Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

ΓIA TON ΘANATO TOY ANΘPΩΠOY KAI THN ANAΣTAΣH TOY XPIΣTOY [Γ´] τοῦ πρωτ. Γεωργίου Φλωρόφσκυ (†)


(Ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα)

.      Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἦταν μία νίκη, ὄχι μόνο κατὰ τοῦ δικοῦ του θανάτου, ἀλλὰ κατὰ τοῦ θανάτου ἐν γένει. «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ᾍδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν». Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, ὅλη ἡ ἀνθρώπινη φύση, συνανίσταται μὲ τὸν Χριστό, «τὸ ἀνθρώπινο γένος ἐνδύεται ἀφθαρσίαν». Συνανίσταται ὄχι ἀσφαλῶς μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὅλοι ἐγείρονται ἀπὸ τὸν τάφο. Οἱ ἄνθρωποι βέβαια ἀκόμα πεθαίνουν· ἀλλὰ τὸ ἀναπόφευκτο τοῦ θανάτου καταργεῖται. Ὁ θάνατος γίνεται ἀνίσχυρος, καὶ σ᾽ ὅλους τούς ἀνθρώπους δίνεται ἡ δύναμη ἢ ἡ «potentia» τῆς ἀναστάσεως. Ὁ ἅγ. Παῦλος μίλησε μὲ σαφήνεια πάνω σ᾽ αὐτό: «Εἰ δὲ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται… εἰ γὰρ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται» (A´ Κορ. ιε´ 13· 16).
.      «Εἶναι ἀλήθεια πὼς πεθαίνουμε ἀκόμα ὅπως πρῶτα», λέγει ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «ἀλλὰ δὲν παραμένουμε στὸν θάνατο· αὐτὸ δὲν εἶναι πιὰ θάνατος, ἀλλὰ μία ὕπνωση». Ἡ ἴδια σκέψη βρίσκεται στὸν ἅγ. Ἀθανάσιο. «Ἡ καταδίκη τοῦ θανάτου» καταργήθηκε. Ἀφοῦ ἡ φθορὰ σταμάτησε καὶ ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴ χάρη τῆς Ἀναστάσεως, διαλυόμαστε πιὰ στὸ ἑξῆς μόνο γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα, σύμφωνα μὲ τὴ θνητὴ φύση τῶν σωμάτων μας· σὰν σπόροι ριγμένοι μέσα στὴν γῆ, δὲν χανόμαστε, ἀλλὰ ὄντας σπαρμένοι μέσα στὴν γῆ θὰ ἐγερθοῦμε πάλι.
.      Ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Nύσσης τονίζει: «Γιατί ὅπως ἡ ἀρχὴ τοῦ θανάτου ἐμφανίστηκε σ᾽ ἕνα πρόσωπο καὶ διαδόθηκε στὴ συνέχεια σ᾽ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς Ἀναστάσεως ἐπεκτείνεται ἀπὸ ἕνα πρόσωπο σ᾽ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα… Γιατί, ὅταν σ᾽ ἐκείνη τὴ συγκεκριμένη ἀνθρώπινη φύση ποὺ προσέλαβε στὸν Ἑαυτό Του, ἡ ψυχὴ ὕστερα ἀπὸ τὸν χωρισμὸ ἐπέστρεψε στὸ σῶμα, σημαίνει πὼς αὐτὴ ἡ ἕνωση τῶν ἐπὶ μέρους τμημάτων περνᾶ, σὰν ἀπὸ μία καινούργια ἀρχή, μὲ ἴση δύναμη πάνω σ᾽ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Aὐτὸ λοιπὸν εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ σχετικὰ μὲ τὸν θάνατό Του καὶ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του».
.       Στὸν Ἀδὰμ ἡ φύση μας διασχίστηκε ἢ διασπάστηκε στὰ δυὸ διὰ τῆς ἁμαρτίας. Ὅμως στὸν Χριστὸ αὐτὴ ἡ διάσπαση θεραπεύτηκε πλήρως. Aὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου, ἢ μᾶλλον τῆς θνητότητας. Μὲ ἄλλα λόγια, αὐτὴ εἶναι ἡ δυνητικὴ καὶ δυναμικὴ ἀποκατάσταση τῆς πληρότητας καὶ ὁλότητας τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. Εἶναι μία ἀναδημιουργία ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, μιὰ «καινὴ κτίσις». (…)
.      Ἡ ἀνάσταση εἶναι μία «ἐπανόρθωση τῆς φύσεως» («ἡ ἀνάστασις φύσεώς ἐστιν ἐπανόρθωσις»), ὅπως τονίζει ὁ ἅγ. Nικόλαος Kαβάσιλας, καὶ αὐτὴν τὴν δίνει ὁ Θεὸς ἐλεύθερα. Ἀλλὰ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, καὶ ἡ θέα τῆς μακαριότητας, καὶ ἡ ἕνωση μὲ τὸν Χριστό, προϋποθέτουν τὴν θέληση, («τρυφή ἐστιν τῆς θελήσεως»), καὶ ἄρα εἶναι προσιτὰ μόνο σ᾽ ἐκείνους ποὺ τὰ ἔχουν λαχταρήσει καὶ ἀγαπήσει καὶ ἐπιθυμήσει. Ἡ ἀθανασία θὰ δοθεῖ σὲ ὅλους, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὅλοι μποροῦν νὰ χαροῦν τὴ θεία Πρόνοια. Δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ θέλησή μας τὸ ἂν θὰ ἀναστηθοῦμε μετὰ τὸν θάνατο ἢ ὄχι, ὅπως δὲν ὀφείλεται στὴ θέλησή μας τὸ ὅτι γεννηθήκαμε. Ὁ θάνατος καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ φέρνει τὴν ἀθανασία καὶ τὴν ἀφθαρσία σὲ ὅλους κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, γιατί ὅλοι ἔχουν τὴν ἴδια φύση μὲ τὸν Ἄνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀλλὰ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαναγκαστεῖ νὰ ἐπιθυμεῖ. Ἔτσι ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἕνα δῶρο κοινὸ σὲ ὅλους, ἀλλὰ ἡ εὐλογία θὰ δοθεῖ μόνο σὲ μερικούς. Κι ἀκόμα, ἡ ὁδὸς τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς αὐτονεκρώσεως, τῆς αὐτοθυσίας καὶ τῆς αὐτο-ἀφιερώσεως. Πρέπει κανεὶς νὰ πεθάνει γιὰ τὸν ἑαυτό του γιὰ νὰ ζήσει ἐν Χριστῷ. Καθένας πρέπει νὰ συνδεθεῖ προσωπικὰ καὶ ἐλεύθερα μὲ τὸν Χριστό, τὸν Κύριο, τὸν Σωτήρα καὶ τὸν λυτρωτή, μὲ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, μὲ τὴν ἐκλογὴ τῆς ἀγάπης, μὲ τὸ μυστικὸ ὅρκο πίστεως. Καθένας πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, «νὰ ἀπολέσει τὴν ψυχή του» γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ ἀγώνας τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι «νὰ ἀκολουθεῖ» τὸν Χριστόν, νὰ ἀκολουθεῖ τὴν ὁδὸ τοῦ Πάθους Του καὶ τοῦ Σταυροῦ, ἀκόμα καὶ στὸν θάνατο, ἀλλά, πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα, νὰ ἀκολουθεῖ μὲ ἀγάπη.
.      Ὅποιος δὲν πεθάνει μὲ τὸν Χριστό, δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει μαζί Του. «Ἂν μὲ τὴ δική μας ἐλεύθερη ἐκλογὴ δὲν δεχθοῦμε νὰ πεθάνουμε στὸ Πάθος Του, ἡ ζωή Του δὲν εἶναι μέσα μας», λέγει ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος. Aὐτὸς δὲν εἶναι κανένας ἀσκητικὸς μόνο ἢ ἠθικὸς νόμος, οὔτε μόνο μιὰ παιδαγωγικὴ ἄσκηση. Aὐτὸς εἶναι ὁ ὀντολογικὸς νόμος τῆς πνευματικῆς ὑπάρξεως, κι ἀκόμα ὁ νόμος τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου