Του Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Πατρών-Δρος Θεολογίας
Η Ορθόδοξος Εκκλησία πανηγυρίζει την εκ νεκρών Ανάσταση του Θεανθρώπου Κυρίου· «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας».
Ο θάνατος και η Ανάσταση του «σαρκωθέντος δι᾽ ημάς» Θεού Λόγου αποτελούν το θεμέλιο της λυτρώσεως και σωτηρίας του ανθρώπου. Ο Απόστολος Παύλος το διατρανώνει με παρρησία: «Εάν ομολογήσης εν τω στόματί σου Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός αυτόν ήγειρεν εκ νεκρών, σωθήση» (Ρωμ. 10, 9).
Η Ανάσταση συνιστά την βεβαία απόδειξη ότι η επί του Σταυρού θυσία του Θεανθρώπου για την σωτηρία του πλάσματός Του εξασφάλισε την παλιγγενεσία του ανθρώπου. Ο Ιερός Χρυσόστομος αναφωνεί με μεταρσιωμένο λόγο, εξαγγέλλοντας την ουράνια χαρά για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους: «Σήμερον χαρά πανταχού της οικουμένης και ευφροσύνη πνευματική. Σήμερον και των αγγέλων ο δήμος και πασών των άνω δυνάμεων ο χορός διά την των ανθρώπων σωτηρίαν αγάλλονται» (PG 52, 768).
Η Ορθόδοξος Εκκλησία προσδοκά την «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Αυτός ο κόσμος της φθοράς και του θανάτου θα ολοκληρώση την ύπαρξή του, όχι για να βρεθή στην ανυπαρξία, αλλά για να φανερωθή «εν ετέρα μορφή», «ίνα η ο Θεός τα πάντα εν πάσι» (Α´ Κορ. 15, 28). Γι᾽ αυτό και ο Μ. Βασίλειος τονίζει ότι για εκείνους που αποδέχονται το γεγονός της Αναστάσεως είναι ξένο το να λυπούνται για όσους εγκαταλείπουν αυτή τη ζωή (PG 31, 805AB).
Είναι, όμως, ανάγκη να κατανοήσουμε ότι δεν είναι δυνατόν να γίνη κατανοητό το γεγονός της Αναστάσεως με τον ορθολογισμό (rationalismus) του Θωμά Ακινάτη, ο οποίος είναι ανήμπορος να συλλάβη το υπερέκεινα. Μόνον η εν πίστει λογική που αποδέχεται την Θεία Αποκάλυψη είναι δυνατόν να κατανοήση τον αυτοαποκαλυφθέντα Θεό της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως, τον Θεό ως Εσταυρωμένη Αγάπη, η οποία θανάτωσε τον θάνατο και «ανέστη εκ των νεκρών».
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει ότι η Ανάσταση του Χριστού προσέφερε στον νεκρωμένο από την αμαρτία άνθρωπο την επαναφορά στην όντως ζωή. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ανάστασις δε, ως εντεύθεν ημάς απανιστάς, και προς την ζωήν επανάγων νενεκρωμένους υπό της αμαρτίας» (Λόγος Θεολ. Δ´, Περί Υιού, Barbel,1963).
Για τον άνθρωπο, του οποίου η πίστη δεν είναι μία απλή ιδεολογία, αλλά είναι προσωπική αποδοχή της Θείας Αποκαλύψεως και προσωπική εμπειρία, η νύχτα της Αναστάσεως είναι το ισχυρότερο αντίδοτο για την παντός είδους αμφιβολία ή την εκ της κοσμικής ζωής ραθυμία και αμφιβολία. Για τον λόγο αυτό η Αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία αρχίζει τον Πασχάλιο κανόνα με την εξής προτροπή: «Καθαρθώμεν τάς αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα».
Και τούτο γιατί η θέα της Αναστάσεως του Θεανθρώπου Κυρίου δεν είναι προσιτή παρά μόνον με την πνευματική όραση, η οποία δημιουργείται μέσω της βιωματικής πίστεως και της εσωτερικής καθάρσεως με την μετοχή στα ιερά Μυστήρια της Αγίας μας Εκκλησίας.
Την Ανάσταση του Θεανθρώπου Κυρίου δεν είναι δυνατόν να την κατανοήση ο άνθρωπος, εάν δεν είναι μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία Εκκλησία είναι η απαρχή της μελλούσης αναστάσεως «εν δόξη».
* Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «Πελοπόννησος» των Πατρών στις 30/4/2016
- See more at: http://ekklisiaonline.gr/arxontariki/item/14273-i-katanoisi-tis-anastaseos#sthash.KjXXSr04.dpuf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου