Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

Η μετά θάνατον ζωή!...



Η μετά θάνατον ζωή!...

Απ’ τα μαθητικά μας χρόνια μαθαίναμε τι συμβαίνει μετά τον θάνατο του ανθρώπου και πώς η ψυχή του πηγαίνει στην Κόλαση ή στον Παράδεισο! Αλήθεια, τι μας εδίδασκαν οι διδάσκαλοί μας για την σωματική ανάσταση και αφθαρτοποίηση των νεκρών, που είναι ένας ερχομός του ανθρώπου απ’ τη γη;
«Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν τον μέλλοντος αιώνος».
Από μαθητές ακόμη της Β΄ Λυκείου, υπήρχαν φωτισμένοι δάσκαλοι που μας εδίδασκαν πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα για τον θάνατο, την ανάσταση και την Δευτέρα Παρουσία, μέσα από πολλά ευαγγελικά ή πατερικά κείμενα. Εντύπωση, ωστόσο, μας προκαλούσε το μάθημα της Ορθόδοξης Πίστης και Λατρείας, που μας εδίδασκαν οι Καθηγητές μέσα από διάφορα βιβλία, όπως για παράδειγμα αυτό του γνωστού Μοναχού Νικοδήμου (κατά κόσμον Βασιλείου Γ. Μπιλάλη), θεολόγου και Φιλόγου, του οποίου τις σημειώσεις κρατάμε ακόμη «ως κόρην οφθαλμού» στα διάφορα συρτάρια των βιβλιοθηκών μας.
Δράττομαι, λοιπόν, αυτής της ευκαιρίας να καταχωρίσω εδώ τις σημειώσεις που υπήρχαν για το θέμα της μετά θάνατον ζωής, που μπορεί να τις βρει κανείς «αλώβητες» μέσα στο ομώνυμο βιβλίο του γνωστού Μοναχού («Ορθόδοξη Πίστη και Λατρεία»), όπου, μεταξύ άλλων, γράφει και τα εξής:
1. Ο σωματικός θάνατος και η αθανασία της ψυχής.
Η πανανθρώπινη πίστη στη μεταθανάτια ζωή, και μάλιστα μακαριότερη και τελειότερη απ' την παρούσα, είναι τρανότατο δείγμα πως η ζωή είναι η μόνη φυσική κατάσταση του ανθρώπου. Και ο μεγαλύτερος άπιστος είναι δυσκολότατο να παραδεχθεί αληθινά πως όλα τερματίζουν με τη βαριά και ψυχρή πλάκα του τάφου! Ακριβώς, πολλοί άπιστοι και αδιάφοροι πριν, ατενίζοντας το φρικτό θέαμα του θανάτου και μη θέλοντας να πιστεύσουν στην εξαφάνιση του ανθρώπου, ζήτησαν να ερευνήσουν καλύτερα το μέγα θέμα και βρήκαν την αληθινή και μόνη εξήγησή του στην πίστη του Χριστιανισμού. Γι' αυτό και όσο και αν φαίνεται ίσως για μερικούς αποκρουστικό στην αρχή, είναι πολύ καλό και παρήγορο να μελετήσουν την ωραιότατη νεκρική ποίηση της Εκκλησίας μας, τη Νεκρώσιμη Ακολουθία, για να δουν πώς φιλοσοφεί ο Χριστιανισμός και ποια είναι η πραγματική φιλοσοφία του θανάτου!
Δεν είναι λοιπόν απαισιόδοξος ο Χριστιανισμός, όταν λέγει ότι «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα» στη γη αυτή, αλλ' αντίθετα αισιοδοξότατος, γιατί βλέπει και ζητεί την ουσία, την πραγματική και αιώνια ζωή ψυχής και σώματος.
Η παρούσα ζωή έχει νόημα μόνο σαν προπαρασκευή για την αιώνια και μακάρια ζωή, την «ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Είναι στάδιο πνευματικού αγώνα και περίοδος, η μοναδική μάλιστα, μετάνοιας. Το ότι η μέλλουσα ζωή είναι αόρατη, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει και επομένως δεν πρέπει να μας απασχολεί. Και το μέλλον της ζωής αυτής είναι άγνωστο, αλλά και δεν υπάρχει τίποτε άλλο που τόσο μας απασχολεί όσο αυτό. Η παρούσα ζωή λοιπόν δεν είναι ούτε μπορεί να είναι μόνιμη κατοικία μας, αλλά γέφυρα και πύλη προς την αιωνιότητα.
2. Η ζωή και η κατάσταση της ψυχής μετά το θάνατο.
α'. Μερική κρίση.
Είναι πανανθρώπινη, αλλά κυρίως χριστιανική πίστη πως μετά το σωματικό θάνατο η ψυχή ζει και υπάρχει αθάνατη.
Αλλά πού και πώς ζει η ψυχή μετά θάνατον; «Μεταβαίνει» στον Παράδεισο ή στην Κόλαση, ευτυχισμένη δηλαδή ή δυστυχισμένη;
Η θεία Αποκάλυψη μας αποκαλύπτει πως μετά το θάνατο η ψυχή του ανθρώπου κρίνεται για την ηθική διαγωγή της στην παρούσα ζωή : «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Εβρ. 9, 27. Πρβλ. Σ. Σειρ. 11, 26, 28).
Η κρίση αυτή είναι μερική, δηλαδή όχι τελική. Είναι μία πρόγευση της μελλοντικής καταστάσεως της ψυχής και ανάλογη πάντοτε με τα έργα της ζωής αυτής. Το τελικό κριτήριο της μερικής κρίσεως είναι η στιγμή του θανάτου, το τελευταίο περιθώριο μετάνοιας και λήψεως θέσεως για την άλλη ζωή.
β'. Μέση κατάσταση.
Η κατάσταση των ψυχών πριν απ' την τελική κρίση της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου είναι ούτε απόλυτη μακαριότητα των αγαθών ψυχών κοντά στον αγαθό Θεό ούτε πάλι απόλυτη δυστυχία και αιώνια κόλαση των πονηρών και αμετανόητων. Είναι μία μέση κατάσταση, ώσπου να γίνει η συντέλεια του κόσμου. Είναι όμως μία κατάσταση συνειδητής υπάρξεως και επικοινωνίας μεταξύ των, όπως και μεταξύ των ζώντων «εν σώματι», αλλά μόνο με την προσευχή. (Τα λεγόμενα «πνευματιστικά φαινόμενα», που ενεργούν τα «μέντιουμς», έχει αποκηρύξει η Εκκλησία μας ως σατανικά, ότι δηλαδή γίνονται με την επενέργεια πονηρών πνευμάτων)1.
Εξάλλου η μέση κατάσταση διακρίνεται σε βαθμούς μακαριότητας ή δυστυχίας, ανάλογα με την πίστη και τον αγιασμό του πιστού στη ζωή αυτή. Καμμία όμως αλλαγή η μεταπήδηση από τη μια κατάσταση στην άλλη δεν μπορεί να γίνει, όπως στην παρούσα ζωή. Εκείνη είναι ζωή «άτρεπτη». Σύμφωνα όμως με τη χριστιανική πίστη, το έλεος του Θεού θα φανεί ευνοϊκό σ' όσους από αθέλητη ανθρώπινη αδυναμία πέθαναν όχι σε αμετανοησία και απιστία, αλλά με αδυναμίες και ατέλειες, για τη συγχώρηση των οποίων οι ζώντες κάνουμε προσευχές και μνημόσυνα, ικετεύοντας τον Πολυεύσπλαγνο για την ανάπαυση των αγαπημένων μας.
Τέλος η μέση αυτή κατάσταση των άυλων ψυχών υπάρχει σε ορισμένο, αλλ' «ακριβώς» άγνωστο σε μας τόπο, στον τόπο των δικαίων -Παράδεισο, και στον τόπο των αμαρτωλών - Άδη, Κόλαση.
γ-. Η κρίση γενικά των π.Χ. και μη Χριστιανών, άλλ' όχι άθρησκων μ.Χ.
Η κρίση των π.Χ. ψυχών, που βρίσκονταν στον Άδη πριν απ' την Ανάσταση του Κυρίου, έγινε ήδη ανάλογα με τη στάση που πήραν στο κήρυγμα της σωτηρίας του Προδρόμου και του Κυρίου, που κήρυξαν στον Άδη. Όσοι απ' τη ζωή αυτή δεν είχαν διαστραφεί εντελώς, «πωρωθεί». πίστευσαν και σώθηκαν, ενώ οι άλλοι έμειναν σκλάβοι στη διεστραμμένη φύση τους και το Διάβολο.
