Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Προς Θεσσαλονικοίς πρώτης επιστολής Παύλου: Κεφ. Δ” 13 – 18.
Αδελφοί, ου θέλομεν υμάς αγνοείν, περι των κεκοιμημένων, ίνα μή λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μή έχοντες ελπίδα.
ει γάρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει σύν αυτώ.
τούτο γάρ υμίν λέγομεν εν λόγω Κυρίου, ότι ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι εις την παρουσίαν του Κυρίου ου μή φθάσωμεν τους κοιμηθέντας,
ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ” ουρανού, και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον,
έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα σύν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε σύν Κυρίω εσόμεθα.
Νεοελληνική απόδοση – Π. Τρεμπέλα.
Αδελφοί, ας έλθουμε τώρα και σ’ ένα άλλο σοβαρό ζήτημα. Δεν θέλουμε, αδελφοίφ, να έχετε άγνοια σχετικά μ’ αυτούς που έχουν πεθάνει, για να μη λυπάστε όπως λυπούνται και οι υπόλοιποι που δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως.
Δεν πρέπει να λυπάστε σαν κι αυτούς. Διότι εφόσον εμείς έχουμε ακράδαντη πεποίθηση ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι πρέπει να πιστεύουμε ότι ο Θεός κι εκείνους που έχουν πεθάνει με πίστη στον Ιησού ενωμένοι μαζί του, θα τους αναστήσει και θα τους οδηγήσει ένδοξα στην αιώνια ζωή, για να ζήσουν μαζί του.
Ναι, θα τους οδηγήσει στην αιώνια ζωή μαζί με τον Ιησού. Διότι αυτό σας το λέμε όχι από μόνοι μας, αλλά με βάση τη διδασκαλία που μας έδωσε ο Κύριος˙ ότι δηλαδή εμείς οι ζωντανοί, όσοι θα απομένουμε την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου, δεν θα φθάσουμε πρωτύτερα από εκείνους που θα έχουν πεθάνει, αλλά αυτοί θα προηγηθούν στην προϋπάντηση του Κυρίου.
Κι αυτό θα συμβεί, διότι ο ίδιος ο Κύριος με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβεί από τον ουρανό, και οι νεκροί που είχαν πεθάνει πιστοί στο Χριστό θα αναστηθούν πρώτοι.
Έπειτα εμείς που θα είμαστε τότε ακόμη στη ζωή, συγχρόνως και μαζί μ’ αυτούς θα αρπαχθούμε με σύννεφα για να προϋπαντήσουμε τον Κύριο μετέωροι στον αέρα, μεταξύ ουρανού και γης. Κι έτσι, αφού ανεβούμε μαζί του στον ουρανό, θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο.
Ερμηνεία του Αποστολικού Αναγνώσματος του Ψυχοσαββάτου ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ – πρωτοπρ. Αγγέλου Αγγελακοπούλου
Το αποστολικό ανάγνωσμα, που εμμελώς επαγγέλλεται στη Θεία Λειτουργία του Ψυχοσαββάτου, προέρχεται από την A Θεσ. επιστολή του Απ. Παύλου και συγκεκριμένα από το Δ κεφ. και περιλαμβάνει τους στίχους 13 έως 17. Η περικοπή αυτή κάνει λόγο περί των κεκοιμημένων και περί αναστάσεως. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας καθόρισε να αναγινώσκεται σε κάθε εξόδιο ακολουθία, όπως επίσης και στα δύο ψυχοσάββατα, το Σάββατο προ των Απόκρεω και το Σάββατο προ της Πεντηκοστής. Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να αναλύσουμε αυτούς τους πέντε στίχους με την βοήθεια ενός από τους αρίστους ερμηνευτές των επιστολών του Απ. Παύλου, του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Ο πρώτος στίχος λέει : «ου θέλομεν δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων». Εδώ ο θείος Απόστολος ξεκινά τον περί αναστάσεως λόγο, διότι, αν και πρότερον είχε μιλήσει στους Θεσσαλονικείς γι’ αυτόν, τώρα, όμως, φανερώνει και ξεσκεπάζει σ’ αυτούς ένα μυστηριώδες νόημα περί της αναστάσεως. Διότι, οι Θεσσαλονικείς, αν και είχαν όλη την γνώση περί αναστάσεως, εντούτοις θρηνούσαν υπέρ το πρέπον τους κεκοιμημένους και αποθανόντας αδελφούς. Γι’ αυτό τώρα ο Απ. Παύλος διορθώνει αυτό το σφάλμα. Επειδή πολλά πράγματα, όταν δεν τα ξέρουμε, μας λυπούν, αφού, όμως, τα μάθουμε, ελευθερωνόμαστε από την λύπη τους, γι’ αυτό ο Απ. Παύλος λέει ότι «δεν θέλω να μην ξέρετε, αδελφοί».
Δεν είπε «περί των αποθανόντων», αλλά «περί των κεκοιμημένων», για να δείξει ότι και από αυτό το όνομα, που λαμβάνουν οι εν Χριστώ κοιμηθέντες, φανερώνουν ότι πρόκειται να αναστηθούν˙ διότι, φυσικά, όποιος κοιμάται, αυτός πρόκειται να σηκωθεί.
Εν συνεχεία, ο δεύτερος στίχος λέει: «ίνα μη λυπήσθε, καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα». Εκείνοι, λέει ο Απ. Παύλος, πρέπει να λυπούνται και να θρηνούν με υπερβολή τους αποθανόντας, όσοι δεν έχουν ελπίδα. Τίνος πράγματος δεν έχουν ελπίδα; Της αναστάσεως των νεκρών. Ποιοί δηλ. είναι αυτοί; Οι άπιστοι και οι ασεβείς. Και όχι εσείς οι Χριστιανοί, που έχετε ελπίδα ότι πρόκειται να αναστηθείτε με αφθαρσία και δόξα.
Ας ακούσουμε εμείς οι Χριστιανοί, μας παροτρύνει ο άγιος Νικόδημος, αυτά τα λόγια του Απ. Παύλου και ας τρομάξουμε, διότι κλαίοντας τους εν Χριστώ κοιμηθέντας αδελφούς μας, κατά μεν τον ιερό Χρυσόστομο, πικρώς, κατά δε τον Θεοδώρητο, αμέτρως, γινόμαστε όμοιοι με τους ασεβείς και απίστους, που δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως. Ρωτάει, λοιπόν, ο άγιος Νικόδημος τον Απ. Παύλο : «Τι, λοιπόν, ω μακάριε Παύλε; Γι’ αυτό δεν θέλεις να αγνοούν περί των κεκοιμημένων οι Θεσσαλονικείς, μόνο για να μη λυπούνται; Και πως δεν λες καλύτερα, ότι δεν θέλεις να αγνοούν, για να μην κολαστούν, αλλά για να μην λυπούνται»; Και αποκρίνεται ο Απ. Παύλος : «Ναι, εγώ τους λέω να μην λυπούνται για τους κεκοιμημένους, γιατί αυτή η λύπη η υπερβάλλουσα προξενεί σ’ αυτούς την κόλαση».
Και εξακολουθεί ο Απ. Παύλος στον τρίτο στίχο της αποστολικής περικοπής, λέγοντας: «Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας, δια του Ιησού, άξει συν αυτώ». Καθώς, λέει, ο Θεός ανέστησε τον Κύριον Ιησούν, που έπαθε και απέθανε σωματικώς, έτσι θα αναστήσει κι εμάς. Μας προτρέπει ο άγιος Νικόδημος γι’ άλλη μια φορά να προσέξουμε ότι επί μεν του Κυρίου, επειδή έγινε ήδη η ανάστασή Του, γι’ αυτό λέει ο Απ. Παύλος με θάρρος ότι «απέθανε»˙ επί ημών δε, για’ μας όμως, επειδή η ανάστασή μας δεν έγινε ακόμη, αλλά πρόκειται να γίνει, γι’ αυτό λέει «τους κοιμηθέντας», για να φανερώσει με το όνομα αυτό της κοιμήσεως, ότι πρόκειται να σηκωθούν καί ν’ αναστηθούν.
Η φράση του στίχου «τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει» νοείται κατά δύο τρόπους, σύμφωνα με τον άγιο Νικόδημο. Πρώτον, ότι θα τους φέρει «δια του Ιησού», δηλ. ότι ο Ιησούς θα γίνει ο μεσίτης της αναστάσεώς τους και θα τους παραστήσει στο πρόσωπο του Πατρός. Δεύτερον, ότι το «κοιμηθέντας» ενώνεται με το «δια του Ιησού», δηλ. ότι ο Θεός θα φέρει στη δόξα και την βασιλεία Του «τους κοιμηθέντας δια του Ιησού», δηλ. τους πιστούς και δικαίους Χριστιανούς. Επειδή οι δίκαιοι Χριστιανοί, έχοντας κάτοικο στην καρδιά τους τον Χριστό, μέσω της πίστεως και της χάριτος, κοιμούνται και αποθνήσκουν «δια του Ιησού».
Κατά τον άγιο Νικόδημο, ο Απ. Παύλος εδώ ομιλεί περί μερικής αναστάσεως, δηλ. περί της μετά δόξης αναστάσεως των πιστών, που θα γίνει μαζί με τον Κύριο, δηλ. περί της αναστάσεως των δικαίων των εν πίστει και χάριτι τελειωθέντων. Γιατί, αυτούς ο Θεός «άξει συν αυτώ τω Ιησού», δηλ. θα αρπάξει από κάθε μέρος του κόσμου με τις νεφέλες «συν τω Κυρίω». Περί μερικής, λοιπόν, αναστάσεως ομιλεί εδώ ο Απ. Παύλος, περί της οποίας δεν ήξεραν οι Θεσσαλονικείς, και όχι περί της καθολικής όλων των ανθρώπων, επειδή περί αυτής ήξεραν. Θέλει, λοιπόν, τώρα ο Απ. Παύλος να παρηγορήσει τους Χριστιανούς, με το να τους αποδείξει ότι η ανάσταση των πιστών θα γίνει έντιμος και ένδοξος και από αυτό να τους πείσει να μην λυπούνται για τους κεκοιμημένους. Διότι, όλοι μεν οι άνθρωποι, και οι πιστοί και οι άπιστοι, θα αναστηθούν, αλλά δεν θα αναστηθούν όλοι με δόξα και τιμή, παρά μόνο οι πιστοί, δηλ. αυτοί που έχουν την πίστη συνδεδεμένη με τα καλά έργα, δηλ. οι δίκαιοι.
Πιο κάτω λέει ο Απ. Παύλος : «Τούτο γαρ υμίν λέγομεν εν λόγω Κυρίου». Επειδή πρόκειται ο Απ. Παύλος να πει ένα παράδοξο πράγμα, γι’ αυτό το κάνει αξιόπιστο με τον λόγο του Κυρίου. «Δεν σας λέω», λέει, «από του λόγου μου, από το μυαλό μου, αυτό που πρόκειται να πω: όχι, αλλά το έμαθα από τον Κύριον Ιησούν Χριστόν». Επειδή ο θεόπνευστος Παύλος, τόσο αυτόν τον λόγο άκουσε ρητώς και αυτολεξεί αμέσως από τον Διδάσκαλό του Χριστό, δηλ. δι’ αποκαλύψεως και θείας εμπνεύσεως, όσο και εκείνον τον λόγον, δηλ. το «μακάριόν εστι διδόναι μάλλον ή λαμβάνειν», καθώς αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων (Πραξ. 20, 35). Τα άλλα λόγια, που έλεγε ο Απ. Παύλος, τα έλεγε μεν δια του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος, όχι, όμως, και ρητώς και με αυτές τις ίδιες λέξεις του Αγίου Πνεύματος.
Ποιό είναι, λοιπόν, αυτό το παράδοξο πράγμα, που πρόκειται να πει ο Απ. Παύλος και του το αποκάλυψε ο ίδιος ο Χριστός; «Ότι ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι εις την παρουσίαν του Κυρίου ου μη φθάσωμεν τους κοιμηθέντας». Εκείνο που λέει ο μέγας Παύλος στην Α Κορ. 15, 51, δηλ. το «εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού», αυτό το ίδιο λέει κι εδώ με άλλες λέξεις. Επειδή φαινόταν πως είναι δύσκολο και υπέρ τους όρους της φύσεως να αναστηθούν οι νεκροί, οι οποίοι έχουν σαπήσει και διαφθαρεί προ πολλού, γι’ αυτό λέει ο Απ. Παύλος ότι αυτοί, που θα ζουν τότε (στην δευτέρα Παρουσία), δεν θα προλάβουν στην ανάσταση τους νεκρούς, που έχουν πεθάνει και διαλυθεί προ πολλού, δηλ. οι τότε ζώντες δεν θα προφθάσουν να αλλάξουν και να αφθαρτισθούν, προτύτερα από τους πάλαι ποτέ αποθανόντας, αλλά εξίσου και τα δύο μέρη την ίδια στιγμή θα αφθαρτισθούν˙ επειδή, καθώς είναι εύκολο στον Θεό να αφθαρτίσει αυτούς, που ζουν ακόμη και είναι ολόκληροι, έτσι εξίσου εύκολο είναι σ’ Αυτόν και να αφθαρτίσει στην ίδια ροπή και αυτούς,
που έχουν πεθάνει πριν πολλά χρόνια και έχουν διαλυθεί σε τέσσερα στοιχεία.
Λέγοντας ο Απ. Παύλος «ημείς οι ζώντες», δεν το εννοεί αυτό για τον εαυτό του (επειδή δεν επρόκειτο να ζήσει μέχρι την κοινή ανάσταση), αλλά το λέει για τους άλλους Χριστιανούς, που πρόκειται τότε να βρεθούν ζωντανοί. Γι’ αυτό πρόσθεσε και το «οι περιλειπόμενοι εις την παρουσίαν του Κυρίου». Στο δικό του, λοιπόν, πρόσωπο φανερώνει ο Απ. Παύλος τους Χριστιανούς, που θα ζουν τότε.
Ο προτελευταίος ερμηνευόμενος στίχος αναφέρει: «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή Αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού». Μην απιστείτε, λέει, σ’ αυτό που σας λέω, Χριστιανοί, γιατί κι αυτός ο Κύριος θα το προστάξει. Πως θα το προστάξει; Με φωνή Αρχαγγέλου (πιθανώς του άρχοντος Μιχαήλ), ο οποίος στέκεται πάνω από τους άλλους κατωτέρους Αγγέλους και θα τους πει : «Ετοίμους ποιήσατε πάντας», δηλ. ετοιμάστε όλους τους νεκρούς˙ «πάρεστι γαρ ο Κριτής», γιατί έφθασε ο Κριτής. Πολλές είναι οι σάλπιγγες, αλλά στην τελευταία σάπλιγγα θα κατέβη ο Κριτής.
Αυτό λέει ο Απ. Παύλος και στην Α Κορ. 15, 51 : «Πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα, πάντες δε αλλαγησόμεθα εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι˙ σαλπίσει γαρ και οι νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι και ημείς αλλαγησόμεθα»˙ διότι, καθώς ο Πατήρ, όταν κατέβηκε στο όρος Σινά είχε υπηρέτες Αγγέλους και σάλπιγγες, έτσι και ο Υιός, ως Βασιλεύς και Θεός, θα έχει υπηρέτες στην δευτέρα Του παρουσία και κατάβαση Αγγέλους και σάλπιγγες. Η μεν προσταγή του Θεού θα κάνει τη γη να δώσει τα σώματα των νεκρών, που θα έχουν αφθαρτισθεί, η δε φωνή του Αρχαγγέλου θα ενεργήσει, μέσω άλλων υπηρετών Αγγέλων, στο να συναχθούν σε ένα τόπο όλοι οι νεκροί, που βρίσκονται σε όλα τα μέρη της γης, αφού αναστηθούν από τα μνήματα.
«Και οι νεκροί εν Χριστώ, αναστήσονται πρώτον». Οι νεκροί, λέει, οι εν Χριστώ, δηλ. οι πιστοί και δίκαιοι Χριστιανοί, αυτοί θα αναστηθούν πρώτα, επειδή πρόκειται να αρπαχθούν από τις νεφέλες και να αναληφθούν στο ύψος, για να προϋπαντήσουν τον Βασιλέα Χριστό, που θα έλθει με δύναμη και δόξα πολλή. Γι’ αυτό και αυτοί πρώτοι θα αναστηθούν. Οι δε άπιστοι και αμαρτωλοί ύστερα θα αναστηθούν, επειδή αυτοί οι ταλαίπωροι, δεν θα αρπαχθούν με τις νεφέλες, ούτε θα πάνε σε προϋπάντηση του φοβερού Κριτού, αλλά θα μείνουν κάτω, προσμένοντας την παρουσία Του.
Τελειώνουμε, αγαπητοί μου, με τον τελευταίο στίχο της αποστολικής περικοπής, σύμφωνα με τον οποίο: «Έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα: και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα». Αν και οι νεκροί θα αναστηθούν πρώτοι, αλλ’ όμως κι εμείς, λέει, οι ζωντανοί, δηλ. οι δίκαιοι και άξιοι Χριστιανοί, που θα ζουν τότε, παρευθύς, αφού αλλαχθούν, θα αρπαχθούν κι αυτοί, όπως και οι νεκροί, που αναστήθηκαν, με νεφέλες και θα προϋπαντήσουν τον Κύριο στον αέρα. Γιατί, καθώς ο Χριστός, αφού αναστήθηκε, ανελήφθη στους ουρανούς με νεφέλη, έτσι και οι Χριστιανοί, που έζησαν κατά Χριστόν, όχι μόνο θα αναστηθούν, αλλά και θα αναληφθούν, και με το ίδιο «αμάξι», δηλ. με τις ίδιες νεφέλες, με τις οποίες ανελήφθη και ο Χριστός.
Στο σημείο αυτό ο άγιος Νικόδημος εκφράζει μια απορία : «Αν ο Χριστός πρόκειται να κατέβη κάτω, για ποιά αιτία αρπάζει τους δικαίους Χριστιανούς πάνω»; Αποκρίνεται ο ίδιος, λέγοντας ότι «δια τιμήν και δόξαν» τους ανεβάζει. Διότι, καθώς, όταν ένας βασιλιάς πρόκειται να μπει σε κάποια πόλη, όσοι μεν είναι έντιμοι και ένδοξοι, πηγαίνουν και προϋπαντούν τον βασιλιά, όσοι δε είναι κατάδικοι, δεν βγαίνουν έξω, αλλά προσμένουν μέσα τον βασιλιά, για να τους κρίνει, έτσι παρομοίως θα γίνει και τότε. Οι μεν δίκαιοι θα αρπαχθούν από τις νεφέλες, θα πάνε με παρρησία να προϋπαντήσουν τον Κύριο, και, μετά την κρίση, θα μένουν πάντοτε ενωμένοι με τον Βασιλέα Χριστό, συμβασιλεύοντες και συνδοξαζόμενοι μ’ Αυτόν αιωνίως (η ένωση αυτή είναι το κεφάλαιο όλων των αγαθών). Οι δε αμαρτωλοί, παρ’ όλο που είναι Χριστιανοί, μένουν, όμως, οι άθλιοι κάτω ντροπιασμένοι και απαρρησίαστοι, και, αφού κριθούν, θα πάνε στην αιωνία κόλαση.
Με αυτά, λοιπόν, τα λόγια να παρηγοριόμασθε κι εμείς, αγαπητοί μου, και να μην θρηνούμε τους εν Χριστώ κοιμηθέντας συγγενείς μας υπέρ το πρέπον, καθώς, δηλ. θρηνούν τους νεκρούς τους οι άπιστοι, οι οποίοι δεν ελπίζουν ούτε σε ανάσταση ούτε σε αφθαρσία ούτε σε αιώνια δόξα. «Ώστε παρακαλείτε αλλήλους εν τοις λόγοις τούτοις».
Αμήν!
Ο πρωτοπρ. Άγγελος Αγγελακόπουλος είναι εφημέριος του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής, της Νέας Καλλιπόλεως του Πειραιώς
Η/Υ ΠΗΓΗ:
ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου