Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

Ο Κύριος δεν μας άφησε ορφανούς

 



Ο Κύριος ανυψώθηκε στους ουρανούς, αλλά δεν μας άφησε ορφανούς, όπως υποσχέθηκε στους Μαθητές Του (Ιω. 14:18).

Αυτός ανελήφθη, αλλά στη θέση Του μας άφησε τους Αποστόλους Του. Έλαβε το σώμα μας, αλλά μας άφησε το Σώμα Του. Έλαβε πληγές και τις αμαρτίες μας, αλλά μας άφησε τις δωρεές Του. Έλαβε τα κάτω και μας έδωσε τα άνω. Έλαβε ονειδισμούς και μας έδωσε τιμές. Έλαβε αυτά που δεν έπρεπε να λάβει ως Θεός, τον διωγμό, τη συκοφαντία και την αχαριστία των ανθρώπων, για να μας δώσει αυτά που είχαμε εμείς ανάγκη.

Συνεπώς, δεν μας άφησε ορφανούς. Διότι, έπειτα μας άφησε τον Σταυρό Του, το άγιο Ευαγγέλιό Του, την Εκκλησία, τα άχραντα Μυστήριά Του.

Αν όμως εμείς αισθανόμαστε έρημοι και ξένοι στη γη αυτή, να τρέχουμε, όσο συχνότερα μπορούμε, στην Αγία Εκκλησία. Εδώ θα βλέπουμε μυστικά το όρος Θαβώρ και την Ιεριχώ, τη Βηθλεέμ και την Ιερουσαλήμ, τον Γολγοθά και το όρος των Ελαιών.

Εδώ στην Εκκλησία Του συναντιόμαστε πάλι με τον Ιησού. Εδώ ενώνεται ο ουρανός και η γη. Εδώ συμφιλιώνεται πάντοτε ο άνθρωπος με τον Θεό.

Κανείς απ’ αυτούς που έρχονται στην Εκκλησία δεν αισθάνεται έρημος στη γη. Ενώ, εάν μας περικυκλώνουν ασθένειες και δοκιμασίες, πόνοι και απροσδόκητα προβλήματα, είναι σημείο ότι εγκαταλείψαμε τον Θεό, απομακρυνθήκαμε από την Ιερουσαλήμ.

Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, πάλι στην Ιερουσαλήμ, όπως μας παραγγέλθηκε. Ας συμφιλιωθούμε πάλι με τον Κύριό μας, ας έλθουμε πάλι στην Εκκλησία. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς Αυτόν. Στον Κύριο ανήκουμε και μόνο Αυτός έχει πλούσιο το έλεός Του προς εμάς.

Στην Εκκλησία μπορούμε να ενωθούμε με τον Χριστό με τρεις τρόπους: είτε να Τον φάγομε δια της μεταλήψεως του αγίου Σώματος και Αίματός Του· είτε να Τον κατεβάσουμε στις καρδιές μας με την προσευχή, την αγάπη και την ελεημοσύνη· είτε να υψωθούμε εμείς προς τον Κύριο μέσω της ταπεινώσεως, διότι «ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».

Καθένας ας τρέξει όπως μπορεί. Εμείς να προσπαθήσουμε είτε με τον ένα τρόπο είτε με τον άλλο, είτε ταυτόχρονα και με τους τρεις, και να μη ραθυμήσουμε μέχρις ότου ενωθούν οι καρδιές μας με τον Σωτήρα μας Χριστό.

Εάν θέλουμε τελείως να ενωθούμε μαζί Του, «άνω σχώμεν τας καρδίας». Άνω, εκεί όπου είναι οι πατέρες μας, οι ήρωές μας, οι άγιοί μας. Εκεί όπου είναι οι Άγγελοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, εκεί όπου είναι η δόξα του Χριστού, εκεί να είναι και οι καρδιές μας.

Εάν κάνουμε έτσι, θα φθάσουμε με τις ψυχές μας εκεί, όπου αξιώθηκε να φτάσει σήμερα το σώμα μας, το σώμα του Χριστού μας, στην αιώνια ανάπαυση. Τότε και μόνο τότε θα χορτάσουμε, όταν θα μας αποκαλυφθεί το φως της δόξας του Χριστού μας. Αμήν.

 

Από το βιβλίο: Ο Γέροντας π. Υάκινθος Ουντσιουλεάκ, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Πούτνα Μολδαβίας Ρουμανίας (1924-1998). Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, 2001.


Η εργασία είναι θείο δώρο Επίσκοπος Πολύκαρπος Βαγενάς (†)

 


Ευλογία Θεού η εργασία. Τιμημένη από το Θεό. Απαραίτητη για τον άνθρωπο. Για τον κάθε άνθρωπο. Η αργία, η αποφυγή του κόπου “μήτηρ πάσης κακίας”, έλεγαν οι αρχαίοι. Ο Πάνσοφος Δημιουργός, όταν έπλασε τον άνθρωπο, τον ιδανικό και χωρίς αμαρτίες Πρωτόπλαστο, του ανέθεσε ένα έργο. Να εργάζεται και να φυλάσσει τον Παράδεισο.

Μολονότι χωρίς κόπο απολάμβανε τα αγαθά της Εδέμ, είχε και μια αποστολή. Μετά την πτώση η εργασία ήταν εκείνη που θα συντηρούσε τον άνθρωπο και θα βοηθούσε να ξαναβρεί το Θεό. Μπορεί για εκείνον που μένει μακριά από το Θεό η εργασία να είναι αγγαρεία και δουλεία – δουλειά. Μα γι’ αυτόν που θέλει να έχει καλές σχέσεις με το Θεό είναι χαρά και ευλογία.

Ο Κύριος μέσα στην καινή κτίση, στον καινούριο κόσμο που θεμελίωσε με την παρουσία Του στη γη, κατέστησε σαφή και αυτή την αλήθεια. Όχι μόνο θεωρητικά. Καθώς συνήθιζε, στην πράξη. Με τη ζωή Του. Ο ίδιος εργάστηκε χειρωνακτικά ως την ώρα της βαπτίσεώς Του. Και κατόπιν. Ω, κατόπιν! Κατά την τριετή δημόσια ζωή Του εργάστηκε σκληρά. Με το λόγο Του και τη θαυματουργία Του ακαταπόνητα, «διήλθε ευεργετών και ιώμενος». Θεράπευσε σώματα και ψυχές. Συστηματικά αναλίσκεται στο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο. Το διακήρυξε άλλωστε αποκαλύπτοντας ότι ο Θεός Πατήρ αδιάκοπα εργάζεται. «Ο πατήρ μου έως άρτι εργάζεται, καγώ εργάζομαι». Χωρίς καμία υποχρέωση. Χωρίς κανένας να Τον αναγκάζει. Η αγάπη Του η άπειρη το επέτασσε. Να μη σταματάει εργαζόμενος ως την ώρα της υπέρτατης θυσίας, οπότε “ετελείωσε” το έργο Του επί της γης.

Γι’ αυτό και τους πρώτους στενούς Του συνεργάτες από την εργασία τη σκληρή του ψαρά τους κάλεσε. Με σκοπό πάλι στην εργασία να τους αποστείλει. Και ο ύστερος Απόστολος που αναδείχτηκε ο Πρώτος μετά τον Ένα, ο Απόστολος Παύλος; Αυτός με την πέννα και με τη ζωή του μας έδωσε ένα πρότυπο. Τι μεγαλείο περιέχει αυτός του ο λόγος! «ταις χρείαις μου και τοις ούσι μετ’ εμού υπηρέτησαν αι χείρες αύται»! (Πραξ. 20:34). Αυτά τα χέρια μου σκληράνθηκαν δουλεύοντας, για να εξασφαλίσω ό,τι είχα ανάγκη εγώ και οι συνεργάτες μου. Με πόση ικανοποίηση έδειχνε αυτά τα ροζιασμένα χέρια του! Ποιος; Εκείνος που αναδείχτηκε ο μεγαλύτερος εργάτης του Πνεύματος και του Πολιτισμού ανά τους αιώνες. Και ετόνιζε «ει τις ου θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω» (Β’ Θεσ. 3:10).

Οποιαδήποτε εργασία κάνει κανένας του δίνει το αίσθημα της ικανοποιήσεως. Είναι θείο δώρο να μπορεί κανένας να εργάζεται. Για τον εαυτό του και για τους άλλους. Πολύ περισσότερο όταν παίρνει κανένας την εργασία και σαν αποστολή. Σαν θέλημα και εντολή Θεού. Όταν η εργασία – κι η πιο σκληρή ακόμη χειρωνακτική εργασία – συντελεί στο ψυχικό ανέβασμα εκείνου που την εργάζεται και του περιβάλλοντός του. Των συνανθρώπων του. Όταν νοιώθει πως με την εργασία του απεργάζεται την ευημερία της οικογένειάς του και της κοινωνίας καθόλου. Όταν η επαγγελματική του απασχόληση συνοδεύεται από μια προσπάθεια συστηματική για το κοινό καλό. Για την πνευματική καλλιέργεια και την ψυχική ανύψωση του ίδιου και των άλλων. Τότε ακριβώς η εργασία γίνεται ευλογία. Κάθε τίμια εργασία δεν είναι ντροπή. Καύχημα και χαρά είναι για το δουλευτή της.

 

Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Β’ (από την ομιλία “Η ελπίδα της εργασίας”).


Τετάρτη 30 Μαρτίου 2022

Ο Άρτος ο ζων


532. Αντί του δένδρού της ζωής υπάρχει ο «Άρτος ο Ζων». Αντί του καρπού του δένδρου της γνώσεως, υπάρχει ο ζωοποιός αυτός Άρτος. Τότε, είχε λεχθή: «Οὐ φάγεσθε ἀπ' αὐτοῦ οὐδὲ μὴ ἅψησθε αὐτοῦ, ἵνα μὴ ἀποθάνητε» (Γεν. γ’ 3). Τώρα λέγεται: «ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα» (Ιω. στ’ 51-58). Τότε, ο Αδάμ και η Εύα πίστευσαν στον Πειραστή και βρήκαν τον θάνατο. Τώρα, αντίθετα, ποιστεύουμε στα λόγια του Κυρίου: «τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου… τοῦτο ἐστι τὸ αἷμά μου» (Ματθ. κστ’ 26, 28) και παίρνουμε νέα ζωή. Σηκωνόμαστε από την ίδια κατεύθυνσι που πέσαμε. Πέσαμε με την απιστία του Θεού, ενωθήκαμε με τον πατέρα του ψεύδους και του θανάτου. Τώρα, συνδεθήκαμε με τον Θεό και Σωτήρα μας, με την Αυτοαλήθεια, και βρήκαμε τη ζωή την αληθινή.

533. Τώρα, ακόμη, στεκόμαστε και πέφτουμε. Αλλά ελπίζουμε ότι κάποτε δεν θα πέφτουμε πλέον, θα είμαστε φθασμένοι σε σημείο που η πτώσις θα είναι αδύνατο να συμβή. Οι Άγγελοι το έχουν επιτύχει αυτό. Είναι πλέον άτρωτοι από το κακό. Και ο πιστός λοιπόν μπορεί να φθάση σ’ αυτό το σημείο. Στο μεταξύ, μάχεται την αμαρτία και ελπίζει ότι θα έλθη η ημέρα της τελικής νίκης κατεπάνω στην αμαρτία και τον θάνατο, τον υιό της αμαρτίας, όπως τον ονομάζει ο ιερός Χρυσόστομος. «Ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (Α’ Κορ. ιε’ 26).

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 221-222)