Εξάλλου τους μ.Χ. μη Χριστιανούς, αλλ' όχι άθρησκους, ο Θεός θα κρίνει με βάση τον έμφυτο ηθικό νόμο της συνειδήσεως και τους νόμους της Θρησκείας-πίστεώς τους, αρκεί η μη προσέλευσή τους στο Χριστιανισμό να οφείλεται σε άγνοια αθέλητη, ενώ η προαίρεσή τους είναι αγαθή και ειλικρινής. «Ουκ έστι προσωπολήπτης (= δεν κρίνει μεροληπτικά) ο Θεός, αλλ' εν παντί έθνει ο φοβούμενος Αυτόν και εργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός Αυτώ εστι» (Πραξ. 10, 34-35). Επομένως οι λόγοι του Κυρίου: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται» (Μαρκ. 16, 16) ισχύουν για όλους εκείνους που άκουσαν το κήρυγμα του Ευαγγελίου Του και απίστησαν. Διότι - και αυτό βαρύνει όλους τους Χριστιανούς - υπάρχουν και πλείστοι που δεν άκουσαν ποτέ ευαγγελικό λόγο! «Πώς δε πιστεύσουσιν ου ουκ ήκουσαν; Πώς δε ακούσουσι χωρίς κηρύσσοντος; πώς δε κηρύξουσιν, εάν μη αποσταλώσι;... ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελίζομένων...! » (Ρωμ. 10, 14-15).
3. Η δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.
α'. Βέβαιη, αλλ' άγνωστη ημέρα.
Στο ιερό Σύμβολο της Πίστεως διακηρύττουμε την πίστη μας στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ως «και πάλιν έρχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, Ου της βασιλείας ουκ εσται τέλος». Η πίστη αυτή βασίζεται σε πλείστα χωρία της Καινής Διαθήκης, που αναφέρονται στα ίδια τα λόγια του Κυρίου και των Αποστόλων Του. Ο ίδιος ο Κύριος προφητεύει και περιγράφει την ημέρα εκείνη στο 25ο κεφ. του κατά Ματθαίον, το «Ευαγγέλιον της κρίσεως»:
«Όταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού κai πάντες οι άγιοι Άγγελοι μετ' αυτού, τότε... συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη (= ζώντες και νεκροί-αναστημένοι) και αφοριεί (= θα ξεχωρίσει) αυτούς απ' αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων» (στιχ. 31-32).
Πότε όμως θα γίνει η ένδοξη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας;
«Περί δέ της ημέρας εκείνης και ώρας ουδείς οίδεν ουδέ οι Άγγελοι των ουρανών, ει μη ο Πατήρ μου μόνος... Γρηγορείτε ουν (= αγρυπνείτε και προσέχετε), ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται - Γίνεσθε έτοιμοι...» (Ματθ. 24: 36, 42, 44).
Είναι επομένως πλάνη και απάτη η δοξασία των Χιλιαστών, που «ορίζουν» ημέρες και που γι’ αυτό έχουν επανειλημμένα διαψευσθεί και γελοιοποιηθεί. Οι Χιλιαστές ή Μάρτυρες του Γιεχωβά άλλωστε δεν πιστεύουν σε Χριστό και σε Εκκλησία, όπως μας την παρέδωσε ο Κύριος δια των Αποστόλων Του.
β•. Προγνωστικά «σημεία».
Ωστόσο ο Κύριος και οι Απόστολοί Του μας αποκάλυψαν μερικά «σημεία» που πρέπει να προηγηθούν της συντέλειας του κόσμου. Αυτά είναι τα εξής:
1. Ή παγκόσμια εξάπλωση του Ευαγγελίου-Εκκλησίας-
«Και κηρυχθήσεται τούτο το Εναγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη εις μαρτύριον πάσι τοις έθνεσι, και τότε ήξει το τέλος» (Ματθ. 24, 14. Πρβλ. και Ίω. 10, 16).
2. Ή πίστη στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και την Εκκλησία Του των Ιουδαίων.
Όπως είναι γνωστό, οι Εβραίοι σαν σύνολο δεν πίστευσαν και δεν πιστεύουν ότι ο Αναμενόμενος Μεσσίας ήταν ο Χριστός. Δυστυχώς Τον περίμεναν και Τον περιμένουν σαν επίγειο βασιλέα παρερμηνεύοντας την Αγία Γραφή. Θα έρθει όμως ημέρα που θα συνέλθουν απ' την πλάνη τους και «όψονται εις Ον εξεκέντησαν» (Ιωάν. 19, 37. Βλ. και Ρωμ. 11, 25-26).
3. Ή κυριαρχία του Αντιχρίστου και των «ψευδοπροφητών».
Ο Αντίχριστος, κατά τους Άγιους Πατέρες, είναι ο Σατανάς και ψευδοπροφήτες οι διάφοροι αιρετικοί, που πλανούν και αποσπούν απ' την ορθή πίστη, ώστε να φανούν οι πραγματικοί πιστοί και εκλεκτοί. Είναι η περίοδος της δοκιμασίας των πιστών.
4. Διάφορα φυσικά και άλλα σημεία.
α) «Πόλεμοι και ακοαί πολέμων...» (Ματθ. 24, 6).
β) «Σεισμοί μεγάλοι κατά τόπους και λιμοί (= πείνα-δυστυχία) και λοιμοί έσονται, φόβητρά τε και σημεία απ' ουρανού μεγάλα» (Λουκ. 21, 11).
γ) «Τότε παραδώσουσιν υμάς (= τους πιστούς) εις θλίψιν και αποκτενούσιν υμάς και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων των εθνών δια το όνομά μου» (Ματθ. 24, 9).
4. Σωματική ανάσταση και αφθαρτοποίηση νεκρών και ζώντων. Συντέλεια και αφθαρτοποίηση ουρανού και γης.
α'. Το μυστηριώδη τρόπο με τον οποίο θα γίνει η σωματική ανάσταση των νεκρών και η μεταμόρφωση-αφθαρτοποίηση των ζώντων. Μας περιγράφει ο θείος Παύλος:
«... Αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή Αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται aπ' ουρανού και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον» (Α' Θεσ. 4, 16).
«΄Επειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι» (στιχ. 17) «πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα (= δεν θα πεθάνουμε πρώτα), πάντες δε αλλαγησόμεθα (= ζωντανοί θα μεταμορφωθούμε), εν ατόμω (= απότομα), εν ριπή οφθαλμού... οι νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι και ημείς αλλαγησόμεθα» (επίσης άφθαρτοι. Α' Κορ. 15, 51-52).
Η ανάσταση των νεκρών και η «αλλαγή» των ζώντων θα είναι γενική, για δίκαιους και άδικους, αγαθούς και πονηρούς. «Τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν τον βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται (= να απολαύσει) έκαστος τα δια του σώματος προς α έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν» (Β' Κορ. 5, 10).
Το δόγμα τούτο της σωματικής αναστάσεως όλων και της επανενώσεως του ίδιου ακριβώς σώματος με την άυλη ψυχή κάθε ανθρώπου είναι δόγμα μόνο του Χριστιανισμού και θα γίνει ως θαύμα της παντοδυναμίας και της αγαθότητας του Θεού, ώστε να μη ματαιωθεί το θειο σχέδιο, να είναι δηλαδή ο άνθρωπος πνευματοϋλική ύπαρξη.
Τότε οι δίκαιοι θα σκιρτήσουν βλέποντας τα σώματά τους και τα σώματα των αγαπημένων τους άφθαρτα, βλέποντας ορατά και αισθητά τα σώματα του Αναστάντος Κυρίου μας, της Παναγίας, των Αγίων Πάντων!
β'. Ταυτόχρονη θα είναι και η μεταμόρφωση και αφθαρτοποίηση της υλικής κτίσεως. Η σημερινή μορφή του υλικού κόσμου θα «παρέλθει» οριστικά, όχι σαν εξαφάνιση και εκμηδένιση, αλλά σαν αλλαγή και μεταμόρφωση. (Η χριστιανική αυτή πίστη σήμερα υποστηρίζεται και απ' τους φυσικούς, που «προβλέπουν» τον «κοσμικό θάνατο», «αλλαγή ενέργειας»).
Οι σχετικοί λόγοι της θ. Αποκαλύψεως είναι σαφείς:
«Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται» (Ματθ. 24, 35).
«Ουρανοί ροιζηδόν (= με βίαιη κίνηση και πάταγο) παρελεύσονται, στοιχεία δε (= τα υλικά) καυσούμενα λυθήσονται και γη και τα εν αυτή έργα κατακαήσεται... καινούς δε ουρανούς και γην καινήν κατά το επάγγελμα αυτού προσδοκώμεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί» (Β' Πέτρ. 3, 10, 13- πρβλ. και Ρωμ. 8, 21).
     Σημείωση.
     1. Πλήρη εξέταση από ιστορική και εκκλησιαστική άποψη του «Πνευματισμού» κάνει ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής       του Πανεπιστημίου 'Αθηνων Παν. Ν. Τρεμπέλας στο ομώνυμο βιβλίο του.
5. Η αιώνια ζωή.
α'. Η καθολική δικαιοκρισία.
Η θεία Αποκάλυψη για την καθολική δικαιοκρισία της ανθρωπότητας είναι όντως αποκαλυπτική. Υπάρχουν πάρα πολλές και σαφείς μαρτυρίες, αλλά και συμβολικές σκηνές παραστατικότατες, τόσο στην Παλαιά, όσο και κυρίως στην Καινή Διαθήκη. Μια απ' τις πιο συγκινητικές σκηνές είναι εκείνη της Αποκαλύψεως του Ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν ανοίγει η πέμπτη σφραγίδα. Παρουσιάζονται τότε ενώπιον του Θρόνου του Θεού οι ψυχές των Αγίων Μαρτύρων της Πίστεως και ζητούν εκδίκηση του αίματός τους!1 Η καθολική πίστη της ανθρωπότητας για μελλοντική και τελική αποκατάσταση της ηθικής τάξεως, όπως απαιτεί και μαρτυρεί η φυσική αποκάλυψη, επαληθεύεται πλήρως και επανειλημμένα από τη θεία Αποκάλυψη. Δεν υπάρχει δικαιότερο, αλλά και βεβαιότερο γεγονός απ' αυτό. Ο ίδιος ο Θεάνθρωπος στην Παραβολή του Πλούσιου και του Λαζάρου (Λουκ. 16, 19-31) και ιδιαίτερα στο «Ευαγγέλιον της κρίσεως» (Ματθ. 25, 31-46) διαλύει κάθε αμφιβολία2. Αυτός είναι ο «πάλιν ερχόμενος κρίναι ζώντας και νεκρούς, Ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος». Θα συναχθούν και θα εμφανισθούν ενώπιόν Του οι πάντες, για να κριθεί καθένας και να λάβει σύμφωνα με τα έργα του. Κριτήριο θα είναι ο καθολικός Ηθικός Νόμος, ο Μωσαϊκός και ο Ευαγγελικός Νόμος, και μάλιστα το «πλήρωμα τον Νόμου», η αγάπη, η αρετή σαν θέση και όχι άρνηση. Δεν θα κριθούν δηλαδή μόνο οι παραβάσεις, αλλά και οι παραλείψεις της αγάπης στο πρόσωπο εκείνων που οι πολλοί θεωρούν «ελαχίστους» και περιφρονημένους. Τότε οι άπιστοι και οι άδικοι «απελεύσονται εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ. 25, 46).
β . Η αιώνια ζωή των δίκαιων.
Τους σωζόμενους ο Κύριος ονομάζει «ευλογημένους» και «δικαίους», που η δικαίωση τους θα είναι η κληρονομιά, δηλ. η διαρκής μετοχή στη βασιλεία του Θεού και η αιώνια ζωή. Τι σημαίνει αυτή η μετοχή στη βασιλεία του Θεού εξήγησε ο Κύριος στην Παραβολή των ζιζανίων. «Τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών» (Ματθ. 13, 43). Επίσης ο Κύριος στην Προσευχή Του μετά το Μυστικό Δείπνο εξήγησε τι σημαίνει η δωρεά της αιώνιας ζωής στον άνθρωπο. «Αύτη δε εοτιν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί Σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ίω. 17, 3).
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι στις εκφράσεις αυτές της ασύλληπτης εκείνης μακαριότητας ικανοποιούνται σε αφάνταστα μέγιστο βαθμό οι βαθύτατοι πόθοι του ανθρώπου αυτής της ζωής. Ζωή ευτυχισμένη με υγεία και μακροζωία, μεγαλύτερη δόξα και ανώτερη γνώση, αυτοί είναι οι καθολικοί πόθοι και στόχοι του ανθρώπου. Αυτούς τους «φυσικούς» πόθους εκμεταλλεύθηκε και από φθόνο διέστρεψε στον άνθρωπο ο Διάβολος3. Αυτούς τους πόθους αποκαθιστά, μεταμορφώνει και εξυψώνει ο Θεάνθρωπος μέχρι το Θρόνο του Τριαδικού Θεού. Το φθαρτό σώμα αφθαρτοποιείται. Η δυσκολοκατόρθωτη και φευγαλέα επίγεια δόξα δεν επιδέχεται καμμία σύγκριση με την ουράνια και αιώνια δόξα της μετοχής στη βασιλεία του Θεού μαζί με όλους τους Άγιους και Αγγέλους. Η περιορισμένη και κοπιώδης επίγεια γνώση γίνεται άμεση και ατελεύτητη γνώση των μεγαλείων του Θεού, την άπειρη πηγή όλων των αγαθών και τελειοτήτων.
Γι' αυτό και μόνο όσοι αξιώθηκαν απ' την παρούσα ζωή να προγευθούν με τη θερμή και δυνατή τους πίστη, ή και με θεία οράματα και θεάματα, έστω και στιγμές και φάσεις των μελλόντων αγαθών, αυτοί μπόρεσαν και μπορούν να εννοήσουν τι είδους αγαθά αποτελούν «την ητοιμασμένην τοις δικαίοις βασιλείαν» (Ματθ. 25, 34). Αυτός είναι και ο λόγος που όλοι εκείνοι τα παρόντα «πάντα ηγούνται σκύβαλα είναι» (Φιλιπ. 3, 8) και θέλουν, αν ήταν δυνατό, να τελειώσει το γρηγορότερο η παρούσα εξορία, για να εισέλθουν στην ανέκφραστη και ατέρμονη εκείνη μακαριότητα. Αυτοί γνωρίζουν ότι εκεί «νυξ ουκ έσται έτι και ου χρεία λύχνου και φωτός ηλίου, ότι Κύριος ο Θεός φωτιεί (= θα φωτίζει) αυτούς και βασιλεύσουσιν εις τους αιώνας των αιώνων» (Αποκ. 22, 5). Η θεωμένη Σάρκα του Θεανθρώπου θα είναι ο Ήλιος που θα ακτινοβολεί την άκτιστη δόξα του Τριαδικού Θεού σ' όλους τους Άγιους, που θα την αισθάνονται άμεσα, με το πνεύμα, αλλά και με το άφθαρτο σώμα τους. Αυτή η θέα θα είναι η πηγή της κατά χάρη θεώσεώς τους, δηλ. της χωρίς τέλος τελειότητας και μακάριας ζωής.
γ'. Η αιώνια κόλαση των αμαρτωλών.
Αν οι Άγιοι θεωρούν την παρούσα ζωή το λιγότερο εξορία, συγκριτικά με την αιώνια ζωή στη βασιλεία του Θεού, τότε τι είναι η αιώνια κόλαση των αμετανόητων αμαρτωλών; Και αν οι άπιστοι θεωρούν την παρούσα ζωή κόλαση4, τότε τι είναι η ίδια η αιώνια Κόλαση; Οι γνωστές εικονικές και συμβολικές εκφράσεις, καθεμιά φρικτότερη απ' την άλλη, όλες εκφράζουν μια έννοια και μια κατάσταση: την αίσθηση του φωτός ως πυρός και την αίσθηση της απουσίας του φωτός ως σκότους!
Αλλ' ενώ πρόκειται περί πυρός ή σκότους όντως «αισθητού», εντούτοις δεν πρόκειται περί κτιστού, υλικού πυρός ή σκότους. Πρόκειται περί του ενός και μόνου ακτίστου Φωτός, της άκτιστης δόξας που θ' ακτινοβολεί αιώνια ο Θεάνθρωπος Χριστός. Αυτή η άκτιστη λάμψη θα είναι «άστεκτη», δηλ. ανυπόφορη, εκτυφλωτική και πυρακτική για τους αμετανόητους αμαρτωλούς. Ενώ οι δίκαιοι θ' ατενίσουν τον Ήλιο της Δικαιοσύνης ως φως τερπνότατο και ζωογόνο, οι αμαρτωλοί θα Τον αισθανθούν άλλοι ως «πυρ καταναλίσκον» (Έβρ. 12, 29) και άλλοι ως «σκότος εξώτερον» (Ματθ. 8, 12). Η άκτιστη ενέργεια της δόξας του Θεανθρώπου θα γίνεται ποικιλότροπα αισθητή στους ανθρώπους. Στους πιστούς και ενάρετους, ανάλογα με το βαθμό της πίστεως και της αρετής τους, θα είναι ενέργεια καθαρτική, φωτιστική και θεωτική. Αντίθετα, στους άπιστους και αμαρτωλούς θα είναι ενέργεια καθαρτική επίσης, αλλά πυρακτική και κολαστική5. Δεν θα πρόκειται δηλ. για ιδιαίτερη ενεργητική τιμωρία του Θεού σ' αυτούς, αλλά για αυτοκαταδίκη και αδυναμία τους, ώστε «ως πυρ ιδείν Ον ως φως ουκ εγνώρισαν» (Άγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Άλλοι πάλι, ακόμη τυφλότεροι, θα Τον αισθανθούν ως σκότος, δηλ. δεν θα έχουν καν αίσθηση, αλλ' όχι και αναισθησία ηθική και άγνοια. Αντίθετα, τότε θα συνέλθουν, τότε θ' αποκτήσουν συνείδηση της προηγούμενης ηθικής τους αναισθησίας6. Θετικά ή αρνητικά όλοι τότε θ' αναγνωρίσουν την εξουσία και τη δύναμη του Χριστού, αλλά με διαφορετικό συναίσθημα και αποτέλεσμα: με χαρά και παρρησία οι δίκαιοι, με τρόμο και καταισχύνη και απομάκρυνση τους οι αμετανόητοι7.
δ'. Η τελείωση των πάντων.
«Είτα ( = έπειτα) το τέλος, όταν παραδώ (= ο Χριστός) την βασιλείαν τω Θεώ και Πατρί, όταν καταργήση πάσαν αρχήν και πάσαν εξουσίαν και δύναμιν... Όταν δε υποταγή Αυτώ τα πάντα (στο Χριστό ως άνθρωπο), τότε και Αυτός ο Υιός (ως άνθρωπος) νποταγήσεται (= θα υποταχθεί) τω υποτάξαντι Αυτώ τα πάντα, ίνα ή ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α' Κορ. 15, 24, 28).
Σύμφωνα με το χωρίο αυτό, αφού πλέον ο Διάβολος και το κακό στο πρόσωπό του και στο πρόσωπο των κακών ανθρώπων θα καταργηθεί οριστικά παραδομένο στην αιώνια Κόλαση, χωρίς πλέον καμμία δύναμη και εξουσία- όταν η κτίση θα έχει αφθαρτοποιηθεί και όλα θα είναι «καινά»- όταν όλη η Δημιουργία θα έχει επανέλθει στη φυσική και ηθική της τάξη και αφθαρσία υποταγμένη δια μέσου του Νέου Αδάμ στο Δημιουργό της• όταν όλα αυτά γίνουν απ' τον άνθρωπο-Θεάνθρωπο- τότε μία αρχή θα υπάρχει: η άναρχη και παντοδύναμη Αγία Τριάδα, που θα μεταδίδει τη μακαριότητα στα λογικά πλάσματα και δι' αυτών σ' όλη την κτίση.
Σημειώσεις.
1. «... έως πότε, ο Δεσπότης ο άγιος και αληθινός, ον κρίνεις και εκδικείς (= αποδίδεις δικαιοσύνη) το αίμα ημών...;» (Άποκ. 6, 10. Η κρίση περιγράφεται στο κεφ. 20, 10-15). Επίσης η ικανοποίηση, ο χορτασμός, «των πεινώντων και διψώντων την δικαιοσύνην», που μακάρισε ο Κύριος (Ματθ. 5, 6), θα εκπληρωθεί κυρίως στην τελική δικαιοκρισία.
2. Σε ειδική παραβολή (Λουκ. 18, 1-8) ο Κύριος σαφέστατα λέγει ότι ο Θεός ακούει τις κραυγές των εκλεκτών Του και απλώς μακροθυμεί. Πλην όμως «ποιήσει την εκδίκησιν αυτών εν τάχει» (στ. 8).
3. Γεν. 3, 4-5. Αντίθετα με ό,τι είχε ειπεί ο Θεός, υποσχέθηκε ο Διάβολος αθανασία και γνώση όμοια με το Θεό, δηλ. θέωση. Τη «φυσική» και αληθινή ικανοποίηση των πόθων αυτών μόνο απ' το Θεό μαρτυρούν οι Άγιοι ήδη από την Π. Δ.: «...χορτασθήσομαι εν τω οφθήναί μοι την δόξαν Σου» (Ψαλμ. 16, 15). «Το γαρ επίστασθαί Σε ολόκληρος δικαιοσύνη (= δικαίωση), και ειδέναι το κράτος Σου ρίζα αθανασίας» (Σ. Σολ. 15, 3).
4. Πρόκειται για την άπιστη πλευρά της φιλοσοφίας του Υπαρξισμού, που υποστηρίζει ότι η ζωή είναι κόλαση και καταλήγει στην «άβυσσο του Μηδενός» . Ο άπιστος άνθρωπος έχει έντονη «υπαρξιακή αγωνία» (σύμπλεγμα θνητότητας). Και τούτο, γιατί έχει έμφυτη συναίσθηση της προελεύσεώς του απ' το μηδέν και ζει, χωρίς το φως της πίστεως, κάτω από την απειλή της επιστροφής στο μηδέν!
5. Εκφραστικότατες για την αντίληψη των αντίθετων εννοιών: φωτός- πυρός-πυρίνου ποταμού και σκότους εξωτέρου-ταρτάρου, είναι οι εξής εικόνες: α) του ηλίου, ο οποίος, ανάλογα με την απόσταση, αλλά και την οφθαλμική κατάσταση του βλέποντος, φωτίζει η θερμαίνει ή καίει β) του νερού, που, ανάλογα επίσης με τη θερμοκρασία του, δροσίζει ή παγώνει (τάρταρος) και θερμαίνει ή καίει.
6. «Ουθ' απλώς (= δεν είναι καθόλου) άγνοια τουτί το σκότος- ον γαρ αγνοήσουσι τότε μάλλον τον Θεόν ή νυν (= όχι περισσότερο τότε παρά τώρα) οι νυν τοις κληρονόμοις του σκότους εκείνου πεπεισμένοι (= όσοι τώρα είναι πιστοί στους δαίμονες), μάλλον μεν ουν και βέλτιον είσονται (= θα γνωρίσουν πολύ καλύτερα)• πάσα γαρ, φησί, σαρξ εξομολογήσεται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν» (Άγιος Γρηγ. Παλαμάς. Φιλιπ. 2, 11).
Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, θα λάβουν και οι αμαρτωλοί «τη επιγνώσει, ου τη μεθέξει των αγαθών», την αιωνιότητα, αλλ' ως το «αεί φευ είναι» και όχι ως το «αεί ευ είναι» των δίκαιων. «... εξ αλλήλων... πάντες την αληθινήν επιγνώσονται βασιλείαν, οι μεν τη ελλάμψει, οι δέ τη κολάσει» (PG 90, 352).
7. «... Και κόψονται και κλαύσονται και εις το πυρ το εξώτερον απελεύσονται οι μηδέποτε μετανοήααντες και εν χαρά και αγαλλιάσει ο των δικαίων κλήρας εισελεύσεται εις παστάδα ουράνιον» (Α' Ιδιόμ. Αίνων Κυριακής Απόκρεω, Ήχος Πλ. Β').
Η κατάσταση δηλ. της κολάσεως θα είναι: ψυχική οδύνη, αλλ' αισθητή και στο σώμα, αφόρητα αισθήματα καταισχύνης, τύψεων, ελλείψεως ελπίδας τερματισμού, πνιγηρή ατμόσφαιρα συναναστροφής με τους διεστραμμένους δαίμονες και ανθρώπους. Αλλά και είδη βασάνων ασύλληπτα στη διάνοια του ανθρώπου.
Έτσι, όσοι υποστήριξαν η υποστηρίζουν τη λεγομένη «αποκατάσταση των πάντων», δηλ. τη λήξη κάποτε της κολάσεως των αμαρτωλών και τη σωτηρία τους, αυτοσχεδιάζουν «θεωρίες». Γι' αυτό και η Εκκλησία με βάση τη θεία Αποκάλυψη, έχει καταδικάσει ως αίρεση τη διδασκαλία αυτή στην Αγία Ε' Οικουμ. Σύνοδο (553): «Ει τις λέγει ή έχει πρόσκαιρον είναι την των δαιμόνων και ασεβών ανθρώπων κόλασιν και τέλος κατά τινα χρόνον αυτήν έξειν, ήγουν αποκατάστασιν γενέσθαι δαιμόνων ή ασεβών ανθρώπων, ανάθεμα έστω».
Πηγή: ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Γ. ΜΠΙΛΑΛΗ (ΜΟΝΑΧΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ), ΘΕΟΛΟΓΟΥ-ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ: «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ», Β ΛΥΚΕΙΟΥ, ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ, ΑΘΗΝΑ 1977. σελίδες 141-150.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου