Κυριακή 22 Απριλίου 2018

Φώτισον μου Κύριε το σκοτάδι της ψυχής μου


Στ΄ άδυτα της ψυχής μας
πόσο στ΄αλήθεια σκοτάδι υπάρχει ...
Δύσκολο να το διώξουμε χωρίς βοήθεια
εκ των άνω.
Χωρίς Τη Θεία Χάρη
όσο κι' αν παλεύουμε μόνοι μας
το σκοτάδι δεν πρόκειται να φύγει .
Γι' αυτό ας γίνει κραυγή και προσευχή μας η προσευχή αυτή:
"Φώτισον μου Κύριε το σκοτάδι της ψυχής μου"

Καλή Δύναμη σε όλους !

 
« Μεθ΄ ἡμῶν Ο Θεός !  »

                                                                                                                        ✿    Διαβάτης      



  

υ.γ. Σε μια ευλογημένη ψυχούλα που γνώρισα πρόσφατα διαδικτυακά
εύχομαι καλή δύναμη στον αγώνα της και στο δύσκολο δρόμο που διαβαίνει .
Ο Θεός να σας δίνει δύναμη , υπομονή και να ενισχύει την πίστη σας
με όποιες αντιξοότητες κι' αν βρεθούν στο δρόμο σας .

Γιατί και πώς να προσευχηθώ!


 
 
Το βράδυ, κατάκοπος καθώς είμαι από το μόχθο της ημέρας, δεν έχω όρεξη για προσευχή.
Άλλωστε, γιατί να προσευχηθώ;…
Μα πως είναι δυνατό!
Να μην έχει κανείς διάθεση επικοινωνίας με τον Κύριο, έστω και εξουθενωμένος σωματικά;
Μήπως οι οποιεσδήποτε διασκεδάσεις ξεκουράζουν τον άνθρωπο;
Όχι, αυτές τον καταπονούν περισσότερο, ενώ η προσευχή έλκει τη θεία χάρη, που αναπαύει σώμα και ψυχή.
Δεν προσεύχεστε, λοιπόν…
Ή είστε θυμωμένοι με το Θεό ή πιστεύετε ότι δεν Τον έχετε ανάγκη.
Γιατί να προσευχηθώ;
Αναρωτιέστε.
Νιώθετε αυτάρκεια και αυτοϊκανοποίηση. Είστε χορτάτοι!
Και δεν θέλετε να ζητάτε…
Κάθε βράδυ, όσο κουρασμένοι κι αν είστε, μην παραλείπετε να καταφεύγετε σ’ Εκείνον.
Να προσεύχεστε γονατιστοί ή καθισμένοι.
Και όταν μπορείτε, να σηκώνεστε όρθιοι.
Δεν έχει τόση σημασία ή στάση, φτάνει να προσεύχεστε.
Να ευχαριστείτε τον Κύριο για την ημέρα που πέρασε, όσο δύσκολη κι αν ήταν.
Να Τον παρακαλάτε για μια καλή νύχτα και να ζητάτε συγχώρηση με βαθειά μετάνοια για τα σφάλματά σας.
Προσευχή τη νύχτα στο κρεβάτι.
Στη διάρκεια της νύχτας, όποτε ξυπνάτε για λίγο και πριν σας ξαναπάρει ό ύπνος.
Να προσεύχεστε έτσι όπως είστε ξαπλωμένοι.
Αυτό δεν είναι κακό.
Απεναντίας μάλιστα, αν συνηθίσετε να λέτε την ευχή
ή κάποιον ψαλμό στα μεσοδιαστήματα του ύπνου,
θα διώχνετε όλους τους κακούς λογισμούς,
που σας πολεμούν εκείνη την ώρα.
 
( Πηγή: Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
Χειραγωγία στην πνευματική ζωή, Ι. Μ. Παρακλήτου )

 
Καλή Δύναμη σε κάθε Διαβάτη
και Οδοιπόρο της ζωής !
Ευλογημένη πορεία
προς Την Σαρακοστή της καρδιάς μας!
 
 
« Μεθ΄ ἡμῶν Ο Θεός !  »
                                                                                                                                                     Διαβάτης      




 

Γεφύρι για την απένατι όχθη!




" Το χέρι Σου στο χέρι μου κρατώ ,
και προχωρώ στους δρόμους της ζωής ...
Τα μάτια μου κλειστά
από τα πάθη της ψυχής ,
τις ηδονές του βίου …
Φράκτης μπροστά μου βρέθηκε ,
και πώς θα τον περάσω ; …
Πώς θα διαβώ απ΄ το γκρεμό
στέρεα γη να πιάσω ;...
Τα χέρια μου απλώνω πέρασμα να βρω ,
και ψηλαφώ και ψάχνω απεγνωσμένα ,
κάπου ακουμπώ ,
γεφύρι βρίσκω να περάσω τον γκρεμό …
πολύ γνωστό στο ξύλο σχήμα …
το ακουμπάω , είν ΄ ο Σταυρός ! "



Εύχομαι ο Τίμιος και Ζωοποιός Σταυρός
Του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού ,
νάναι για τον καθένα στήριγμα και προστασία
στου βίου την πορεία ,
και να στηρίζει και ενδυναμώνει τον κάθε
Διαβάτη και Οδοιπόρο της ζωής .
 
Καλή Δύναμη !

 « Μεθ΄ ἡμῶν Ο Θεός !  »
 
                                                               ✿    Διαβάτης   


  

Χριστός Ανέστη!


 
 
 
" Άνοιξη μπήκε για καλά,
κι η θάλασσα παιζογελά
κι ανθίζουν οι κήποι εντός μου.
 
Πλάκες, που στέκατε βαριές
στα μνήματα και στις καρδιές,
σας έσπασε ο Χριστός μου! "
 
 
Χριστός Ανέστη χαρά μου!
 
 


 « Μεθ΄ ἡμῶν Ο Θεός !  »
 
                                                               ✿    Διαβάτης   
 
   




Θέλω ...


 

Θέλω
κουράγιο νά δίνω κι ὄχι ἀποθάρρυνση...
Θέλω
γαλήνη νά σκορπῶ κι ὄχι ταραχή...
Θέλω ...

χαμόγελο νά χαρίζω κι ὄχι σκυθρωπότητα...
Θέλω
πλοῦτο χρυσαφένιο καρδιᾶς νά ἁπλώνω στίς ψυχές
κι ὄχι φτώχεια μίζερης σχολαστικότητος...
Θέλω
νά εἶμαι τό αὐτί ποὺ θά ἀκούσει τόν πόνο σου
κι ὄχι τό στόμα ποὺ θά σέ καταδικάσει...
Θέλω
νά εἶμαι τό χέρι ποὺ θά κρατήσεις γιά νά σταθεῖς στά πόδια σου
κι ὄχι τό χέρι ποὺ θά σέ σπρώξει πιό κάτω στόν γκρεμό...
Θέλω
νά εἶμαι τό κομποσχοίνι πού δέν ἤξερες ἤ δέν πρόλαβες νά κάνεις
 κι ὄχι ἡ κατάρα ποὺ κάποιοι σοῦ ἔδωσαν...
Θέλω
νά εἶμαι ἡ μετάνοια ποὺ δέν ἔκανες στόν Θεό γιά τίς ἁμαρτίες σου,
 κι ὄχι ἡ δαμόκλειος σπάθη στά λάθη σου.
Θέλω
νά εἶμαι ἡ παρηγοριά σου...
Τό ἄσπρο στή ζωή σου κι ὄχι τό μαῦρο καί τό σκοτεινό.
Θέλω
νά σέ μάθω νά ἀγαπᾶς, νά πιστεύεις, νά συγχωρεῖς,
νά προχωρᾶς ὄρθιος ὅσους ἀνέμους καί κυμάτα κι ἄν συναντήσεις...
Ὅλα τά θέλω μου, τά ἀκουμπῶ ἀπόψε στά γόνατά μου
καί τά προσφέρω θυμίαμα στόν οὐρανό τῆς ἀγάπης Σου Κύριε...
Γιά ὅλους ἐσᾶς, γιά μένα γιά κάθε ψυχή ποὺ πονάει ἀπόψε
καί νιώθει πώς ἐλπίδα δέν ὑπάρχει καί ὅλα τελειώνουν ἐδῶ...

Σωφρονίας Μοναχής
Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας Ακράτας




Χριστός Ανέστη χαρά μου!
 
 « Μεθ΄ ἡμῶν Ο Θεός !  »
 
 
                                                               ✿    Διαβάτης   

Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Λόγος εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ ἀδελφούςΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ


Εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς Λόγος τρίτος,
ἀναγινωσκόμενος τῷ Σαββάτῳ τῶν Ψυχῶν
(ἐκ τοῦ Ἑλληνικοῦ Τυπογραφείου, ἐν Βενετίᾳ 1865)

[Μέρος Α΄]

.           Τί τοῦτο σήμερον, Ἀγαπητοί, σπουδαίως ὁμοῦ ἐσυνάχθημεν; Διότι ἐκάλεσαν ἡμᾶς οἱ πρὸς Χριστὸν ἀπὸ ἡμᾶς καλεσθέντες Ἀδελφοί· διὸ καὶ προσέλθωμεν προθύμως πρὸς Χριστοῦ ὑμνωδίαν, ὅτι ἀνέστησαν ἡμᾶς, ἵνα ποιήσωμεν δοξολογίαν ἐπὶ τῆς γῆς, οἱ μετὰ Ἀγγέλων δοξολογοῦντες ἐν οὐρανοῖς· καὶ χοροὺς συστησάμενοι, καὶ τράπεζαν ἡμῖν πνευματικὴν παραθέμενοι οἱ τῆς τρυφῆς τοῦ παραδείσου χορταζόμενοι, οἱ τῆς ἐκεῖσε ἐμπεπλησμένοι ἀναπαύσεώς τε καὶ παρακλήσεως· καὶ φῶτα ἀνάψαντες, οἱ τὰς ἑαυτῶν καρδίας φωτίσαντες, καὶ πρὸς τὸ φῶς τὸ ἄδυτον δραμόντες. ῎Ελαβον γὰρ ἀπὸ ἡμᾶς τοὺς Ὁσίους οἱ πρὸς Χριστὸν Ὅσιοι, καὶ μετέστησαν ἀπὸ ἡμᾶς οἱ ποτὲ εὑρισκόμενοι μεθ᾽ ἡμῶν· μετεστάθησαν ἀπὸ ἡμᾶς οἱ καλῶς πρὸς Θεὸν ἐμπορευσάμενοι· ἀφῆκαν ἡμᾶς ὀρφανοὺς καὶ ἀπῆλθον πρὸς τὴν αὐτῶν Πατρίδα· ἀφῆκαν τὴν φθορὰν καὶ πρὸς τὴν ἀφθαρσίαν ἀνῆλθον· ἔλειψαν ἐκ τοῦ κόσμου καὶ πρὸς Χριστὸν ἀνέτειλαν· ἐξῆλθον ἐκ τῆς καλύβης καὶ ἐκατοίκησαν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ· ἀφῆκαν τὴν τοῦ βίου ματαιότητα καὶ ἔφθασαν εἰς τὴν ἄνω μακαριότητα· ἀφῆκαν τὰς ματαίας συγχύσεις καὶ ὥδευσαν εἰς τόπους εἰρηνικούς· ἐξῆλθον ἐκ τοῦ χειμῶνος καὶ τῆς φουρτούνας τοῦ κόσμου, καὶ ἄραξαν εἰς τοὺς γαληνοὺς λιμένας· ἀφῆκαν τὴν τοῦ κόσμου ματαίαν σκιάν καὶ πρὸς τὸν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης ἀνέδραμον.Καὶ γὰρ ὅταν ἦσαν μεθ᾽ ἡμῶν ὡς οὐκ ὄντες μεθ’ ἡμῶν, τὸν νοῦν εἶχον πάντοτε πρὸς τὸν Θεόν· καὶ εὑρισκόμενοι εἰς τὴν γῆν τὸ πολίτευμα εἶχον εἰς τοὺς οὐρανούς· καὶ ζῶντες ἐν σαρκὶ οὐκ ἦσαν ἐν σαρκί· οὐ γὰρ εἶχον ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ· οὐκ εἶχον ὧδε πρόσκαιρον πλοῦτον, ἀλλὰ τὸν οὐράνιον πλοῦτον. Ξένοι καὶ παρεπίδημοι ἦσαν, καθὼς πάντες οἱ Πατέρες αὐτῶν· ξένοι τοῦ κόσμου καὶ τῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων· ὅτι τὴν ψυχὴν αὐτῶν πάντοτε κατεστόλιζαν, τὰ ἄνω φρονοῦντες, τὰ ἄνω σκοπεύοντες· τὰς ἐκεῖ μονάς, τὰς ἐκεῖ κατοικίας, τὰ ἐκεῖ κάλλη ἐπιθυμοῦντες· τὰς ἄνω χοροστασίας, τὰς ἄνω ὑμνωδίας, τὰς ἐκεῖ ἑορτὰς καὶ αἰώνια ἀγαθὰ καὶ Θεοῦ χαρίσματα. Πρὸς ἐκεῖνα ἐσκόπευον, πρὸς ἐκεῖνα ἔτρεχον, διὰ τοῦτο καὶ ἔτυχον· ἐκοπίασαν, διὸ καὶ εἰσῆλθον εἰς τὴν φωτεινὴν τοῦ νυμφῶνος κατοικίαν· ἐπόνεσαν, διὸ καὶ εὐφραίνονται· δὲν ἀμέλησαν, διὰ τοῦτο καὶ ἀναπαύονται· ἐφρόνησαν, ὅτι τῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων κατεφρόνησαν. Ἐξῆλθον ἐκ τοῦ κόσμου καὶ ἀπῆλθον εἰς τὴν χώραν τὴν ἁγίαν καὶ αἰώνιον· ἐξῆλθον ἔξαφνα καὶ ἐπετάσθησαν ὡς χελιδόνες καλόφωνοι· ἐπετάσθησαν ὡς τρυγόνες ἐρημικαὶ καὶ καθαρώταται· ἐχωρίσθησαν τῆς ποίμνης ἡμῶν ὡς ἀρνία καθαρά. Μετέστησαν τῆς μάνδρας καὶ στενάζουσι τὰ πρόβατα· ἀφῆκαν τὴν φωλεὰν ἡμῶν καὶ βοῶμεν ὡς μικρὰ αὐτῶν πουλία· ἐχωρίσθη τὸ μέλος καὶ λυποῦνται τὰ λοιπὰ μέλη· δακρύομεν, ὅτι τῆς συνοδείας σας ἐχωρίσθημεν· στενάζομεν, ὅτι τοὺς χαρακτῆρας σας δὲν βλέπομεν· ὀδυνόμεθα, ὅτι οὕτως ἔξαφνα ἁρπαζόμεθα· ὀδυρόμεθα, ὅτι καὶ ἡμεῖς ὀγλίγωρα ἀπερχόμεθα· λυπούμεθα, ὅτι τῆς ἀρετῆς σας ἐνθυμούμεθα. Τοὺς ὀφθαλμοὺς περιστρέφομεν καὶ τὴν ἀγάπην σας δὲν βλέπομεν· δακρύομεν, ὅτι καὶ τὰ ζῶα δακρύουσιν ἐπὶ τῷ χωρισμῷ τῶν ὁμοφύλων αὑτῶν· ὀδυρόμεθα, ὅτι καὶ οἱ βόες μουγγρίζουν ἐκζητοῦντες τοὺς ὁμοζύγους αὑτῶν· καὶ χελιδόνες βοῶσιν, ἁρπαζομένων τῶν πουλίων αὑτῶν· καὶ ἄρνες κράζουσι, χωριζομένων τῶν ἀδελφῶν αὑτῶν. Ὅτι ἐὰν καὶ εἰς ἐσᾶς εἰς συμφέρον ὁ θάνατος ἐγένετο, ἀλλὰ εἰς ἡμᾶς λύπην ἐποιήσατε· τὸ ἐδικόν σας μαρτύριον ἔγινεν εἰς ἐσᾶς ἐπιθυμητόν, ἀλλὰ εἰς ἡμᾶς ἔγινε θλίψις· «Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ, τῶν δὲ ἁμαρτωλῶν ὁ θάνατος πονηρός».
Διὸ καὶ ἔλεγεν ὁ Προφήτης· «ἵνα τί φοβοῦμαι ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ; ἡ ἀνομία τῶν πταισμάτων μου κυκλώσει με». Ὅτι ἔρχεται ἡμέρα καὶ ὥρα, Ἀδελφοί· ἔρχεται, δὲν θέλει λείψῃ· ὅταν ἀφήσῃ ὁ ἄνθρωπος πάντα, καὶ πάντας καὶ ἀπέλθῃ μόνος καὶ μεμονωμένος, γυμνὸς καὶ ἀβοήθητος, ἀσυνόδευτος καὶ ἀνέτοιμος, καὶ ἀπαῤῥησίαστος, ἐὰν εἰς ἀμέλειαν εὑρεθῇ ἐν ἡμέρᾳ, ὁποῦ δὲν γινώσκει, καὶ ἐν ὥρᾳ, ὁποῦ δὲν παντυχαίνει· εἰς ὅσον χαίρεται καὶ θησαυρίζει, εἰς ὅσον εὐημερεῖ καὶ δὲν μεριμνᾷ διὰ τὴν ψυχὴν αὑτοῦ. Ἔρχεται ἔξαφνα μία ὥρα, καὶ ὅλα παύουσι· μικρὸς πυρετὸς καὶ πόνος καὶ ὅλα εἰς οὐδὲν λογισθήσονται· μία νὺξ βαθεῖα καὶ σκοτεινὴ καὶ ὀδυνηρὰ καὶ φέρεται ὡς κατάδικος ἐκεῖ, ὁποὺ τὸν πηγαίνουσι. Πολλῶν σοι, ἄνθρωπε, τῶν ὁδηγῶν χρεία, πολλῶν σοι τῶν βοηθῶν καὶ εὐχῶν ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς σου. Μέγας τότε ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος, μέγα τὸ Μυστήριον καὶ ἡ περίστασις· μεγάλη ἡ διάβασις πρὸς ἐκεῖνον τὸν κόσμον· διότι, ἐὰν ἀπὸ χώραν ἀπερχόμενοι ὁδηγῶν τινων χρειαζόμεθα, πόσον περισσότερον ὅταν ὑπάγωμεν εἰς τὸν ἀπέραντον αἰῶνα, ὅθεν οὐδεὶς ἐκεῖθεν ἐστράφη; Πολλή σοι, λέγω, τότε τῶν βοηθῶν ἡ χρεία ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ. Ἡ μόνη ὥρα καὶ οὐχὶ ἄλλη ὥρα· ἡ μόνη γέφυρα, καὶ πέραμα ἕτερον μὴ ἔχουσα· τὸ πάντων τέλος καὶ ὁ πάντων φόβος. Σκληρὸν τὸ πέραμα, ἀλλὰ ὅλοι δι᾽ αὐτοῦ ἀπερχόμεθα· στενὴ καὶ τεθλιμμένη ἡ στράτα, ἀλλὰ πάντες δι᾽ αὐτῆς περνῶμεν· πικρὸν καὶ δεινὸν τὸ ποτήριον, ἀλλὰ πάντες αὐτό, καὶ οὐχὶ ἄλλο πίνομεν· μέγα καὶ ἀνεκδιήγητον τὸ τοῦ θανάτου Μυστήριον καὶ οὐδεὶς ἡμῖν δύναται νὰ τὸ διηγηθῇ· ὅτι φρικτὰ καὶ φοβερὰ ἅπερ τότε βλέπει ἡ ψυχὴ ἀλλὰ οὐδεὶς ἀπὸ ἡμᾶς ταῦτα γινώσκει, εἰ μὴ μόνον ἐκεῖνοι οἱ προερχόμενοι. Δὲν βλέπεις, εἰπέ μοι, ὁπόταν πρὸς τοὺς τελευτῶντας Ἀδελφοὺς καὶ ψυχοῤῥαγοῦντας παρακαθήμεθα, ποῖα φοβερὰ βλέπομεν τότε γινόμενα; πῶς ταράσσονται καὶ στενάζουσι, πῶς ἱδρώνουσι ψυχρὸν καὶ πικρὸν ἱδρῶτα, ὥσπερ οἱ θερισταὶ εἰς τὸ χωράφιον; πῶς τοὺς ὀφθαλμοὺς περιστρέφουσιν ἐδῶθεν καὶ ἐκεῖθεν; πῶς μερικοὶ τρίζουσι τοὺς ὀδόντας καὶ τρομάσσουν; πῶς ταράσσονται καὶ τὰς τρίχας αὑτῶν ἀνασπάζουσι; πῶς ἐκ τῆς κλίνης σηκώνονται καὶ φεύγειν βουλόμενοι οὐ δύνανται, διότι βλέπουσιν ἐκεῖνα ὁποὺ οὐδέποτε εἶδαν, καὶ ἀκούουσιν ἐκεῖνα ὁποὺ οὐδέποτε ἤκουσαν καὶ παθαίνουσιν ἐκεῖνο ὁποὺ οὐδέποτε ἔπαθον. Ζητοῦσι τὸν λυτρούμενον καὶ οὐδεὶς λυτρώνει αὐτούς· ζητοῦσι τὸν συνοδεύοντα καὶ οὐδεὶς ὁ συνοδεύων· παρακαλοῦσι καὶ οὐδεὶς ὁ τολμῶν· τοὺς ὁποίους βλέποντες ἡμεῖς τρέχομεν καὶ κλαίομεν καὶ κρατοῦντες τὰς χεῖρας αὐτῶν, ἀσπαζόμενοι τοῖς δάκρυσι βρέχομεν καὶ σφογγίζομεν τὸν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου αὐτῶν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀσπαζόμεθα, τὴν δὲ γλῶσσαν φλεγομένην δροσίζομεν ὕδατι· τὰ αὐτία ἡμῶν σιμώνοντες, ἵνα τῶν μικρῶν λογίων αὐτῶν ἀκούσωμεν, εἶτα καὶ ἐρωτῶμεν αὐτοὺς λέγοντες· πῶς βλέπεις σεαυτόν, ἀδελφέ; μὴ οὖν φοβοῦ, ὅτι φιλάνθρωπός ἐστιν ὁ Θεός.
Ταῦτα πρὸς αὐτοὺς λέγοντες καὶ τὰ στήθη τοῖς δάκρυσι βρέχομεν καὶ τὴν καρδίαν κατακαιόμεθα, ὅτε ταῦτα λέγωμεν. Οὐκ ἔστιν εἰς ἡμᾶς τότε ἔρωτας πονηρός, οὐκ ἔστι τότε χρημάτων φροντίδα καὶ φαγητῶν. Ἀλλὰ βλέποντες τὸ μέγα τοῦ θανάτου Μυστήριον τρέμομεν καὶ τὰς κεφαλὰς ἡμῶν κινοῦμεν καὶ τὸ ὄμμα στυγνάζοντες, ἑαυτοὺς ταλανίζομεν, οὐαί, οὐαὶ ἡμῖν λέγοντες, ὁπόταν πρὸς ἡμᾶς ὁ ἐρχόμενος, εἰς ὅλους ἡμᾶς ἀποχαιρετᾷ καὶ λέγει: Ἔῤῥωσθε, Ἀδελφοί μου καλοί, ἔῤῥωσθε καὶ ὑπὲρ ἐμοῦ τῇ ὥρᾳ ταύτῃ ἀναστάντες προσεύξασθε· ὅτι εἰς ὁδὸν μακρὰν ἀπέρχομαι, εἰς τὴν ὁποίαν οὐδέποτε ἐπεριπάτησα· καὶ εἰς χώραν ξένην, ὅπου οὐδεὶς ἐκεῖ μὲ γνωρίζει· καὶ εἰς κόσμον φοβερόν, ὅθεν οὐδεὶς ἐστράφηκε. Λοιπὸν σώζεσθε, Ἀδελφοὶ καὶ φίλοι, ὅτι ἐγὼ πλέον οὐκ εἰμὶ φίλος, ἀλλὰ ξένος. Σώζεσθε πάντες, καὶ δεῦτε καταλάβετε· ἀναμένομέν σας γὰρ ἐκεῖ, ἵνα ἔλθετε, ἐγὼ δὲ πλέον δὲν ἔρχομαι πρὸς ἐσᾶς. Εἴ τι οἴδαμεν, οἴδαμεν, εἴ τι ἐπράξαμεν, ἀπολαμβάνομεν. Φέρομαι καὶ οὐ γινώσκω ποῦ ἀπέρχομαι·

Εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ άδελφούς λόγος (Ἁγ. Ἀναστασίου Σιναΐτου, τῷ Σαββάτῳ τῶν Ψυχῶν)Νο 2



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ
Εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς Λόγος τρίτος, ἀναγινωσκόμενος τῷ Σαββάτῳ τῶν Ψυχῶν


.          Εὐλογητὸς ὁ μόνος ἀθάνατος καὶ αἰώνιος Βασιλεύς. Τί ἐστι πρὸς ταῦτα τὰ Βασίλεια, ἐπίγειος Βασιλεία; τί ἐστιν ἐξουσία τῶν ἀνθρώπων ἡ ματαία καὶ ἀπάνθρωπος; ἰδοὺ ἀληθῶς Στρατιαὶ αἱ Οὐράνιαι˙ ἰδοὺ μορφαὶ φοβεραὶ τοῦ μόνου φοβεροῦ˙ ἰδοὺ ὑπηρέται δυνατοὶ τοῦ μόνου δυνατοῦ Θεοῦ. Καὶ ταῦτα ὁ τότε φερόμενος βλέπων μόνον, πρὸς ἡμᾶς πλέον δὲν κυττάζει, ἀλλὰ πρὸς τὰς δυνάμεις, ὁποῦ τὸν κράζουσι βλέπει, καὶ ἐξίσταται˙ ἴσως δὲ καί τινας δεήσεις ὑποψιθυρίζων, καθὼς ἡ γλῶσσα δύναται, παρακαλεῖ αὐτούς˙ ἀπὸ τῶν ὁποίων λογίων καὶ σχημάτων πολλάκις οἱ παραστεκόμενοι νοοῦμεν, ὅτι τὰς δεσποτικὰς Δυνάμεις ὁρᾷ, καὶ ὅλοι σύντρομοι γενέμενοι φρίττομεν, καὶ πρὸς ἀλλήλους διανεύοντες, λέγομεν˙ ἡσυχάσατε δή, ἡσυχάσατε, καὶ τὸν κατακείμενον μὴ συγχύσετε˙ εἰρηνεύσατε καὶ σκοπήσατε, καὶ τὸν κατακείμενον μὴν ἐνοχλήσετε˙ σιωπήσατε καὶ μὴ λαλεῖτε, ἵνα μὴ αὐτὸν θορυβήσετε˙ μὴ θρηνήσετε, ἵνα μὴ αὐτὸν ταράξετε. Προσεύξασθε, ἵνα μετὰ εἰρήνης ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ἐξέλθῃ˙ δεήθητε, ἵνα τόπον ἀνέσεως λάβῃ˙ προσεύξασθε, ἵνα φιλανθρώπους Ἀγγέλους ἔχῃ˙ προσπέσατε, ἵνα ἐν ἡμερότητι τὸν Δεσπότην εὕρῃ˙ εὐωδίαν θυμιάσατε, ὅτι τὴν Ἀγγελικὴν παρουσίαν εἶδε˙ παρακαλέσατε, ὅτι εἰς μεγάλον κόπον τώρα παραστέκεται˙ σκοπήσατε, ὅτι καὶ ἐσεῖς τοῦτο παθεῖν ἔχετε˙ ἐμβλέψατε καὶ τοῦ Μυστηρίου τούτου μὴ ἀστοχήσετε, καὶ τῆς ὥρας ταύτης φροντίσατε.Τί γάρ ἐστιν ἄνθρωπος; Οὐδέν˙ σκώληξ, τέφρα, σκιά, καὶ ὄνειρον. Ἰδέ, διέβη, καὶ ἀπῆλθεν, ἔπαυσε καὶ κατεσίγησεν ἐκεῖνος ὁ πολύς, ὁ ἀνδρειωμένος, ὁ Τύραννος, ὁ Δυνάστης, ὁ ὑψηλός, ὁ εἰς πάντας φοβερὸς κεῖται ὡς πρόβατον. Ἰδέ, ἀπῆλθε, καὶ παρῆλθεν, ὁ φανείς, ὡς μὴ φανείς˙ ὁ γεννηθείς, ὡς μὴ γεννηθείς˙ ὁ πολὺς ὑπὲρ πολλούς, ἔγεινεν ὡς οὐδεὶς ὁ δένων, ἐδέθη, καὶ ἰδοὺ τὸν ὑπάγουσιν˙ «Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἀπολοῦνται πάντες οἱ διαλογισμοὶ αὐτοῦ».

Εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ ἀδελφούς λόγος (Ἁγ. Ἀναστασίου Σιναΐτου, τῷ Σαββάτῳ τῶν Ψυχῶν γ´)by hristospanagia5



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ
Εἰς κοιμηθέντας ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς Λόγος τρίτος,
ἀναγινωσκόμενος τῷ Σαββάτῳ τῶν Ψυχῶν


.          Ἀλλὰ οὐδεὶς ταῦτα εἶδεν, ὅτι οὐδεὶς ἐκεῖθεν ἐστράφη, ἵνα μηνύσῃ περὶ τῶν ἐκεῖ, ποῦ εἰσιν˙ ἀλλὰ ἀπετείχισεν αὐτὰ ἀπὸ ἡμᾶς ὁ Θεός, καὶ ἀπέκρυψεν, ἕως καὶ ἡμεῖς ἀπέλθωμεν, καὶ ἀπολάβωμεν τῶν ἐκεῖ, ὁπόταν ἐκ νεκρῶν ἀναστῶσιν ἅπαντες, καὶ παρασταθῶμεν, καὶ ἐξομολογούμεθα, καὶ λογοθετούμεθα εἰς ἐκεῖνο τὸ μέγα καὶ ἀδιήγητον Κριτήριον. Ὅτε ὁ φοβερὸς Κριτὴς ἐξ οὐρανοῦ ἔλθῃ να κρίνῃ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, ἀπὸ Ἀνατολῶν ἕως Δυσμῶν˙ ὅτε αἱ φωναὶ τῶν φοβερῶν ἐκείνων σαλπίγγων λαλήσωσιν˙ ὅτε ἡ Κτίσις πᾶσα φόβῳ καὶ τρόμῳ κλονείται καὶ ταράσσεται˙ ὅτε οἱ τάφοι ἀνοίγωνται, καὶ πᾶσα σάρκα ἀνίσταται γυμνὴ καὶ τετραχηλισμένη˙ ὅτε πᾶν στόμα φραγήσεται, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξετασθήσεται˙ ὅτε ὁ τοῦ πυρὸς ποταμὸς ῥεύσει ἔμπροσθεν τοῦ Κριτοῦ περὶ τοῦ ὁποίου λέγει ὁ Δανιήλ˙ «Ἐθεώρουν ἕως οὖ θρόνοι ἐτέθησαν, καὶ παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθισεν».Ὁ θρόνος αὐτοῦ φλὸξ πυρός˙ οἱ τροχοὶ αὐτοῦ πῦρ φλέγον˙ ποταμὸς πυρὸς ἔτρεχεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ˙ χίλιαι χιλιάδες ὑπηρετοῦσαν αὐτῷ, καὶ μύριαι μυριάδες περέστεκον αὐτῷ. Κριτήριον ἐκάθησε, καὶ Βίβλοι ἠνεῴχθησαν.

.         Ἐκείνη ἐστὶν ἡ ἡμέρα καὶ ὥρα, περὶ ἧς λέγει ὁ Δαβίδ˙ «Ἵνα τί φοβοῦμαι ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ; ἡ ἀνομία τῶν πταισμάτων μου κυκλώσει». Ἐκείνην τὴν ἡμέραν κατηράσαντο ὁ Ἰώβ, λέγων˙ «Καταράσεται αὐτὴν ὁ καταρώμενος, τὴν ἡμέραν ἐκείνην ὁ μέλλων παλαῖσαι τὸ μέγα θηρίον τὸν Διάβολον». Περὶ ἐκείνης τῆς ἡμέρας καὶ ἕτερος Προφήτης λέγει˙ «Ἰδοὺ ἡμέρα ἔρχεται, λέγει Κύριος»˙ καὶ τὶς νὰ ὑπομείνῃ τὴν ἡμέραν ὁποῦ νὰ ἔλθῃ; Ὅταν ὁ Θεὸς φανερῶς ἔλθῃ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐ παρασιωπήσεται, καὶ γύρωθεν αὐτοῦ καταιγίδα τρομακτική, προσκαλέσεται τὸν οὐρανὸν ἄνω καὶ τὴν γῆν, τοῦ διακρίαι τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ πᾶσαν σάρκα εἰς τὸ φοβερὸν ἐκεῖνο Κριτηριον˙ ὅπου οὐ ἔστι μικρὸς ἢ μέγας, δοῦλος καὶ ἐλεύθερος˙ ὅπου οὐκ ἔστι Βασιλεύς, ἢ ὑποκείμενος˙ ἀλλὰ ἴσια κατάδικοι, ὅλοι δεδεμένοι, ὅλοι γυμνοί, ἀπερίσπαστοι, τρέμοντες, κλαίοντες, ταρασσόμενοι, ἀγωνιῶντες, μεριμνῶντες καθ’ ἕνας τί νὰ εἴπῃ, ἤ τί ἀπολογήσεται τῷ Κριτῇ περὶ τῶν κακῶν ὧν ἔπραξε. Ποῦ ἐκεῖ τῶν Βασιλέων ἡ φαντασία; ποῦ ἡ τῶν ἀφρόνων ὑπερηφανία; ποῦ ἡ τῆς νεότητος κακία; ποῦ ὁ στολισμὸς τῶν ἐνδυμάτων; ποῦ οἱ παραστεκάμενοι καὶ παρατρέχοντες δοῦλοι; ποῦ ὁ χρυσὸς καὶ ὁ ἄργυρος; ποῦ τὰ χροσοχάλινα ἄλογα; ποῦ τὰ μυρίσματα, καὶ τὰ καπνίσματα τὰ ἀπολλύμενα; ποῦ τὰ νυκτὸς καὶ ἡμέρας γινόμενα συμπόσια; ποῦ οἱ μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων τὸν οἶνον πίνοντες, τοῦ δὲ Θεοῦ καὶ τῶν πενήτων καταφρονοῦντες; Οὐδὲν τούτων εἶναι ἐκεῖ, ἀλλὰ πικρὸν οὐαὶ˙ οὐκ ἔστιν ἐκεῖ πλουτῆσαι, ἀλλὰ φρίξαι καὶ τρομάξαι˙ δεν εἶναι ἐκεῖ εὐημερία, ἀλλὰ μέγας σκοτασμός˙ οὐκ ἔστιν ἐκεῖ χορεῦσαι, ἀλλὰ θρηνῆσαι˙ οὐκ ἔστιν ἐκεῖ νεότητος φαντασία, ἀλλὰ ἐν τῷ ᾍδῃ ἐξορία˙ οὐκ ἔστιν ἐκεῖ παρακάλεσις ἐν ἐκείνῃ τῇ φοβερᾷ ὥρᾳ, ἀλλὰ δικαίᾳ ἀκριβῆς ἀνταπόδοσις. Ἐὰν ἐποίησας ὦδε˙ τοῖς πτωχοῖς συμπάθειαν, καλοὶ μάρτυρες εἰς τὸν Χριστὸν καὶ παρακαλεσταὶ διὰ σοῦ οἱ ἐλεηθέντες παρὰ σοῦ πένητες, οἱ ὀρφανοὶ καὶ χῆραι, οἱ ξένοι, καὶ τυφλοί, καὶ ἀδύνατοι, οἱ ἐν ἐρήμοις, καὶ ἐν φυλακαῖς, καὶ ἐν ἐξορίαι. Μεγάλοι σου βοηθοὶ οὗτοι τότε γενήσονται, ὑποδείχνοντες τῷ Χριστῷ ὅσα αὐτοῖς δέδωκας, ἅπερ αὐτοὺς ἐσκέπασας, καὶ ἔθρεψας, καὶ ἀνέπαυσας, ὡς Ἀδελφοὶ ὄντες τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἐὰν ἕνας Ἀδελφὸς ἐδυνήθη πολλάκις να παρακαλέσῃ Βασιλέα τὸν ἑαυτὸν Ἀδελφόν, πόσῳ μᾶλλον, ὅταν παρακαλῇ πλῆθος Ἀδελφῶν;

.          Ὅτι δὲ Ἀδελφοὺς ὀνομάζει ὁ Χριστὸς ἐκεῖ τοὺς πένητας ἐν τῇ φοβερᾷ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως, ἄκουσον αὐτοῦ πρὸς τοὺς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τότε παρισταμένους λέγοντος˙ «Εἰς ὅσον ἐποιήσατε τῶν Ἀδελφῶν μου τούτων». Ὑποδείκνυσιν αὐτοὺς μὲ τὸν δάκτυλον, τοὺς ἐκεῖ καθημένους πρὸς τοὺς πόδας αὐτοῦ πένητας. Τίς ἆρα ἄξιος, καὶ μακάριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ, ὅτε πάντες οἱ Ἄγγελοι, καὶ οἱ ἄνθρωποι τρέμουσι, νὰ ὀνομασθῇ Ἀδελφὸς τοῦ Χριστοῦ; Πόσων θησαυρῶν, πόσων στεφάνων, πόσου πλούτου εἶναι ὑψηλοτέρα ἡ τοιαύτη φωνή; Τίνες ἆρα εἶναι ἐκεῖνοι, ἵνα μακαρίσωμεν αὐτούς; οἵ τινες ἐν τῇ φρικτῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ τῆς Κρίσεως ἔρχονται θαῤῥετῶς μὲ παῤῥησίαν ἄφοβον, καὶ ὡς Πατέρα γνήσιον τὸν Χριστὸν γινώσκοντες, καὶ ἀκριβῶς γνωρίζοντες, ὅτι ὡς υἱοὺς καὶ φίλους οὕτως ὑποδέξεται αὐτούς, ὡς καθαρῶς δουλεύσαντας αὐτῷ, καὶ φιλάξαντας αὐτοῦ τὰς ἐντολάς; Τὶς ἆρα ἐκεῖνος ὁ τρισμακάριος, τὸν ὁποῖον βλέψας ὁ Χριστὸς καθήμενος ἐπὶ θρόνου εἰσερχόμενον πρὸς αὐτὸν ὑποδέξεται, καὶ ὑπαντήσει αὐτὸν ἱλαρῷ τῷ προσώπῳ, καὶ περιχαρεῖ τῷ βλέμματι, καὶ εὐμενεῖ παῤῥησίᾳ, καὶ ὡς ἀπὸ ξένων ἀπὸ χρόνου ἐρχόμενον υἱὸν καὶ φίλον καταφιλήσῃ, καὶ τοιαῦτα πρὸς αὐτὸν εἴπῃ; Φίλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ, καλῶς ᾖλθες, ὁ τροφεύς μου, ὁ ξενοδόχος μου, ὁ σκεπαστής μου, εὐχαριστῶ τῆς προαιρέσεώς σου, καὶ δὲν ἀλησμονῶ τῆς ἀγάπης σου˙ ἐνθυμᾶσαι τὰ ὅσα ἀγαθά μοι ἐποίησας; γινώσκεις πῶς μὲ ἀνέπαυσας εἰς τὸν οἶκόν σου; Εἶτα κρατήσας αὐτὸν ὁ Χριστὸς ἐκ τῆς χειρός, κατέμπροσθεν ὅλης τῆς μεγάλης ἐκείνης Πανηγύρεως, ἐνώπιον Ἀγγέλων, καὶ Ἀρχαγέλλων, καὶ πάσης ἀρχῆς, καὶ ἐξουσίας, Προφητῶν, Ἀποστόλων, Ὁσίων, καὶ Δικαίων, καὶ στήσας αὐτὸν εἰς τὸ μέσον, θέλει τὸν ἀνακηρύξῃ, λέγοντας εἰς ὅλους διὰ αὐτὸν δακτυλοειδῶς˙ Οὗτος ὁ ἄνθρωπος, πεινῶντά με εἶδε ποτέ, καὶ ἔθρεψε˙ διψῶντα, καὶ ἐπότισε˙ ῥιγοῦντα, καὶ ἐσκέπασε˙ ξένον, καὶ ὑπεδέξατο˙ ἀσθενοῦντα μὲ ἰδέ, καὶ βαστάσας, ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ εἰσήγαγέ με˙ τοὺς πόδας μου ἔνιψε, τὰς χεῖρας μου ἔπλυνε, καὶ ἐπὶ τῆς κλίνης αὐτοῦ ὁλοψύχως ἀνέπαυσέ με˙ ἐν ἀνάγκῃ μὲ ἴδε, καὶ ἐλύτρωσε, ἐν φυλακῇ μὲ εὗρε, καὶ ἠγόρασε˙ διὸ καὶ ἐγὼ λέγω αὐτῷ˙ Καλὲ δοῦλε, ἀγαθέ, καὶ πιστέ, ἐπειδὴ εἰς ὀλίγα ἔγεινες πιστός, εἰς πολλὰ νὰ σὲ καταστήσω, εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου˙ ἀπόλαυσον τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδείσου μου, εἴσελθε εἰς τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον˙ καὶ οὐ μόνον δὲ ταῦτα εἴπῃ ὁ Χριστὸς τοῖς εὐαρεστήσασιν αὐτῷ, ἀλλὰ καὶ ἀνακλινεῖ αὐτούς, καὶ παρελθὼν ὑπηρετήσει αὐτούς.

Ἁγίου Ἀναστασίου Σιναΐτου: περί τῶν βιαίως ἀποθνησκόντωνby hristospanagia5



TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ
 Απόκρισις περί των βιαίως αποθνησκόντων*
*Ερωτήσεις και αποκρίσεις περί διαφόρων κεφαλαίων
εκ διαφόρων προσώπων, Ερώτησις ιη’, PG 89, 500Α-513Β
 Ερώτησις: Άραγε όλοι όσοι πέφτουν από ύψος ή καλύπτονται από χώματα ή πνίγονται, το παθαίνουν αυτό από θεία απειλή και παραχώρησι ή από ενέργεια του πονηρού;
Απόκρισις: Ότι είναι ανεξερεύνητα τα κρίματα του Θεού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού, όπως λέει και η Γραφή[1], είναι φανερό. Παρά ταύτα όμως δεν είναι αλήθεια ότι όλοι όσοι πεθαίνουν με βίαιο θάνατο το παθαίνουν αυτό εξ αιτίας των αμαρτιών τους. Διότι και οι γιοι του Ιώβ, παρ’ όλο που ήταν δίκαιοι, θάφτηκαν κάτω από τα ερείπια του σπιτιού τους[2]. Αλλά και ο Χριστός μας το διδάσκει αυτό λέγοντας ότι δεν ήσαν αμαρτωλότεροι απ’ όσους κατοικούσαν την Ιερουσα­λήμ εκείνοι οι δεκαοκτώ άνδρες, πάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ[3]· ούτε πάλι εκείνοι των οποίων το αίμα ο Πιλάτος ανέμιξε με τις θυσίες[4].
Από αυτά λοιπόν μαθαίνουμε ότι και οι δίκαιοι πολλές φορές πεθαίνουν με βίαιο θάνατο σύμφωνα με αφανείς και άγνωστες αποφάσεις του Θεού, οι οποίες οφείλονται σε τρεις λόγους:
Πολλές φορές ο Θεός επιτρέπει κάποιοι όσιοι άνδρες να θανατωθούν από θη­ρία ή από σεισμούς ή από πνιγμό ή από πτώσι σε γκρεμούς, για να φοβηθούν οι υ­πόλοιποι και να πουν: «Αν αυτός που ήταν άνθρωπος του Θεού έπαθε κάτι τέ­τοιο, άραγε τι πρόκειται να πάθουμε εμείς οι αμαρτωλοί; Και εάν ο δίκαιος μόλις που σώζεται, ο ασεβής και αμαρτωλός πού θα βρεθή;[5]»
Άλλοι πάλι που είχαν ίσως κάποια μικρά ελαττώματα και επετράπη να υπο­στούν αυτόν τον βίαιο θάνατο θα ευρεθούν πλέον τέλειοι μπροστά στον Θεό.
Και κάποιοι άλλοι, που πολλές φορές σαν δυνατοί πήραν επάνω τους τις α­μαρτίες του λαού, παραδίδονται γι’ αυτόν τον λόγο σε πειρασμούς και οδυνηρό θάνατο προκαλώντας έτσι μεγαλύτερη σωτηρία και στον εαυτό τους και στον λαό.
Διότι και ο Χριστός για τις αμαρτίες μας πληγώθηκε[6] και για χάρι μας δέχθηκε τον θάνατο. Έχοντας λοιπόν αυτό υπ’ όψιν ας μην απορήσουμε, όταν βλέπουμε ότι ο Ησαΐας πριονίσθηκε[7], ο Ιωάννης αποκεφαλίσθηκε[8], ο Στέφανος λιθοβολή­θηκε[9], ο Πέτρος σταυρώθηκε και πολλοί άλλοι άγιοι περιέπεσαν σε φοβερούς κιν­δύνους και θανάτους.
Κατά τον ίδιο τρόπο, σε τρεις λόγους μπορεί να αποδοθή και ο βίαιος θάνα­τος των κακών ανθρώπων: ή για να σωφρονισθούν οι υπόλοιποι από το φοβερό περιστατικό που τους συνέβη ή για να βρουν και οι ίδιοι κάποια ανακούφισι στην άλλη ζωή (διότι πάρα πολλή ωφέλεια βρίσκουν εκεί όσοι χωρίζονται από το σώμα με πικρό θάνατο· κι αυτό εννοούσε ο Κύριος, όταν έλεγε αναφερόμενος σε κάποι­ες πόλεις που δεν δέχθηκαν το κήρυγμά Του: τα Σόδομα και τα Γόμορρα θα έχουν ανεκτότερη τιμωρία κατά την ημέρα της κρίσεως παρά η πόλις εκείνη)[10] ή πάλι από θεία οργή και απειλή, όπως συνέβη στην περίπτωσι του Φαραώ[11] και του κα­τακλυσμού[12]. Άλλοι δηλαδή υποφέρουν μόνον εδώ, όπως ο Λάζαρος, άλλοι εν μέρει εδώ και εν μέρει μετά θάνατον, όπως ακριβως εκείνοι που κάηκαν στα Σό­δομα[13], και άλλοι μόνον μετά θάνατον, όπως ο πλούσιος της παραβολής του Λα­ζάρου[14].
Λοιπόν όταν δης ότι κάποιος έπεσε σε γκρεμό ή πνίγηκε, να μη λες ούτε να εξετάζης: «Γιατί πέθανε μ’ αυτό τον τρόπο; Άραγε είχε φθάσει η ώρα του ή πέθανε πρόωρα; Ή μήπως αυτό συνέβη με συνεργία του διαβόλου;» Πρέπει να γνωρίζης ότι πολλές φορές περιπίπτουμε σε πειρασμούς και συμφορές και θανάτους από δική μας αδιακρισία και αυθάδεια. Όπως παραδείγματος χάριν παθαίνουν οι ναυτικοί οι οποίοι, ενώ βλέπουν να προμηνύεται κακοκαιρία, βγάζουν το πλοίο από το λιμάνι και εκθέτουν τον εαυτό τους σε άλλους κινδύνους από μόνοι τους, χωρίς να το θέλη αυτό ούτε ο Θεός ούτε όμως και ο διάβολος· αλλά τα κάνουν αυτά και τα παρόμοια με δική τους πρωτοβουλία και αυτεξουσιότητα. Διότι από τα λόγια του Χριστού: σ’ εσάς ακόμη και οι τρίχες της κεφαλής σας είναι όλες α­ριθμημένες[15]  γίνεται φανερό ότι ο σατανάς δεν εχει καμμία εξουσία όχι μόνον στους ανθρώπους, αλλ’ ούτε και στα άλογα ζώα και τους χοίρους, όπως μαρτυρεί και το Ευαγγέλιο[16].
Επομένως άλλοι μεν από αυτούς τους βίαιους θανάτους συμβαίνουν, όπως έ­χει λεχθή, πολλές φορές σαν απειλή του Θεού προς αυτούς που αμαρτάνουν αμε­τανόητα, όπως συνέβη στις περιπτώσεις του κατακλυσμού και των Σοδόμων. Διό­τι λέει η Γραφή ότι οι φαύλοι έχουν απαίσιο θάνατο[17] και ο θάνατος των αμαρτω­λών είναι κακός[18] και όταν ξεσπάση καταιγίδα, αφανίζεται ο ασεβής[19] και ο δίκαιος διαφεύγει την παγίδα, αντ’ αυτού δε παραδίδεται σ’ αυτήν ο ασεβής[20]. Άλλοι πάλι κατά θεία παραχώρησι, όπως στην περίπτωσι των παιδιών του Ιώβ[21]. Άλλοι δε τέλος με απλή γνώσι του Θεού, χωρίς Αυτός ούτε να ευαρεστήται, αλλά ούτε και να παρεμποδίζη. Διότι λέγει: Δεν πωλούνται δύο σπουργίτια για ένα μόνο ασσάριο; Και όμως ούτε ενα από αυτά δεν πέφτει στο χώμα χωρίς τον επουράνιο Πατέρα μου[22]. Αυτά δε τα έλεγε θέλοντας να δείξη ότι τίποτε δεν γίνεται, χωρίς να το γνωρίζη ο Θεός· όχι όμως και ότι Αυτός είναι που ενεργεί σε όλα[23].
Ίσως δε και με θέλημα Θεού να πεθαίνουν μερικοί πολλές φορές με πικρό θά­νατο, προς σωτηρία τους, καθώς προανέφερα. Όταν για παράδειγμα ο βασιλεύς Μαυρίκιος[24] παρεκάλεσε τον Θεό να πληρώση στον κόσμο αυτό για τα αμαρτήμα­τά του, είδε στο όνειρό του κάποιον υπέρλαμπρο βασιλέα, που έδωσε διαταγή να παραδοθή προς θάνατον στον στρατιώτη Φωκά, πράγμα το οποίο και έγινε. Επί­σης υπήρχε και κάποιος αναχωρητής φημισμένος για τα σημεία και θαύματά του, που είχε μαζί του στην έρημο και έναν υποτακτικό. Συνέβη λοιπόν μια μέρα ο μα­θητής να επισκεφθή μια πόλι που είχε έναν κακό και άθεο άρχοντα. Αυτός είχε πε­θάνει και κηδευόταν συνοδευόμενος από πλήθος ανθρώπων, με πολλές τιμές, κε­ριά και θυμιάματα. Όταν ο υποτακτικός επέστρεψε στην έρημο, βρήκε τον θεοφόρο γέροντά του κατασπαραγμένο από μια ύαινα. Άρχισε λοιπόν να αδημονή και σχεδόν να αντιδική με τον Θεό λέγοντας: «Πού είναι η δίκαιη κρίσι Σου, Κύριε; Πώς εκείνος ο κακός άρχοντας, που σε παρώργισε πολύ, πέθανε τόσο ένδοξα, ενώ αυτός ο άγιος, που σε υπηρέτησε πιστά, έγινε τροφή ενός θηρίου;» Και ενώ έλεγε αυτά και άλλα παρόμοια παραπονούμενος, παρουσιάσθηκε άγγελος Κυρίου και του είπε: «Εκείνος ο άρχοντας, που ήταν τελείως κακός, έκανε μια καλή πράξι. Με την τιμή που του έγινε στην κηδεία έλαβε τον μισθό για εκείνο το καλό του έρ­γο και έτσι έφυγε για την άλλη ζωή τελείως καταδικασμένος. Ο δικός σου πάλι γέροντας, που έκανε όλες τις θεάρεστες πράξεις, είχε ως άνθρωπος και κάποιο μι­κρό ελάττωμα και με αυτόν τον πικρό θάνατο το ξεπλήρωσε και απήλθε εκεί τε­λείως καθαρός».

Τετάρτη 11 Απριλίου 2018

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΝΥΣΣΗΣ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Ο ΛΟΓΟΣ Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ ΤΑ ΜΑΚΡΙΝΙΑ


Εἰσαγωγή - Περίληψη
Ὁ λόγος αὐτὸς γράφτηκε τὸ φθινόπωρο τοῦ 379 μ.Χ., ὅταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπισκέφθηκε τὴν ἀδελφή του Ὁσία Μακρίνα στὸν Πόντο, γιὰ νὰ παρηγορηθεῖ γιὰ τὸ θάνατο τοῦ ἀδελφοῦ τους Μεγάλου Βασιλείου. Ἡ Μακρίνα ἦταν ἄρρωστη, λίγο πρὶν τὸ τέλος της, ἀλλὰ εἶχε μαζὶ του ἕναν ἐνδιαφέροντα διάλογο ποὺ ἔδωσε ἀφορμὴ νὰ γραφτεῖ ὁ παρὼν λόγος. Τὰ κυριώτερα σημεῖα του εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ὁ θάνατος εἶναι ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα· ὅταν τὸ σῶμα ἐγκαταλειφθεῖ ἀπὸ τὴν ψυχή, τότε ἀποσυντίθεται στὰ στοιχεῖα ποὺ πρὶν τὸ ἀποτελοῦσαν. Καθένα στοιχεῖο τοῦ σώματος ἐπιστρέφει στὸ φυσικό του στοιχεῖο, ἔτσι ὥστε κανένα ἐπιμέρους στοιχεῖο δὲν καταστρέφεται πλήρως ἢ δὲν ἐπιστρέφει στὴν ἀνυπαρξία, καὶ τὸ σῶμα παραμένει μέσα στὰ ὅρια αὐτοῦ τοῦ κόσμου (στὸ νερό, τὸν ἀέρα, τὸ χῶμα καὶ τὸ πῦρ). Αὐτὸ εἶναι ἡ φθορά, δηλαδὴ ἀποσύνθεση καὶ ὄχι καταστροφὴ ἢ μετάπτωση σὲ κατάσταση ἀνυπαρξίας.
Ἡ ψυχὴ δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀποσύνθεση, γιατὶ εἶναι ἁπλὴ καὶ ἀσύνθετη καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ διασπαστεῖ. Ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη καὶ ἐκτείνεται στὴν αἰωνιότητα. Τὸ μόνο ποὺ ἀλλάζει σ᾿ αὐτὴν κατὰ τὸ θάνατο εἶναι ὁ τρόπος ὑπάρξεώς της. Ἀκόμη καὶ τότε ἡ σχέση της μὲ τὸ φθειρόμενο σῶμα δὲν διακόπτεται, καὶ ἡ ψυχὴ θὰ μπορέσει νὰ βρεῖ ὅλα τὰ στοιχεῖα του λόγω τῆς γνωστικῆς της δυνάμεως. Οὔτε ὁ χῶρος (ἀπόσταση) οὔτε ὁ χρόνος ἐμποδίζει τὴν ψυχὴ νὰ βρεῖ τὰ στοιχεῖα τοῦ σώματος κατὰ τὴν ἀνάσταση.
Αὐτὸ ποὺ περιμένει τοὺς ἀνθρώπους μετὰ θάνατον εἶναι ἡ κάθαρση, ἡ ἀνανέωση καὶ ἀποκατάσταση τοῦ σώματος καὶ ἡ ἀνάσταση ὅλων. Ὁ Δημιουργὸς δὲν θέλει νὰ μείνουμε ἁπλὰ ἔμβρυα. Ὁ τελικὸς σκοπὸς τῆς φύσεώς μας δὲν εἶναι ἡ κατάσταση τῆς νηπιακῆς ἡλικίας οὔτε οἱ ἐπόμενες ἡλικίες οὔτε ἀκόμη ἡ καταστροφὴ τοῦ σώματος ποὺ ἔρχεται μὲ τὸ θάνατο. Ὅλα αὐτὰ εἶναι μέρος τῆς ὁδοῦ ποὺ διανύουμε. Τὸ ἔσχατο τέρμα αὐτῆς τῆς κινήσεως εἶναι ἡ ἀποκατάστασή μας στὴν ἀρχέγονη κατάστασή μας. Ἡ ψυχὴ κατὰ τὴν ἀνάσταση θὰ ἐπιστρέψει στὸ σῶμα. Οἱ δίκαιες ψυχὲς θὰ δοξασθοῦν, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτωλὲς θὰ τιμωρηθοῦν. Ἡ καθαρὴ ψυχὴ θ᾿ ἀπολαύσει τὴ θέα τοῦ Θεοῦ.
Στὴν ἐποχή μας ἀξίζει νὰ μελετηθεῖ ἰδιαίτερα ὁ λόγος, διότι θέτει τὸ θέμα τοῦ θανάτου, τὴ φθορὰ καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ σώματος, τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Ἡ ὅλη διαπραγμάτευση τοῦ θέματος ὁδηγεῖ τὸν ἀναγνώστη σὲ πρακτικὰ συμπεράσματα, ποὺ ἔχουν ἀντίκτυπο στὴν προσαρμογὴ τῆς καθημερινῆς του ζωῆς στὴν προοπτική της αἰώνιας ζωῆς, δηλαδὴ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
Ὅταν ὁ μεγάλος μεταξὺ τῶν Ἁγίων, Βασίλειος, ἔφυγε ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ πρὸς τὸ Θεό, ἀποτέλεσε ὁ θάνατός του τὴν ἀφορμὴ γιὰ γενικὸ πένθος στὶς Ἐκκλησίες. Ζοῦσε τότε ἀκόμη ἡ ἀδελφὴ καὶ δασκάλα μου (Μακρίνα) καὶ πῆγα κοντά της γιὰ νὰ μετάσχω μαζί της στὴ συμφορὰ τοῦ θανάτου τοῦ ἀδελφοῦ μας.
Ἡ ψυχή μου ἦταν πολὺ θλιμμένη, ἐπειδὴ πονοῦσε γι’ αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀπώλεια· ζητοῦσα κάποιον ποὺ θὰ ἔχυνε δάκρυα μαζί μου καὶ θὰ σήκωνε τὸ ἴδιο βάρος τῆς θλίψεως. Μόλις συναντηθήκαμε, ἡ παρουσία τῆς δασκάλας μου ἀναζωπύρωσε τὴ θλίψη μου· διότι ἤδη καὶ ἐκείνη ὑπέφερε ἀπὸ θανατηφόρα ἀσθένεια.
Ἐκείνη τότε, ἀφοῦ ὑποχώρησε, μιμούμενη τοὺς δασκάλους τῆς ἱππικῆς τέχνης, καὶ παραδόθηκε μαζί μου στὸ πάθος τῆς θλίψεως, στὴ συνέχεια προσπάθησε μὲ τὸ λόγο της νὰ μὲ σταματήσει· σὰν χαλινάρι χρησιμοποίησε τὴ σκέψη της, γιὰ νὰ ἠρεμήσει τὴν ταραγμένη ψυχή μου. Ἀνέφερε τὸ λόγο τοῦ Ἀποστόλου, ὅτι δὲν πρέπει νὰ λυπούμαστε γιά τοὺς κεκοιμημένους· διότι αὐτὸ τὸ πάθος (τῆς λύπης) χαρακτηρίζει μόνον ὅσους δὲν ἔχουν ἐλπίδα (στὸν Κύριο).
Ἐγὼ τότε, ἐπειδὴ ἡ θλίψη πλάκωνε τὴν καρδιά μου, εἶπα: «Πῶς εἶναι δυνατόν νὰ τὸ πετύχουν αὐτὸ (νὰ μὴν λυποῦνται) οἱ ἄνθρωποι, ἀφοῦ ὅλοι αἰσθάνονται φυσικὴ ἀπέχθεια πρὸς τὸ θάνατο; Καὶ δὲν μποροῦν ν’ ἀντέξουν εὔκολα στὴ θέα αὐτῶν ποὺ εἶναι ἐτοιμοθάνατοι· ἀλλά, καὶ ὅσοι συμβαίνει νὰ τοὺς πλησιάζει ὁ θάνατος, τὸν ἀποφεύγουν ὅσο μποροῦν. Ἀκόμη καὶ οἱ ἰσχύοντες νόμοι θεωροῦν τὸ θάνατο ὡς τὴ μεγαλύτερη ἀδικία καὶ τὴν ἔσχατη τιμωρία. Μὲ ποιὸ τρόπο, λοιπόν, ὅταν ἔλθει ὁ θάνατος, θὰ θεωρήσουμε τὴν ἀναχώρηση ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ ὡς ἕνα τίποτε, ἔστω καὶ γιὰ ἕνα ξένο πρόσωπο; Καὶ πολὺ περισσότερο γιὰ συγγενικό μας πρόσωπο;
Καὶ συνέχισα: «Παρατηροῦμε ἄλλωστε ὅτι ὅλος ὁ ἀνθρώπινος μόχθος ἀποβλέπει σ᾿ αὐτό, πῶς δηλαδὴ θὰ διατηρηθοῦμε στὴ ζωή. Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἔχουμε ἐπινοήσει καὶ τὰ σπίτια γιὰ διαμονή, γιὰ νὰ μὴν καταπονεῖται τὸ σῶμα εἴτε ἀπὸ τὴν ψύχρα εἴτε ἀπὸ τὴ ζέστη.
»Ἡ γεωργία τὶ ἄλλο εἶναι παρὰ ἡ μέριμνα γιὰ τὴ ζωή; Καὶ ἡ φροντίδα πάλι γιὰ τὴ ζωὴ γίνεται σίγουρα ἀπὸ φόβο γιὰ τὸ θάνατο. Ἐξάλλου, γιὰ ποιὸ λόγο ἐκτιμοῦν οἱ ἄνθρωποι τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη; Δὲν εἶναι ἐπειδὴ καταπολεμεῖ μὲ τὶς μεθόδους της τὸ θάνατο;
»Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο χρησιμοποιοῦμε τοὺς θώρακες, τοὺς θυρεούς, τὶς κνημῖδες, τὰ κράνη καὶ τὰ ἀμυντικὰ ὅπλα; Γιὰ ποιὸ λόγο γίνονται τὰ τείχη γύρω ἀπὸ τὶς πόλεις, οἱ σιδερόφρακτες πόρτες, οἱ ἀσφαλεῖς τάφροι καὶ τὰ παρόμοια; Γιὰ τὶ ἄλλο γίνονται, ἂν ὄχι γιὰ τὸ φόβο τοῦ θανάτου; Ἔτσι, λοιπόν, ἐνῶ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του φοβερὸς ὁ θάνατος, πῶς εἶναι εὔκολο νὰ μᾶς πείσει ἐκεῖνος ποὺ μᾶς προτρέπει νὰ μὴ λυποῦνται οἱ ἐπιζῶντες γιά τοὺς πεθαμένους;».
Καὶ ἡ δασκάλα ἀπάντησε: «Γιατὶ σοῦ φαίνεται ἰδιαίτερα λυπηρὸ αὐτὸ καθ᾿ αὐτὸ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου; Διότι δὲν μπορεῖ ἡ συνήθεια τῶν χαμηλῆς νοημοσύνης ἀνθρώπων ν᾿ ἀποτελεῖ κριτήριο γιὰ τὴ στάση ἀπέναντι στὸ θάνατο».
Καὶ ἐγὼ εἶπα πρὸς αὐτήν: «Πῶς δὲν εἶναι ἄξιο λύπης, ὅταν βλέπουμε αὐτόν ποὺ προηγουμένως ἦταν ζωντανὸς καὶ μιλοῦσε, νὰ μένει ξαφνικὰ χωρίς πνοή, ἄφωνος καὶ ἀκίνητος; Νὰ σταματοῦν οἱ φυσικές του αἰσθήσεις; Νὰ μὴν ἐνεργεῖ οὔτε ἡ ὄραση οὔτε ἡ ἀκοὴ οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ ἀντιλαμβάνονται τὰ αἰσθητήρια;
Κι ἂν ἀγγίξεις τὸ σῶμα του μὲ φωτιὰ ἢ μὲ σίδερο ἢ ἂν τὸ κόψεις μὲ τὸ ξῖφος ἢ τὸ ρίξεις σὲ σαρκοφάγα θηρία, ἀκόμη κι ἂν τὸ παραχώσεις στὸ χῶμα, ἀπέναντι σ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ νεκρὸς ἀντιδρὰ τὸ ἴδιο (μένει ἀναίσθητος).

Kραταιά ως θάνατος αγάπη!



Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό δεν είναι μια αποτυχία που αποκαταστάθηκε κάπως μετά την Ανάστασή του. Ο ίδιος ο θάνατος πάνω στο Σταυρό είναι μια νίκη. Νίκη τίνος πράγματος; Μόνο μια απάντηση μπορεί να υπάρξει: Η νίκη της οδυνώμενης αγάπης. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη...ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην» (Άσμα Ασμ. 8, 6-7). Ο Σταυρός μας δείχνει μιαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο, μιαν αγάπη ακόμη πιο δυνατή.
Ο άγ. Ιωάννης κάνει την εισαγωγή της διηγήσης του για το Μυστικό Δείπνο και το Πάθος μ' αυτά τα λόγια: «...αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω. 13,1). Το ελληνικό κείμενο λέει εις τέλος, που σημαίνει «ως το τέλος», «ως το έσχατο σημείο». Κι αυτή η λέξη τέλος επαναλαμβάνεται αργότερα στην τελευταία κραυγή του Χριστού πάνω στο Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ιω. 19,30). Αυτό πρέπει να εννοηθεί όχι σαν κραυγή αυτοεγκατάλειψης ή απόγνωσης, αλλά σαν κραυγή νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, εκπληρώθηκε!
Τι εκπληρώθηκε; Απαντάμε: Το έργο της οδυνώμενης αγάπης, η νίκη της αγάπης πάνω στο μίσος. Ο Ιησούς, ο Θεός μας, αγάπησε τους δικούς του ως το έσχατο σημείο. Από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο, από αγάπη γεννήθηκε σαν άνθρωπος μέσα σ' αυτό τον κόσμο, από αγάπη πήρε πάνω του τη διασπασμένη ανθρώπινη φύση μας και την έκανε δική του. Από αγάπη ταυτίστηκε μ' όλη μας την απελπισία. Από αγάπη πρόσφερε τον εαυτό του θυσία, διαλέγοντας στη Γεθσημανή να πάει εκούσια προς το Πάθος του: «...την μου τίθημι υπέρ των προβάτων... ουδείς αίρει αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ τίθημι αυτήν απ' εμαυτού» (Ιω. 10: 15,18). Ήταν θεληματική αγάπη κι όχι καταναγκασμός αυτό που έφερε τον Ιησού στο θάνατό του. Στην αγωνία του μέσα στον κήπο και στη Σταύρωσή του οι σκοτεινές δυνάμεις του επιτίθενται μ' όλη τους την ορμή, αλλά δεν μπορούν ν' αλλάξουν τη συμπόνια του σε μίσος• δεν μπορούν να εμποδίσουν την αγάπη του να συνεχίσει να είναι η ίδια. Η αγάπη του δοκιμάζεται ως το έσχατο σημείο, αλλά δεν καταπνίγεται. «Το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1,5. Στη νίκη του Χριστού πάνω στο Σταυρό θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν από κάποιο Ρώσο ιερέα, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως: «Ο πόνος έχει καταστρέψει τα πάντα. Ένα μόνο πράγμα έχει μείνει σταθερό, η αγάπη».
Ο Σταυρός σαν νίκη μας θέτει το παράδοξο της παντοδυναμίας της αγάπης. Ο Dostoyevsky πλησιάζει την αληθινή έννοια της νίκης του Χριστού με μερικά λόγια, που βάζει στο στόμα του στάρετς Ζωσιμά: Μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία ή με ταπεινή αγάπη. Παντα ν' αποφασίζεις: «Θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη». Αν αποφασίσεις πάνω σ' αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη: είναι το πιο δυνατό απ' όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο σαν κι αυτή.


επισκ. Κάλλιστος Ware 


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2018/04/k.html#ixzz5BoQBxoqF

Για την Ανάσταση των νεκρών (Ιωάννου Δαμασκηνού)





Πιστεύουμε στην ανάσταση των νεκρών. Θα αναστηθούν, σίγουρα, μια μέρα οι νεκροί.
Όταν λέμε ανάσταση, εννοούμε βέβαια την ανάσταση των σωμάτων. Ανάσταση σημαίνει το ξαναζωντάνεμα αυτού που έχει καταρρεύσει. Γιατί, πώς θα μπορούσαμε να μιλάμε για ανάσταση ψυχών, αφού οι ψυχές είναι αθάνατες;
Αν εννοούμε ως θάνατο το χωρισμό της ψυχής από το σώμα, τότε ανάσταση είναι ασφαλώς η επανένωση της ψυχής και του σώματος. Ως ανάσταση εννοούμε την αναδημιουργία και ανακαίνιση της ζωντανής ύπαρξης, που είχε πριν διαλυθεί στα στοιχεία που την αποτελούσαν και αναδημιουργήθηκε.
Το σώμα λοιπόν, που έχει με το θάνατο καταστραφεί και διαλυθεί, αυτό το ίδιο θα αναστηθεί άφθαρτο. Έχει τη δύναμη οπωσδήποτε ο Θεός να αποφασίσει να αναστήσει το διαλυμένο σώμα. Εκείνος που αρχικά το είχε δημιουργήσει από της γης το χώμα, τώρα που αυτό έχει διαλυθεί και έχει ξαναγυρίσει στη γη, από την οποία το είχε πριν πάρει ο Δημιουργός του.
Αν δεν υπάρχει ανάσταση, τότε κι εμείς ας φάμε και ας πιούμε, ας ζήσουμε τη ζωή μας μέσα στις απολαύσεις και τις ηδονές.
Αν δεν υπάρχει ανάσταση, τότε σε τί θα διέφερε άραγε ο άνθρωπος από τα ζώα; Αν δεν υπάρχει ανάσταση, τότε θα πρέπει να μακαρίζουμε τα ζώα που ζουν έξω στη φύση, χωρίς να γεύονται καμιά θλίψη.
Αν δεν υπάρχει ανάσταση, τότε ασφαλώς, ούτε Θεός υπάρχει, ούτε Θεία Πρόνοια. Τότε όλα πηγαίνουν κι έρχονται, έτσι στην τύχη.
Δέστε, βλέπουμε ολόγυρα μας πολλούς δίκαιους και ενάρετους ανθρώπους να είναι φτωχοί και να αδικούνται, μη βρίσκοντας από πουθενά βοήθεια σ’ αυτή τη ζωή. Αντίθετα. παρατηρούμε τους αμαρτωλούς και τους άδικους να περνάνε πολύ καλά, μέσα στον πλούτο και μέσα σε κάθε είδους απόλαυση. Ας μού πείτε τώρα όμως, ποιός λογικός άνθρωπος θα το θεωρούσε αυτό απόφαση δίκαιου Κριτή  ή σοφής Πρόνοιας για τον άνθρωπο;
Θα γίνει λοιπόν σίγουρα, θα γίνει η ανάσταση των νεκρών. Γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και θα δώσει τον μισθό που αξίζουν όσοι κάνουν υπομονή και τηρούν το θέλημά Του.
Αν η ψυχή βέβαια, έχει αγωνιστεί σ’ αυτή τη ζωή μόνη της, για την άσκηση της αρετής, μόνο αυτή και θα στεφανώσει. Αν μόνο αυτή αναμείχθηκε στις εφήμερες απολαύσεις, τότε δίκαια και μόνη της θα τιμωρηθεί. Επειδή όμως η ψυχή δεν επιδόθηκε ούτε στην άσκηση της αρετής, ούτε στη βίωση της κακίας μόνη της, χωρίς το σώμα, θα απολαύσουν δίκαια και τα δύο μαζί τήν αμοιβή για τα έργα τους.
Και η Αγία Γραφή, επίσης, μας βεβαιώνει ότι θα γίνει η ανάσταση των σωμάτων. Μετά τον κατακλυσμό είπε ο Θεός στον Νώε: «Σας τα έχω χαρίσει όλα, όπως σας έχω δώσει το χλωρό χορτάρι. Μόνο δεν θα τρώτε κρέας ζωντανό, δηλαδή το αίμα του. Αλλά και το δικό σας αίμα. που είναι η ζωή σας, θα το ζητήσω πίσω. Θα το ζητήσω από κάθε ζώο και από κάθε άνθρωπο. Για κάθε άνθρωπο. θα ζητήσω τη ζωή του από τον συνάνθρωπό του». Πώς λοιπόν θα ζητήσει απολογία ο Θεός για το αίμα του ανθρώπου από τα άγρια θηρία; Δεν σημαίνει άραγε αυτό, ότι θα αναστήσει τα σώματα των ανθρώπων που πεθαίνουν; Γιατί, ασφαλώς, δεν θα πεθαίνουν μόνο τα θηρία, αντί για τον άνθρωπο που έχουν φάει.
Ο Μωϋσής πάλι λέει: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Δεν είναι ο Θεός. Θεός νεκρών». Δεν είναι δηλαδή Θεός αυτών που έχουν πεθάνει και δεν υπάρχουν πια, αλλά Θεός των ζωντανών. Αυτών που τώρα οι ψυχές τους βρίσκονται στα χέρια Του, αλλά και που τα σώματά τους θα ζήσουν, μετά την ανάσταση των νεκρών.
Ο θεοπάτορας Δαυίδ λέει επίσης προς τον Θεό: «Θα αποσύρεις το πνεύμα τους και θα αφανισθούν και θα γυρίσουν πίσω στο χώμα απ’ το οποίο πλάστηκαν». Εδώ ακριβώς ο Προφήτης αναφέρεται στα σώματα. Μετά προσθέτει: «Θα ξαναστείλεις και θα ξεχύσεις πάνω τους το Πνεύμα σου και θα ξανακτιστούν και θα ανακαινίσεις το πρόσωπο της γης».
Ο Προφήτης Ησαΐας επίσης λέει: «θα αναστηθούν οι νεκροί και θα σηκωθούν όσοι βρίσκονται στα μνήματα». Είναι βέβαια, ολοφάνερο ότι στα μνήματα δεν βάζουμε τις ψυχές, αλλά τα σώματα.
Ο μακάριος Προφήτης Ιεζεκιήλ γράφει: «Και καθώς προφήτευα, έγινε ξαφνικά σεισμός, και έφερε μπροστά μου τα οστά ένα προς ένα. καθένα συναρμολογημένο με το διπλανό του. Και ξαφνικά βλέπω να τα ζώνουν νεύρα και να αναφύονται σάρκες, οι οποίες τα περιέβαλαν όλα και οι σάρκες περιβλήθηκαν από δέρμα». Μετά διδάσκει πως με Θείο πρόσταγμα γύρισαν πάλι στα σώματα οι ψυχές τους.
Ο Προφήτης Δανιήλ επίσης λέει: «Εκείνο τον καιρό θα  παρουσιασθεί ο Μέγας Αρχάγγελος Μιχαήλ, εκείνος που προστατεύει το λαό σου. Τότε θα είναι εποχή θλίψης, θλίψη που δεν θα έχει ξανασυμβεί από τότε που ήρθε ο άνθρωπος στη γη, μέχρι εκείνη την ημέρα. Εκείνο τον καιρό θα σωθεί ο λαός μου και καθένας που είναι γραμμένος στο βιβλίο της ζωής. Και πολλοί από εκείνους που κοιμούνται στο χώμα της γης θα αναστηθούν. Άλλοι από αυτούς θα ζήσουν αιώνια κι άλλοι θα αναστηθούν. για να ντραπούν για τα έργα τους και να καταισχυνθούν. Οι συνετοί όμως θα λάμψουν σαν το λαμπρό στερέωμα, κι όσοι βοήθησαν πολλούς, για να κρατήσουν την πίστη τους, θα λάμψουν σαν τα αστέρια, αιώνια». Λέγοντας λοιπόν ο Προφήτης «πολλοί απόσους κοιμούνται στα χώματα της γης θ’ αναστηθούν», είναι ολοφάνερο ότι κηρύττει την ανάσταση των σωμάτων. Γιατί, αναμφίβολα, κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι οι ψυχές κοιμούνται στα χώματα της γης.
Ο Κύριος μας όμως. στα ιερά Ευαγγέλια, μίλησε ξεκάθαρα για την ανάσταση των νεκρών. Εκείνος μας είπε: «Θα ακούσουν όσοι βρίσκονται στα μνήματα τη φωνή του Υιού του Θεού. κι εκείνοι που έχουν ζήσει ενάρετα, θ’ αναστηθούν για να ζήσουν αιώνια, εκείνοι όμως που έζησαν στην αμαρτία θα αναστηθούν για να κριθούν για όσα έχουν κάνει». Και σίγουρα, δεν θα βρισκόταν ποτέ άνθρωπος με μυαλό, που να έλεγε ότι οι ψυχές κοιμούνται στα μνήματα.
Ο Κύριος βέβαια δεν μας αποκάλυψε τα σχετικά με την ανάσταση των σωμάτων, μονάχα με τη διδασκαλία Του, αλλά και με τα θαύματα που έκανε.
Πρώτα-πρώτα ας αναφέρουμε την ανάσταση του Λαζάρου, που ήταν τέσσερις ημέρες πεθαμένος και που είχε αρχίσει να αποσυντίθεται και να μυρίζει. Ανέστησε δηλαδή ο Κύριος, όχι μονάχα ψυχή χωρίς σώμα. αλλά το ίδιο το σώμα που είχε ήδη αποσυντεθεί. Γιατί, πώς θα μπορούσε να πιστέψει κανείς ότι αναστήθηκε ο Λάζαρος και ξαναγύρισε στη ζωή, αν δεν τον αναγνώριζε κανείς από τα γνωστά χαρακτηριστικά του προσώπου του;
Ο Κύριος όμως ανέστησε τον Λάζαρο, αν και επρόκειτο ο Λάζαρος να ξαναπεθάνει, για να φανερώσει τη θεότητά Του και για να μας βεβαιώσει επίσης για τη δική Ταυ. αλλά και για τη δική μας ανάσταση. Ο ίδιος ο Κύριος έγινε απαρχή1 της τελικής ανάστασης. Εκείνος που ως Θεός δεν θα γνωρίσει ποτέ το θάνατο. Γι’ αυτό και ο θειος απόστολος Παύλος έλεγε: «Αν δεν θα αναστηθούν οι νεκροί, τότε, ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί. Κι αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τότε είναι ψευδής και ματαία η πίστη μας. Και συνεπώς, ακόμα είμαστε βουτηγμένοι στις αμαρτίες μας». Και πάλι λέει: «Τώρα ο Χριστός έχει αναστηθεί και αυτή η Ανάστασή Του μας βεβαιώνει ότι θα ακολουθήσει στη συνέχεια και των νεκρών ανθρώπων η ανάσταση». Επίσης λέει: «Ο Χριστός είναι ο πρώτος που αναστήθηκε». Και στην προς θεσσαλο­νικείς Επιστολή του πάλι λέει: «Αν πιστεύουμε ότι πράγματι ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός. εκείνους που έχουν κοιμηθεί με πίστη στον Ιησού Χριστό, θα τους αναστήσει μαζί Του». Είπε «έτσι», δηλαδή όπως ακριβώς αναστήθηκε ο Χριστός.
Είναι, βέβαια, ολοφάνερο ότι η ανάσταση του Κυρίου ήταν ένωση της ψυχής με το σώμα. το οποίο παρέμεινε άφθαρτο (γιατί αυτά είχαν με το θάνατο χωρίσει). Εκείνος από πριν είχε πει: «Λύσατε το ναό τούτο, και σε τρείς ημέρες θα τον οικοδομήσω». Και μάρτυρας αξιόπιστος αυτής της αλήθειας είναι το ιερό Ευαγγέλιο, το οποίο μας βεβαιώνει ότι ο Κύριος μιλούσε για το δικό Του σώμα. « Ψηλαψήστε με και δέστε», είπε ο Κύριος στους Μαθητές του, οι οποίοι νόμιζαν ότι βλέπουν «φάντασμα». « Εγώ είμαι», τους λέει. «δεν έχω αλλάξει. Γιατί το πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά. όπως βλέπετε εμένα να έχω». «Και αφού είπε αυτό τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του» και τα έδωσε στον Θωμά για να τα ψηλαφήσει. Δεν είναι άραγε αυτά αρκετά, για να σε βεβαιώσουν για την ανάσταση των νεκρών σωμάτων;
Ο απόστολος Παύλος επίσης λέει: «Πρέπει το φθαρτό αυτό σώμα να ενδυθεί την αφθαρσία και το θνητό σκήνωμα να ενδυθεί την αθανασία». Και αλλού πάλι λέει: «Σπείρεται φθαρμένο και ανασταίνεται άφθαρτο. Σπείρεται γεμάτο αρρώστιες και ανασταίνεται δυνατό. Σπείρεται άδοξο και ανασταίνεται δοξασμένο. Σπείρε­ται σώμα ψυχικό» -εννοεί δηλαδή υλικό και θνητό- «και ανασταίνεται σώμα πνευματικό». Ανασταίνεται δηλαδή και είναι όμοιο με το σώμα του Χριστού, μετά την Ανάσταση. Σαν το σώμα Εκείνου που περνάει μέσα με τις πόρτες κλειστές και σφραγισμένες. Σώμα που δεν κουράζεται, που δεν έχει ανάγκη από τροφή, από ύπνο και νερό. Γιατί θα είναι, λέει ο Κύριος, «όπως οι Άγγελοι του Θεού». Σ’ αυτά τα σώματα τα αναστημένα, δεν θάχει πια θέση ο γάμος, ούτε η τεκνογονία. Λέει λοιπόν, ο θείος απόστολος Παύλος: « Το δικό μας πολίτευμα βρίσκεται στον ουρανό, απ’ όπου περιμένουμε και τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, ο οποίος θα μετασχηματίσει το ταπεινό και άσημο σώμα μας, ώστε αυτό να γίνει όμοιο με το δικό του δοξασμένο σώμα». Με αυτό που λέει, βέβαια, δεν εννοεί το μετασχηματισμό του σώματος σε άλλη μορφή -μη βλασφημείς λέγοντας κάτι τέτοιο- αλλά εννοεί, ασφαλώς, τη μεταβολή του σώματος από τη φθορά ατών αφθαρσία.
Ίσως όμως ρωτήσει κανείς: Πώς θα αναστηθούν οι νεκροί; Απαντώ αμέσως: Τί απιστία είναι αυτή; Τί ανοησία; Εκείνος που, με μόνη τη θέλησή Του. μετέβαλε το χώμα σε σώμα. Εκείνος που έδωσε την προσταγή να μεγαλώσει μια σταγόνα σπέρματος, μέσα στη μήτρα, και να δημιουργηθεί έτσι αυτό το πολύμορφο και πολυποίκιλο όργανο του σώματος, δεν θα μπορέσει άραγε να αναστήσει, με μόνη τη θέλησή Του, πολύ πιό εύκολα, το σώμα που είναι ήδη δημιουργημένο και διαλυμένο;
«Και με ποιό σώμα», λέει. «θα αναστηθούν»; «Ανόητε άνθρωπε», αν δεν σ’ αφήνει η πώρωσή σου να πιστεύεις στα λόγια του Θεού, τουλάχιστον, πίστεψε στα έργα Του. «Γιατί δεν φυτρώνει εκείνο που εσύ σπέρνεις, αν πρώτα δεν πεθάνει. Κι εκείνο που σπέρνεις δεν είναι ασφαλώς εκείνο που θα φυτρώσει, αλλά σπέρνεις γυμνό σπόρο σιταριού ή κάποιου άλλου φυτού. Ο Θεός όμως θέλησε και δίνει, μετά την ανάσταση, το ίδιο σώμα και σε κάθε σπέρμα, το δικό του σώμα».
Κοίταξε λοιπόν, ότι οι σπόροι θάβονται μέσα στα αυλάκια του χωραφιού, σαν σε τάφο. Ποιός άραγε έβαλε μέσα τους ρίζες, φύλλα, καλάμια, στάχυα και αραχνοΰφαντα «άγανα»; Δεν το έκανε αυτό ο Δημιουργός του Σύμπαντος; Δεν το ‘κανε η εντολή Εκείνου που τα δημιούργησε όλα;
Έτσι λοιπόν θα γίνει και η ανάσταση των νεκρών. Αυτό να πιστεύεις. Θα γίνουν όλα με το θείο θέλημα και μ’ ένα μόνο νεύμα Του. Γιατί Εκείνος έχει συνεργό στο θέλημά Του και τη δύναμη.
Θα αναστηθούμε λοιπόν, και θα ενωθούν οι ψυχές με τα σώματα. Αυτά θα ανακαινιστούν και δεν θα φθείρονται πλέον. Θα αναστηθούμε και θα παρουσιασθούμε όλοι μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού. Τότε θα παραδοθεί ο διάβολος και οι δαίμονές του και μαζί και ο δικός του άνθρωπος, δηλαδή ο Αντίχριστος, Τότε θα πορευθούν όλοι οι ασεβείς και οι αμαρτωλοί «στην άσβεστη κι αιώνια φωτιά», σε φωτιά όχι υλική σαν αυτή πού έχουμε σ’ αυτή τη ζωή, αλλά σ’ εκείνη τη φωτιά που μόνο ο Θεός γνωρίζει.
Οι ενάρετοι όμως, που εργάστηκαν το αγαθό θέλημα του Θεού, θα λάμψουν σαν τον ήλιο. Οι δίκαιοι θα πορευτούν να ζήσουν, μαζί με τους ‘Αγγέλους, στην αιώνια ζωή. Θα ζήσουν αιώνια μαζί με τον Κύριο μας. τον οποίο θα βλέπουν και ο οποίος θα τους έχει κοντά Του αιώνια. Εκεί θα απολαμβάνουν την ατέλειωτη χαρά, που Εκείνος χαρίζει, καθώς θα Τον υμνούν ακατάπαυστα, μαζί με τον Πατέρα και το Πανάγιο Πνεύμα, στους απέραντους αιώνες. Αμήν.
(«Προσδοκώ Ανάσταση νεκρών.-Η ανάσταση των νεκρών κατά τους Πατέρες», εκδ. Ετοιμασία, Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Καρέας)

Απίστευτη χαρά η προσευχή

Η Συγχώρεση και η καλοσύνη

Η Επαφή με τους κεκοιμημένους


Επικοινωνία - επαφή με τους νεκρούς


Η εποχή μας, εποχή μεγάλης πνευματικής αναζήτησης, κυριαρχείται από μια δίψα για μεταφυσικές εμπειρίες. Χιλιάδες άνθρωποι σ' όλο τον κόσμο στρέφονται σε όποια γωνιά πληροφορηθούν ότι μπορεί να βρουν ανθρώπους που "έσπασαν το φράγμα" του υλικού και του πνευματικού κόσμου ή δασκάλους που υπόσχονται να τους διδάξουν παρόμοιους δρόμους.
"Σε όποια γωνιά" είπα; Μάλλον όχι. Υπάρχει μια γωνιά, που ελάχιστοι την αναζητούν. Είναι "το πιο καλά κρυμμένο μυστικό του κόσμου", όπως το χαρακτήρισε ένας άγιος, που κάποτε κλείστηκε στο Νταχάου κι από κει μέσα απεύθυνε ένα συγκλονιστικό κείμενο προς τους λαούς της Ευρώπης. Το χαρακτήρισε "καλά κρυμμένο", γιατί είναι ακριβώς δίπλα μας, αλλά το προσπερνάμε χωρίς να το βλέπουμε.
Αυτό το καλά κρυμμένο μυστικό, η καρδιά & ο θησαυρός της δικής μας πνευματικής παράδοσης και κληρονομιάς, είναι η ορθόδοξη πνευματικότητα. Στον πνευματικό αυτό δρόμο -το λιγότερο ταξιδεμένο- οι μεγάλοι και άγιοι διδάσκαλοι διδάσκουν και την ενότητα & επαφή όλων των όντων, όλων των κόσμων, αλλά και κάτι απίστευτα σημαντικό: την αποφυγή της πλάνης, γιατί πάρα πολλές εμπειρίες, δήθεν φωτεινές, είναι στην πραγματικότητα παγίδες με ολέθριες συνέπειες.
Ψάξε τους δρόμους της παράδοσής σου, Έλληνα, Βαλκάνιε, Ρώσε, Σύριε - ψάξε τους αρχαίους δρόμους της κληρονομιάς σου, Άραβα, Δυτικοευρωπαίε... Ψάξε τους με το σωστό τρόπο, όπως θα ήθελαν οι ίδιοι οι μεγάλοι και άγιοι διδάσκαλοί μας / διδάσκαλοί σου, κι όχι ανακατεύοντας αλήθεια με πλάνες, όπως κάνουν κάποιοι και ξεγελάνε πολλούς...
Μπορείς να ξεκινήσεις ακούγοντας αυτά τα λόγια, του αγίου πνευματικού πατέρα της ορθόδοξης Σερβίας Θαδδαίου (1914-2003), για την ενότητα με τον πνευματικό κόσμο και την επαφή με τους νεκρούς, μέσω κυριότατα της προσευχής για την ανάπαυσή τους. Και απλά ψάξε το - θα βρεις θησαυρούς που δε μοιάζουν με ό,τι έχεις γνωρίσει μέχρι τώρα και που δεν τους φαντάζεσαι.

Τα πνεύματα των νεκρών και εμείς






ΤΟ ΙΔΙΟ, ΑΓΓΛΙΚΑ
 
Οι χριστιανοί έχουμε μια πολύ σοβαρή σχέση με τους νεκρούς μας. Συχνά μιλάμε μαζί τους και συνεχώς μιλάμε στο Θεό γι’ αυτούς.
Για την ακρίβεια, για μας, αυτοί που έχουν αφήσει το σώμα τους δεν είναι νεκροί αλλά ζωντανοί (μεταφορικά τους ονομάζουμε «κεκοιμημένους» = αυτοί που έχουν κοιμηθεί) και έτσι τους αντιμετωπίζουμε, ως ζωντανούς, που απλά έχουν φύγει και μένουν σε ένα άλλο μέρος. Τον τόπο, στον οποίο θάβουμε τα σώματά τους, τον ονομάζουμε «κοιμητήριο» (χώρο ύπνου).
Αντίθετα, νεκρούς θεωρούμε τους ανθρώπους που έχουν βγάλει έξω από την καρδιά τους το Θεό, την αγάπη Του και τη χάρη Του, είτε ζουν ανάμεσά μας είτε έχουμε μετακομίσει στον τόπο των ψυχών. Αυτός είναι ο πραγματικός θάνατος, η έξωση του Θεού από την καρδιά μας, ενώ, όταν Του επιτρέπουμε να μπαίνει στην καρδιά μας, είμαστε εντελώς ζωντανοί, είτε εδώ είτε στον τόπο των ψυχών.
Όταν λέμε ότι ο Θεός μπαίνει στην καρδιά μας δεν εννοούμε ότι μας καταλαμβάνει και διώχνει το πνεύμα μας και καταργεί την ελευθερία μας (αυτό ποτέ δεν το κάνει ο Θεός, το κάνουν μόνο ύποπτα πνεύματα). Εννοούμε ότι μπαίνει μέσα μας η χάρη του Θεού (η ζωοποιός αδημιούργητη, αιώνια και φωτεινή ενέργειά Του) και μας μεταμορφώνει φέρνοντάς μας πιο κοντά Του. Η μεταμόρφωση αυτή σχετίζεται άμεσα με τα μυστήρια της χριστιανικής Εκκλησίας, όπως θα δούμε παρακάτω.
Θα δούμε παρακάτω, Θεού θέλοντος, τι ξέρουμε για τους κεκοιμημένους.

Ο Χριστός και οι νεκροί


Ο Χριστός στον κόσμο των νεκρών, ανάμεσα στις ψυχές (από εδώ).

Όταν ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, η ανθρώπινη ψυχή Του μεταφέρθηκε στον τόπο των νεκρών (στα ελληνικά «Άδης»), όπου μίλησε στους νεκρούς, όπως είχε κάνει και στους ζωντανούς (δες γι’ αυτό την ορθόδοξη εικόνα «Εις Άδου κάθοδος», αλλά και τη μαρτυρία του μεγάλου και αγίου αποστόλου Πέτρου, μαθητή του Χριστού, στην πρώτη επιστολή του, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, κεφ. 3, στίχοι 19-20). Τότε πήρε τις ψυχές των νεκρών από τον Άδη και τις έφερε στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές τώρα, τόπο που τον ονομάζουμε «ουρανό». Εκεί οι ψυχές των προ Χριστού νεκρών και οι ψυχές των ανθρώπων που έζησαν μετά το Χριστό, μαζί, περιμένουν την ανάσταση, για να ζήσουν στη βασιλεία του Θεού παίρνοντας πάλι τα σώματά τους, αλλά ως αθάνατα και φωτεινά πλέον σώματα.
Οι άνθρωποι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο έχοντας προχωρήσει προς το Χριστό με καθαρή καρδιά, στον ουρανό, τον τόπο των ψυχών, προγεύονται την απερίγραπτη ευτυχία που προκαλεί η σχέση με το Χριστό, η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η ευτυχία αυτή είναι ανάλογη με την καλοσύνη τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «παράδεισο».
Αντίθετα, εκείνοι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο περιορίζοντας την αγάπη τους στον εγωιστικό εαυτό τους, στον ουρανό προγεύονται την οδύνη που προκαλεί η σχέση με το Χριστό (τον οποίο δεν αγαπούν), η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η οδύνη αυτή είναι ανάλογη με την παραμόρφωση που έχει προκαλέσει ο εγωισμός τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «κόλαση».
Μια αναφορά στην ανάσταση και την τελική κατάσταση, στην οποία θα ζουν όλοι οι άνθρωποι, όλων των λαών και των εποχών, αλλά και όλων των θρησκειών, βρίσκουμε στα λόγια του ίδιου του Χριστού, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 25, 31-46. Την περιγραφή αυτή πρέπει να την κατανοήσουμε μέσα στα πλαίσια της αγάπης του Θεού προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα πλάσματα. Ο Θεός δεν «στέλνει στην κόλαση» τους αμετανόητους αμαρτωλούς, αλλά η ίδια η κατάσταση της ψυχής τους είναι η κόλαση. Η κατάσταση, που δεν τους επιτρέπει να γευτούν την απερίγραπτη ευτυχία του παραδείσου.

Οι κεκοιμημένοι άγιοι


Ο σύγχρονος άγιος Ιωσήφ Βατοπεδινός (μονής Βατοπεδίου, που έγινε διάσημη στα ΜΜΕ για λάθος λόγους), νεκρός. Μετά την κοίμησή του στο πρόσωπό του σχηματίστηκε το χαμόγελο (φωτο πριν το χαμόγελο εδώ).


Με το να γίνει άνθρωπος, ο Χριστός ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση και πρόσφερε σε κάθε άνθρωπο τη δυνατότητα να ενωθεί με Αυτόν. Επειδή όμως ο Χριστός είναι και Θεός, ο άνθρωπος που ενώνεται μαζί Του ενώνεται συγχρόνως και με το Θεό. Γι’ αυτό η ένωση με το Χριστό κάνει τον άνθρωπο «θείο πλάσμα», δηλαδή άγιο.
Ξέρουμε από την πείρα όλων των γενεών του χριστιανισμού, και ιδίως από την πείρα των αγίων διδασκάλων μας, ότι η ένωση με το Χριστό δεν γίνεται μόνο με το να είμαστε «καλοί άνθρωποι», αλλά προϋποθέτει τη θεία χάρη, γι’ αυτό μας δόθηκαν τα άγια μυστήρια της Εκκλησίας (βάπτισμα, εξομολόγηση, θεία Μετάληψη κ.λ.π.), με τα οποία ο άνθρωπος προετοιμάζει τον εαυτό του κατάλληλα και καλεί το Θεό να του στείλει τη χάρη Του.
Κάθε απλός άνθρωπος, που δέχεται μέσα του τη χάρη του Θεού και ανταποκρίνεται σ’ αυτήν αγαπώντας το Θεό και το συνάνθρωπό του και συγχωρώντας εκείνους που θέλουν να του κάνουν ή του έχουν ήδη κάνει κακό, πλησιάζει το Θεό τόσο, όσο έχει προοδεύσει σ’ αυτό το δρόμο. Γίνεται δηλαδή «λίγο άγιος». Ενώ εκείνοι που έχουν προχωρήσει πολύ σ’ αυτό το δρόμο και φτάνουν να αγαπούν το Θεό και τους άλλους, μέχρι και τους εχθρούς τους, πολύ περισσότερο από τον εαυτό τους, είναι οι κατ’ εξοχήν άγιοι, εκείνοι που συχνά αποκτούν από το Θεό το χάρισμα να κάνουν ακόμη και θαύματα.
Οι θερμές, ειλικρινείς και επίμονες προσευχές των ανθρώπων προς τον αληθινό Θεό εισακούονται, στο χρόνο και με τον τρόπο που Εκείνος θέλει. Οι προσευχές των αγίων εισακούονται περισσότερο, όχι μόνο όταν ζουν εδώ, ανάμεσά μας, αλλά κι όταν οι ψυχές τους έχουν φύγει για τον ουρανό και προγεύονται τον παράδεισο. Γι’ αυτό, όταν ο Θεός αποκαλύψει ότι ένας χριστιανός που κοιμήθηκε είναι άγιος, μιλάμε σ’ αυτόν (μέσω της προσευχής μας αλλά και με τις εκκλησιαστικές τελετές που γίνονται την ημέρα της μνήμης του) και τον παρακαλούμε να μεσιτεύει στο Θεό για μας και για όλο τον κόσμο. Επίσης, απευθυνόμαστε σ’ αυτόν ζωγραφίζοντας την εικόνα του ή αφιερώνοντας ένα ναό στο όνομά του. Υπάρχουν αναρίθμητες περιπτώσεις, που φανερώνουν ότι οι άγιοι ανταποκρίνονται από τον ουρανό και απαντούν στις προσευχές μας. Αυτό εννοούσα πριν, λέγοντας ότι συχνά μιλάμε με τους νεκρούς μας.
Ο Θεός αποκαλύπτει ότι ένας άνθρωπος είναι άγιος με διάφορους τρόπους: για παράδειγμα, τα οστά του μπορεί να ευωδιάζουν ή και να αναβλύζουν άρωμα (μύρο) ή να γίνονται θεραπείες ασθενειών ή άλλα θαύματα μέσω αυτών. Μπορεί να εμφανίζεται ο άγιος σε όνειρα ή οράματα ανθρώπων με καθαρή καρδιά κ.λ.π. Πάντα βέβαια προσέχουμε, ώστε να είναι αληθινές αυτές οι αποκαλύψεις, γιατί μπορεί να πρόκειται για απάτη ή για παγίδα του εχθρού, δηλαδή πονηρών πνευμάτων, που θέλουν να παραπλανήσουν τους ανθρώπους και να τους κάνουν οπαδούς τους. Όταν είναι σίγουρο πως πρόκειται για αληθινή αποκάλυψη ενός αγίου, η Εκκλησία κατατάσσει τον άγιο και επίσημα στο ημερολόγιο και ορίζει μία μέρα αφιερωμένη στη μνήμη του. Συνήθως είναι η ημέρα της κοίμησής του και ονομάζεται «γενέθλιος ημέρα», γιατί εκείνη την ημέρα σα να γεννήθηκε στον ουρανό.
Η ύπαρξη των αγίων και οι παρεμβάσεις τους στη ζωή μας από τον ουρανό αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει μετενσάρκωση, ούτε και κάποτε θα «αφανιστούν» οι ψυχές, αλλά οι ψυχές των ανθρώπων είναι αιώνιες και παραμένουν πάντα οι ψυχές των συγκεκριμένων ανθρώπων, με το συγκεκριμένο όνομα, προσωπικότητα, αναμνήσεις, συναισθήματα κ.τ.λ. Και θα παραμένουν έτσι μέχρι να αναστηθούν και να ξαναπάρουν, άφθαρτο και αιώνιο, το σώμα τους, για να ζήσουν αιώνια ως ψυχοσωματικά όντα, χωρίς να ξαναπεθάνουν ποτέ πια.
Ακόμη κι ένας άνθρωπος που δεν είναι μεγάλος και θαυματουργός άγιος, αλλά που όμως η ψυχή του είναι καθαρή και προγεύεται τον παράδεισο, μπορεί να βοηθήσει τους ζωντανούς μεσιτεύοντας στο Θεό γι’ αυτούς. Μια τέτοια περίπτωση καταγράφεται στον Ευεργετινό, ένα αρχαίο ορθόδοξο βιβλίο, όπου ένας άγνωστος κεκοιμημένος άντρας (προφανώς ευρισκόμενος στην πρόγευση του παραδείσου) εμφανίστηκε και θεράπευσε το χτυπημένο πόδι ενός ταξιδιώτη, που είχε βρει το πτώμα του στο δρόμο και το είχε θάψει. Οι άνθρωποι που προγεύονται τον παράδεισο βλέπουν το δικό μας κόσμο, επειδή ο παράδεισος είναι η πιο στενή σχέση με όλα τα πλάσματα. Όμως οι άνθρωποι που προγεύονται την κόλαση δε βλέπουν το δικό μας κόσμο, επειδή η κόλαση είναι μια κατάσταση μοναχική, αφού ο εγωισμός των ανθρώπων εκείνων ουσιαστικά τους απομόνωσε αιώνια στον εαυτό τους.

Οι ψυχές και εμείς

Τις ψυχές των κεκοιμημένων δεν τις λατρεύουμε, γιατί ξέρουμε ότι λατρεία πρέπει να αποδίδουμε μόνο στον Τριαδικό Θεό. Οι ψυχές των ανθρώπων, όπως μας διδάσκει η Αγία Γραφή και όλοι οι άγιοι χριστιανοί διδάσκαλοι, δεν είναι από την ίδια ουσία με το Θεό, αλλά είναι δημιουργήματα του Θεού, δημιουργημένες από το μηδέν, όπως και τα σώματά μας και όλος ο υλικός και πνευματικός κόσμος. Μόνο η Αγία Τριάδα είναι αδημιούργητη. Ο Πατέρας προαιώνια γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα –Τους φέρνει σε ύπαρξη μέσα από την ουσία Του, δεν Τους δημιουργεί. Αντίθετα, τις ψυχές τις δημιουργεί, όταν ο άνθρωπος συλλαμβάνεται μέσα στη μήτρα της μητέρας του.
Οι ψυχές λοιπόν δεν είναι θεϊκές. Είναι ό,τι κι εμείς, που ζούμε εδώ: δημιουργήματα του Θεού, που κι αυτές λατρεύουν το Θεό και μόνον Αυτόν. Τους ανθρώπους τους αγαπάμε, είτε είναι εδώ είτε στον ουρανό, προσευχόμαστε στο Θεό γι’ αυτούς ή απευθυνόμαστε σ’ αυτούς, αν έχει αποκαλυφθεί από το Θεό ότι είναι άγιοι, αλλά δεν τους λατρεύουμε. Ούτε τους αγίους λατρεύουμε. Μόνο το Θεό.
Όταν λοιπόν ένας άνθρωπος φύγει από αυτό τον κόσμο για τον ουρανό, αρχίζουμε αμέσως να μιλάμε στο Θεό γι’ αυτόν. Προσπαθούμε έτσι να βοηθήσουμε την κατάσταση της ψυχής του, ώστε, αν δεν ήταν τόσο καλή ώστε να προγεύεται τον παράδεισο, ίσως την ανακουφίσουμε με τις προσευχές μας. Επειδή η κόλαση συνδέεται με πλήρη μοναξιά, δεν είναι παράξενο που το ενδιαφέρον των ζωντανών για τις ψυχές μπορεί, αν είναι θερμό, ειλικρινές και επίμονο, να προκαλέσει ρωγμές σ’ αυτή τη μοναξιά και ανακούφιση στην κατάσταση των ψυχών αυτών.

Το όραμα του αγίου Μακάριου του Αιγύπτιου (τοιχογραφία Εμμ. Σηφάκη, Πέραμα Ρεθύμνης).

Το όραμα του αγίου Μακάριου του Αιγύπτιου, που είναι γραμμένο στο Γεροντικό (ένα αρχαίο βιβλίο που παραθέτει τις ιστορίες των αγίων ασκητών της ερήμου), το αποδεικνύει αυτό. Ο άγιος Μακάριος, βαδίζοντας στην έρημο, ξέθαψε κατά λάθος με το ραβδί του ένα κρανίο. Έσκυψε λοιπόν, το έθαψε με σεβασμό και προσευχήθηκε για τον άνθρωπο, στον οποίο ανήκε. Τότε του εμφανίστηκε η ψυχή και τον πληροφόρησε ότι, όταν ζούσε, ήταν λάτρης των δαιμόνων (ιερέας της Ίσιδος) και τώρα βρισκόταν στην κόλαση. «Και πώς είναι εκεί;» ρώτησε ο άγιος. «Τα πάντα βρίσκονται μέσα στη φωτιά» απάντησε η ψυχή. «Κι εμείς είμαστε δεμένοι πλάτη με πλάτη. Όμως, όταν εσύ προσεύχεσαι για μας, βλέπουμε λίγο ο ένας τον άλλο, όση ώρα διαρκεί η προσευχή».
Ξέρουμε από τους αγίους χριστιανούς διδασκάλους ότι η φωτιά, που ανέφερε η ψυχή, είναι το Φως του Θεού, στο οποίο λούζονται τα πάντα στον άλλο κόσμο. Η αίσθηση που βιώνουν από Αυτό το Φως εκείνοι που το βλέπουν μέσα από την παραμόρφωση του εγωισμού είναι αυτό που περιγράφεται ως «πυρ της κολάσεως».
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος ήταν τόσο καλός, ώστε, όταν μια νέα γυναίκα που είχε μείνει έγκυος από κάποιον κρυφό εραστή, τον συκοφάντησε ότι το παιδί ήταν δικό του, εκείνος το δέχτηκε, υπέμεινε κάθε είδους προσβολές από τον πληθυσμό εκείνου του τόπου και άρχισε να δουλεύει διπλάσια, για να συντηρήσει και τη γυναίκα με το παιδί της. Και, όταν αργότερα αποκαλύφθηκε η συκοφαντία, έφυγε κρυφά και δε ζήτησε ποτέ το δίκιο του.
Επίσης η περίπτωση του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου (καθώς και άλλες περιπτώσεις) αποδεικνύει ότι η θερμή, ειλικρινής και επίμονη προσευχή των ζωντανών για τους νεκρούς μπορεί ακόμη και να μετατρέψει την κατάσταση μιας ψυχής από κόλαση σε παράδεισο, τουλάχιστον αν η συγκεκριμένη ψυχή έχει τις προϋποθέσεις για τη μετατροπή αυτή (αν δηλαδή δεν είναι απόλυτα διεφθαρμένη). Ο άγιος προσευχήθηκε θερμά, «χύνοντας ποταμούς δακρύων», για τη σωτηρία της ψυχής του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού, όταν πληροφορήθηκε μια πράξη φιλανθρωπίας που είχε κάνει. Και αργότερα πληροφορήθηκε από το Θεό ότι οι προσευχές του εισακούστηκαν.

Μιλώντας στο Θεό για τις ψυχές


Φωτο από εδώ


Όλοι βέβαια ελπίζουμε ότι οι ψυχές των αγαπημένων μας προσώπων βρίσκονται στην κατάσταση της πρόγευσης του παραδείσου, αλλά μόνο για τους αγίους μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Έτσι, όπως είπαμε, όταν η ψυχή ενός ανθρώπου φύγει από αυτό τον κόσμο, αρχίζουμε αμέσως να μιλάμε στο Θεό γι’ αυτόν. Δηλαδή να προσευχόμαστε.
Για μας, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, επομένως τα παρακάτω ισχύουν για όλους, άντρες, γυναίκες ή παιδιά, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους θέση.
Αν ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ορθόδοξος χριστιανός, το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η προσωπική ή ομαδική προσευχή μας γι’ αυτόν, που μπορεί και να συνοδεύεται από νηστεία ή άλλη μικρή ή μεγάλη θυσία, που θα κάνει την καρδιά μας πιο καθαρή και επομένως πιο κατάλληλη για να εκτοξεύσεις τις προσευχές μας προς το Θεό. Δεν κάνουμε γι’ αυτόν κάποια «επίσημη» τελετή στους ναούς μας, γιατί το πρώτο βήμα και η απαραίτητη προϋπόθεση, για να έχουν αποτέλεσμα αυτές οι τελετές, είναι το άγιο βάπτισμα στο όνομα της Αγίας Τριάδας. Αυτό «κεντρίζει» τον άνθρωπο στην «καλή ελιά», στην «αληθινή άμπελο», στο Χριστό. Αν λοιπόν δεν υπάρχει το βάπτισμα, υπάρχει από πλευράς μας η αγάπη, η προσευχή, με όση θέρμη και δύναμη ψυχής έχει ο καθένας, η νηστεία πιθανόν ή κάποια άλλη θυσία, αλλά δεν υπάρχουν εκκλησιαστικές τελετές. Δεν έχουν αποτέλεσμα.
Αν ο άνθρωπος που φεύγει για τον ουρανό είναι ορθόδοξος χριστιανός, το πρώτο πράγμα που κάνουμε μετά την αναχώρησή του είναι μια εκκλησιαστική τελετή, με τη συμμετοχή όλων μας, που ονομάζεται «κηδεία» (=φροντίδα) του σώματος του ανθρώπου. Σ’ αυτήν παρακαλούμε πρώτη φορά το Θεό (όλοι μαζί, ως Εκκλησία, δηλαδή σύσσωμοι) να αναπαύσει την ψυχή του αδελφού μας «στο Φως του προσώπου Του».
Στη συνέχεια θάβουμε το σώμα μέσα στο χώμα και τοποθετούμε στο σημείο της ταφής του ένα σταυρό, το σύμβολο της νίκης του Χριστού κατά του θανάτου. Δεν το καίμε, γιατί, για μας, δεν είναι βέβαια ιερό, ώστε να το λατρεύουμε, αλλά είναι άξιο σεβασμού. Αξίζει το σεβασμό μας, διότι: α) ο Χριστός, ο προαιώνιος Θεός Υιός του Θεού Πατρός, πήρε ακριβώς ίδιο σώμα με το δικό μας («ομοούσιο», από την ίδια ουσία) και, επειδή ήταν Νέος Αδάμ, η χάρη που πήρε το δικό Του ανθρώπινο σώμα πέρασε σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, β) κάθε χριστιανός έλαβε ειδικά στο δικό του σώμα τη χάρη του Θεού, αφού βαπτίστηκε στο όνομα της Αγίας Τριάδας, χρίστηκε με το άγιο Μύρο και κοινώνησε το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού, κατά το μυστήριο της θείας Μετάληψης, γ) αν ο άνθρωπος εκείνος έχει πλησιάσει πολύ το Χριστό, η θεία χάρη είναι έντονη στα λείψανά του, τα οποία γίνονται «ιερά λείψανα» – αν κάψουμε το σώμα, θα στερήσουμε τον εαυτό μας, την κοινωνία, τον κόσμο ολόκληρο, από μια πηγή θείας χάριτος, ενώ πιθανόν να μην αντιληφθούμε ποτέ ότι ο άνθρωπος αγίασε, αφού συχνά η αγιότητα αποκαλύπτεται μέσω των ιερών λειψάνων (που ευωδιάζουν, μυροβλύζουν και θαυματουργούν).
Μετά την ταφή αρχίζει μια σειρά από εκκλησιαστικές τελετές, που ονομάζονται «μνημόσυνα» (=αναμνήσεις) και σ’ αυτές επίσης παρακαλούμε το Θεό για την ανάπαυση του αδελφού μας. Κατά τα μνημόσυνα, μια μικροσκοπική μερίδα από τον ιερό άρτο της θείας Μετάληψης αφιερώνεται ονομαστικά στον κεκοιμημένο αδελφό μας, ο οποίος έτσι μνημονεύεται στο «εσωτερικό» του ιερού μυστηρίου. Μνημόσυνα τελούνται τρεις ημέρες μετά την κοίμηση, οκτώ ημέρες, σαράντα ημέρες, στη συνέχεια κάθε τρεις μήνες και, μετά τη συμπλήρωση ενός έτους, κάθε χρόνο στην επέτειο της κοίμησής του.

Ένα εξαιρετικό βιβλίο για όποιον θέλει να μάθει τη διδασκαλία των ορθόδοξων αγίων για τη ζωή μετά (κλικ!).

Εκτός από τα μνημόσυνα, οι χριστιανοί συνηθίζουμε να προσφέρουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων προγόνων και αδελφών μας στον ιερέα, ώστε να τα μνημονεύσει εντός της θείας Μεταλήψεως κατά τη θεία λειτουργία που θα τελέσει την Κυριακή [λεπτομέρειες εδώ]. Μηνύματα που έχουν δώσει, με άδεια του Θεού, κεκοιμημένοι στα όνειρα ζωντανών, φανερώνουν ότι η μνημόνευση αυτή προσφέρει σημαντική ωφέλεια στην κατάσταση της ψυχής. Ιδιαίτερα όταν γίνεται σε σαράντα λειτουργίες κατά σειρά, πράγμα που ονομάζεται «σαρανταλείτουργο».
Μια από τις αμέτρητες μαρτυρίες, που φανερώνουν πόσο ωφελεί τις ψυχές η μνημόνευση κατά τη θεία λειτουργία, είναι η περίπτωση του αγίου Θεοδοσίου του Τσερνιγκώφ (Ρωσία). Ο άγιος εμφανίστηκε στον όσιο ιερομόναχο Αλέξιο, που είχε πραγματοποιήσει με αγάπη την ανακομιδή των λειψάνων του, και του είπε: «Σ’ ευχαριστώ που κοπιάζεις για μένα, αλλά σε παρακαλώ να μνημονεύεις στη λειτουργία τους γονείς μου, που τα ονόματά τους είναι πατήρ Νικήτας και Μαρία». Ο π. Αλέξιος απόρησε και τον ρώτησε: «Εσύ, που είσαι άγιος και πρεσβεύεις απευθείας στο Θεό για όλους, ζητάς από εμένα να μνημονεύω τους γονείς σου;». Ο άγιος απάντησε: «Έχεις δίκιο, αλλά η ωφέλεια που θα έχουν από τη μνημόνευσή τους στη λειτουργία είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που έχουν με τις δικές μου προσευχές».
Όταν αργότερα ανακαλύφθηκε το βιβλίο μνημοσύνων της μονής, όπου ο άγιος Θεοδόσιος ήταν ηγούμενος, αποδείχτηκε ότι τα ονόματα των γονιών του ήταν ακριβώς αυτά που είπε στον π. Αλέξιο (άγνωστα προηγουμένως).
Η Εκκλησία, εκτός από τις προσευχές για τους κεκοιμημένους που στέλνει στο Θεό σε κάθε χριστιανική τελετή, έχει θεσπίσει και μία ημέρα της εβδομάδας ειδικά αφιερωμένη στη μνημόνευση των κεκοιμημένων (δηλαδή την προσευχή υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους) και η ημέρα αυτή είναι το Σάββατο. Έχει θεσπίσει επίσης κάποια ιδιαίτερα Σάββατα, αφιερωμένα στη μνημόνευση όλων των κεκοιμημένων, από την αρχή της ύπαρξης του ανθρώπου πάνω στη Γη μέχρι σήμερα. Τα Σάββατα αυτά ονομάζονται «ψυχοσάββατα». Επίσης διαβάζεται ειδική ευχή για τους κεκοιμημένους στη σπουδαία εκκλησιαστική τελετή του Εσπερινού της Γονυκλισίας κατά την Κυριακή της Πεντηκοστής.
Εκτός από τα παραπάνω, οι χριστιανοί συνηθίζουμε ιδιωτικά να ανάβουμε καντήλι με λάδι ως σύμβολο της προσευχής μας προς το Θεό, για να βιώνουν με ευχαρίστηση το Φως Του οι κεκοιμημένοι πρόγονοι και αδελφοί μας. Καίμε επίσης θυμίαμα, ως σύμβολο της προσευχής μας, που ανεβαίνει στον ουρανό όπως ο καπνός του θυμιάματος και που πρέπει να ευωδιάζει (δηλαδή να γίνεται με αγνή καρδιά, καθαρή από κακίες, μίση, εγωισμούς και διάθεση εκμετάλλευσης των άλλων ανθρώπων), όπως ευωδιάζει κι εκείνος. καντήλι και θυμίαμα αφιερώνουμε στους κεκοιμημένους μας όχι μόνο στο σπίτι μας (κοντά στις φωτογραφίες τους) αλλά και στον τάφο τους, τον οποίο επισκεπτόμαστε όποτε θέλουμε. Ενίοτε μάλιστα καλούμε τον ιερέα στον τάφο και τελεί μία μικρή τελετή («τρισάγιο») για την ανάπαυση των κεκοιμημένων.

Φοβόμαστε τις «κακές» ψυχές; Υπάρχουν φαντάσματα;

Όπως είπαμε παραπάνω, οι ψυχές που προγεύονται τον παράδεισο, δηλαδή έχουν εντός τους τη θεία χάρη και διαθέτουν κάποια αγιότητα, μικρή ή μεγάλη, μπορούν να μεσιτεύουν στο Θεό για την προστασία των ζωντανών. Το όραμα του αγίου Μακάριου όμως φανερώνει ότι στην πρόγευση της κόλασης οι ψυχές νιώθουν εντελώς απομονωμένες. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να επιστρέψουν με κανένα τρόπο στη γη και να επηρεάσουν τη ζωή των ζωντανών. Γι’ αυτό το λόγο, οι χριστιανοί δεν πιστεύουμε ότι οι «κακές» ψυχές είναι απειλητικές για μας. Δεν τις φοβόμαστε, απλά λυπόμαστε για την οδύνη και τη δυστυχία τους και προσευχόμαστε στο Θεό γι’ αυτές.
Παρόλα αυτά, φαίνεται ότι πράγματι υπάρχουν κάποια μέρη, που κακές πνευματικές δυνάμεις τα έχουν «τυλίξει» με τη σκοτεινή και απειλητική ενέργειά τους. Τέτοια μέρη είναι κυρίως εκεί όπου γίνονται, ή γίνονταν παλιότερα, μαγικές τελετές, με επίκληση δαιμονικών πνευμάτων. Τα πνεύματα εκείνα δεν είναι ψυχές νεκρών, ακόμη κι αν μερικές φορές εμφανίζονται με τέτοια μορφή.
Ομοίως, δεν είναι ψυχές νεκρών, ούτε «καλές» ούτε «κακές», τα πνεύματα που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια «πνευματιστικών» τελετών, σε επικλήσεις πνευμάτων από μάγους, μέντιουμ και πνευματιστές κάθε είδους. Μόνο με την προσευχή, μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, οι ζωντανοί απευθύνονται στους κεκοιμημένους – και πάντα σε αγίους. Οι υπόλοιπες περιπτώσεις «επικοινωνίας» νεκρών με ζωντανούς, που συνέβαιναν και συμβαίνουν εδώ και χιλιάδες χρόνια σε πολλούς πολιτισμούς και θρησκείες, είναι τουλάχιστον ύποπτες. Ξέρουμε από την πείρα των αγίων διδασκάλων μας ότι τα πνεύματα που εμφανίζονται σ’ αυτές δεν είναι οι ψυχές των νεκρών και γενικά δεν είναι «αυτό που φαίνεται», αλλά σκοτεινές υπάρξεις που ζητούν να παραπλανήσουν τους ζωντανούς λέγοντας ψέματα.
Μια απόδειξη του παραπάνω είναι ότι τα πνεύματα αυτά μπορεί να γίνουν επικίνδυνα για τους ανθρώπους που τα προσκαλούν. Αλλά και ότι, σε μέρη όπου γίνονται κατ’ εξακολούθησιν τέτοιες επικλήσεις, συσσωρεύεται σκοτεινή ενέργεια που κάποια στιγμή εκβάλλει στις ζωές των ανθρώπων.
Για τις περιπτώσεις αυτές η διδασκαλία της Εκκλησίας και η πείρα των χριστιανών λέει τα εξής:
α) Όταν ο άνθρωπος εντάξει τον εαυτό του και τη ζωή του στο παγκόσμιο «Σώμα του Χριστού», την Εκκλησία, και λάβει τη χάρη του Θεού μέσα από το άγιο βάπτισμα, τα ιερά μυστήρια και τη χριστιανική ζωή (ζωή που δεν περιέχει μόνο συμμετοχή στις θρησκευτικές τελετές, αλλά και αγάπη προς το συνάνθρωπο και ιδιαίτερα τη συγχώρηση των εχθρών μας), τότε μπορεί με τη βοήθεια του Θεού να νικήσει τις κακοποιές πνευματικές δυνάμεις και να εκτοπίσει την επιρροή τους από τη ζωή του και τη ζωή των δικών του.
β) Υπάρχουν ειδικές πνευματικές άμυνες της Εκκλησίας για το σκοπό αυτό, όπως η θερμή προσευχή με την επίκληση του Ιησού Χριστού, η τοποθέτηση του σταυρού (διά του οποίου ο Χριστός νίκησε το θάνατο) στον τόπο με την κακή ενέργεια, η τέλεση ειδικών τελετών, όπως ο εξορκισμός, ο αγιασμός (ευλογία νερού και στη συνέχεια ραντισμός με αυτό), το ευχέλαιο (αγιασμένο λάδι) κ.λ.π. Όλα αυτά όμως δεν είναι «μαγικά», ώστε να τα πράξουμε και να έχουν αυτόματο αποτέλεσμα. Πρέπει να τα εντάξουμε στη σωστή σχέση με το Θεό: είναι παρακλήσεις προς το Θεό να έρθει αυτοπροσώπως και να βοηθήσει, και αυτό θα το κάνει όταν εμείς θα είμαστε πνευματικά έτοιμοι να δεχτούμε τη θεραπευτική και σωτήρια άκτιστη χάρη Του. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε υπομονή, επιμονή, εμπιστοσύνη στο Θεό και, ακόμη, μετάνοια για τα ελαττώματα που σίγουρα έχουμε, και να Του ζητάμε όχι μόνο να μας βοηθήσει αλλά και να μας συγχωρήσει για ό,τι πράττουμε, αισθανόμαστε ή σκεφτόμαστε ενάντια στο φιλάνθρωπο θέλημά Του.
Σκοπός της Εκκλησίας, των χριστιανών ιερέων και των χριστιανικών τελετών δεν είναι να εξυπηρετήσουν επίγειες ανάγκες των ανθρώπων (όπως να εξορκίσουν τις κακές πνευματικές δυνάμεις από τη ζωή μας). Σκοπός τους είναι να μας βοηθήσουν να γνωρίσουμε το Θεό και να οδηγηθούμε στην αιώνια ζωή κοντά Του, που είναι ο παράδεισος. Μέσα στα πλαίσια αυτού του σκοπού όμως δίνεται και η βοήθεια όλων των παραπάνω στα επίγεια προβλήματά μας, αφού κι αυτά συχνά εμποδίζουν τη σωτηρία μας.
Κλείνω αυτή την αναφορά, υπενθυμίζοντας ότι όλα τα πνεύματα είναι λιγότερο δυνατά από το Χριστό (αφού Εκείνος τα δημιούργησε, κι αυτά στη συνέχεια επέλεξαν αν θέλουν να είναι καλά [άγιοι άγγελοι] ή κακά) και πιο δυνατά από τους ανθρώπους. Έτσι, η ένωση του ανθρώπου με το Χριστό είναι η κατάλληλη συμμαχία για την προστασία του ανθρώπου από κάθε κακοποιό πνευματική δύναμη.


Ο χαιρετισμός του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ (1833). Από εδώ.

Το παρόν γράφτηκε και μεταφράστηκε στα αγγλικά για τις ανάγκες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ταϊβάν (http://theological.asia). Για την ιεραποστολή σε αυτή τη χώρα βλ. το ιστολόγιο asian-aroma.com.