ´, 6). Αὐτῶν τῶν λόγων εἶναι ποιητικὴ διατύπωσι καὶ μελωδικὴ ἔκφρασι ὁ ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν...». Χριστὸς ἀνέστη, λοιπόν. Ἡ μεγαλύτερη, ἡ ἱερώτερη, ἡ λαμπρότερη καὶ ἡ ἐνδοξότερη ψαλμικὴ ἔκφραση τοῦ θριάμβου τῆς πίστεώς μας. Ἀνέστη ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς καὶ Διδάσκαλος. Τὰ φρικτὰ πάθη καὶ ἡ τριήμερη ταφή του παραμερίσθηκαν πρὸς στιγμὴ καὶ ἡ ἔνδοξη Ἀνάστασί του καθίσταται τὸ κέντρον ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Τὸ βαρὺ σύννεφο ποὺ εἶχε σκεπάσει τὴν καρδιὰ τῶν μαθητῶν διαλύεται, καὶ προβάλλει ἐλπιδοφόρος καὶ δυνατὴ ἡ Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ θερμάνη τὶς καρδιές τους, νὰ ἀναζωογονήση τὴν πίστι τους καὶ νὰ τοὺς δώσῃ νέα ζωή.
δοὺ ὅτι ἡ νέα αὐτὴ ζωὴ μεταδίδεται σ᾿ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Ἡ Ἀνάστασι εἶναι ἡ ἀπαρχὴ τῆς νέας ζωῆς. «Ζωὴν αἰώνιον ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός, καὶ αὕτη ἡ ζωὴ ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ ἔστιν». Ὁ ἔχων τὸν υἱὸν ἔχει τὴν ζωήν». (Α´ Ἰω. ε´,11). Δὲν μᾶς ἐχάρισε μόνον τὴν πρόσκαιρη ζωὴ τῆς γῆς ὁ Θεός. Μᾶς ἐχάρισε τὰ μέσα γιὰ νὰ ζήσωμε αἰώνια εὐτυχεῖς καὶ μακάριοι. Ἡ μακαρία καὶ ἀτελεύτητη ζωὴ ὑπάρχει στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Οἱ ἑνωμένοι μὲ τὸν Κύριο χριστιανοί, αὐτοὶ ποὺ ἐξαγιάζονται μὲ τὴ Χάρι τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοὶ ζοῦν τὴν Ἀνάστασι, καὶ ἔχουν γνωρίσει τὸ νόημα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Μᾶς τὸ εἶπεν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος «Ἐγὼ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. ια´, 25). Ἡ Ἀνάστασι εἶναι ἡ ἀφετηρία καὶ τὸ τέρμα, ἡ ἀρχὴ καὶ ὁ σκοπός, ἡ οὐσία καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς.
Σαλπίζουν χαρμόσυνα οἱ ἀγγελικὲς σάλπιγγες τοῦ οὐρανοῦ καὶ μεταδίδουν τὸ μήνυμα γιὰ ν᾿ ἀνοίξουν οἱ πύλες τοῦ Παραδείσου. Ἐγκαίνια νέα καὶ οὐράνιοι πανηγυρισμοί. Δονοῦνται τὰ δώματα στὰ οὐράνια ἀνάκτορα. Ἐναλλασσόμενες οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων ὑπηρετοῦν τὸν Νικητὴ Παντοκράτορα καὶ κατὰ τὶς ἐντολές του στολίζουν τὰ βασίλεια τῆς Ἐκκλησίας πάνω στὸ θρίαμβό της. Θεάματα καὶ ἀκροάματα καὶ σκιρτήματα γεύονται οἱ πρῶτοι εὐτυχεῖς κληρονόμοι, ποὺ οἱ γήϊνοι ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ φαντασθοῦν. Ἐκεῖ καταυγάζει τὰ πάντα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Παντοῦ φῶς καὶ χαρά, ζωὴ καὶ θρίαμβος, εὐτυχία καὶ πνευματικὴ εὐφροσύνη.
Τέτοια ἡ χαρὰ τοῦ Οὐρανοῦ. Καὶ κάτω ἐκεῖ στὰ τάρταρα, τσακισμένος καὶ ντροπιασμένος ὁ ᾍδης βοᾷ καὶ στενάζει. Ἔχασε τὸ προνόμιο τῆς κυριαρχίας του στίς ψυχές. «Ὁ ᾍδης ἐπικράνθη», κηρύσσει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἐπικράνθη, γιατί «κατηργήθη καὶ ἐνεπαίχθη καὶ ἐνεκρώθη καὶ ἐδεσμεύθη». Δὲν εἶχε τὴν δύναμι νὰ κρατήση τὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου. Συνετρίβησαν τὰ δεσμά του, ἔπεσε κάτω ἐκεῖνος, καὶ ὁ Χριστὸς ἀνῆλθε ἀναληφθεὶς ἔπειτα, στοὺς κόλπους τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ὅπου ὑπῆρχε πρὸ χρόνων αἰωνίων.
θεμέλιος λίθος τῆς πίστεώς μας, τὸ κέντρο τῆς χριστιανικῆς λατρείας εἶναι ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀναστάσιμος ὕμνος εἶναι τὸ τραγούδι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ κηρύγματός τους, ἡ αἰτία τοῦ διωγμοῦ καὶ τοῦ μαρτυρίου τους. Ὁ Χριστός, ὁ ἀναστημένος Χριστός, εἶναι ἡ μεγάλη καὶ λυτρωτικὴ πραγματικότης. Παρουσιαζόταν σαράντα ἡμέρες στοὺς μαθητὰς Του καὶ μέχρι σήμερον «παρέστησεν ἑαυτὸν ζώντα... ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις» (Πράξ. α´, 13). Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας μέσα στοὺς τόσους αἰῶνας ἐξηγεῖται μὲ τὸν κενὸ τάφο καὶ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ.
Συλλογισμοὺς θεόπνευστους παρέδωσε στὴν Ἐκκλησία ὁ θεῖος Ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου. Ἀπαριθμεῖ τὶς ἐμφανίσεις του, ἐρωτᾶ καὶ ἀπαντᾶ, γιὰ νὰ καταλήξη στὴ σκέψι «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν». Ἀλλ᾿ ἀμέσως βεβαιώνει μὲ ἀπόλυτη πίστι· «Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» (Α´ Κορ. ιε´ 15,20). Καὶ δὲν εἶναι ἡ πίστι αὐτή, ἡ ὁμολογία ἑνὸς μεγάλου σοφοῦ μαθητοῦ. Εἶναι ἡ προσωπική του ἐμπειρία ἀπὸ τὸ ἐξαίσιο ὅραμα τῆς Δαμασκοῦ, ποὺ τὸν μετέφερε ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ἀρνήσεως στὸν δρόμο τῆς παγκοσμίου ἱεραποστολῆς.
ποδείξεις γιὰ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασι ἔχομε πολλές. Ἀλλὰ δὲν στηριζόμαστε στὶς ἀποδείξεις μόνον. Βεβαιωνόμαστε ἀπὸ τὴν πίστι. Διεκδικοῦμε τὴν μακαριότητα ποὺ ὑπεσχέθη ὁ Κύριος, ὅταν εἶπε στὸ Θωμᾶ «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Καὶ αἰσθανόμαστε βαθύτατα σὰν τὴν πιὸ τρανὴ ἀπόδειξι, τὴν προσωπική μας ἀνάστασι, τὴν ἀνακαίνισι τῆς ψυχῆς καὶ τὴν προσδοκία τῆς σωτηρίας. Ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας ἀνανεώνουν τὴν παρουσίαν τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ὁποία εἶναι τὸ ἀδιάκοπο θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται καθημερινῶς μέσα στὴν Ἐκκλησία τῶν πιστῶν.