ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ
Του ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΤΡΙΤΟΥ, Καθηγητή Θεολογίας Α.Π.Θ.• Η Ανάσταση του Χριστού είναι αναμφίβολα το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του κόσμου. Οι λυτρωτικές της διαστάσεις αγγίζουν τον άνθρωπο όχι μονάχα στη μεταφυσική του προοπτική, αλλά και σ’ αυτή ακόμα την ενδοκοσμική του παρουσία. Για να συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια αυτή χρήσιμο θα είναι να δούμε αφ’ ενός μεν την τραγική κατάσταση του μακράν της χαράς της Αναστάσεως ανθρώπου, αφ’ ετέρου δε το λυτρωμένο άνθρωπο στο βαθμό που βιώνει την Ανάσταση και ενσαρκώνει το ήθος της.
Δεν χωράει καμιά αμφιβολία ότι στις μέρες μας η μαζοποίηση του ανθρώπου πήρε φοβερές διαστάσεις. Η εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος, από πρόσωπο μεταβλήθηκε σε άτομο. Η μηχανοποίηση της ζωής του αφαίρεσε κάθε νόημα και τον γέμισε άγχος και απογοήτευση. Η κυριαρχία των ενστίκτων και το άγχος της αυτοσυντήρησης τον έκαναν αποκρουστικό και επικίνδυνο και γι’ αυτόν ακόμη το συνάνθρωπό του. Ο Sartre ανακαλύπτει με φρίκη ότι «οι άλλοι είναι η κόλασή του». Η σύγχρονη τέχνη και ιδιαίτερα το σύγχρονο θέατρο παρουσιάζουν ανάγλυφα τα σημάδια διαλύσεως κάθε νοήματος στην ανθρώπινη ζωή και της κυριαρχίας ενός αισθήματος απώλειας και απόγνωσης. Η σύγχρονη φιλοσοφία του υπαρξισμού περιγράφει με ειλικρίνεια και ρεαλισμό την τραγική κατάσταση της ανθρωπίνης υπάρξεως που ζει μακρυά από το φως της Αναστάσεως.
Έξω από τη ζωή της Αναστάσεως ο ανθρωπος νοιώθει να τον περισφίγγουν τα τείχη της περατότητας του είναι του. Αδυνατεί να θεμελιώσει την αξία του. Στερείται ενός ασφαλούς βάθρου ζωής και αφήνει την ψυχή του ανικανοποίητη στις πιο βαθειές μεταφυσικές απαιτήσεις και ανάγκες. Η ύπαρξη εμφανίζεται γυμνή και αδύναμη, γεμάτη αντιφάσεις. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται σε όλο το βάθος της αδυναμίας, της μοναξιάς και της εγκατάλειψης. Μακρυά από τη φωτοχυσία της Αναστάσεως ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια κίνηση από το μηδέν στο πουθενά και η ζωή καταντάει να γίνει ένα μάθημα για το πώς να πεθαίνουμε, σύμφωνα με το φιλοσοφικό ορισμό περί ζωής του Σωκράτη. Ο Γερμανός ποιητής Jean Paul βλέπει έξω από την Ανάσταση να κυριαρχεί «το αμέτρητο άδειο», «το απλανές και άλαλο μηδέν», «η παγερή και αιώνια ανάγκη», «το θυελώδες χάος», «τα αιώνια μεσάνυχτα». Αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα πως έξω από τη θαλπωρή της αναστάσεως ο άνθρωπος αυτομηδενίζεται και πεθαίνει.
Η υπέρβαση του ανθρώπινου αδιεξόδου είναι η πίστη και η μετοχή στη χαρά της Αναστάσεως. Το πασίγνωστο απολυτίκιο του Πάσχα δίνει την απάντηση. «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών… και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Ο σκοπός, συνεπώς, για τον οποίο πεθαίνει και ανασταίνεται ο Θεός είναι η ανάσταση του ανθρώπου. Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί τη βάση της ελπίδας του ανθρώπου, αφού είναι μια καινούργια δημιουργία και ένα νέο ξεκίνημα για την ανθρωπότητα. Με την Ανάσταση έχουμε πρόσληψη του ανθρώπου και εγκεντρισμό του στη θεία ζωή.
Η Εκκλησία γίνεται «μάρτυς της Αναστάσεως του Χριστού» (Πράξ. α’, 22). Προσφέρει την πασχάλια εμπειρία της ως τη μόνη λύση για την υπέρβαση της νύχτας, αφού η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι απλώς και μόνο η επιβίωση ενός προσώπου μετά το θάνατο, αλλά η δυνατότητα «το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν» (Α’ Κορινθ. Ιε’, 53).
Η Ανάσταση χαρίζει τη δυνατότητα αφθαρτοποιήσεως και καινοποιήσεώς μας, αφού βγάζει τον άνθρωπο από τα ασφυκτικα πλαίσια μέσα στα οποία τον περισφίγγουν η φθορά και ο θάνατος και μπαίνει στη ζωή της ελευθερίας του Θεού.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως η βαθειά κρίση που συγκλονίζει τον άνθρωπο όλων των εποχών οφείλεται κυρίως στην απελπισία που φέρνει στην ψυχή του η βεβαιότητα του θανάτου. Και τούτο, γιατί ο θάνατος αποτελεί την οδυνηρότερη εμπειρία της ζωής, το πιο σταθερό της δεδομένο και την πιο συγκλονιστική οριακή της κατάσταση. Όμως ο Χριστός, επειδή είναι η Αιώνια Ζωή, με το θάνατο και την Ανάστασή του υπερνίκησε τη θνητότητα και τη φθορά, έδωσε ζωή στον ίδιο το θάνατο και εξασφάλισε στους ανθρώπους την αθανασία. Την αλήθεια αυτή εκφράζει κατά τον καλύτερο τρόπο η γεμάτη θελογικό βάθος υμνολογία του Μεγάλου Σαββάτου, η οποία σε ένα χαρακτηριστικό της τροπάριο γράφει: «Διά θανάτου το θνητόν, διά ταφής το φθαρτόν μεταβάλλεις, αφθαρτίζεις γαρ θεοπρεπέστατα, απαθανατίζων το πρόσχημμα».
Για να ρθούν όμως τα πολύτιμα δώρα της Αναστάσεως, η λύτρωση, η σωτηρία και η αιώνια ζωή, στην προσωπική και κοινωνική μας ζωή, πρέπει να καθαρθούν οι αισθήσεις μας από το συσκοτισμό της καθημερινότητας. Η κάθαρση, που αποτελεί την πεμπτουσία της ορθοδόξου πνευματικότητας, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την πρόσβασή μας στο μυστηριακό χώρο της πίστεως, της αναστάσιμης χαράς και του εσχατολογικού θριάμβου.
«Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα
τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως
Χριστόν εξαστράπτονται και χαίρετε φάσκοντα
τρανώς ακουσόμεθα, επινίκιον άδοντες».
(Τροπάριο του
αναστάσιμου κανόνα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου