Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια - Μνημοσυνα ωφελούν τα μνημόσυνα ; Περί μνημοσύνων


Σήμερα 2/10/2016 εορτή Αγίου Κυπριανού

  1. Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει
  2. Ο Άγιος περιμένει έως και 40 χρόνια
  3. Μωραίνει κύριος ον βούλεται απολέσαι
  4. Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα 
  5. Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια
  6. Αμαρτία εξομολογημένη ουκ έστι αμαρτία
Αγαπητοί στην μικρή σειρά ρητών που παρουσιάζονται στο Ορθόδοξον Ιστολόγιον σήμερα θα δούμε το γνωστό απόφθεγμα εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια.
Ξεκινώντας θα πούμε ότι το ρητό αυτό δεν το συναντούμε πουθενά στην Αγία Γραφή, επίσης το συγκεκριμένο ρητό έχει μια ιδιαιτερότητα και αυτή είναι ότι μετατρέπεται σε αντίΒιβλικό ή σύμφωνο με την Χριστιανική διδασκαλία ανάλογα με το νόημα των λόγων αυτού που το αναφέρει. Είναι ορθό όταν προτρέπει προς μετάνοια στην εδώ ζωή και αντιΒιβλικό όταν απευθύνεται εναντίων των μνημόσυνων, δηλαδή υπό την έννοια ότι δεν γίνεται οτιδήποτε και για κανέναν πέραν του τάφου και θα δούμε στην συνέχεια πως αυτά τα δύο συμβιβάζονται.
Όπως αναφέρθηκε αυτό το ρητό δεν υπάρχει στην Γραφή, υπάρχει όμως ένα παρεμφερές, ένα κάπως όμοιο, το οποίο είναι γραμμένο στους Ψαλμούς και λέει εν τω Άδη τις εξομολογήσεταί σοι.
Αυτό βρίσκεται στον Ψαλμό 6 στίχο 6 και επί λέξη λέει, ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ θανάτῳ ὁ μνημονεύων σου· ἐν δὲ τῷ ᾅδῃ τίς ἐξομολογήσεταί σοι;.
Ξεκινώντας την σύντομη παρουσίαση θα πρέπει να πούμε ότι η φράση 
ξομολογήσεταί σοι, εξομολόγηση, δεν έχει μόνο την έννοια εκ-ομολογώ ➞ εξ-ομολογώ, όπως όταν εννοούμε εξομολόγηση αμαρτιών αλλά έχει και την έννοια δοξολογώ. Μάλιστα αυτή η έννοια, ομολογώ τον Θεό, τον δοξολογώ, είναι η πιο διαδεδομένη στην Βίβλο για την λέξη εξομολόγηση, το εξομολογώ υπό την σημασία εξαγορεύω αμαρτίες είναι η μειοψηφία των περιπτώσεων.
Αυτήν την έννοια του δοξολογώ βλέπουμε και σε άλλους Ψαλμούς, επί παραδείγματι στον 29ο στίχος 5. Ψάλατε τῷ Κυρίῳ, οἱ ὅσιοι αὐτοῦ, καὶ ἐξομολογεῖσθε τῇ μνήμῃ τῆς ἁγιωσύνης αὐτοῦ· δηλαδή, ας δοξολογήσουν τον Κύριο όλοι όσοι είναι αφοσιωμένοι σε αυτόν. Διατηρήστε στο νου και την καρδιά σας την ανάμνηση της αγιότητάς του και να δοξολογείτε το Άγιο όνομά του.
Ή την βλέπουμε στον Ψαλμό 105ο στίχος 47 σῶσον ἡμᾶς, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἐπισυνάγαγε ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐθνῶν τοῦ ἐξομολογήσασθαι τῷ ὀνόματί σου τῷ ἁγίῳ, τοῦ ἐγκαυχᾶσθαι ἐν τῇ αἰνέσει σου. Δηλαδή, σε παρακαλούμε Κύριε και Θεέ μας, σώσε μας και συνάθροισε μας πάλι από τα διάφορα έθνη ελεύθερους στην πατρίδα μας για να δοξολογήσουμε το άγιο όνομά σου και να λατρεύουμε και υμνούμε εσένα, τον αληθινό Θεό.
Στην προς Ρωμαίους επιστολή κεφάλαιο 15 στίχος 9 διαβάζουμε: τὰ δὲ ἔθνη ὑπὲρ ἐλέους δοξάσαι τὸν Θεόν, καθὼς γέγραπται· διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνοματί σου ψαλῶ. Αυτό σημαίνει το εξής: να καλέσει και τα έθνη να δοξάσουν τον Θεό όπως άλλωστε έχει γραφτεί στους ψαλμούς, όπου εκεί λέει ο Χριστός "για αυτό Κύριε θα σε δοξάσω μεταξύ των εθνών και θα υμνολογήσω το όνομά σου". 

Εδώ ο συγγραφέας της προς Ρωμαίους επιστολής απόστολος Παύλος κάνει αναφορά στον Ψαλμό 17 στίχο 50 ο οποίος λέει διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνόματί σου ψαλῶ. 
Βλέπουμε λοιπόν ότι το εξομολογήσομαι - εξομολόγηση σημαίνει και δοξολογώ - δοξολογία, αλλά και ότι αυτό χρησιμοποιείται σε βάθος χρόνου υπό την ίδια έννοια,  Παλαιά και Καινή Διαθήκη. 
Αυτά τα παραδείγματα είναι αρκετά ώστε να γίνει φανερό ότι ο στίχος 6 του Ψαλμού 6 που αναφέρει ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ θανάτῳ ὁ μνημονεύων σου· ἐν δὲ τῷ ᾅδῃ τίς ἐξομολογήσεταί σοι; δεν λέγει, στον Άδη ποιος θα εξομολογηθεί τις αμαρτίες του, αλλά μεταφράζεται ως εξής: Εάν πεθάνει κανείς αμετανόητος και κατεβεί στον Άδη, δεν είναι δυνατόν να σε θυμάται Κύριε. Στον Άδη ποιος αμετανόητος είναι δυνατόν να σε δοξολογήσει;
Ο Δαυίδ που έγραψε τον ψαλμό αυτόν έχει αμαρτήσει και ζητάει το έλεος του Θεού διότι όπως λέει στον Άδη δεν υπάρχει δυνατότητα δοξολογίας Θεού, δεν υπάρχει η ορθή δόξα, η ορθή πίστη προς τον Θεό, εκεί ο άνθρωπος κουβαλάει την επίγεια προετοιμασία του.
Εδώ σε αυτόν τον στίχο γίνεται λόγος για τον πασίγνωστο Άδη ο οποίος ήταν σύμφωνα με την Γραφή ένας κοινός τόπος ο οποίος βρίσκονταν οι ψυχές προ Χριστού.
Ως γνωστόν ο Χριστός μετά τον σταυρικό του θάνατο πήγε στον Άδη με την ανθρώπινη ψυχή του ενωμένη με την Θεότητα ώστε να κηρύξει στους νεκρούς, ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν, Α' Πετρ. 3,19. Για την κάθοδο του Χριστού στον Άδη μας βεβαιώνει όπως είδαμε η Γραφή αλλά και οι μαρτυρίες των αρχαίων Χριστιανών συγγραφέων τις οποίες μπορείτε να βρείτε στην ανάρτηση:  

Η Κάθοδος Του Χριστού Στον Άδη.
Εφόσον όμως το κήρυγμα του Χριστού στον Άδη χαρακτηρίζεται από την Γραφή ως κήρυγμα και όχι ως αναγγελία, δηλαδή δεν ήταν απλά μια ανακοίνωση σε ορισμένους ότι ήρθε η ώρα της ελευθερώσεως τους από τον Άδη, ενώ ταυτόχρονα έχουμε και το λεχθέν περί κηρύγματος σε απειθήσαντες, θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθεὶς δὲ πνεύματι· ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν, ἀπειθήσασί ποτέ, ὅτε ἀπεξεδέχετο ἡ τοῦ Θεοῦ μακροθυμία ἐν ἡμέραις Νῶε κατασκευαζομένης κιβωτοῦ καταρρίπτεται άμεσα η αιρετική διδασκαλία ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία αλλαγή καταστάσεως πέραν του τάφου και ότι τα μνημόσυνα είναι ανώφελα.
Έτσι κατ' επέκταση είναι αντιΒιβλικό το νόημα και η χρήση του ρητού όταν γίνεται υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να υπάρξει αλλαγή καταστάσεως για τους πέραν του τάφου. Η τελική κρίση δεν έχει γίνει ακόμη, με τον θάνατο γίνεται μια διαλογή, ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις,
Εβραίους 9:27

Στην Βίβλο έχουμε μαρτυρίες οι οποίες συνηγορούν άμεσα ή έμμεσα υπέρ των μνημοσύνων. Ας δούμε αυτές από την Παλαιά Διαθήκη. Ξεκινάμε με το βιβλίο του προφήτη Νεεμία. Καὶ ἐν ἡμέρᾳ εἰκοστῇ καὶ τετάρτῃ τοῦ μηνὸς τούτου συνήχθησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν σάκκοις καὶ σποδῷ ἐπὶ κεφαλῆς αὐτῶν καὶ ἐχωρίσθησαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἀπὸ παντὸς υἱοῦ ἀλλοτρίου καὶ ἔστησαν καὶ ἐξηγόρευσαν τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ τὰς ἀνομίας τῶν πατέρων αὐτῶν καὶ ἔστησαν ἐπὶ τῇ στάσει αὐτῶν καὶ ἀνέγνωσαν ἐν βιβλίῳ νόμου Κυρίου Θεοῦ αὐτῶν καὶ ἦσαν ἐξαγορεύοντες τῷ Κυρίῳ καὶ προσκυνοῦντες τῷ Κυρίῳ Θεῷ αὐτῶν. Νεεμ. 9,1-3
Μετάφραση, κατά την εικοστή τέταρτη ημέρα του εβδόμου αυτού μήνα, οι Ισραηλίτες συγκεντρώθηκαν για να νηστέψουν, φορούσαν σάκους και είχαν ρίξει πάνω  στο κεφάλι τους στάχτη. Χωρίστηκαν από όλους τους άλλους και όρθιοι εξομολογούνταν τις δικές τους αμαρτίες, όπως και τις παρανομίες των προγόνων τους. Όρθιοι διάβαζαν το βιβλίο του νόμου Κυρίου του Θεού, εξομολογούνταν τις αμαρτίας τους προς τον Κύριο και προσκυνούσαν τον Κύριον και Θεό τους.
Εδώ δηλαδή έχουμε τον λαό να στέκεται όρθιος και να εξομολογείται τις αμαρτίες δικές του ή των πατέρων ώστε να τους ελεήσει ο Θεός. Και σε άλλο σημείο στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε το ίδιο να γίνεται για νεκρούς, είναι στο βιβλίο Β' Μακκαβαίων.
Τῇ δὲ ἐχομένῃ ἦλθον οἱ περὶ τὸν Ἰούδαν καθ᾿ ὃν τρόπον τὸ τῆς χρείας ἐγεγόνει, τὰ τῶν προπεπτωκότων σώματα ἀνακομίσασθαι καὶ μετὰ τῶν συγγενῶν ἀποκαταστῆσαι εἰς τοὺς πατρῴους τάφους εὗρον δὲ ἑκάστου τῶν τεθνηκότων ὑπὸ τοὺς χιτῶνας ἱερώματα τῶν ἀπὸ Ἰαμνείας εἰδώλων, ἀφ᾿ ὧν ὁ νόμος ἀπείργει τοὺς Ἰουδαίους· τοῖς δὲ πᾶσι σαφὲς ἐγένετο διὰ τήνδε τὴν αἰτίαν τούσδε πεπτωκέναι πάντες οὖν εὐλογήσαντες τὰ τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου τοῦ τὰ κεκρυμμένα φανερὰ ποιοῦντος, εἰς ἱκετείαν ἐτράπησαν ἀξιώσαντες τὸ γεγονὸς ἁμάρτημα τελείως ἐξαλειφθῆναι ὁ δὲ γενναῖος Ἰούδας παρεκάλεσε τὸ πλῆθος συντηρεῖν ἑαυτοὺς ἀναμαρτήτους εἶναι, ὑπ᾿ ὄψιν ἑωρακότας τὰ γεγονότα διὰ τὴν τῶν προπεπτωκότων ἁμαρτίαν.ποιησάμενός τε κατ᾿ ἀνδραλογίαν κατασκευάσματα εἰς ἀργυρίου δραχμὰς δισχιλίας, ἀπέστειλεν εἰς Ἱεροσόλυμα προσαγαγεῖν περὶ ἁμαρτίας θυσίαν, πάνυ καλῶς καὶ ἀστείως πράττων ὑπὲρ ἀναστάσεως διαλογιζόμενος· εἰ γὰρ μὴ τοὺς προπεπτωκότας ἀναστῆναι προσεδόκα, περισσὸν ἂν ἦν καὶ ληρῶδες ὑπὲρ νεκρῶν προσεύχεσθαι εἶτ᾿ ἐμβλέπων τοῖς μετ᾿ εὐσεβείας κοιμωμένοις κάλλιστον ἀποκείμενον χαριστήριον, ὁσία καὶ εὐσεβὴς ἡ ἐπίνοια· ὅθεν περὶ τῶν τεθνηκότων τὸν ἐξιλασμὸν ἐποιήσαντο τῆς ἁμαρτίας ἀπολυθῆναι. Β' Μακ. 12,39-45          
Οι στρατιώτες του Ιούδα όπως επέβαλλε ο Νόμος να γίνει, μάζεψαν τα πτώματα των Ιουδαίων οι οποίοι είχαν σκοτωθεί στην μάχη. Βρήκαν όμως κάτω από τον χιτώνα κάθε σκοτωμένου ειδώλια προερχόμενα από τα είδωλα της Ιαμνείας. Έτσι σε όλους τότε έγινε φανερή η αιτία για την οποίαν αυτοί είχαν σκοτωθεί. Όλοι δόξασαν τον δίκαιο κριτή ο οποίος φανερώνει και τα πλέον απόκρυφα γεγονότα, έπειτα έκαναν προσευχή και παρακάλεσαν τον Θεό να εξαλειφθεί πλήρως η αμαρτία των σκοτωμένων.
Ο Ιούδας έπειτα παρακάλεσε τον λαό να κρατάει τον εαυτό του καθαρό από τέτοιες παραβάσεις έχοντας μπροστά στα μάτια του τα επακόλουθα της αμαρτίας. 
Ύστερα έκανε έρανο μεταξύ των ανδρών του και συνέλεξε το ποσό των 2000 δραχμών.
Το ποσό έστειλε στην Ιερουσαλήμ για να προσφερθεί εξιλαστήριος θυσία υπέρ αυτών των στρατιωτών. Πολύ καλά και θεάρεστα έπραξε αναλογιζόμενος την αλήθεια της αναστάσεως των νεκρών. Γιατί εάν δεν πίστευε ότι θα αναστηθούν οι σκοτωμένοι στρατιώτες ήταν ανώφελο και ανόητο να προσεύχεται κανείς υπέρ των νεκρών. Διαβλέποντας όμως την αρίστη αμοιβή, η οποία επιφυλάσσεται σε εκείνους που πέθαναν ευσεβείς, έκανε την ευσεβή αυτή σκέψη. Για αυτό και προσέφεραν την εξιλαστήρια θυσία υπέρ των νεκρών, για να απαλλαγούν αυτοί από τις αμαρτίες τους.
Εδώ έχουμε να προσφέρεται θυσία υπέρ των κεκοιμημένων ώστε να συγχωρηθούν.
Σε αυτό το σημείο θα μας βοηθήσει τα μέγιστα η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Είναι διδακτικότατη και θα ρίξει άπλετο φως στο θέμα αυτό.
Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς, πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωυσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ’ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωυσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.
Ο πλούσιος στον Άδη δεν δέχεται τα λεγόμενα του Αβραάμ με αποκορύφωμα την απάντηση "οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ", όχι πάτερ Αβραάμ. Εν ζωή καταφρονούσε τον φτωχό και άσημο Λάζαρο ενώ τώρα στον Άδη με την προπαρασκευή της επίγειας ζωής περιφρονεί τον ίδιο τον Θεό αλλά και τον γενάρχη και πατέρα του όπως ονομάζει τον Αβραάμ. Απιστεί και εναντιώνεται στον Θεό που τα πάντα εν σοφία εποίησε και θέλει να γίνει το δικό του λες και γνωρίζει καλύτερα από τον Θεό που όρισε αυτόν τον τρόπο, δηλαδή μέσω των προφητών να καλέσει. Επιπλέον έχει εναντίωση και στον Αβραάμ αφού ούτε η γνώμη του Αβραάμ αναγνωρίζεται από τον πλούσιο. Έτσι ακόμη και η προσφώνηση πάτερ ακούγεται σαν κοροϊδία, γιατί δεν γίνεται να τον αποκαλεί πατέρα ενώ δεν τον αναγνώρισε πραγματικά ως τέτοιο ούτε στην επίγεια ζωή ώστε να ακολουθήσει τις διδαχές του ούτε τώρα αφού του φέρνει αντιρρήσεις. 

Βλέπουμε εδώ μια μετάνοια η οποία είναι στρεβλή, δεν έχουμε δηλαδή μετάνοια στην πραγματικότητα, επιπλέον θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο πλούσιος για την κατάσταση του πέραν του τάφου ρίχνει κρυφίως το φταίξιμο στον Θεό. Αν δούμε το αίτημά του και την απάντηση του Αβραάμ θα σκεφτούμε ότι κάποιος είναι δικαιολογημένος να μην πιστέψει εύκολα "τον Μωυσή και τους προφήτες", δηλαδή έναν ή κάποιους οι οποίοι του παρουσιάζονται ως Θεϊκοί απεσταλμένοι.
Στην απάντηση του Αβραάμ όμως δεν έχουμε το νόημα να πιστέψουν μόνο τον λόγο του Μωυσή ή των προφητών οι όμοιοι του πλουσίου. Οι προφήτες εκτός από την διδασκαλία υπό την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, αυτό είναι κυρίως ο προφήτης, διδάσκαλος, έχουν και γνώση μελλοντικών γεγονότων, γνώση πληροφοριών που τις ξέρουν λίγοι ή ένας ή επιτελούν διάφορα υπερφυσικά σημεία. Ας θυμηθούμε τους γέροντες Αγίους, Παΐσιο και Πορφύριο ή τον γέροντα Ευμένιο (Σαριδάκη) ή τον γέροντα Ιάκωβο (Τσαλίκη). 
Σε αυτούς εκτός από την διδαχή βλέπουμε και σημεία που επιβεβαίωναν την διδαχή σε όσους δεν ήταν αρκετός ο λόγος. Σε κάθε εποχή ο Θεός έχει αυτούς που μαρτυρούν ότι ζει, ότι υπάρχει, ο Θεός ποτέ δεν μένει αμαρτύρητος.
Αυτά όμως τα σημεία έχουν αγνοηθεί παντελώς από τον πλούσιο, δεν τους έδωσε καμία σημασία, προφανώς γιατί δεν του άρεσε η διδασκαλία που τα συνόδευε. Τώρα τυφλός και εκτός εαυτού ρίχνει το φταίξιμο στον Θεό. Στον Άδη λοιπόν ο πλούσιος κουβαλάει από την Γη, την φιλαυτία, την ασπλαχνία, την σκληρότητα του, τον εγωισμό του, αλλά και την περιφρόνηση και απιστία του στον Θεό και στο σχέδιο του για το πως θα αποκαλυφθεί και θα οδηγήσει τον άνθρωπο προς Αυτόν. Όχι μόνο δεν ασχολήθηκε με τον Λάζαρο, επί παραδείγματι ως πλούσιος που ήταν να του δώσει κάτι, αλλά αρνήθηκε να έχει ακόμη και την στοιχειώδη ανθρωπιά, τρωγόπινε και γλεντούσε με τον Λάζαρο ακριβώς δίπλα του να πεθαίνει της πείνας.
 

Στην Γραφή υπάρχουν περιπτώσεις αναστάσεως νεκρών. Αυτές οι αναστάσεις είναι πρώτιστα για πνευματικό σκοπό, αλλά και ο Χριστός έκανε θαύματα αναστάσεως νεκρών. Γιατί να μην γίνει και εδώ μία αν είναι να σωθούν οι ψυχές των αδερφών του πλουσίου; Οι Φαρισαίοι όταν έγιναν αναστάσεις, επί παραδείγματι αυτή του Λαζάρου, μπορεί να μην πίστεψαν αλλά κάποιοι από αυτούς που τις είδαν θα πίστεψαν όπως ακριβώς έγινε και με τα άλλα θαύματα, ο Χριστός δεν είπε ακούστε τι λέω και τους προφήτες. Άρα έχουμε να μας δηλώνεται η πληροφόρηση από το Άγιο Πνεύμα που έχουν οι Άγιοι, ο Αβραάμ πληροφορείται άμεσα από το Άγιο Πνεύμα και έτσι γνωρίζει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τους αδελφούς του πλουσίου τους διέπει η ίδια αμετανοησία με αυτόν και εάν πάει νεκρός το μόνο που θα γίνει θα είναι να χειροτερεύσουν την θέση τους στην επερχόμενη κόλαση. Δηλαδή ξανά ευσπλαχνία έχουμε εκτός αυτής που ο Αβραάμ του μιλάει και δεν τον αφήνει μόνο στον πόνο όπως άφησε αυτός τον Λάζαρο. Ενώ επιπλέον βλέπουμε ότι το Άγιο Πνεύμα βοηθεί τους ζώντες αλλά και τον οδυνόμενο στην φωτιά, αυτό είναι το οποίο ενεργεί ώστε αρχικά ο πλούσιος μπορεί και βλέπει τον Αβραάμ, έπειτα αυτό είναι το οποίο μιλάει με ευσπλαχνία ενώ απάντησε διαφορετικά στους άλλους που είπανε "πάτερ Αβραάμ", ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· ὁ πατὴρ ἡμῶν Ἀβραάμ ἐστι. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· εἰ τέκνα τοῦ Ἀβραὰμ ἦτε, τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ ἐποιεῖτε. Ιω. 8,39 απάντησαν οι Φαρισαίοι στον Χριστό λέγοντας, πατέρας μας είναι ο Αβράαμ. Και ο Χριστός είπε, εάν ήσασταν στην πραγματικότητα παιδιά του τότε θα κάνατε και τα έργα του. Αν ο Αβραάμ βγάζει καλό από το κακό αίτημα, άραγε δεν θα συναινέσει στο καλό αίτημα και δεν θα προσθέσει και την δική του θέληση για αυτό;
Στο πρόσωπο του πλουσίου βλέπουμε την συνέχεια της απιστίας και πέραν του τάφου όλων των επί Γης αμετανοήτως αμαρτωλών και παγιωμένων προς το κακό οι οποίοι δεν μπορούν να έχουν κάποια αλλαγή πέραν του τάφου. Οι καλές πράξεις θα τον έκαναν δεκτικό της χάρης του Θεού. Αλλά ο πλούσιος με τις πράξεις του είναι ανεπίδεκτος τους ελέους και της χάρης του Θεού, δεν μπορεί αλλά ούτε και θέλει να τα λάβει και είναι το τρανό παράδειγμα σε ποιους δεν μπορεί να γίνει κάτι πέραν του τάφου οσαδήποτε μνημόσυνα και εάν επιτελεστούν για αυτούς.
O Αβραάμ, όπως και ο Χριστός που από ευσπλαχνία και αγάπη για να σωθεί του έστειλε τον φτωχό έξω από την πόρτα του, θέλει να τον βοηθήσει, για αυτό ακούει τον πλούσιο εξ αρχής, είναι η μόνη βοήθεια που μπορεί να του προσφέρει, βάσανα και μοναξιά μαζί είναι το χειρότερο. Δεν τον αντιμετωπίζει όπως αντιμετώπισε ο πλούσιος τον Λάζαρο ο οποίος δεν του είπε ούτε μια κουβέντα, εάν παρατηρήσετε είναι η μόνη μη αντιστροφή καταστάσεως. Έπειτα του μιλάει πραγματικά σαν να είναι παιδί του ο πλούσιος, χωρίς να του λέει "από που έως που με λες πατέρα, άκουσες ποτέ τι είπα;"
, ούτε στο αίτημα απαντά ο Αβραάμ, "ανοητεύεις κάνοντας τον εαυτό σου σοφότερο του Θεού". Ενώ η Γραφή λέγει ἡ γὰρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος· βλέπουμε τον Αβραάμ να προσφέρει την μοναδική βοήθεια που μπορεί να λάβει ο πλούσιος και μάλιστα όχι από παράκληση κάποιου δικαίου του οποίου "η δέηση έχει πολύ ισχύ", πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη, αλλά μετά από παράκληση του ίδιου του πλούσιου. Άρα προ της τελικής Κρίσεως υπάρχει έλεος για όλους.
Ο Χριστός μας διδάσκει κεκαλυμμένα με την παραβολή αυτή ότι όλοι λαμβάνουν ωφέλεια. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε με βεβαιότητα ότι τα μνημόσυνα ωφελούν ακόμη και τους πωρωμένους κολασμένους, βρίσκουν κάποια ανακούφιση, αυτή που μπορούν να λάβουν, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται να ωφεληθούν δραστικά, δεν γίνεται να φύγουν από την κόλαση, στον Άδη δεν μπορούν να δοξολογήσουν τον Θεό, δηλαδή να έχουν την ορθή δόξα.
Η φράση μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν δεν σημαίνει ότι δεν γίνεται κάτι για τους νεκρούς και άρα τα μνημόσυνα είναι ανωφελή αλλά ομιλεί για την θέληση "οἱ θέλοντες διαβῆναι" αυτών που είναι στην κόλαση να πάνε στον παράδεισο.

Η παραβολή φαινομενικά τελειώνει κάπως απότομα με την απάντηση του Αβραάμ, εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται δηλαδή, εάν δεν ακούσουν τον Μωυσή και τους προφήτες ακόμη και νεκρός να αναστηθεί δεν θα πεισθούν. Εννοεί ότι όπως αγνόησαν τα θαύματα ή το προορατικό και διορατικό χάρισμα των προφητών έτσι και για τον νεκρό κάποια αιτία ή δικαιολογία θα βρουν για να τον αγνοήσουν. Στην πραγματικότητα θα λέγαμε ότι η παραβολή αυτή δεν τελειώνει απότομα αλλά είναι το μισό μέρος μιας διδαχής η οποία συνεχίζεται με την ανάσταση του πραγματικού Λαζάρου και με την απιστία των Φαρισαίων κάνοντας έτσι έναν κύκλο ο οποίος μας φέρνει στο, ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη, δηλαδή "πέθανε ο πλούσιος και θάφτηκε", το οποίο γεγονός της αναστάσεως του Λαζάρου προστιθέμενο στην παραβολή μας διδάσκει ότι η προπαρασκευή του πλουσίου και ο αυτοπροορισμός του μακράν του Θεού έχει γίνει από την Γη ενώ στον Άδη έχει παγιωθεί η κατάσταση αυτή. 
Και να πήγαινε ο νεκρός που ζητούσε δεν θα πίστευαν τα αδέλφια του, όπως δεν πίστεψαν τα πνευματικά αδέλφια του, οι Φαρισαίοι. Η ανάσταση του Λαζάρου ως γεγονός επιβεβαίωσης της διδασκαλίας και η παραβολή του Λαζάρου είναι ένα αιώνιο παράδειγμα για το τι συμβαίνει συνεχώς αλλά και σε ποιους μπορεί έχουν ωφέλεια τα μνημόσυνα. 
Έτσι καταλαβαίνουμε ότι τα μνημόσυνα δεν ωφελούν δραστικά όλους αλλά ωφελούν ορισμένους, αυτούς που δεν είχαν πεθάνει σε αμετανοησία πώρωση έχοντας δηλαδή θανάσιμα αμαρτήματα, (αμετανόητα).  

Δείτε κάνοντας κλίκ εδώ την ανάρτηση: επτά θανάσιμα αμαρτήματα.
Γίνεται φανερό ότι προσευχή της Εκκλησίας για τους κεκοιμημένους δεν έχει αποτέλεσμα σε όλους ή ακριβέστερα δεν έχει το ίδιο αποτέλεσμα σε όλους, εν τούτοις γίνεται για όλους, γιατί; 
Αφενός γιατί κανείς δεν ξέρει σε τι κατάσταση ήταν ο κεκοιμημένος όταν πέθανε και αφετέρου εάν ο Χριστός είπε για τους σταυρωτές Πάτερ ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι έτσι και η Εκκλησία ακολουθεί την κεφαλή αυτής και εύχεται για όλους. Και όπως έγινε για τους σταυρωτές, συγχωρήθηκαν αυτοί που είχαν τις προϋποθέσεις συγχωρήσεως, δηλαδή όσοι μετανόησαν, έτσι και στα μνημόσυνα, δραστικά ωφελούνται αποκλειστικά οι έχοντες τις προϋποθέσεις, οι άλλοι λαμβάνουν ότι δύνανται να λάβουν.
Η Εκκλησία είναι το σώμα Χριστού το οποίο αποτελείται και από τους επί γης αλλά και από αυτούς που είναι στον ουρανό. Η αγάπη η οποία υπαγορεύει την προσευχή για τους επί γης, η ίδια είναι που υπαγορεύει την προσευχή για τους κεκοιμημένους. Όπως μας δηλώνει καθαρά η Αποκάλυψη αυτοί που είναι στον ουρανό προσεύχονται για εμάς έτσι και εμείς προσευχόμαστε για αυτούς. Ο σύνδεσμος μεταξύ απανταχού των Χριστιανών είτε εν τη γη είτε εν τω ουρανώ είναι η μεγίστη των αρετών, η αγάπη.
Αυτό που είπε ο Χριστός επάνω στον σταυρό είναι αποτέλεσμα της αγάπης, το ίδιο είναι και τα μνημόσυνα, δηλαδή οι προσευχές υπέρ των κεκοιμημένων. Και επειδή η πραγματική αγάπη ενδιαφέρεται για τον άλλον ζητάει ακόμη και το αδύνατον όταν προσεύχεται. Λέει ο Παύλος ηὐχόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα. Ρωμ. 9,3 Δηλαδή, θα ευχόμουν να χωριστώ εγώ ο ίδιος από τον Χριστό και να γίνω ανάθεμα, εάν ήταν δυνατόν με την καταδίκη μου αυτή να σωθούν οι κατά σάρκα αδελφοί μου, οι ομοεθνείς μου Ιουδαίοι.  
Μήπως ο Παύλος αρνείται τον Χριστό; Μήπως δεν ξέρει ότι αυτό δεν γίνεται; Και όμως επειδή πραγματικά αγαπά ζητεί το αδύνατον και μάλιστα όχι απλά, είθε να σώζονταν, αλλά θυσιάζεται αυτός για εκείνους, τόση είναι η αγάπη του. Έχοντας οι Χριστιανοί την πραγματική αγάπη, η οποία γίνεται αιτία ακόμη και θυσίας, δεν μπορούν παρά να προσευχηθούν για τους αδελφούς τους που είναι όλοι οι άνθρωποι.  
Σαν τον Παύλο έτσι και αυτός που αγαπάει ενδιαφέρεται για τους άλλους. 
Όπως και ο Παύλος, δεν ζητάει επειδή θα εισακουστεί αλλά ζητάει επειδή αγαπά, επειδή ενδιαφέρεται. 
Πόσο μάλλον λοιπόν όταν ξέρει ότι θα εισακουστεί και όταν βλέπει ότι ακόμη και ο πλούσιος κάποια ανακούφιση έλαβε.
Ο δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ·. Εφ. 2,4-5 Ο Θεός όμως, ο οποίος είναι πλούσιος σε έλεος και φιλανθρωπία, χάρις στην απεριόριστη αγάπη του με την οποία μας αγάπησε μας ζωοποίησε. 
Γιατί μας αγάπησε; Κάναμε κάτι το άξιο ώστε να μας αγαπήσει; Μάλλον άξιο αιώνιας καταδίκης πράξαμε. 
Ο Χριστός δεν άφησε τον νεκρό χωρίς βοήθεια ἡμᾶς νεκροὺς επειδή δεν γινόταν τίποτα δεν είπε έφαγες τελείωσε, κατά το πέθανε τελείωσε ή τις άλλες διαβολικές προφάσεις που λένε οι αιρετικοί, αυτό θα το έλεγε η αδιαφορία, αλλά ήρθε για τον νεκρό και σταυρώθηκε, αυτό το λέει η αγάπη. 
Να μην προσεύχομαι γιατί δεν γίνεται τίποτα για τους νεκρούς ή να μην ζητάω για τους συμπατριώτες μου Ιουδαίους που βλέποντας τα θαύματα όχι μόνο δεν πίστεψαν αλλά σταύρωσαν τον Χριστό θα το έλεγε η λογική του κόσμου τούτου, η μεγίστη των αρετών αγάπη λέει να προσευχηθώ και να ζητήσω ακόμη και το αδύνατον. Ο Χριστιανός κινείται με βάση την αγάπη, αυτή δεν λέει "οι Ιουδαίοι ολόκληρες αναστάσεις νεκρών είδαν είχαν τον χρόνο τους και την ευκαιρία τους", αυτό το λέει η λογική, η αγάπη ζητάει ή κάνει το αδύνατον. 
Να έρθει Θεός να γίνει άνθρωπος, να χωριστεί από τον Θεό για να σωθούν οι άλλοι.
Η αγάπη γεννάει καρπό ενώ ουδέποτε εκπίπτει, γεννάει το ενδιαφέρον για τον αγαπητό, την χαρά για τον πιστό, τον πόνο για τον αρνητή,  ενώ δεν υπάρχει όταν κάποιος είναι ζωντανός αλλά ξεπέφτει όταν είναι νεκρός. Όταν αγαπάς προσεύχεσαι για όλους όταν όχι δεν προσεύχεσαι ούτε για τους ζωντανούς, κινείς απλά τα χείλη. 
Στον Χριστιανό βγαίνει φυσικά η προσευχή υπέρ όλων υπέρ ζώντων και νεκρών, δεν χρειάζεται να παρουσιαστεί κάτι από την Γραφή, να πούμε "ορίστε εκεί βλέπουμε αυτό, εκεί το άλλο". Δεν χρειάζεται ούτε καν να το σκεφτούμε εάν είναι σωστή η προσευχή υπέρ των νεκρών.
Φανταστείτε λοιπόν τι κακή πνευματική κατάσταση υπάρχει όταν οι αιρετικοί έχουν αντίθεση κιόλας! Καταλαβαίνετε λοιπόν όταν λένε "δεν γίνεται κάτι", "δεν πρέπει να προσευχόμαστε για τους νεκρούς", "πέθανε τελείωσε" πόσο πολύ μακριά είναι από την Βιβλική διδαχή και την αγάπη και πόσο πολύ κοντά είναι Σατανά είναι. Βάλλοντας εναντίων των μνημοσύνων επιτίθενται κρυφίως εναντίων της αγάπης.
Εκτός της Χριστιανικής διαγωγής και της Βίβλου ότι τα μνημόσυνα είναι εντός διδαχής έχουμε και ιστορικές πληροφορίες ότι αυτά τελούνταν εξαρχής του Χριστιανισμού. 
Αυτό εξάγεται από μαρτυρίες συγγραφέων των πρώτων Χριστιανικών αιώνων όπως αυτές του Τερτυλλιανού στο De Corona Militis, του Ωριγένη στα σχόλια στην προς Ρωμαίους, του Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων στο Θεία Μυσταγωγία, του Μέγα Αθανάσιου στο Εις τους κοιμηθέντας, του  Άγιου Επιφάνιου στο Κατά Αιρέσεων, του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου 21η ομιλία στις Πράξεις και σε άλλες ομιλίες, του Αγίου Αυγουστίνου στο De Cura Pro Mortuis Gerenda.
Ο Χρυσόστομος στο απόσπασμα που παρατίθεται στο τέλος λέει, δεν κάνουμε άσκοπα μνεία των προαπελθόντων αδελφών μας την ώρα των θείων Μυστηρίων, ούτε χωρίς λόγο προσερχόμαστε οι πιστοί στην Θεία Λειτουργία και δεόμαστε στον αμνό που είναι επάνω στην αγία τράπεζα, αλλά για να προκύψει από εδώ ανακούφιση υπέρ των ψυχών τους εκ μέρους του Θεού. Ούτε μάταια και ανώφελα ο ιερέας που παρίσταται στο ιερό θυσιαστήριο που τελούνται τα φρικτά μυστήρια λέει: υπέρ πάντων των εν Χριστώ κεκοιμημένων και (υπέρ) των τας μνείας υπέρ αυτών επιτελούντων. Γιατί αν δεν απέβαινε προς ψυχική ωφέλεια το μνημόσυνο αυτό, δεν θα απαγγέλλονταν διόλου τα λόγια αυτά διότι η Εκκλησία δεν είναι θεατρική σκηνή. Το Άγιο Πνεύμα διέταξε αυτά να γίνονται.
Όλες αυτές οι μαρτυρίες που αναφέραμε είναι από τον β αιώνα μέχρι το 420μΧ, αλλά οι διάφοροι αιρετικοί που εμφανίστηκαν πάνω από χίλια χρόνια μετά, επί παραδείγματι ο Λούθηρος ο πατήρ των Προτεσταντών εμφανίστηκε το 1500μΧ , δεν δέχονται ούτε τις μαρτυρίες ούτε τα μνημόσυνα και θεωρούν εαυτούς δήθεν Αποστολικούς και ακολούθους της πρώτης Εκκλησίας και από πάνω !
Είναι φανερό λοιπόν ότι οι θέσεις των αιρετικών κάθε είδους οι οποίοι διατείνονται ότι τα μνημόσυνα είναι νεώτερη εφεύρεση ή ότι δεν ωφελούν ή ότι συνεισφέρουν στην ραθυμία και στην αμαρτία, βασίζεται σε διπλή άγνοια, πρώτον των ορθο-δόξων, θέσεων και των θέσεων της Γραφής, αλλά κυριότατα σε διαβολική ανοησία και απεμπόληση της αγάπης προς τους αδελφούς. Εάν κάποιος σκεφτεί να κάνει ότι ανομία θέλει και έπειτα να βασιστεί σε προσευχές άλλων, άμεσα με αυτήν την σκέψη αποκλείεται αυτοστιγμεί μόνος του από την χάρη του Θεού και αυτοπροορίζεται στην ίδια θέση με τον πλούσιο, για αυτό, Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας, σε αυτήν την ζωή ο άνθρωπος πρέπει να αγωνιστεί και να έχει συμμετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας μας, εξομολόγηση, Θεία Ευχαριστία, ώστε να λάβει την χάρη Θεού.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου